Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2022

Βγῆκε ντυμένος τὴν ἀνθρώπινη φύση




Βγῆκε ντυμένος τὴν ἀνθρώπινη φύση

«Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ»

(Λουκ. η΄ 3)


Ἀρχιμ. Δανιὴλ Ἀεράκη*


Ἡ σπορά

 

   Χωρὶς σπορὰ θερισμὸς δὲν ὑπάρχει. Καὶ χωρὶς τὴν σπορὰ τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ θερισμὸς πνευματικὸς δὲν γίνεται. Χωρὶς σπορὰ ψωμὶ δὲν ζυμώνεται. Καὶ χωρὶς λόγο Θεοῦ ζύμωση τῆς ἀνθρώπινης κοινωνίας δὲν μπορεῖ νὰ συντελεσθεῖ. Χωρὶς τὸν λόγο Θεοῦ ὑπάρχει πεῖνα πνευματική. Σὲ καιρὸ πείνας οἱ ἄνθρωποι τρῶνε ἀκόμη καὶ τὰ φλούδια. Ψάχνουν ἀκόμη καὶ στὰ σκουπίδια. Σήμερα στὸν τόπο μας ἡ κοινωνία θεωρεῖται καταναλωτική, γεμάτη ἀπὸ ὑλικὰ ἀγαθά. Εἶναι ὅμως πεινασμένη πνευματικά. Στερεῖται πνευματικῶν, ὄντως πνευματικῶν ἀγαθῶν. Ἐφ’ ὅσον στὴν μεγάλη τους πλειονοψηφία οἱ ἄνθρωποι δὲν δέχονται τὴν σπορὰ τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, εἶναι φυσικὸ νὰ λιμοκτονοῦν πνευματικά, νὰ μὴ γεύονται τὸν Ἄρτο τῆς Ζωῆς. Καὶ ὅσοι δὲν ζοῦν μὲ τὸν Ἄρτο τῆς Ζωῆς, αὐτοὶ ὑποσιτίζονται μὲ τὰ φλούδια τῆς φτηνῆς ἰδεολογίας καὶ συνθηματολογίας, μὲ τὰ σκουπίδια τῆς διαφθορᾶς, μὲ τὰ ὑποπροϊόντα τῆς ἔκφυλης ζωῆς.

   Εἶναι ἀπόλυτη ἡ ἀνάγκη γιὰ σπορὰ πνευματική. Ὁ πρῶτος δὲ καὶ μεγάλος σποριὰς εἶναι ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός. Ἡ πρωτοποριακὴ σπορὰ τοῦ θείου καὶ αἰώνιου λόγου γίνεται ἀπὸ τὸν Λόγο, ἀπὸ τὸν σαρκωμένο Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ.


Γιατί «ἐν παραβολαῖς»;

 

   Ἡ σπορὰ τοῦ λόγου ἀπαιτεῖ τέχνη. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ὀνομάζεται ἀπὸ τοὺς Πατέρες «παντεχνήμων Λόγος». Αὐτός, ὁ «παντεχνήμων Λόγος» γνώριζε κάθε φορὰ νὰ χρησιμοποιεῖ εἰδικὸ τρόπο, γιὰ νὰ σπέρνει τὸν λόγο του, τὴν διδαχή του, τὸ εὐαγγέλιό του στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Ἡ τέχνη τῆς σπορᾶς τοῦ λόγου ἀποκαλύπτεται στὸν παραστατικὸ τρόπο, ποὺ ὁ ἴδιος ὀνόμασε παραβολή.

   Τί εἶναι ἡ παραβολή; Κάποια ἱστορία, παρμένη ἀπὸ τὴν φύση ἢ ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη ζωή. Μία ἱστορία ἀληθινή, ποὺ πίσω ὅμως ἀπ’ αὐτὴν κρύβεται κάποια ὑπερκόσμια πραγματικότητα ἢ ἕνα πνευματικὸ δίδαγμα.

