Κυριακή 24 Αυγούστου 2025

Ἀπόσβεση χρεῶν


 


Ἀπόσβεση χρεῶν

«Ὀφειλέτης μυρίων ταλάντων»

(Ματθ. ιη΄ 24)

 

Ἀρχιμ. Δανιὴλ Ἀεράκη*

 

   Πῶς λύνει τὶς διαφορές του ὁ Θεός; Πῶς λύνουν τὶς διαφορές τους οἱ ἄνθρωποι; Μὲ πόλεμο λύνουν τὶς διαφορές τους οἱ ἄνθρωποι. Καὶ αὐτό, διότι ὑπάρχουν συμφέροντα καὶ μίση. Ἀβυσσαλέο πολλὲς φορὲς τὸ μῖσος μεταξὺ τῶν κρατῶν, μεταξὺ τῶν ἐθνοτήτων μέσα στὸ ἴδιο κράτους, μεταξὺ πόλεων, μεταξὺ οἰκογενειῶν, μεταξὺ συζύγων, μεταξὺ ἀδελφῶν, μεταξὺ ἀνθρώπων. Ἔχουν πολυετεῖς ἀνοικτοὺς λογαριασμούς, τοὺς ὁποίους ἐπιχειροῦν νὰ τακτοποιήσουν μὲ κάποια βρισιά, μὲ κάποια προσβολή, μὲ κάποια μαχαιριά, μὲ κάποιο πυροβολισμό, κάποτε μὲ λυσσώδη πόλεμο. Ἡ ἐκδικητικότητα τὸ κίνητρο τῶν ἐνεργειῶν τους.

   Καὶ λησμονοῦμε ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, ὅτι ἔχουμε ὅλοι ἀνοικτὸ λογαριασμὸ μὲ τὸν Θεό. Ὁ ἄνθρωπος τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς εἶχε ἀνοικτὸ λογαριασμὸ καὶ μὲ ἕνα σύνδουλό του, ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ ἀφεντικό του. Ὁ συνάδελφος τοῦ χρωστοῦσε ἑκατὸ δηνάρια, κάτι λίγα σημερινὰ χιλιάρικα. Ὁ ἴδιος χρωστοῦσε στὸ ἀφεντικό του μύρια τάλαντα, πολλὰ σημερινὰ ἑκατομμύρια δραχμές. Ἀξίζει νὰ δοῦμε τὴν λύση, ποὺ δόθηκε στοὺς δύο λογαριασμούς.

   Παραβολὴ εἶναι βεβαίως ἡ ὅλη ὑπόθεση. Ἀναφέρονται οἰκονομικοὶ ὅροι, ὄχι διότι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὑπουργεῖο Οἰκονομικῶν, ἀλλὰ διότι Ἐκκλησία σημαίνει οἰκονομία. Καὶ οἰκονομία σημαίνει ἀγάπη. Πρόκειται γιὰ παραβολὴ μὲ ἀναφορὰ σὲ οἰκονομικὰ χρέη, ὄχι διότι ὁ Χριστὸς εἶναι οἰκονομικὴ ἐφορία, ἀλλὰ διότι ὁ Χριστὸς μᾶς ἀπαλλάσσει ἀπὸ τὴν φορολογία τῆς ἁμαρτίας.

   Πῶς, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος τῆς παραβολῆς ἔλυσε τὸν λογαριασμό του μὲ τὸν συνδοῦλο; Μὲ σκληρότητα πρωτοφανῆ. Ἄγρια τοῦ φωνάζει: «Ἀπόδος μοι, εἴ τι ὀφείλεις» (στ. 28). Τοῦ ἐπιτίθεται νὰ τὸν πνίξει. Παραμένει ἀσυγκίνητος μπροστὰ στὶς παρακλήσεις τοῦ ἄλλου. Στὰ πόδια τοῦ πεσμένος ὁ συνδοῦλος ἱκετεύει. Ἀγέρωχος ἐκεῖνος, περιφρονεῖ. Παίζει μὲ τὸν πόνο, μὲ τὴν ἀδυναμία τοῦ ἄλλου, ὅπως ἡ γάτα παίζει μὲ τὸ ποντίκι, ποὺ ἔπιασε. Ἡδονίζεται νὰ τὸν ξευτελίζει. Καὶ δὲν ἱκανοποιεῖται, παρὰ μόνο, ὅταν τὸ μῖσος φυλακίσει τὸν συνάδελφο. Φυλακίζει... ὁ φυλακισμένος! Ὁ φυλακισμένος στὸ σκοτεινὸ κελλὶ τῆς κακότητος διψάει νὰ δεῖ τὸν ἄλλον νὰ ὑποφέρει. Ὅλες σχεδὸν οἱ μηνύσεις στὰ δικαστήρια ἀπὸ κακότητα προέρχονται, ἀπὸ ἔλλειψη ἀγάπης.

