Κυριακή 10 Δεκεμβρίου 2023

Γιατί ὑπάρχει ὁ Ναός;




Γιατί ὑπάρχει ὁ Ναός;

«Οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου;»

(Λουκ. ιγ΄ 16)


Ἀρχιμ. Δανιὴλ Ἀεράκη*


Χρεωμένοι

   Χρειάζεται ὁ Ναός; Πολλὲς φορὲς ἀκοῦμε τὸ ἐρώτημα αὐτὸ ἀπὸ ἀνθρώπους, ποὺ ἐνοχλοῦνται ἀπὸ τὴν καμπάνα καὶ τὶς ἄλλες ἐκδηλώσεις τοῦ Ναοῦ. Ἀλλὰ καὶ οἱ ἄλλοι, ποὺ δὲν ἐκκλησιάζονται, θέτουν τὸ πρόβλημα: «Γιατί νὰ πάω στὸν ναό; Ἐγὼ πιστεύω μὲ τὸν τρόπο μου. Πιστεύω μέσα μου. Εἶναι ἀνάγκη νὰ πηγαίνω καὶ στὴν ἐκκλησία;»

   Καὶ μόνο ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ μέσα στὸν Ναὸ καὶ μέσα στὶς Συναγωγὲς θ’ ἀρκοῦσε ὡς ἀπάντηση. Ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς λέγει, ὅτι ὁ Κύριος εἶχε ἱερὴ συνήθεια νὰ πηγαίνει κάθε Σάββατο στὴν Συναγωγή, ποὺ ἦταν τὸ ἀντίστοιχο τοῦ Ναοῦ. «Κατὰ τὸ εἰωθός», πήγαινε στὸν Ναὸ ἢ στὴν Συναγωγή, γιὰ νὰ προσευχηθεῖ καὶ νὰ μελετήσει τὸν Νόμο (Λουκ. δ΄ 16).

   Τί χρειάζεται ὁ Ναός; Τὸ ἐρώτημα αὐτὸ ἐμεῖς δὲν θὰ τὸ ἀπευθύνουμε σ’ ἐκείνους, ποὺ δὲν ἐκκλησιάζονται, ἀλλὰ σ’ ἐκείνους ποὺ τακτικὰ ἐκκλησιάζονται. Καὶ αὐτό, διότι τὸ σκηνικὸ τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς ἐκτυλίσσεται μέσα σὲ θρησκευτικὸ χῶρο, τὴν ὥρα λατρευτικῆς συνάξεως, μέσα σὲ Ἰουδαϊκὴ συναγωγή.

   Φαντασθεῖτε κάποιον νὰ εἶναι χρεωμένος, δεμένος μὲ χρέη μέχρι τὸν λαιμό, νὰ πηγαίνει σὲ μία Ὑπηρεσία τακτοποιήσεως χρεῶν καὶ νὰ βλέπει ἐκεῖ κατάπληκτος, ὅτι τοῦ χαρίζονται ὅλα τὰ χρέη, ὅτι ἀποδεσμεύεται ἀπὸ τὰ χρέη, ὅτι τοῦ σβήνονται ὅλες οἱ ὀφειλές. Καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ νὰ τοῦ δίνουν καὶ ἀπὸ πάνω μία ἐπιταγὴ πολλῶν ἑκατομμυρίων.

   Ἀπίθανον! Ἂν ὑπῆρχε τέτοια Ὑπηρεσία, ὅλοι οἱ χρεωμένοι θὰ ἔτρεχαν. Καὶ ὅμως, ὑπάρχει. Χρεωμένοι μπαίνουμε ὅλοι μέσα στὴν ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ Ὑπηρεσία ρυθμίσεως χρεῶν. Μπαίνουμε χρεωμένοι, βγαίνουμε ξεχρεωμένοι, ἀποδεσμευμένοι. Χρέη μας καὶ βάρος μας οἱ ἁμαρτίες. Καὶ ὄχι ἁπλῶς βγαίνουμε ξεχρεωμένοι, ἀλλὰ παίρνουμε καὶ μία ἐπιταγὴ ὁ καθένας. Εἶναι ἡ ἐπιταγὴ τῆς αἰωνίου Ζωῆς.