   Γιατί ὁ Χριστὸς μιλοῦσε «ἐν παραβολαῖς»; Γιὰ δύο κυρίως λόγους.

   • Ὁ ἕνας εἶναι ὁ οὐσιαστικός. Ἡ παραβολὴ εἶναι ἕνας συνθηματικός, αἰνιγματώδης λόγος. Καὶ ὅπως τὸν συνθηματικὸ λόγο τὸν κατανοοῦν μόνο ὅσοι εἶναι μυημένοι, ἔτσι τὸ βαθύτερο νόημα μιᾶς παραβολῆς τὸ κατανοοῦν μόνο ὅσοι εἶναι μυημένοι στὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ.

   Τὴν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ τὴν ἄκουγαν καὶ ἀγαθές, καλοπροαίρετες ψυχές. Τὴν ἄκουγαν καὶ οἱ πονηροὶ φαρισαῖοι, ποὺ ἦσαν προκατειλημμένοι κατὰ τοῦ Ἰησοῦ. Γι’ αὐτὸ πολλὰ πράγματα ὁ Χριστὸς τὰ δίδασκε σὲ εὐθὺ λόγο, ὅπως εἶναι ἡ ἐπὶ τοῦ Ὄρους Ὁμιλία. Πολλὰ ὅμως τὰ ἔλεγε σὲ πλάγιο τρόπον τινὰ λόγο. Χρησιμοποιοῦσε εἰκόνες καὶ παραστάσεις. Τὸ ὅτι ἡ παραβολὴ εἶναι συνθηματικὸς λόγος, τὸ βεβαιώνει ὁ ἴδιος ὁ Θεῖος Διδάσκαλος: «Ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τοῖς δὲ λοποῖς ἐν παραβολαῖς, ἵνα βλέποντες μὴ βλέπωσι καὶ ἀκούοντες μὴ συνιῶσι» (Λουκ. η΄ 10).

   Τὸ ἴδιο κάνει καὶ ἡ Ἐκκλησία. Ἀπὸ τὴν ἀρχαία ἐποχὴ χρησιμοποιοῦσε τὰ σύμβολα. Στὶς κατακόμβες βλέπουμε χαραγμένα ἢ ζωγραφισμένα πολλὰ σύμβολα. Πρόκειται γιὰ τὴν πρώτη ἐμφάνιση τῆς εἰκόνας. Τὰ σύμβολα εἶναι ἡ παραβολικὴ ζωγραφικὴ ἢ εἰκονογραφημένες παραβολές. Καὶ οἱ ἅγιες εἰκόνες εἶναι παραβολές, ὄχι φυσικὰ μὲ γλῶσσα, ἀλλὰ μὲ πινέλλο φτιαγμένες. Ἡ βυζαντινὴ εἰκόνα ἑνὸς ἁγίου δὲν ἔχει μόνο τὴν ἱστορική της διάσταση. Ἔχει καὶ τὴν συμβολικὴ καὶ διδακτική της διάσταση.

   Ἡ Ἐκκλησία, λοιπόν, χρησιμοποιεῖ καὶ τὸν παραβολικὸ λόγο. Δὲν ἐκθέτει τὰ μυστήριά της στὸν ὁποιοδήποτε. Δὲν ρίχνει τοὺς «μαργαρίτας» (Ματθ. ζ΄ 6) τῶν θείων μυστηρίων σὲ ἀσεβεῖς καὶ ἄθεους. Μιλάει αἰνιγματωδῶς, γιὰ νὰ καταλαβαίνουν μόνο οἱ καλοπροαίρετοι. Λέγει σχετικὰ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος: «Ἐπειδὴ αἰνιγματωδῶς ἔμελλε διαλέγεσθαι, διανίστησι τὴν διάνοιαν τῶν ἀκουόντων πρῶτον διὰ τῆς παραβολῆς» (Ε.Π.Ε. 10, 768).