   Ἀγανακτεῖτε, ἐπειδὴ ἔτσι ἔλυσε τὸ μικρὸ λογαριασμὸ τοῦ συναδέλφου του; Θὰ ἀγανακτήσετε ἀκόμη περισσότερο ἐναντίον του, ὅταν παρατηρῆστε πῶς ὁ κύριός του, τὸ ἀφεντικό του, εἶχε λύσει λίγο πρὶν τὸν φουσκωμένο λογαριασμό, ποὺ ὁ ἴδιος εἶχε. Χρωστοῦσε μύρια τάλαντα, ποσὸ ὑπέρογκο. Ἔπεσε στὰ πόδια τοῦ ἀφεντικοῦ. Παρακάλεσε. Καὶ τ’ ἀφεντικὸ τὸν λυπήθηκε. Τοῦ χάρισε ὅλο το τεράστιο χρέος...

   Δὲν εἶχαν, λοιπόν, περάσει λίγα λεπτὰ τῆς ὥρας. Ξέχασε κιόλας τὸ δικό του χρέος, τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἄφεση, ποὺ εἶχε ἀπολαύσει. Καὶ ἔδειξε στὸν συνάδελφό του σκληρότητα. Τὸ ἀποτέλεσμα; Τὸ ἀφεντικὸ ἀνακαλεῖ τὸ χάρισμα. Ὁ κλεισμένος λογαριασμὸς ξανανοίγει. Καὶ ὁ σκληρὸς δοῦλος τῆς παραβολῆς, ποὺ φάνηκε ἀνάξιος τῆς ἀγαθότητος τοῦ κυρίου του, κλείνεται στὴν φυλακή. Ὄχι ἐπειδὴ χρωστοῦσε, ἀλλ’ ἐπειδὴ φάνηκε σκληρός.

 

Χρέη, δάνεια, ἐλλείμματα

   Δύο οἱ συγκλονιστικὲς σκηνὲς στὸ περιστατικὸ τῆς παραβολῆς.

   • Ὁ τίτλος στὴν μία: Τί κάνει ἡ ἀγάπη!

   • Ὁ τίτλος στὴν ἄλλη: Τί κάνει ἡ σκληρότητα!

   Καὶ νὰ σκεφθοῦμε, ὅτι γιὰ μᾶς λέχθηκε ἡ παραβολὴ τῶν μυρίων ταλάντων. Ὁ κύριος τῆς παραβολῆς εἶναι ὁ Θεός. Ὁ συνδοῦλος εἶναι ὁ συνάνθρωπος. Καὶ στὴν μέση ἐγώ. Ἐγώ, ποὺ ἔχω ἀνοικτὸ λογαριασμὸ καὶ μὲ τὸν Θεὸ καὶ μὲ τοὺς ἄλλους. Ὁ λογαριασμός μας μὲ τοὺς ἄλλους εἶναι μικρός. Κάτι πενταροδεκάρες μᾶς χρωστᾶνε. Τί μᾶς ἔκανε ὁ ἄλλος; Τίποτε, ἂν τὰ συγκρίνουμε μ’ ἐκεῖνα, ποὺ ἐμεῖς κάνουμε στὸν Θεό.