   Χρεωμένοι μπαίνουμε, ξεχρεωμένοι βγαίνουμε. Ἔνοχοι μπαίνουμε, ἐλεημένοι βγαίνουμε. Αἰχμάλωτοι μπαίνουμε, ἐλεύθεροι βγαίνουμε. Φορτωμένοι μπαίνουμε, ἀνάλαφροι βγαίνουμε. Κυρτωμένοι μπαίνουμε, ὄρθιοι βγαίνουμε.

   Ἀπόδειξη ἡ γυναῖκα τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς, ἡ συγκύπτουσα, ἡ κυρτωμένη. Πραγματικὸ τὸ θαῦμα, ἀλλὰ καὶ συμβολικό. Σωματικό, ἀλλὰ καὶ πνευματικό. Παντοῦ κάνει θαύματα ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Περισσότερο μέσα στὸν Ναό. Διότι στὸν Ναὸ προσέρχεται μὲ πίστη ὁ ἄνθρωπος. Ἐκείνη, ἡ συγκύπτουσα, προσερχόταν μὲ πίστη κάθε Σάββατο στὴν Συναγωγή. Καὶ ξαφνικὰ ἄκουσε τὸν θαυματουργικὸ λόγο: «Γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου» (στ. 12). Καὶ ἀμέσως!... Ἔχετε δεῖ, πῶς πετάγεται τὸ ἐλατήριο; Ἔτσι, σὰν ἐλατήριο, πετάχτηκε τὸ σῶμα της πρὸς τὰ πάνω. Τὰ μάτια της κοιτάζουν πλέον ψηλά. Καὶ τὸν πρῶτο, ποὺ ἀτενίζουν, εἶναι ὁ Εὐεργέτης της, ὁ Ἰησοῦς.


Τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος;

   Ἕνα παρόμοιο θαῦμα γίνεται μέσα στὸν Ὀρθόδοξο Ναό. Τί εἶναι ὁ χωρὶς Θεὸ ἄνθρωπος;

   • Δὲν εἶναι ἄνθρωπος! Ἄνθρωπος σημαίνει αὐτόν, ποὺ κοιτάζει ψηλά. Ἐμεῖς κοιτάζουμε χαμηλά. Μόνο κοιτάζουμε; Κυλιόμασθε στὰ χαμηλά. Χαμερπεῖς στὸν νοῦ, χαμερπεῖς στὴν καρδιά.

   • Δὲν εἶναι ἀνεξάρτητος. Καταντᾶ ἐξάρτημα. Ἀπὸ τότε, ποὺ ἔπαψε νὰ εἶναι ἐξάρτημα τοῦ Θεοῦ στὸν παράδεισο, κατάντησε ἐξάρτημα τοῦ Διαβόλου καὶ τῶν ἀνθρώπων. Ἡ λεγομένη ἐλευθερία του εἶναι ἁλυσόδεμα στὴν πλέον φρικτὴ ἐξάρτηση. Τὸ τρένο, ὅταν πάψει νὰ εἶναι ἐξαρτημένο ἀπὸ τὶς γραμμές, γίνεται ἐξάρτημα τοῦ γκρεμοῦ καὶ τοῦ χάους. Καὶ ὁ ἄνθρωπος, μόλις ξεφύγει ἀπὸ τὶς γραμμὲς τοῦ Εὐαγγελίου, γίνεται ἐξάρτημα τοῦ γκρεμοῦ ἐξάρτημα τοῦ θανάτου.

   • Δὲν εἶναι ἐλεύθερος. Εἶναι δεμένος. Ξέρετε ποιό εἶναι τὸ ἐπάγγελμα τοῦ Διαβόλου; Κατασκευάζει δεσμὰ δεσμὰ χρυσᾶ, δεσμὰ σιδερένια, δεσμὰ μικρά, δεσμὰ μεγάλα, δεσμὰ σωματικά, δεσμὰ διανοητικά, δεσμὰ πνευματικά. Δένει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Τὸ εἶπε ὁ Χριστὸς γιὰ τὴν συγκύπτουσα γυναῖκα: «Ἣν ἔδησεν ὁ Σατανᾶς ἰδοὺ δέκα καὶ ὀκτὼ ἔτη» (στ. 16).

