Σάββατο 4 Ιουνίου 2022

Στήν ἐκκλησία ὄχι διακρίσεις!




Στήν ἐκκλησία ὄχι διακρίσεις!


Ἀρχιμ. Δανιὴλ Ἀεράκη*


    ἀδελφόθεος Ἰάκωβος παρουσιάζει μέ ἁπλό παράδειγμα τό θέμα τῆς διακρίσεως καί προσωποληψίας στό χῶρο τῆς κοινῆς λατρείας. Μπαίνει, –λέει– στή σύναξη κάποιος, πού φοράει χρυσᾶ δαχτυλίδια καί ροῦχα φανταχτερά. Ἄνθρωπος ὑψηλῆς κοινωνικῆς καί οἰκονομικῆς στάθμης. Ἀμέσως κάποιος, ποὖναι ὑπεύθυνος γιά τήν τάξη, σπεύδει κάνοντας ὑπόκλιση, τόν ὑποδέχεται μέ ἁβροφροσύνη καί τοῦ προσφέρει πρωτοκαθεδρία, λέγοντας:

   – Περάστε, περάστε! Περάστε μπροστά! Ἐλᾶτε, καθῆστε ἐδῶ!

   Τήν ὥρα ἐκείνη μπαίνει στήν ἐκκλησία κι ἕνα φτωχαδάκι. Φοράει εὐτελῆ ροῦχα. Ἀδύναμος καί πεινασμένος. Ὁ ταξιθέτης τοῦ ρίχνει μιά περιφρονητική ματιά, κι ὅταν τόν βλέπει νά προχωρεῖ γιά νά καθήσει κάπου, τόν σταματᾶ καί τοῦ λέει:

   – Ἔ, ποῦ πᾶς; Μή προχωρᾶς. Στάσου ἐκεῖ, στά τελευταῖα σκαλοπάτια!

   Ρωτάει ὁ ἅγιος Ἰάκωβος:

   Αὐτό δέν εἶναι προσωποληψία; Αὐτός πού προβαίνει σέ τέτοια διάκριση, δέν ἁμαρτάνει; «Ἐὰν εἰσέλθῃ εἰς τὴν συναγωγὴν ὑμῶν ἀνὴρ χρυσοδακτύλιος ἐν ἐσθῆτι λαμπρᾷ, εἰσέλθῃ δὲ καὶ πτωχὸς ἐν ρυπαρᾷ ἐσθῆτι, καὶ ἐπιβλέψητε ἐπὶ τὸν φοροῦντα τὴν ἐσθῆτα τὴν λαμπρὰν καὶ εἴπητε αὐτῷ, σὺ κάθου ὧδε καλῶς, καὶ τῷ πτωχῷ εἴπητε, σὺ στῆθι ἐκεῖ ἢ κάθου ὧδε ὑπὸ τὸ ὑποπόδιόν μου, καὶ οὐ διεκρίθητε ἐν ἑαυτοῖς καὶ ἐγένεσθε κριταὶ διαλογισμῶν πονηρῶν;» (Ἰακ. β΄ 2-4).

   • Στήν ἐκκλησία δέν γίνονται διακρίσεις. Ὅλοι εἶναι ἴσοι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ὅλοι ἔχουμε τό κοινό χαρακτηριστικό: Εἴμαστε ἁμαρτωλοί, πού ἐκζητοῦμε τό ἔλεος τοῦ Κυρίου. Κατ᾿ ἐξοχήν στόν τόπο τῆς λατρείας, στό ναό, ἰσχύει τό τοῦ Παύλου: «Οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδὲ Ἕλλην, οὐκ ἔνι δοῦλος οὐδὲ ἐλεύθερος, οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ. Πάντες γὰρ ὑμεῖς εἷς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ» (Γαλ. γ΄ 28. Κολ. γ΄ 11).

   Δέν εἶναι διάκριση ἀξίας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἡ ξεχωριστή θέση ἀνδρῶν καί γυναικῶν στό ναό. Αὐτό ἔχει σχέση μέ τήν τάξη, κι ὄχι μέ τή διάκριση. Ἔχει σχέση μέ τό σεβασμό, κι ὄχι μέ τήν τιμή. Ἔχει σχέση μέ τήν προσευχή, πού δέν πρέπει ν᾿ ἀποσπᾶται ἀπό πειρασμικά βλέμματα· δέν ἔχει σχέση μέ ὑποτίμηση ἤ ὑπερτίμηση.