   • Ὁ λογαριασμός μας μὲ τὸν Θεὸ φουσκωμένος. Ἐλλείμματα, δάνεια, χρέη! Νὰ τρεῖς λέξεις, ποὺ συχνὰ τὶς ἀκοῦμε στὴν ἐποχὴ μας τρεῖς λέξεις, ποὺ παρουσιάζουν καὶ τὸν λογαριασμό μας μὲ τὸν Θεό. Καὶ πρῶτα τὰ χρέη. Λένε, ὅτι μὲ τὰ χάλια, ποὺ ἔχει ἡ οἰκονομία μας, κάθε παιδί, κάθε ἑλληνόπουλο γεννιέται χρεωμένο μὲ ἕνα ἑκατομμύριο. Φαντασθῆτε ἕνα μωρό, νὰ γεννιέται μὲ βάρος ἑκατὸ κιλὰ πάνω στὸν ὦμο του!

   Δὲν γνωρίζω, ἂν πραγματικὰ κάθε παιδὶ γεννιέται μὲ τὸ χρέος τοῦ ἑνὸς ἑκατομμυρίου. Γνωρίζω ὅμως σίγουρα, ὅτι κάθε ἄνθρωπος γεννιέται ἔχοντας πάνω του τὸ βάρος τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος. Εἶναι τὸ πρῶτο χρέος, ἀκούσιο βέβαια, τοῦ ἀνθρώπου στὸν Θεό. Γεννιέται χρεωμένος ὁ ἄνθρωπος. Προσθέστε τώρα σ’ αὐτὸ τὸ ἀκούσιο χρέος καὶ τὸ ἑκούσιο, τὰ προσωπικά μας ἁμαρτήματα. Νὰ τὰ μετρήσουμε; Εἶναι ἀμέτρητα. Ἂν εἴμεθα ἰσορροπημένοι, θὰ βλέπαμε τὰ γλιστρήματά μας. Κάθε ἡμέρα πέφτουμε. Κάθε ὥρα παραβαίνουμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Κάθε στιγμὴ μὲ τὸ καρφὶ κάποιας ἁμαρτίας καρφώνουμε τὸν Κύριό μας.

   • Δὲν εἶναι μόνο τὰ χρέη, δηλαδή, οἱ ἁμαρτίες οἱ πολλὲς ποὺ διαπράττουμε, μὲ τὶς πράξεις, τὰ λόγια, τὶς ἐνθυμήσεις, τὶς ἐπιθυμίες μας. Ὁ λογαριασμός μας φουσκώνεται καὶ μὲ τὰ δάνεια, ποὺ ἔχουμε πάρει. Ἂν τὸ κράτος παίρνει κατὰ καιροὺς ἐξωτερικὰ δάνεια, ἐμεῖς παίρνουμε ὄχι ἁπλῶς ἐξωτερικό, ἀλλὰ οὐράνιο δάνειο. Πρόκειται γιὰ τὰ χαρίσματα καὶ τὰ τάλαντα, ποὺ μᾶς ἔχει δώσει ὁ Θεός. Μᾶς τὰ ἔχει δανείσει. Θὰ τοῦ τὰ ξοφλήσουμε.

   Καὶ ὅπως στὰ δάνεια προστίθενται καὶ οἱ τόκοι, ἔτσι καὶ στὰ δάνεια, ποὺ μᾶς ἔχει παραχωρήσει ὁ Θεός. Τόκος εἶναι ἡ χρήση τῶν χαρισμάτων. Τί τὰ κάνουμε τὰ χαρίσματα; Τὰ σπαταλᾶμε ἄσκοπα καὶ ἄσωτα, ἢ τὰ χρησιμοποιοῦμε γιὰ τὸ καλὸ τοῦ κόσμου; Μποροῦμε νὰ ξεπληρώσουμε τὸ δάνειο τοῦ Θεοῦ; «Τί ἀνταποδώσομεν τῷ Κυρίῳ περὶ πάντων ὧν ἀνταπέδωκεν ἡμῖν;» (Ψαλμ. ριε΄ 3). Καὶ αὐτὸ τὸ δάνειο τῶν θεϊκῶν δωρημάτων ὅλο καὶ αὐξάνει μὲ τὴν παράταση τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὁ λογαριασμὸς ἀνεβαίνει.

   • Δὲν εἶναι μόνο τὰ χρέη, τὰ ἁμαρτήματα. Δὲν εἶναι μόνο τὰ δάνεια, τὰ χαρίσματα. Εἶναι καὶ τὰ ἐλλείμματα στὸν πνευματικὸ τομέα. Τὰ ἐλλείμματα ἀπὸ τὰ καλά, ποὺ μπορούσαμε νὰ κάνουμε καὶ δὲν κάναμε. Οἱ ἐλλείψεις καὶ οἱ παραλείψεις μας αὐξάνουν τὸν λογαριασμό μας ἔναντι τοῦ Θεοῦ.