   • Ὁ ἄλλος εἶναι ὁ παιδαγωγικὸς λόγος. Στὴν παραβολὴ βλέπουμε αὐτό, ποὺ στὴν παιδαγωγικὴ ὀνομάζουμε ἐποπτικὸ λόγο ἢ ἐπαγωγὸ διδασκαλία. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Μεγάλος Παιδαγωγός, ποὺ μὲ τὶς παραβολὲς διδάσκει πολὺ παραστατικά.

   Ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι ἀκαταλαβίστικος. Δὲν εἶναι ἄπιαστος λόγος. Δὲν εἶναι «κουλτούρα» γιὰ τοὺς λίγους, τοὺς «μορφωμένους». Δὲν ἀπευθύνεται μόνο σὲ ὑψηλὲς διάνοιες. Εἶναι εὔληπτος γιὰ ὅλους. Ἡ ἐπιτυχία ἑνὸς διδασκάλου εἶναι νὰ τὸν κατανοοῦν ὄχι μόνο οἱ λίγοι, ἀλλ’ οἱ πολλοί, εἰ δυνατόν, ὅλοι. Λέγει σχετικὰ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος: «ἐν παραβολαῖς φθέγγεται, ἵνα καὶ ἐμφαντικώτερον τὸν λόγον ποιήσῃ, καὶ πλείονα τὴν μνήμην ἐνθῇ καὶ ὐπ’ ὄψιν ἀγάγῃ τὰ πράγματα» (Ε.Π.Ε. 10, 768).


Βγῆκε γιὰ τὴν μεγάλη ἐπίσκεψη

 

   Γιατί ἄραγε πρώτη ἀπὸ ὅλες τὶς παραβολὲς λέχθηκε ἡ παραβολὴ τοῦ Σπορέως; Ὅταν κάποιος παρασκευάσει ἕνα πομπό, ὀφείλει συγχρόνως νὰ φροντίζει καὶ γιὰ δέκτη. Πομπὸς χωρὶς δέκτη εἶναι ἄχρηστος. Ἡ παραβολὴ εἶναι ἕνας πομπός, ποὺ λειτουργεῖ μὲ ἐνέργεια μὲν τοῦ Οὐρανοῦ, ἀφοῦ εἶναι θεῖος λόγος, ἀλλὰ στὴν συχνότητα τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ πομπὸς τῆς παραβολῆς προορίζεται γιὰ τὸν δέκτη, ποὺ ὀνομάζεται ἄνθρωπος. Μὲ τὴν πρώτη, λοιπόν, παραβολή του ὁ Ἰησοῦς ἑτοιμάζει τοὺς δέκτες, ἐκείνους, ποὺ θὰ δέχονται τὶς παραβολές του. Ἑτοιμάζει τοὺς ἀκροατές του. Φανερώνει, ποιοὶ εἶναι ἀληθινοὶ ἀκροατὲς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ.

   Στὴν πρώτη του παραβολὴ ὁ Χριστὸς μιλάει γιὰ τὸ πρόσωπό του. Προσέξτε τὸν πρῶτο στίχο τῆς παραβολῆς τοῦ Σπορέως: «Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ» (στ. 5). Ἂν ὁ σπόρος εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, αὐτὸς ὁ λόγος ἀποτελεῖ ἰδιοκτησία τοῦ Θεοῦ Λόγου. Γι’ αὐτὸ τονίζει: «Τὸν σπόρον αὐτοῦ» (στ. 5). Τὸν δικό του σπόρο βγῆκε νὰ σπείρει. Κι ἐμεῖς σπέρνουμε τὸν λόγο, ἀλλ’ εἴμεθα ἁπλῶς «οἰκονόμοι» τοῦ λόγου, ὄχι παραγωγοὶ τοῦ λόγου. Τοῦ Χριστοῦ, τοῦ σαρκωμένου Λόγου, εἶναι ὁ λόγος. Σ’ ἐμᾶς ἁπλῶς τὸν δανείζει, γιὰ νὰ τὸν σκορπίσουμε κι ἄλλου.

