Πέμπτη 30 Ιουνίου 2022

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΔΩΔΕΚΑ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ

 



ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΔΩΔΕΚΑ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ


   Δὲν εἶναι μικρὸ πρᾶγμα νὰ βλέπεις ἕνα παράλυτο νὰ περπατᾶ ἢ ἕνα νεκρὸ νὰ βγαίνει ἀπὸ τὸ μνῆμα του. Ἦταν θαύματα, ποὺ προκαλοῦσαν τὸν θαυμασμὸ καὶ στερέωναν τὴν πίστη τῶν ἀνθρώπων. Ὅμως ὑπάρχουν κι ἄλλα θαύματα, κι αὐτά, ἴσως νὰ εἶναι σπουδαιότερα, ἂν τὰ κρίνουμε ἀπ’ τὸ θαυμαστὸ καὶ σταθερὸ ἀποτέλεσμά τους. Ἴσως νὰ μὴ φέρουν τὸ ὄνομα τοῦ θαύματος, γιατὶ δὲν εἶναι ἐντυπωσιακὰ γεγονότα μιᾶς στιγμῆς, εἶναι ὅμως θαύματα, γιατὶ φανερώνουν δύναμη Θεοῦ ἀπροσμέτρητη, ποὺ μόνο μ’ αὐτὴν μποροῦν νὰ ἐξηγηθοῦν.

   Κάτι τέτοια μεγάλα θαύματα, μᾶς θυμίζουν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι αὐτὲς τὶς μέρες.

   Ἕνα ἀπέραντο θαῦμα εἶναι ἡ ζωή τους, τὸ ἔργο τους καὶ τὰ ἀποτελέσματά του. Θαῦμα εἶναι τὸ γιατὶ διάλεξε ὁ Χριστὸς γιὰ συνεργάτες του, φτωχοὺς ἀγράμματους ψαράδες. Θαῦμα εἶναι τὸ πῶς αὐτοὶ ἀφῆκαν τὶς βάρκες τους, τὸ ψωμί τους, τὰ σπίτια τους, τὰ χωριά τους κι ἀκολούθησαν τὸν Χριστό, ὄχι μόνο χωρὶς συμφέρον, ἀλλὰ καὶ μὲ θυσία τῆς ζωῆς τους. Θαῦμα εἶναι τὸ ἀποτέλεσμα ποὺ ἔφερε ὁ λόγος τους.

   Σταματᾶ ἡ σκέψη μας σήμερα ἀπ’ τὴν δύναμη τῆς ἀτομικῆς ἐνεργείας, κι ὅμως ἂν μελετήσουμε τὰ Εὐαγγέλια καὶ τὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, ἐκεῖ θὰ δοῦμε τὴν ὑπερατομικὴ ἐνέργεια, τὴν θεία δύναμη – ἀσύγκριτη ἀπ’ αὐτὴ τὴν κοσμική, ποὺ καταστρέφει καὶ συντρίβει καὶ ἐρειπώνει – θὰ δοῦμε τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ νὰ θεμελιώνει, νὰ ζωογονεῖ, νὰ ἀνασταίνει.