   Τὸν λογαριασμὸ αὐτόν, καίτοι εἶναι δικός μας, μπορεῖ νὰ μὴ τὸν θυμώμεθα ἐπακριβῶς. Τὸν θυμᾶται ὅμως ὁ Θεός. Στὴν μνήμη τοῦ Θεοῦ ὅλα εἶναι γραμμένα. Ἀλλὰ τὸ πιὸ τραγικὸ δὲν εἶναι αὐτό. Τὸ πιὸ τραγικὸ εἶναι κάτι ἄλλο: Θὰ δώσουμε λόγο γιὰ τὸν λογαριασμό μας. Ὅλοι γιὰ ὅλα. «Ἠθέλησε συνᾶραι λόγον μετὰ τῶν δούλων αὐτοῦ» (στ. 23). Ἀνάμεσα στὰ ἄλλα, ποὺ θέλησε ὁ Θεός, εἶναι καὶ τοῦτο τὸ θέλημά του: Νὰ ζητήσει λόγο κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς κρίσεως. Θὰ λογοδοτήσουμε.

   Ζοῦμε ὡς αὐθαίρετοι, ἀλλὰ δὲν εἴμεθα αὐθαίρετοι οὔτε ἀνεξέλεγκτοι. Λέγει σχετικὰ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος: «Ἐννόησον πᾶσαν ἀξίαν, πᾶσαν ἡλικίαν, ἑκατέραν τὴν φύσιν, τῶν τε ἀνδρῶν, τῶν τε γυναικῶν ἐννόησον οἶον ἔσται τότε τὸ δικαστήριον, ἀναλόγισον τὰ ἁμαρτήματά σοι πάντα. Κἂν γὰρ αὐτὸς ἐπιλάθη τῶν πεπλημμελημένων, Θεὸς οὐδέποτε ἐπιλήσεται, ἀλλὰ πάντα πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν στήσει τῶν ἡμετέρων, ἂν μὴ προλαβόντες αὐτὰ καταλύσωμεν νῦν διὰ μετανοίας καὶ ἐξομολογήσεως, καὶ τοῦ μηδέποτε μνησικακεῖν τὸν πλησίον» (Ε.Π.Ε. 26, 42-44).

 

Ἀπόσβεση

   Ὑπάρχει ἐλπίδα νὰ ξοφλήσουμε μόνοι μας τὸν λογαριασμό μας ἔναντι τοῦ Θεοῦ; Οὔτε κἂν νὰ δικαιολογηθοῦμε δὲν μποροῦμε. Ἡ δικαιολογία γιὰ τὰ χρέη μας, γιὰ τὰ ἁμαρτήματά μας, ἐπιβαρύνει τὴν κατάσταση.

   Τότε; Δὲν ὑπάρχει λύση; Βεβαίως ὑπάρχει, ἀλλ’ εἶναι μοναδική. Φαντασθῆτε νὰ συνεδριάσουν κάποια ἡμέρα ὅλα τὰ κράτη καὶ οἱ ὀργανισμοί, ποὺ ἔχουν δανειοδοτήσει τὴν Ἑλλάδα, καὶ νὰ πάρουν τὴν ἀπόφαση: «Ἀπόσβεση! Ἀποφασίζουμε τὴν ἀπόσβεση τῶν χρεῶν τῆς Ἑλλάδος». Τί χαρά! Ἀμέσως θὰ ἔχουμε τὴν ποθουμένη ἀνάκαμψη τῆς οἰκονομίας μας. Χαρὰ γιὰ ὅλο τὸν λαό.