   Ὁ μεγάλος Σποριάς, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, «ἐξῆλθεν» (στ. 5).

   • Βγῆκε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ μπῆκε στὸν κόσμο.

   • Βγῆκε ἀπὸ τὴν ἀορασία καὶ ἔγινε ὁρατός.

   • Βγῆκε ἀπὸ τὸ ἄχρονο καὶ μπῆκε στὸν χρόνο.

   • Βγῆκε ἀπὸ τὸ ἄπειρο καὶ μπῆκε στὸν χῶρο.

   • Βγῆκε ἀπὸ τὴν αἰωνιότητα καὶ μπῆκε στὴν ἱστορία.

   • Βγῆκε ἀπὸ τὴν ἀπομόνωση καὶ μπῆκε στὴν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων.

   • Βγῆκε ἀπὸ τὸ ἄσαρκο καὶ σαρκώθηκε.

   • Βγῆκε ἀπὸ τὸ ἄκτιστο καὶ μπῆκε στὴν κτίση.

   Ὅλα αὐτὰ εἶναι στοιχεῖα τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου. Δὲν σημαίνουν ἄρνηση τῶν στοιχείων τῆς προηγουμένης του καταστάσεως. Ἔγινε κάτι, ποὺ δὲν ἦταν, χωρὶς νὰ παύσει νὰ εἶναι ἐκεῖνο, ποὺ ἦταν. «Ἐξῆλθε» στὸν κόσμο, χωρὶς νὰ ἐξέλθει ἀπὸ τὴν θέση του στὸν Οὐρανό!

   Ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε ὁ ἄνθρωπος νὰ εἰσέλθει στὸν ουρανό, νὰ προσεγγίσει τὸν Θεό, γι’ αὐτὸ ἐξῆλθε Ἐκεῖνος. Ἦλθε Ἐκεῖνος σὲ μᾶς.

   «Ἐξῆλθε». Πραγματοποίησε πορεία πρὸς τὸν λαό! Πολὺς λόγος γιὰ τὴν πορεία πρὸς τὸν λαό, ποὺ λένε ὅτι κάνουν οἱ κομματικοὶ ἡγέτες, σπέρνοντας καθένας τὸν δικό του δημαγωγικὸ λόγο. Τὴν ἀληθινὰ εὐεργετικὴ πορεία πρὸς τὸν λαὸ ἕνας τὴν ἔκανε. Ἐκεῖνος, ποὺ εἶναι ὁ Θεὸς τοῦ λαοῦ, ὁ Σωτῆρας τοῦ λαοῦ (Ματθ. α΄ 21): ὁ Ἰησοῦς Χριστός.

   «Ἐξῆλθε». Πῶς; Ὅταν κάποιος βγαίνει νὰ κάνει μία ἐπίσκεψη, ντύνεται ἐπισημότερη στολή. Φοράει τὰ ἐπίσημα, τὰ «καλά» του, ὅπως λέμε. Καὶ ὁ Θεός, ὅταν ἀποφάσισε, ὅταν «εὐδόκησε», νὰ κάνει τὴν μεγάλη, τὴν ἱστορικὴ ἐπίσκεψη στὸν κόσμο, φόρεσε τὴν πιὸ ἐπίσημη στολὴ τῆς ἀγάπης του. Ποτὲ μέχρι τότε δὲν εἶχε φορέσει αὐτὴν τὴν στολή. Τὴν κρατοῦσε σχεδιασμένη «πρὸ καταβολῆς κόσμου» (Α΄ Πέτρ. α΄ 20). Καὶ ἡ στολή, ποὺ ντύθηκε ὁ Θεὸς γιὰ νὰ «ἐξέλθῃ» στὴν συνάντησή του μὲ τὸν ἄνθρωπο, εἶναι ἡ ἀνθρώπινη φύση, τὴν ὁποία προσέλαβε.