   Τί δύναμη ἦταν αὐτή; ποιός μαγνήτης ἔκαμε τοὺς φτωχοὺς ἀποστόλους νὰ δεχθοῦν τὴν παράξενη πρόσκληση καὶ νὰ ἀκολουθήσουν τὸν Χριστό; Ἀνύποπτοι ψάρευαν στὴν λίμνη τῆς Γενησαρέτ, ὅταν πρωτόειδαν τὸν Χριστὸ κι ἄκουσαν ἀπ’ τὸ στόμα Του τὴν πρόσκληση: «Δεῦτε ὀπίσω μου καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων». Δὲν μποροῦσαν νὰ ἀκουσθοῦν πιὸ παράξενα λόγια. Ὅποιοι κι ἂν ἦταν στὴν θέση τους, σὰν κοροϊδία θἄπαιρναν τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ, ἢ θὰ Τὸν νόμιζαν τρελλό, καθὼς τοὺς ἦταν ἄγνωστος. Κι’ ἦταν φυσικό, ὕστερα ἀπ’ ἕνα εἰρωνικὸ χαμόγελο νὰ Τοῦ γυρίσουν τὶς πλάτες, ξαναρχίζοντας τὸ μπάλωμα τῶν διχτυῶν τους ἢ νὰ τὸν ἀποπάρουν στὶς βρισιὲς καὶ στὸ κορόϊδεμα, ἂν ἦταν ἄνθρωποι ἀνάγωγοι. Καὶ ὅμως νὰ τὸ θαῦμα. Μιὰ ἀόρατη δύναμη τοὺς κυριεύει. Ἀφήνουν τὰ δίχτυα νὰ πέσουν ἀπ’ τὰ χέρια τους. Ἀφήνουν τὶς βάρκες τους στὴν ἀμμουδιά. Ἀφήνουν τὰ σπίτια τους, κι ἀκολουθοῦν τὸν ἄγνωστο, ποὺ τὸ βλέμμα του σαγηνεύει καὶ ὁ λόγος του μαγνητίζει ψυχές.

   Ἀκολούθησαν κι ἄλλοι ἄλλους. Μὰ τοὺς ἀκολούθησαν μὲ τὸν ὑπολογισμὸ τοῦ συμφέροντος. Μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ πάρουν τὰ πλούτη τους. Ἀξιώματα ἀπ’ τὴν ἐξουσία τους. Τίτλους τιμῆς καὶ δόξα ἀπ’ τὴν δόξα τους. Τοῦτοι οἱ ταλαίπωροι ψαράδες τῆς Γενησαρὲτ γνωρίζουν πὼς Ἐκεῖνον ποὺ ἀκολουθοῦν δὲν ἔχει «ποῦ τὴν κεφαλὴν κλῖναι». Τοὺς προειδοποιεῖ, ὅτι δὲν ἔχουν νὰ κερδίσουν τίποτα τὸ ὑλικό, μὰ καὶ τὰ δικά τους ὅλα θὰ τὰ θυσιάσουν. Προλέγει σ’ αὐτοὺς «ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ θλίψιν ἔξετε», ὅτι θὰ εἶναι «ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων», ὅτι καὶ τὴν ζωή τους θὰ τὴν δώσουν, κι αὐτοὶ μένουν κοντά Του μὲ πίστη καὶ θέληση κι ἐνθουσιασμό.

   Καὶ αὐτοὶ μὲν εἶδαν τὸν Χριστό, τοὺς κάλεσε, Τὸν ἀκολούθησαν. Ἀλλὰ ὁ Παῦλος; Ὁ τρομερὸς τῶν Χριστιανῶν διώκτης; Τί μεταστροφὴ ἀλήθεια! Φεύγει στὴν Δαμασκὸ γιὰ νὰ συλλάβει Χριστιανοὺς καὶ στὸν δρόμο πέφτει αὐτὸς στὰ δίχτυα τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ διώκτης Σαοὺλ γίνεται ὁ Παῦλος, ὁ ἐκλεκτὸς Ἀπόστολος τῆς Πίστεως, ὁ Μεγάλος φωτιστὴς τῆς Ἑλλάδος, ἰδιαιτέρως.

   Θαῦμα ἡ παράξενη πρόσκληση. Θαῦμα καὶ ἡ ὁλόψυχη ἀποδοχὴ τῶν ἀποστόλων. Μὰ ἄλλο τόσο θαῦμα εἶναι καὶ τὸ ἀποτέλεσμα τῆς ἐργασίας τους.

   Σὰν τὴν φωτιά, ποὺ ἀρχίζει ἀπ’ τὴν σπίθα καὶ θεριεύει καὶ ξαπλώνεται, σὰν τὶς σταγόνες ποὺ σχηματίζουν τὰ ρυάκια καὶ κεῖνα τὸν χείμαρρο, ποὺ πλημμυρίζει κάμπους καὶ χωριά, σὰν τὴν «μικρὰ ζύμη», ποὺ «ὅλο τὸ φύραμα ζυμεῖ», ἔτσι θεμέλιωσε καὶ ρίζωσε καὶ ξάπλωσε τὸ κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων.