   Τὴν χαρὰ αὐτὴ αἰσθανόμεθα, πρέπει νὰ αἰσθανώμεθα, ἐμεῖς οἱ χριστιανοί. Ὁ Τριαδικὸς Θεὸς συνεδρίασε, τρόπον τινά, καὶ ἀποφάσισε νὰ χαρίσει τὰ χρέη τῶν ἀνθρώπων. Ὁ χρεώστης δοῦλος τῆς παραβολῆς, ὁ χρεώστης τῶν μυρίων ταλάντων, γονάτισε, ἔκλαψε, παρακάλεσε τὸν κύριό του. Ἀλλ’ οὔτε τὸ γονάτισμα, οὔτε οἱ παρακλήσεις, οὔτε οἱ ὑποσχέσεις ὅτι θὰ τοῦ ξοφλήσει τὸ χρέος, τὸν ἔσωσαν. Ποιὸς τὸν ἔσωσε; Ἡ ἀγάπη τοῦ

κυρίου του. Ἦταν πλούσιος ὁ κύριος τῆς παραβολῆς. Πλούσιος σὲ ὑλικὰ ἀγαθά, ἀλλὰ πλουσιώτερος σὲ ἀγάπη. Καὶ ἡ ἀγάπη του πῶς μεταφράζεται; Σὲ σπλαχνικότητα, σὲ συμπάθεια. Στὴν συνέχεια σὲ ἄφεση, σὲ συγχώρηση. «Σπλαγχνισθεὶς δὲ ὁ κύριος τοῦ δούλου ἐκείνου ἀπέλυσεν αὐτὸν καὶ τὸ δάνειον ἀφῆκεν αὐτῶ» (στ. 27).

   Ὁ πλούσιος κύριος τῆς παραβολῆς συμβολίζει τὸν Θεό. Ὁ Θεὸς εἶναι ὁ πλουσιώτερος σὲ ἀγάπη. Καὶ ἡ ἀγάπη του αὐξάνει συνεχῶς προσφέροντας τὴν συγχώρηση στοὺς ἀνθρώπους. Ὅσο ἀφαιρεῖ ἁμαρτήματα ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, τόσο πλουσιώτερη ἡ ἀγάπη του γίνεται. Λέγει σχετικὰ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος: «Ἐπὶ γὰρ ἡμῶν τὸ ἀπαιτῆσαι πλοῦτος, ἐπὶ δὲ Θεοῦ τὸ συγχωρῆσαι πλοῦτος, ἡμεῖς, ἐπειδᾶν λάβωμεν τὰ ὀφειλόμενα, τότε εὐπορώτεροι γινόμεθα ὁ δὲ Θεός, ἐπειδᾶν συγχωρήση τὰ πλημμελήματα, τότε μάλιστα πλουτεῖ. Πλοῦτος γὰρ Θεοῦ τῶν ἀνθρώπων ἡ σωτηρία, καθάπερ ὁ Παῦλος φησιν: Ὁ πλουτῶν εἰς πάντας καὶ ἐπὶ πάντας τοὺς ἐπικαλουμένους αὐτόν» (Ε.Π.Ε. 26,46).

   Αὐτός, λοιπόν, ὁ Θεός, ὁ πλούσιος σὲ ἀγάπη, ἀποφάσισε τὴν ἀπόσβεση τοῦ λογαριασμοῦ μας. Πῆρε ἕνα σφουγγάρι καὶ ἔσβησε ὅλα τὰ χρέη μας. Πόσο μεγάλη εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ! καὶ γίνεται μεγαλύτερη καὶ συγκινητικώτερη, ὅταν σκεφθοῦμε τὸ ποῦ ἐμβάπτισε τὸ σφουγγάρι του, προκειμένου νὰ σβήσει τὰ χρέη μας! Στὸ Αἷμα τοῦ Υἱοῦ του! Ναί, ὁ Τριαδικὸς Θεὸς στέλνει στὴν γῆ, τρόπον τινά, ἐκπρόσωπό του, τὸν Υἱὸ καὶ Λόγο, τὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ, γιὰ νὰ ὑπογράψει τὴν συνθήκη, τὸ πρωτόκολλο, τὴν ἀπόφαση γιὰ τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας. Καὶ τὴν ὑπογραφή του ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς τὴν βάζει ὄχι μὲ κόκκινο μελάνι, ἀλλὰ μὲ τὸ κατακόκκινο Αἷμα του. «Τὸ αἷμα Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, καθαρίζει ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἁμαρτίας» (Α΄ Ἰωάν. γ΄ 17).