   Περιεβλήθῃ ὁ Θεὸς τὴν ἀνθρώπινη φύση. Καὶ βγῆκε ὡς Θεάνθρωπος νὰ σπείρει τοὺς δύο σπόρους τῆς ἀγάπης του: τὸν λόγο του καὶ τὸ αἷμα του. Λέγει σχετικὰ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος: «Πόθεν ἐξῆλθεν ὁ πανταχοῦ παρών, καὶ πάντα πληρῶν; Ἢ πῶς ἐξῆλθεν; Οὐ τόπῳ, ἀλλὰ σχέσει καὶ οἰκονομίᾳ τῇ πρὸς ἡμᾶς, ἐγγύτερον ἡμῶν γενόμενος διὰ τῆς κατὰ σάρκα περιβολῆς. Ἐπειδὴ γὰρ ἡμεῖς εἰσελθεῖν οὐκ ἐδυνάμεθα, τῶν ἁμαρτημάτων διατειχιζόντων ἡμῖν τὴν εἴσοδον, αὐτὸς ἐξέρχεται πρὸς ἡμᾶς» (Ε.Π.Ε. 10, 768).


Ἡ σπορὰ συνεχίζεται

 

   Ἡ Ἐκκλησία συνεχίζει τὴν πορεία πρὸς τὸν λαό. «Ἐξέρχεται». Βγαίνει πρὸς τὰ ἔξω. Σαρκώνεται. Συγκαταβαίνει καὶ διακονεῖ. Κατεβαίνει καὶ στὰ κατώτερα στρώματα, καὶ στὰ μικρότερα παιδιά. Μιλάει στὴν γλῶσσα κάθε ἀνθρώπου.

   Ἂς μὴ παραξενευόμασθε, ποὺ δὲν ἀκοῦνε ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τὸν λόγο τῆς Ἐκκλησίας. Ἕνα πρὸς τρία εἶναι μέσα στὴν παραβολὴ τοῦ Σπορέως ἡ ἀναλογία τῆς ἀγαθῆς γῆς. Τὰ τρία τέταρτα τοῦ ἀγροῦ φάνηκαν ἀνάξια γιὰ τὴν σπορά. Τὸ ἕνα τέταρτο ἦταν ἀγαθὴ γῆ. Καὶ ἂν δὲν ἐκλάβουμε κατὰ γράμμα τὴν ἀναλογία, πάντως οἱ ἀγαθοὶ ἄνθρωποι πάντoτε ἀποτελοῦν τὴν μειονοψηφία.

   Γιατί ὁ σποριὰς ἔρριξε παντοῦ τὸν σπόρο, ἀφοῦ γνώριζε, ὅτι οὔτε στὸν πατημένο δρόμο θὰ φυτρώσει, οὔτε στὶς πέτρες, οὔτε στὰ ἀγκάθια; Γιὰ νὰ γνωρίζουμε, ὅτι ὁ σπόρος τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ πέφτει πλούσια. Ὅπως ἡ βροχὴ πέφτει παντοῦ, καὶ στὸ τσιμέντο καὶ στὸ χωράφι, καὶ στὴν θάλασσα καὶ στὸν κῆπο, ἔτσι καὶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ πέφτει παντοῦ. Στὴν φυσικὴ γεωργία φαίνεται χαμένος ὁ σπόρος, ποὺ πέφτει σὲ τόπους, σὰν τοὺς τρεῖς πρώτους τῆς παραβολῆς. Στὴν πνευματικὴ ὅμως γεωργία δὲν πηγαίνει πάντοτε χαμένος ὁ σπόρος. Διότι καὶ ἡ πετρώδης καὶ ἡ ἀκανθώδης καὶ ἡ ὁδοστρωμένη γῆ μπορεῖ νὰ μεταβληθεῖ σὲ ἀγαθὴ γῆ.

