Παῖξε μὲ τὸν Θεὸ γυιέ μου…
«...Μιὰ
μέρα ἕνας Ἅγιος σταμάτησε στὸ σπίτι μας. Ἡ μητέρα μου τὸν εἶδε στὴν αὐλὴ νὰ
κάμει τοῦμπες γιὰ νὰ διασκεδάσει τὰ παιδιά.
– Ὦ, μοῦ εἶπε, εἶναι ἕνας στ’ ἀλήθεια Ἅγιος·
μπορεῖς, γυιέ μου, νὰ πᾶς κοντά του.
Ὁ Ἅγιος ἔβαλε τὸ χέρι του στὸν ὦμο μου καὶ μοῦ εἶπε:
– Τί σκέφτεσαι νὰ κάνεις, μικρέ μου;
– Δὲν ξέρω. Τί θέλετε νὰ κάνω;
– Ὄχι, πές μου ἐσὺ τί θέλεις νὰ κάνεις.
– Ὦ, μοῦ ἀρέσει νὰ παίζω!
– Λοιπόν, θέλεις νὰ παίξεις μὲ τὸν Κύριο;
Δὲν ἤξερα τί νὰ ἀπαντήσω.
– Βλέπεις, πρόσθεσε, ἂν μποροῦσες νὰ παίξεις
μὲ τὸν Κύριο, αὐτὸ θὰ ἦταν τὸ πιὸ μεγάλο πρᾶγμα ποὺ ἔκανε ποτὲ κανείς. Ὅλοι τὸν
παίρνουν τόσο πολὺ στὰ σοβαρά, ὥστε τὸν κάνουν θανάσιμα πληκτικό... Παῖξε μὲ τὸν Θεὸ γυιέ μου. Εἶναι ὁ
καλύτερος σύντροφος γιὰ τὰ παιχνίδια σου».
(Ἀπ’ τὸ βιβλίο
τοῦ Παύλου Εὐδοκίμωφ «Ἡ Προσευχὴ τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας»,
σελ. 20-21)