   Δύναμη Θεοῦ θαυματουργοῦσε. Δὲν διάλεξε ὁ Χριστὸς σοφοὺς γιὰ συνεργάτες Του. Δὲν ζήτησε πλουσίους. Δὲν κάλεσε αὐτοὺς ποὺ εἶχαν στὰ χέρια τους τὴν ἐξουσία. Ἂν καλοῦσε αὐτοὺς κοντά Του, θὰ μποροῦσαν, ἴσως βλέποντας τὴν νίκη τῆς πίστεως οἱ ἄπιστοι, νὰ τὴν ἀποδώσουν σὲ ἀθρώπινες δυνάμεις, στὴν δωροδοκία τοῦ χρήματος, στὴν δύναμη τῆς ἀνθρώπινης σοφίας, ἢ στὴν ἐπιβολὴ τῆς κοσμικῆς ἐξουσίας. Τώρα ὅμως, καλώντας ὁ Χριστὸς κοντά Του ἁπλοῦς, φτωχοὺς καὶ ἀγράμματους, ἔκλεισε γιὰ πάντα τὸ στόμα τῶν ἀπίστων. Κι ἔτσι φαίνεται, ὅτι «οὐκ ἐν πειθοῖς ἀνθρωπίνης σοφίας λόγοις, ἀλλ’ ἐν ἀποδείξει πνεύματος καὶ δυνάμεως» ἐθαυματούργησαν οἱ Ἀπόστολοι.

   Δὲν ἦταν μικρὸ θαῦμα, νὰ ξερριζώσουν ἀπὸ ἑκατομμύρια ψυχῶν τὶς βαθειὲς γηρασμένες ρίζες τῆς εἰδωλολατρικῆς θρησκείας καὶ νὰ ριζοβολήσουν τὴν νέα πίστη, ποὺ δὲν ὑποσχόταν τίποτα τὸ εὔκολο παρὰ μόνο θυσίες ζητοῦσε.

   Εἶναι ἀλήθεια ὅτι κοντὰ στὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ προσέφερε τὴν συνδρομή της καὶ ἡ προσπάθεια τῶν ἀνθρώπων. Δούλεψαν οἱ ἀπόστολοι μὲ αὐτοθυσία«ἐν κόποις περισσοτέρως, ἐν φυλακαῖς ὑπερβαλλόντως». Ἔζησαν «θλιβόμενοι, κακουχούμενοι». Δούλεψαν μὲ ψυχικὸ πόνο«μετὰ δακρύων νουθετοῦντες ἕνα ἕκαστον». Θυσιάστηκαν γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.

   Τί κι ἂν πέρασαν εἴκοσι αἰῶνες! Οἱ φωτεινὲς μορφές τους μεταδίδουν τὸ φῶς τῆς πίστεως, τὸ ἄρωμα τῆς ἀρετῆς, τὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ στὰ ἑκατομμύρια τῶν Χριστιανῶν. Θυσίασαν μιὰ πρόσκαιρη ζωή, μὰ κέρδησαν μιὰ αἰώνια, πλημμυρισμένη στὴν δόξα τοῦ Θεοῦ. Δὲν ἦταν μικρὸ τὸ ἔργο τους. Συνεργάτες Θεοῦ ἔγιναν στὸ θεῖο ἔργο τῆς σωτηρίας.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ΄.

 

πόστολοι ἅγιοι, πρεσβεύσατε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ, ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.


[Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ ἀειμνήστου θεολόγου Γεωργίου Π. Σωτηρίου «ΕΟΡΤΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ», Β΄ ἔκδοσις, Μυτιλήνη 1986, σελ. 146-149. (Ἐπιμέλεια κειμένου, μικρὲς φραστικὲς παρεμβάσεις, καὶ τὰ ἔντονα στοιχεῖα, ὑπὸ ἱερομ. Ν. ἁγιορείτου.)]