   • Δὲν εἶναι ἄνετος. Εἶναι φορτωμένος. Πέτρα βαρειὰ πάνω του ἡ ἁμαρτία. Πλάκα βαρειὰ στὰ στήθη του οἱ τύψεις. Μαζὶ μὲ τὸν Ψαλμωδὸ ἀναφωνεῖ: «Αἱ ἁμαρτίαι μου ὡσεὶ φορτίον βαρὺ ἐβαρύνθησαν ἐπ’ ἐμέ» (Ψαλμ. λζ΄ 5-6).

   Νὰ δεθεῖ πιὸ σφιχτά;

   Λοιπόν, γιατί αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἔρχεται στὸν Ναό;

   • Γιὰ νὰ τοῦ κάνουμε τὸ φορτίο πιὸ βαρύ; Κάτι τέτοιο ἔκαναν οἱ φαρισαῖοι τὴν ἐποχὴ τοῦ Χριστοῦ. Τὸ καταγγέλλει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός: «Δεσμεύουσι φορτία βαρέα καὶ δυσβάστακτα καὶ ἐπιτιθέασιν ἐπὶ τοὺς ὤμους τῶν ἀνθρώπων, τῷ δὲ δακτύλῳ αὐτῶν

οὐ θέλουσι κινῆσαι αὐτά» (Ματθ. κγ΄ 4). Κάποτε φτιάχνουμε μία θρησκεία φορτωμένη, ἀντὶ νὰ κάνουμε μία ψυχὴ λυτρωμένη. Δευτερεύοντα καὶ τριτεύοντα στοιχεῖα προκαλοῦν ἕνα σφίξιμο στοὺς ἀνθρώπους, ποὺ δὲν αἰσθάνονται ἄνεση, ἀλλ’ αἰσθάνονται ἀσφυξία κοντὰ στὸν Ναό.

   • Γιὰ νὰ τὸν δεσμεύουμε περισσότερο; Μερικὲς φορές, ἀντὶ νὰ ξεμπλέκουμε τὰ πράγματα, τὰ μπλέκουμε περισσότερο. Κάνουμε σφικτότερο τὸ δέσιμο. Αὐξάνουμε τὴν ἐξάρτηση. Ὁ κόμπος, μόλις ἐμφανισθεῖ, πρέπει νὰ λύνεται. Ἂν τὸν ἀφήσεις καὶ σφίξει, τότε δὲν λύνεται μὲ τίποτε.

   • Γιὰ τοὺς τύπους γιὰ τὴν οὐσία; Ὁ ἀρχισυνάγωγος εἶχε μπροστά του καὶ τὰ δύο. Εἶχε τὸν τύπο τοῦ Σαββάτου ἕνα χρονολογικὸ τύπο. Εἶχε καὶ τὴν οὐσία τῆς ἀγάπης! Τί λέγω; Εἶχε τὴν κατ’ ἐξοχὴν οὐσία, τὴν οὐσία τῆς Θεότητος! Καὶ τί προτίμησε; Τὸν τύπο. Αὐτὸς ἐξυπηρετοῦσε τὸ θρησκευτικό του κατεστημένο, τὸν θρησκευτικό του ἐγωϊσμό, τὴν θρησκευτική του πελατεία. Καὶ ὁ Κύριος; Καυτηριάζει τὴν τυπολατρεία καὶ τὸ ψέμα: «Ὑποκριτά»! τοῦ λέγει γεμᾶτος ὀργὴ ὁ Κύριος τῆς στοργῆς (στ. 15).

   – Ὄχι τὸ Σάββατο, ἔλεγε ὁ ἀρχισυνάγωγος. Ὁποιαδήποτε ἄλλη ἡμέρα μπορεῖτε νὰ ἔρχεσθε ἐδῶ καὶ νὰ θεραπεύεσθε, πλὴν τοῦ Σαββάτου.

   Ψεύτη! Ὑποκριτά! Ποιούς τόσα χρόνια θεράπευσες μέσα στὴν συναγωγή σου; Κανέναν. Μόνο τὸν ἐγωϊσμό σου θεραπεύεις.

