Σάββατο 11 Νοεμβρίου 2023

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ τῆς ΚΥΡΙΑΚΗΣ




ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

ΚΥΡΙΑΚΗΣ Η΄ ΛΟΥΚΑ

(κεφ. ι΄ 25-37)


   «Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, νομικός τις προσῆλθε τῷ Ἰησοῦ ἐκπειράζων αὐτὸν καὶ λέγων· διδάσκαλε, τί ποιήσας ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσω;

   ὁ δὲ εἶπε πρὸς αὐτόν· ἐν τῷ νόμῳ τί γέγραπται; πῶς ἀναγινώσκεις;

   ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου, καὶ τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν·

    εἶπε δὲ αὐτῷ· ὀρθῶς ἀπεκρίθης· τοῦτο ποίει καὶ ζήσῃ.

 ὁ δὲ θέλων δικαιοῦν ἑαυτὸν εἶπε πρὸς τὸν Ἰησοῦν· καὶ τίς ἐστί μου πλησίον;

   ὑπολαβὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· ἄνθρωπός τις κατέβαινεν ἀπὸ Ἱερουσαλὴμ εἰς Ἱεριχώ, καὶ λῃσταῖς περιέπεσεν· οἳ καὶ ἐκδύσαντες αὐτὸν καὶ πληγὰς ἐπιθέντες ἀπῆλθον ἀφέντες ἡμιθανῆ τυγχάνοντα.

   κατὰ συγκυρίαν δὲ ἱερεύς τις κατέβαινεν ἐν τῇ ὁδῷ ἐκείνῃ, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἀντιπαρῆλθεν.

   ὁμοίως δὲ καὶ Λευΐτης γενόμενος κατὰ τὸν τόπον, ἐλθὼν καὶ ἰδὼν ἀντιπαρῆλθε.

   Σαμαρείτης δέ τις ὁδεύων ἦλθε κατ᾿ αὐτόν, καὶ ἰδὼν αὐτὸν ἐσπλαγχνίσθη,

   καὶ προσελθὼν κατέδησε τὰ τραύματα αὐτοῦ ἐπιχέων ἔλαιον καὶ οἶνον, ἐπιβιβάσας δὲ αὐτὸν ἐπὶ τὸ ἴδιον κτῆνος ἤγαγεν αὐτὸν εἰς πανδοχεῖον καὶ ἐπεμελήθη αὐτοῦ·

   καὶ ἐπὶ τὴν αὔριον ἐξελθών, ἐκβαλὼν δύο δηνάρια ἔδωκε τῷ πανδοχεῖ καὶ εἶπεν αὐτῷ· ἐπιμελήθητι αὐτοῦ, καὶ ὅ,τι ἂν προσδαπανήσῃς, ἐγὼ ἐν τῷ ἐπανέρχεσθαί με ἀποδώσω σοι.

   τίς οὖν τούτων τῶν τριῶν πλησίον δοκεῖ σοι γεγονέναι τοῦ ἐμπεσόντος εἰς τοὺς λῃστάς;

   ὁ δὲ εἶπεν· ὁ ποιήσας τὸ ἔλεος μετ᾿ αὐτοῦ. εἶπεν οὖν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· πορεύου καὶ σὺ ποίει ὁμοίως.»


Ἀπόδοση στὴν νεοελληνική:

   Τὸν καιρὸ ἐκεῖνο, κάποιος νομοδιδάσκαλος ἦλθε καὶ μὲ σκοπὸ νὰ πειράξει τὸν Χριστὸ (καὶ ν’ ἀποδείξει σ’ αὐτὸν ὅτι δὲν γνωρίζει τὸν νόμο) τοῦ εἶπε: Διδάσκαλε, τί πρέπει νὰ κάμω, γιὰ νὰ κληρονομήσω τὴν αἰώνια ζωή;

   Καὶ ὁ Κύριος τοῦ εἶπε: Στὸν νόμο τί εἶναι γραμμένο; Πῶς ἀντιλαμβάνεσαι αὐτὸ ποὺ διαβάζεις στὸν νόμο;

   Ἐκεῖνος δὲ ἀποκρίθηκε καὶ εἶπε: Στὸν νόμο εἶναι γραμμένο, ν’ ἀγαπᾶς Κύριο τὸν Θεό σου μὲ ὅλη σου τὴν καρδιὰ καὶ μὲ ὅλη σου τὴν ψυχὴ καὶ μὲ ὅλη σου τὴν δύναμη καὶ μὲ ὅλον σου τὸν νοῦ. Ν’ ἀγαπᾶς καὶ τὸν πλησίον σου, ὅπως τὸν ἑαυτό σου.