   Ὅσα καὶ ἂν εἶναι τὰ ἁμαρτήματά μας, καὶ λιποταξίες καὶ σαρκομανίες καὶ ἐγκλήματα καὶ ὅ,τι ἄλλο, ὅλα τὰ σβήνει τὸ Αἷμα τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ἔτσι ἐπέρχεται τὸ ἰσoζύγιο. Καὶ μόνο; Ἔχουμε καὶ πλεόνασμα! Ἀπὸ χρεῶστες γινόμεθα κληρονόμοι τοῦ Θεοῦ.

 

Τὸ ἐμπόδιο γιὰ τὴν ἀπόσβεση

   Εἴπαμε, ὅτι ὅλα τὰ σβήνει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Κανένα ἐμπόδιο. Ὑπάρχει ὅμως κάποιο ἁμάρτημα, ποὺ ἐμποδίζει τὴν ἀπόσβεση τῶν χρεῶν μας. Εἶναι ἡ μνησικακία. Ὁ κύριος τῆς παραβολῆς ἀνακάλεσε τὴν ἀπόσβεση τοῦ μεγάλου χρέους, διότι ὁ ἄνθρωπος ἔδειξε μῖσος καὶ κακότητα. Δὲν ἔδειξε ἀγάπη.

   Ὁ Θεὸς μᾶς συγχωρεῖ, ἀλλ’ ὑπὸ ἕναν ὄρο, ὅτι κι ἐμεῖς θὰ συγχωρέσουμε τοὺς ἄλλους. Ἂς μὴ λέμε ψέματα, ὅταν ἀπαγγέλλουμε τὸ «Πάτερ ἡμῶν»: «Καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν» (Ματθ. στ΄ 12). Δυστυχῶς πολλὲς φορὲς δὲν συγχωροῦμε.

   • Θυμόμαστε τὸ κακό, ποὺ ὁ ἄλλος μᾶς ἔκανε. Γι’ αὐτὸ καὶ τρέχουμε στὰ δικαστήρια.

   • Θυμόμαστε τὴν προσβολή, ποὺ μᾶς ἔγινε ἀπὸ τὸν ἄλλο. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν τοῦ μιλᾶμε, τὸν ἀντιπαθοῦμε, τὸν μισοῦμε.

   • Θυμόμαστε τὰ ἁμαρτήματα τοῦ ἄλλου. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸν διασύρουμε, τὸν διαπομπεύουμε, τὸν ξευτελίζουμε.

   Ὅλα γιὰ τοὺς ἄλλους τὰ θυμόμαστε. Λησμονοῦμε τὰ δικά μας ἁμαρτήματα καὶ ὀφειλήματα. Καί, τὸ χειρότερο, λησμονοῦμε τὴν μακροθυμία τοῦ Θεοῦ.

   Συγκρίνετε μία σταγόνα νεροῦ μὲ ἕνα ἀπέραντο πέλαγος; Πέλαγος εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Μᾶς τὰ προσφέρει ὅλα. Μία σταγόνα εἶναι ἡ δική μας ἀγάπη, ἡ δική μας δύναμη. Λέγει χαρακτηριστικὰ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος: «Ὅσον σταγὼν πρὸς πέλαγος ἄπειρον, τοσούτον ἡμῶν ἡ ἀγαθότης πρὸς τὴν ἄφατον αὐτοῦ φιλανθρωπίαν» (Ε.Π.Ε. 26,30).

   • Πολλὰ προσφέρει Ἐκεῖνος, λίγα ζητάει ἀπὸ μᾶς. Ἡ δική του ἀγάπη μεταφράζεται σὲ Αἷμα. Καρφώνεται πάνω στὸν Σταυρὸ ὁ Ἀναμάρτητος γιὰ τὶς δικές μας ἐλεεινότητες. Καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ προσφέρει τὸ Αἷμα του «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν». Ἡ δική μας ἀγάπη μεταφράζεται σὲ λόγο. Ἕνα λόγο νὰ ποῦμε στὸν ἄλλον: «Ἀδελφέ, σὲ συγχωρῶ! Συγχώρεσέ με καὶ σύ». Ἀρκεῖ ὁ λόγος αὐτὸς νὰ βγαίνει ἀπὸ τὴν καρδιά μας.