   Ὁ τύπος τῆς ἡμέρας τοῦ Σαββάτου ἦταν βεβαίως θεσμοθετημένος ἀπὸ τὴν Γραφή. Καὶ ὅμως, τὸν καυτηριάζει ὁ Χριστός, διότι εἶχε ἀπολυτοποιηθεῖ καὶ εἶχε ξεκοπεῖ ἀπὸ τὴν οὐσία, γιὰ τὴν ὁποία δόθηκε. Πῶς θὰ καυτηρίαζε σήμερα ὁ Κύριος μερικοὺς λεγομένους «γνησίους ὀρθοδόξους», ποὺ κυριολεκτικὰ ἔχουν θεοποιήσει χρονολογικοὺς τύπους καὶ ἔχουν καταντήσει ἡμερολάτρες, χρονολάτρες, τυπολάτρες;

   • Γιατί, λοιπόν, ὑπάρχει ὁ Ναός; Γιὰ νὰ κοιμίσει συνειδήσεις; Μὰ ὁ Ναός, ἡ Ἐκκλησία, δὲν εἶναι κοιμητήριο συνειδήσεων εἶναι ξυπνητήρι συνειδήσεων. Εἶναι τίναγμα, ἀποδέσμευση, ἀπελευθέρωση.


Ἦλθε ὁ Λυτρωτής

   Πῶς γίνεται αὐτὴ ἡ ἀπελευθέρωση, αὐτὸ τὸ λύσιμο; Δὲν πρέπει νὰ λυθοῦμε ἐπὶ τέλους ἀπὸ τὰ δεσμά μας, ὁ καθένας ἀπὸ τὸν ἁμαρτωλὸ δεσμό του, ἀπὸ τὸ ἁμαρτωλό του πάθος; Τὸ ἐρώτημα τοῦ Κυρίου παραμένει καυτό: «Οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου;» (στ. 16). Πῶς θὰ γίνει τὸ λύσιμο;

   Μὲ τὴν ἐπέμβαση τοῦ προσώπου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στὴν ζωή μας. Ὁ Χριστὸς βλέπει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὴν ἀξία ποὺ ἔχει. Ἔχει τόση ἀξία ὁ ἄνθρωπος, ὥστε ὁ Θεὸς ἔγινε γιὰ τὸν ἄνθρωπο Ἄνθρωπος. Θὰ μποροῦσε ὁ Θεὸς νὰ γίνει ζῶο; Ὄχι! Διότι μόνο ὁ ἄνθρωπος ἔχει κοινὸ στοιχεῖο μὲ τὸν Θεό: τὸ πνεῦμα καὶ τὴν ἐλευθερία. Οἱ ἄνθρωποι σήμερα δίνουν πολὺ μεγαλύτερη ἀξία στὰ ζῶα, παρὰ στοὺς ἀνθρώπους. Ὅταν μὲ νόμο θέλησε κάποτε τὸ Κράτος ν’ ἀπαγορεύσει τὴν διαμονὴ ζώων σὲ πολυκατοικίες, ἀντέδρασαν οἱ ζωόφιλοι. Οἱ ἴδιοι ὅμως δὲν ἀντιδροῦν, ὅταν ἀπαγορεύεται στὰ παιδιὰ νὰ κατοικοῦν στὰ σπίτια καὶ γι’ αὐτὸ τὰ σκοτώνουν προτοῦ νὰ γεννηθοῦν!

   Τὸ ἐπιχείρημα, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἀνώτερος ἀπὸ τὰ ζῶα καὶ ἔχει ἀνάγκη ἰδιαίτερης φροντίδας, τόνισε ὁ Χριστὸς στὸν ὑποκριτὴ ἀρχισυνάγωγο: «Ὑποκριτά, ἕκαστος ὑμῶν τῷ Σαββάτῳ οὐ λύει τὸν βοῦν αὐτοῦ ἀπὸ τῆς φάτνης καὶ ἀπαγαγὼν ποτίζει; Ταύτην δὲ θυγατέρα Ἀβραὰμ οὖσαν, ἣν ἔδησεν ὁ Σατανᾶς, οὐκ ἔδει λυθῆναι ἀπὸ τοῦ δεσμοῦ τούτου...;» (στ. 15, 16).