   Οὔτε εἶναι διάκριση ἡ εἴσοδος στό ναό καί στό ἱερό. Στό ἱερό μπαίνουν μόνον οἱ λειτουργοί, ἐπίσκοποι, πρεσβύτεροι, διάκονοι. Ἡ εἴσοδος κάποιου λαϊκοῦ στό ἱερό βῆμα δέν εἶναι διάκριση, ἀλλ᾿ ἐξαίρεση πρός διακονία. Ὁ κλῆρος στό ἱερό βῆμα, ὁ λαός στόν κυρίως ναό, οἱ κατηχούμενοι στόν πρόναο. Αὐτό δέν εἶναι διάκριση· εἶναι ἡ λειτουργική τάξη. Δέν ἔχει νά κάνει ὄχι μέ τιμητικές διακρίσεις.

    • Στήν ἐκκλησία δέν γίνονται διακρίσεις. Στήν ἴδια κολυμβήθρα βαφτίζεται καί τό πλουσιόπαιδο καί τό φτωχόπαιδο. Ἀπ᾿ τό ἴδιο ἅγιο Ποτήριο κοινωνεῖ κι ὁ ἄρχοντας κι ὁ ἐργάτης. Στήν ἴδια οὐράνια βασιλεία φιλοξενοῦνται καί σοφοί πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καί ἄσημα, ἀλλά τίμια μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Ἐν τῇ  Ἐκκλησίᾳ οὐκ ἔστι δούλου καὶ ἐλευθέρου διάκρισις, οὐδὲ ξένου καὶ πολίτου, οὐδὲ γέροντος καὶ νέου, οὐδὲ σοφοῦ καὶ ἀσόφου, οὐδὲ ἰδιώτου καὶ ἄρχοντος, οὐδὲ γυναικὸς καὶ ἀνδρός, ἀλλὰ πᾶσα ἡλικία καὶ πᾶσα ἀξία καὶ ἑκατέρα ἡ φύσις ὁμοίως εἰς τὴν κολυμβήθραν ἐκείνην ἐμβαίνουσι τῶν ὑδάτων, κἂν βασιλεὺς ᾖ τις, κἂν πτωχός.» (Ε.Π.Ε. 27, 232). Μ ε τ ά φ ρ α σ ι ς: Στήν ἐκκλησία δέν ὑπάρχει διάκριση ἀνάμεσα σέ δοῦλο καί ἐλεύθερο, ἀνάμεσα σέ ξένο καί δικό μας, ἀνάμεσα σέ γέρο καί νέο, ἀνάμεσα σέ σοφό καί ἀγράμματο, ἀνάμεσα σέ ἁπλοϊκό καί ἄρχοντα, ἀνάμεσα σέ ἄντρα καί γυναῖκα. Κάθε ἡλικία, κάθε πρόσωπο, κάθε φύλο στήν ἴδια κολυμβήθρα τοῦ βαπτίσματος μπαίνουν, εἴτε βασιλιάς εἴτε φτωχός.

   • Ὑπάρχουν ἅγιοι κρυμμένοι στήν ταπεινή ἐμφάνιση. Ἄς θυμηθοῦμε τό πῶς κρυβόταν ὁ μεγάλος Θεός στή φάτνη! «Τί γὰρ εὐτελέστερον σπηλαίου; Τί δὲ ταπεινότερον σπαργάνων; Ἐν οἷς διέλαμψεν ὁ τῆς Θεότητός Σου πλοῦτος…» (ὑπακοή Χριστουγέννων).

   • Ἀντίθετα, ὑπάρχουν ἀνθρωπόμορφα θηρία ντυμένα στά βελοῦδα καί στίς γοῦνες καί στίς κοσμικές δόξες. Φέρτε κατά νοῦ ἕνα τέτοιο τέρας, τόν Νέρωνα, ντυμένο μ᾿ ὅλη τή βασιλική του δόξα!

   • Στήν ἐκκλησία δέν ἐπιτρέπονται διακρίσεις. Ἄς τό προσέξουμε, γιατί πολλοί θεωροῦν τό ναό σάν τόπο ἐπιδείξεως καί μεγαλομανίας.

   Θέλουν τ᾿ ὄνομά τους στόν πολυέλαιο, πού δώρισαν!

   Θέλουν ξεχωριστή θέση, δικό τους στασίδι!

   Θέλουν νά τούς δίνουν σημασία, γιατί τάχα πρόσφεραν πολλά γιά τήν ἀνέγερση τοῦ ναοῦ!