   Ἐμεῖς ἂς σπέρνουμε. Τὸ χειρότερο κακὸ καὶ γιὰ τὸν ἑαυτό μας καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους εἶναι νὰ μὴ σπέρνουμε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, νὰ μὴν ὁμολογοῦμε τὴν πίστη μας, νὰ μὴ ξαπλώνουμε τὸ Εὐαγγέλιο τῆς σωτηρίας. Φαντασθεῖτε πηγή, γεμάτη νερό, ποὺ νὰ ἔχει κλειστὸ τὸ στόμα της, νὰ ἔχει στομωθεῖ. Ἀλλὰ τὸ νερὸ δὲν ὑπάρχει, γιὰ νὰ παραμένει ἀποθηκευμένο. Ὑπάρχει γιὰ νὰ ξεπηδᾶ καὶ νὰ τρέχει. Δὲν ἔχει σημασία, πῶς πέφτει, ποῦ κυλάει τὸ νερό, ἂν κυλάει σὰν ρυάκι, ἂν ὁρμᾶ σὰν καταρράκτης. Σημασία ἔχει νὰ κυλάει, νὰ προσφέρεται, νὰ μὴ παραμένει κλεισμένο στὸν ἑαυτό του. Σημασία ἔχει νὰ τρέχει ὁ λόγος, νὰ σπέρνεται, νὰ σπέρνεται μὲ πίστη. Μικρὸς ὁ σπόρος, ἀλλὰ κρύβει δύναμη μεγάλη.

   Ἐμεῖς ἂς σπέρνουμε. Ἂς μὴ ξεχνᾶμε, ὅτι τὴν ὥρα, ποὺ ἐμεῖς, οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ ἀδρανοῦμε καὶ κοιμόμασθε, τὰ παιδιὰ τοῦ σκότους, ζωντανὰ καὶ δραστήρια, τρέχουν γιὰ τὴν διαβολοσπορά τους. Τὴν ὥρα, ποὺ οἱ ὀρθόδοξοι ἀδιαφοροῦμε, οἱ αἱρετικοὶ «ἐξέρχονται», βγαίνουν ἔξω καὶ πηγαίνουν ἀπὸ πόρτα σὲ πόρτα καὶ σπέρνουν παντοῦ τὸν σπόρο τῆς διαστροφῆς. Τὸ εἶπε ὁ Χριστός: «Ἐν δὲ τῷ καθεύδειν τοὺς ἀνθρώπους ἦλθεν ὁ ἐχθρὸς καὶ ἔσπειρε ζιζάνια ἀνὰ μέσον τοῦ σίτου καὶ ἀπῆλθεν» (Ματθ. ιγ΄ 25). Ἂς μὴ ξεχνᾶμε, ὅτι μαζὶ μὲ τοὺς προφῆτες βγαίνουν καὶ οἱ ψευδοπροφῆτες μαζὶ μὲ τοὺς ἀποστόλους βγαίνουν καὶ οἱ ψευδαπόστολοι μαζὶ μὲ τοὺς ἁγίους βγαίνουν καὶ οἱ ψευτοάγιοι, οἱ ἀγύρτες.

   Μεγάλη ἡ εὐθύνη μας. Ὀφείλουμε νὰ σπέρνουμε. Καὶ συγχρόνως νὰ προσευχώμεθα, νὰ μεταβάλει ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους σὲ ἀγαθὴ γῆ. Γιὰ νὰ καρποφορήσει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ.


* Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ Κυριακοδρόμιο Εὐαγγελίων», ἔκδοσις δευτέρα, Ἀθήνα 1999, σελ. 170 - 173. (Τὰ ἔντονα στοιχεῖα, ὑπὸ ἱερομ. Ν.)