   • Ὁ Χριστὸς βλέπει τὸν ἄνθρωπο ὡς θῦμα τῆς τρομοκρατίας τοῦ Σατανᾶ. «Ἣν ἔδησεν ὁ Σατανᾶς...».... Καὶ δὲν ἔκανε ὁ Χριστὸς ἁπλῶς ἀντιτρομοκρατικὸ νόμο. Ἦλθε ὁ Ἴδιος καὶ μᾶς ἐλευθέρωσε ἀπὸ τὴν τρομοκρατία τοῦ Διαβόλου καὶ τοῦ θανάτου. Δέθηκε Ἐκεῖνος μὲ τὴν ἀνθρώπινη φύση, γιὰ νὰ λύσει ἐμᾶς ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Δέθηκε Ἐκεῖνος πάνω στὸν Σταυρό, γιὰ νὰ λύσει ἐμᾶς ἀπὸ τὸ σκλαβοπάζαρο τῆς ἁμαρτίας καὶ τοῦ θανάτου.

   • Ὁ Χριστὸς βλέπει τὶς λυτρωτικὲς ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου. Ἂν ὁ ἀρχισυνάγωγος πήγαινε τὸ ζῶο του γιὰ πότισμα, ὁ Χριστὸς ὁδηγεῖ τὴν ἀνθρώπινη ψυχὴ στὸ πότισμα τῆς αἰωνίου Ζωῆς.


Ὁ Ναὸς γιὰ λύτρωση

   Πῶς γίνεται τὸ λύσιμο τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὰ ποικίλα δεσμά; Μὲ τὴν Ἐκκλησία, ποὺ εἶναι τὸ μυστικὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ἐκκλησία ἀπελευθερώνει τοὺς ὁμήρους τοῦ κακοῦ. Πῶς ἡ Ἐκκλησία λύνει τὸν ἄνθρωπο;

   • Μὲ τὸν λόγο, μὲ τὸν Εὐαγγελικὸ λόγο. Δὲν εἶναι τυχαῖο τὸ γεγονός, ὅτι ἡ συγκύπτουσα ἦταν ἐκεῖ, ὅπου ὁ Χριστὸς «ἦν διδάσκων ἐν μιᾷ τῶν συναγωγῶν ἐν τοῖς σάββασιν» (στ. 10). Ὑπάρχει Ἐκκλησία χωρὶς λόγο; Εἶναι σὰν νὰ ρωτᾶμε: Ὑπάρχει Ἐκκλησία Χωρὶς Χριστό; Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Θεὸς Λόγος. Ὁ λόγος ἕλκει τὸν Λόγον, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Ὁ Θεὸς Λόγος σαρκώθηκε, γιὰ νὰ δώσει στὴν γῆ τοὺς δύο σπόρους τῆς ἀγάπης του, τὸν λόγο καὶ τὸ Αἷμα του. Δὲν ὑπάρχει θ. Λειτουργία χωρὶς Αἷμα Χριστοῦ. Ἔτσι δὲν ὑπάρχει καὶ χωρὶς λόγο Χριστοῦ. Δύο πράγματα ὑπάρχουν ἀπαραίτητα στὴν ἁγία Τράπεζα: Τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὸ Ἅγιο Ποτήριο.

   Λόγος καὶ Αἷμα. Μαρτυρία καὶ μαρτύριο τοῦ Ἰησοῦ. Τροφὴ τοῦ νοῦ καὶ τροφὴ τῆς καρδιᾶς. Δύο τὰ κέντρα μέσα στὸν Ναό: Ὁ ἄμβωνας καὶ ἡ ἁγία Τράπεζα.