   • Ἐκεῖνος εἶναι ὁ Κύριος καὶ ὅμως συγχωρεῖ τοὺς δούλους, ἐμᾶς. Ἐμεῖς δὲν συγχωροῦμε τοὺς συνδούλους, τοὺς συναμαρτωλούς.

   • Σ’ Ἐκεῖνον χρωστᾶμε πολλά. Σὲ μᾶς λίγα χρωστᾶνε οἱ συνάνθρωποί μας. Λέγει σχετικὰ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος: «Ἐκεῖνα μὲν γὰρ μύρια τάλαντα ἥν, ταῦτα δὲ ἑκατὸν δηνάρια. Καὶ οὗτος μὲν εἰς τὸν δεσπότην ὕβρισεν, ὁ δὲ ὀφείλων αὐτῷ εἰς σύνδoυλoν. Καὶ οὗτος μὲν εὖ παθῶν ἔμελλε χαριείσθαι, δεσπότης δὲ οὐ μικρόν, οὐ μέγα ἀγαθὸν ἰδὼν παρ’ αὐτοῦ γενόμενον, πάντα ἀφῆκεν» (Ε.Π.Ε. 26,58).

   Ἰλιγγιώδης ἡ διαφορὰ ἀνάμεσα στὴν δική του καὶ στὴν δική μας ἀγάπη. Καὶ ὅμως! Ἐνῶ ὁ Θεὸς δείχνει τὴν ἄπειρη ἀγάπη του, ἐμεῖς ὄχι μόνο δὲν δείχνουμε τὴν μικρή μας ἀγάπη, ἀλλ’ ἀντιθέτως δείχνουμε μῖσος. Ἐκεῖνος προσφέρει χάρη, ἐμεῖς σκληρότητα καὶ ὠμότητα.

 

Μεταμόσχευση καρδιᾶς

   Τὸ χειρότερο ἀπὸ ὅλα τὰ ἁμαρτήματα εἶναι τὸ νὰ μὴ συγχωροῦμε τοὺς ἄλλους. Καὶ εἶναι τὸ χειρότερο, διότι αὐτὸ γίνεται ἐμπόδιο τῆς δικῆς μας συγγνώμης καὶ τῆς ἀφέσεως τῶν δικῶν μας ἁμαρτιῶν. Μέχρι τώρα ἤμασταν ὀφειλέτες ἁμαρτημάτων. Θὰ πάψουμε νὰ εἴμεθα ὀφειλέτες ἁμαρτημάτων, ἂν γίνουμε ὀφειλέτες ἀγάπης. Τὴν ἀγάπη τὴν χρωστᾶμε. «Μηδενὶ μηδὲν ὀφείλετε εἰ μὴ τὸ ἀγαπᾶν ἀλλήλους» (Ρωμ. ιγ΄ 8).

   Ἡ Ἰατρικὴ Ἐπιστήμη ἔφθασε στὸ ἐξαιρετικὸ σημεῖο νὰ κάνει καὶ στὴν Ἑλλάδα μεταμόσχευση καρδιᾶς.

   Μεταμόσχευση καρδιᾶς, στὸ πνευματικὸ πεδίο, ἦλθε νὰ κάνει ὁ Χριστὸς στοὺς ἀνθρώπους. Ἦλθε νὰ βγάλει ἀπὸ τὸ στῆθος μας τὴν καρδιά, τὴν γεμάτη μίση, πάθη, κακίες, ἐμπάθειες, φθόνους, ἐπιθυμίες κακές, καὶ νὰ φυτέψει τὴν νέα καρδιά, μία καρδιὰ καθαρή, μία καρδιὰ πλατειά, τόσο πλατειά, ποὺ χωράει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, μία καρδιὰ εὐαίσθητη, ποὺ συγχωρεῖ ὅλους, καὶ τοὺς μεγαλύτερους ἐχθρούς, μία καρδιὰ χριστομίμητη. Μόνο αὐτὴ ἡ καρδιὰ μπορεῖ νὰ κτυπᾶ στὴν συχνότητα τοῦ οὐρανοῦ.

 

 

* Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ Κυριακοδρόμιο Εὐαγγελίων», ἔκδοσις δευτέρα, Ἀθήνα 1999, σελ. 115 - 120. (Τὰ ἔντονα στοιχεῖα, ὑπὸ ἱερομ. Ν.)