ΚΥΡΙΑΚΗ Η΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(Ματθαίου ΙΔ΄ 14–22)
ΟΜΙΛΙΑ
ΠΕΡΙ ΕΛΠΙΔΑΣ
ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ τοῦ ΘΕΟΤΟΚΗ*
ΤΟΥ σημερινοῦ Εὐαγγελίου ἡ ἱστορία, ὅπως ἀκούσατε, ἀναζωοποιεῖ (ξαναζωντανεύει) τὴν δύναμη τῆς ἐλπίδας ποὺ εἶναι φυτεμένη ἀπ’ τὸν Θεὸ στὴν καρδιὰ κάθε ἀνθρώπου, καὶ τὴν διευθύνει (κατευθύνει) θαυμάσια στὸν δοτῆρα κ’ ἐκπληρωτή της, τὸν φιλανθρωπότατο καὶ παντοδύναμο Θεό. Ἔχει πράγματι, κάθε ψυχὴ ἀνθρώπου στὴν φύση της, τὴν δύναμη τῆς ἐλπίδας· οὔτε κίνδυνοι, οὔτε ἀνάγκες, οὔτε δυστυχίες, οὔτε τόπος, οὔτε καιρός, οὔτε κάτι ἄλλο μπορεῖ νὰ ἐκριζώσει ἀπ’ τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου τὴν δύναμη τῆς ἐλπίδας. Ἡ ἐλπίδα δὲν μᾶς ἐγκαταλείπει οὔτε στὴν ἔσχατη ὥρα τοῦ θανάτου, ἀλλὰ καὶ τότε συμπαρευρίσκεται, ἐνθαρρύνει, κ’ ἐπαγγέλλεται ὑγεία καὶ ζωή. Αὐτὴ ἐνισχύει τὸν ἄνθρωπο σὲ κάθε ἔργο καὶ σὲ κάθε περίσταση. Ὁ γεωργὸς ὑποφέρει τὸν κόπο τῆς γεωργίας, ἐπειδὴ ἐλπίζει στὸν θερισμὸ τοῦ καρποῦ. Ὁ ναύτης καταφρονεῖ τοὺς κινδύνους τῆς θάλασσας, ἐπειδὴ ἐλπίζει ὅτι θ’ ἀποφύγει τὰ ναυάγια καὶ θ’ ἀπολαύσει τὸ κέρδος. Ὁ ἀσθενὴς παρηγορεῖ τοὺς πόνους τῆς ἀρρώστιας, ἐπειδὴ ἐλπίζει στὴν γιατρειὰ τοῦ πάθους του. Ἡ ἐλπίδα τῆς ἀπαλλαγῆς παρηγορεῖ ὅλες τὶς θλίψεις κ’ ἐλαφραίνει ὅλες τὶς στενοχώριες, ὅσες προξενοῦν οἱ διωγμοί, οἱ καταδρομὲς (κατατρεγμοί), οἱ συκοφαντίες, οἱ προδοσίες, καὶ κάθε ἄλλη λυπηρὴ περίσταση. Ἐὰν λείψει ἡ ἐλπίδα, οὐδεὶς ἐπιχειρεῖ οὔτε κἂν ἕνα ἔργο, κανένας δὲν βρίσκει παρηγοριὰ σὲ τούτη τὴν δυστυχῆ κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος, στὴν ὁποία ἐξοριστήκαμε.