   Ὁ λόγος εἶναι ἡ ρομφαία, ἡ μάχαιρα τοῦ Πνεύματος, ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Ἐφεσ. ς΄ 17). Τὸν Γόρδιο δεσμὸ τὸν ἄλυτο ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος τὸν ἔκοψε μὲ τὸ σπαθί του. Καὶ τὸν δεσμὸ τῆς ἁμαρτίας τὸ ξίφος τοῦ λόγου μπορεῖ νὰ τὸν κόψει. Λέγει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος: «Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ὑπὸ ἁμαρτίας ἀλοὺς καὶ ὑποσκελισθεὶς καταπέσῃ, εἶτα κατεσθίῃ αὐτὸν τὸ συνειδός, καὶ τῆς ἁμαρτίας συνεχῶς ἀναμιμνήσκων, ἑαυτὸν ἀποπνίγη τῇ τῆς ἀθυμίας ὑπερβολῇ, καὶ καθ’ ἑκάστην ἐμπυρίζηται τὴν ἡμέραν, καὶ μυρίων παρακαλούντων, ἂν μὴ προσίηται τὴν παράκλησιν, εἰσελθὼν εἰς τὴν ἐκκλησίαν καὶ ἀκούσας ὅτι πολλοὶ τῶν ἁγίων πεσόντες ἀνέστησαν καὶ εἰς τὴν προτέραν πάλιν ἐπανῆλθον εὐδοκίμησιν, λανθανόντως λαβὼν εἰς παραμυθίαν ἀπέρχεται» (Ε.Π.Ε. 30, 160).

   • Μὲ τὴν προσευχή, ποὺ γίνεται στὴν θεία Λατρεία. Μέσα στὸν Ναὸ ὅλα διακονοῦν τὴν ὑπόθεση τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου, τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν του καὶ λυτρώσεώς του. Ὅταν ὁ Κύριος εἶδε τὴν συγκύπτουσα, τῆς εἶπε: «Γύναι, ἀπολέλυσαι τῆς ἀσθενείας σου» (στ. 12). Τῆς ἔδωσε τὸ λυτήριο, τὸ ἀπολυτήριο. Καὶ τὸ πῆρε μὲ ἄριστα τὸ ἀπολυτήριο. Μ’ αὐτὸ τὸ ἀπολυτήριο, ποὺ ὁ Χριστός τῆς ἔδωσε, μποροῦσε δικαιωματικὰ νὰ καταλάβει μία θέση στὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Πολὺς λόγος, γιὰ νὰ καταλάβει κάποιος μία θέση στὸ Δημόσιο. Ἀλλ’ ἡ Ἐκκλησία προσφέρει τὸ λυτήριο καὶ τὸ ἀπολυτήριο γιὰ μία θέση ἀπείρως ἀνώτερη, μονιμώτερη, ἐνδοξότερη: μία θέση στοὺς Οὐρανούς.

   Ἡ εὐχὴ τοῦ Χριστοῦ «ἀπολέλυσαι» λέγεται μέσα στὴν Ἐκκλησία καὶ ἀπὸ τὰ χείλη τοῦ πνευματικοῦ. Ὦ, τί μεγάλη χαρά, ν’ ἀκοῦς στὸ τέλος μιᾶς εἰλικρινοῦς ἐξομολογήσεως: «Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, διὰ τῆς ἐμῆς ἐλαχιστότητος, ἔχoι σε συγκεχωρημένον καὶ λελυμένον»!

   Ὁ Ναὸς ὑπάρχει ὄχι γιὰ νὰ χαμογελάει σὲ αἰχμαλώτους, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἐλευθερώνει αἰχμαλώτους. Ἂν μέσα στὸν Ναὸ ἕνας ἐκκλησιαζόμενος εἶναι σὲ ὅλα τὰ ἄλλα ἐντάξει, ἀλλὰ δὲν δείχνει μετάνοια καὶ δὲν προσέρχεται στὴν ἐξομολόγηση, μοιάζει μὲ τὸν δεμένο, ποὺ ζητᾶ ἕνα χαμόγελο, ἀλλὰ δὲν θέλει λύση καὶ ἀπελευθέρωση. Ὁ Χριστὸς προσφέρει τὴν λύση, διὰ μέσου τῶν πρεσβυτέρων τῆς Ἐκκλησίας. Εἶπε: «Ὅσα ἐὰν λύσητε ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται λελυμένα ἐν τῷ οὐρανῷ» (Ματθ. ιη΄ 18). Τί καθόμαστε, λοιπόν; Εἴμαστε ὅλοι πεσμένοι. Ἂς σηκωθοῦμε ἀπὸ τὶς πτώσεις μας, ἂς προσέλθουμε στὸν Ναὸ τῆς χάριτος, ἂς γονατίσουμε μπροστὰ στὸν πνευματικό. Δεμένοι συναμαρτωλοί, ἂς ἔλθουμε νὰ λυθοῦμε ἀπὸ τὸ πετραχήλι τῆς ἀγάπης.