   Εἶπε πρὸς αὐτὸν ὁ Κύριος: Πολὺ ὀρθὰ ἀπάντησες· ἔτσι νὰ κάνεις καὶ θὰ κληρονομήσεις τὴν αἰώνια ζωή.

   Ντροπιασμένος ὁ νομικὸς διότι φάνηκε στὰ μάτια τῶν ἄλλων ὅτι γιὰ ζήτημα πολὺ γνωστὸ ρώτησε τὸν Χριστό, θέλησε νὰ δικαιολογηθεῖ καὶ εἶπε πρὸς τὸν Ἰησοῦ: Καὶ ποιός εἶναι ὁ πλησίον μου, ποὺ πρέπει ν’ ἀγαπῶ σὰν τὸν ἑαυτό μου;

   Πῆρε πάλι τὸν λόγο ὁ Ἰησοῦς, μὲ ἀφορμὴ αὐτὴ τὴν ἐρώτηση, καὶ εἶπε τὴν παραβολή: Ἕνας ἄνθρωπος κατέβαινε ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ στὴν Ἱεριχὼ κ’ ἔπεσε στὰ χέρια ληστῶν, οἱ ὁποῖοι, ἀφοῦ τοῦ πήραν τὰ χρήματα, τὸν γύμνωσαν, τὸν πλήγωσαν κ’ ἔφυγαν, ἀφήνοντάς τον μισοπεθαμένο.

   Κατὰ σύμπτωση ἕνας ἱερέας κατέβαινε στὸν δρόμο ἐκεῖνο καί, μολονότι εἶδε τὸν τραυματία, τὸν προσπέρασε, χωρὶς νὰ τοῦ δώσει καμμία βοήθεια.

   Τὸ ἴδιο καὶ κάποιος Λευΐτης, ὅταν ἔφτασε στὸ μέρος ἐκεῖνο, πλησίασε τὸν πληγωμένο, τὸν εἶδε, ἀλλὰ τὸν προσπέρασε ἀσυγκίνητος.

   Ἕνας ὅμως Σαμαρείτης, ποὺ περνοῦσε ἀπὸ τὸν δρόμο ἐκεῖνο, ἦλθε στὸ μέρος, ποὺ βρισκόταν μισοπεθαμένος ὁ τραυματίας, τὸν εἶδε καὶ τὸν σπλαγχνίσθηκε.

   Πλησίασε κοντά του, ἔδεσε μὲ πολλὴ προσοχὴ τὰ τραύματά του, ἀφοῦ προηγουμένως τὰ ἔπλυνε καὶ τ’ ἄλειψε μὲ λάδι καὶ κρασί, τὸν ἀνέβασε στὸ ζῶο του, τὸν πῆγε σὲ κάποιο πανδοχεῖο καὶ τὸν περιποιήθηκε ὁ ἴδιος.

   Καὶ τὴν ἄλλη ἡμέρα βγῆκε ἀπὸ τὸ δωμάτιο τοῦ τραυματία, ὅπου εἶχε διανυκτερεύσει, ἔβγαλε δύο δηνάρια, τὰ ἔδωσε στὸν ξενοδόχο καὶ τοῦ εἶπε: Περιποιήσου τον, μὲ ὅση ἐπιμέλεια μπορεῖς. Καὶ ὅ,τι ξοδέψεις παραπάνω, ἐγώ, ὅταν ἐπιστρέψω ἀπὸ τὴν πατρίδα μου, θὰ σοῦ τὸ πληρώσω σὰν προσωπικό μου χρέος.

   Λοιπόν, ρώτησε τότε ὁ Κύριος τὸν νομοδιδάσκαλο, ποιός ἀπὸ τοὺς τρεῖς αὐτοὺς νομίζεις, ὅτι φάνηκε πραγματικὸς πλησίον καὶ ἀδελφὸς γιὰ τὸν ἄνθρωπο αὐτόν, ποὺ εἶχε πέσει στὰ χέρια τῶν ληστῶν;

   Κ’ ἐκεῖνος εἶπε: Αὐτὸς ποὺ ἔκαμε πράξη εὐσπλαγχνίας καὶ ἀγάπης πρὸς ἐκεῖνον. Εἶπε λοιπὸν σ’ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς: Πήγαινε καὶ σὺ καὶ πρᾶττε ὅμοια μὲ αὐτόν. (Κάνε τὸ καλὸ μὲ ἀγάπη πρὸς ὅλους, εἴτε Ἰουδαῖοι εἶναι εἴτε Σαμαρεῖτες εἴτε φίλοι εἴτε ἐχθροί).