   Θέλουν διακρίσεις ἀκόμα καί στό ἀντίδωρο!

   • Ἡ ἐκκλησία εἶναι ὁ τόπος τοῦ ἀπροσωπολήπτου Θεοῦ. Ἄν εἴμαστε ἀληθινοί χριστιανοί, θά ἔχουμε τό αἴσθημα ὅτι δέν μᾶς ἀξίζει οὔτε ἡ τελευταία θέση.

   Ἄς μή ζητοῦν, λοιπόν, οἱ πιστοί διακρίσεις στό ναό.

   Ἀλλά καί οἱ παράγοντες τοῦ ναοῦ (ἱερεῖς, ἐπίτροποι κ.λπ.) ἄς μή κάνουν διακρίσεις. Σκανδαλίζουν μέ τίς διακρίσεις καί διώχνουν ἀνθρώπους. Δέν ἀνέχονται οἱ πιστοί νά βλέπουν νά τιμῶνται ἰδιαίτερα οἱ πλούσιοι ἤ οἱ ἐπώνυμοι (ἐπίσημοι!) μέσ᾿ στήν ἐκκλησία. Δέν μποροῦν νά βλέπουν νά τιμῶνται οἱ «ἡμέτεροι» καί νά περιφρονοῦνται οἱ ἄλλοι.

   Πρίγκιπες τῆς ἐκκλησίας εἶναι οἱ φτωχοί. Περιφρονημένοι ἀπ᾿ τόν κόσμο, βρίσκουν στοργή στήν ἀγκαλιά τῆς Ἐκκλησίας καί τιμή στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. «Ὁ Θεὸς ἐξελέξατο τοὺς πτωχοὺς τοῦ κόσμου πλουσίους ἐν πίστει καὶ κληρονόμους τῆς βασιλείας ἧς ἐπηγγείλατο τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν» (Ἰακ. β΄ 5).

   • Καλοῦνται ἀπ᾿ τό Θεό οἱ φτωχοί ν᾿ ἀπολαμβάνουν τόν πλοῦτο τῆς χάριτος καί τῶν δωρεῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἄσημοι γιά τή γῆ, ἐπίσημοι γιά τόν οὐρανό.

   • Στήν ἐκκλησία δέν ἐπιτρέπονται διακρίσεις. Ἄν μερικοί θέλουν νά βεβαιωθοῦν γιά τήν ἰσότητα ὅλων τῶν ἀνθρώπων, καί μάλιστα τῶν πιστῶν, ἄς κάνουν μιά ἐπίσκεψη στό κοιμητήριο. Θά βεβαιωθοῦν γιά ὅσα ψάλλει ἡ Ἐκκλησία στήν ἐξόδιο ἀκολουθία μέ τό «Ἐξέλθωμεν καὶ ἴδωμεν ἐν τοῖς τάφοις», ὕμνον ἐμπνευσμένον ἀπό ὁμιλία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Λέει ὁ ἱερός Πατήρ: «Ἐξέλθωμεν ἐπὶ τοὺς τάφους καὶ ἴδωμεν τὴν φύσιν διεσπαρμένην, ὀστᾶ βεβρωμένα, σώματα σεσηπότα. Εἰπέ μοι· Τὶς ἐκεῖ ὁ βασιλεὺς καὶ τὶς ὁ ἰδιώτης, τὶς ὁ εὐγενὴς καὶ τὶς ὁ δοῦλος, τὶς ὁ σοφὸς καὶ τὶς ὁ ἄσοφος; Ποῦ τὸ κάλλος ἐκεῖ τὸ τῆς νεότητος; Ποῦ ἡ περιχαρὴς ὄψις; Ποῦ οἱ ὀφθαλμοὶ οἱ εὐειδεῖς; Ποῦ ἡ εὔθετος ρίς; Ποῦ τὰ πυρόζοντα χείλη; Ποῦ τὰ κάλλη τῶν παρειῶν; Ποῦ τὸ ἀποστίλβον πρόσωπον; Οὐ πάντα κόνις; Οὐ πάντα τέφρα; Οὐ σποδός; Οὐ πάντα σκώληξ καὶ δυσωδία; Οὐ πάντα βρῶμος;» (Ε.Π.Ε. 30, 318).


* Ἀπὸ τὸ περιοδικὸ «ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΒΑΠΤΙΣΤΗΣ», Νοέμβριος 2008, τ. 524, σ. 168-9.