   • Στὸν Ναὸ γίνεται ἡ ἐπίθεσις τῶν χειρῶν τοῦ πρεσβυτερίου, γιὰ τὴν ὁποία μιλάει ὁ Παῦλος. Προσέξτε μία λεπτομέρεια στὸ θαῦμα. Μετὰ τὴν προσφώνηση καὶ τὴν εὐχὴ γιὰ λύση, ὁ Κύριος ἁπλώνει τὰ χέρια του καὶ ἀγγίζει τὸ σκυμμένο κεφάλι τῆς συγκύπτουσας. «Καὶ ἐπέθηκεν αὐτῇ τὰς χεῖρας» (στ. 13).

   Τὰ χέρια του ἅπλωσε ὁ Χριστός. Εἶναι τὰ ἴδια ἐκεῖνα χέρια, ποὺ θὰ τὰ ἁπλώσει ὕστερα ἀπὸ λίγο πάνω στὸν Σταυρό, γιὰ ν’ ἀγκαλιάσει μὲ τὴν ἀγάπη του ὁλόκληρο τὸν κόσμο. Εἶναι τὰ χέρια, ποὺ ἐξαρτήθηκαν στὸν Σταυρό, γιὰ νὰ ὁδηγήσουν ἐμᾶς στὴν ἀνεξαρτησία τῆς λυτρώσεως. Εἶναι τὰ χέρια, ποὺ ματώθηκαν, γιὰ νὰ μᾶς λυτρώσουν. Αὐτά, τὰ καθαρὰ χέρια τοῦ Χριστοῦ ἁπλώνονται καὶ σήμερα στὸν ἁμαρτωλό, ποὺ μὲ ταπείνωση σκύβει τὸ κεφάλι καὶ γίνεται ἑκούσια συγκύπτων, γιὰ νὰ γίνει πνευματικὰ ἀνορθούμενος. Στὴν ἐκκλησία ἀκοῦμε καὶ τὰ δύο συνθήματα. Τὸ ἕνα: «Τὰς κεφαλὰς ἡμῶν τῷ Κυρίῳ κλίνωμεν». Σκύβουμε τὸ κεφάλι, ὡς δεῖγμα ὑποταγῆς καὶ ὑπακοῆς στὸν Θεὸ καὶ γιὰ νὰ εὐλογηθοῦμε. Τὸ ἄλλο: «Ἄνω σχῶμεν τὰς καρδίας». Ὑψώνουμε τὸ κεφάλι ὡς δεῖγμα ἀνατάσεως καὶ ἀνυψώσεως.


Χωρὶς ἀργία καὶ ἀπεργία

   Ὁ ἀρχισυνάγωγος ἤθελε νὰ βάλει ὡράριο στὴν λειτουργία τῆς ἀγάπης: «Μὴ τῇ ἡμέρα τοῦ Σαββάτου» (στ. 14). Τὴν κατ’ ἐξοχὴν ἡμέρα τοῦ Κυρίου ἀπαγόρευε στὸν Κύριο νὰ λειτουργεῖ. Ἀλλὰ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ θαυματουργεῖ ἀκατάπαυστα.

   Ὁ Διάβολος δὲν γνωρίζει ἀργίες καὶ ἀπεργίες. Κάνει μόνο καταλήψεις. Δουλεύει ἐπὶ 24ώρου βάσεως. Πολὺ περισσότερο ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν γνωρίζει ἀργία καὶ διακοπὴ στὶς ἐνέργειες τῆς ἀγάπης του. Ποτὲ δὲν διακόπτει τὸ ρεῦμα τῆς ἀγάπης του, ἔστω κι ἂν ἐμεῖς εἴμεθα κακοπληρωτὲς καὶ Τοῦ χρωστᾶμε τόσους λογαριασμούς. Ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ δὲν ἔχει ὅρια καὶ ὧρες. Εἶναι ἁπλῶς ὡραία καὶ ἀκατάπαυστη.

   Ὁ ἥλιος ἔχει ἀργίες; Παίρνει ποτὲ ἄδεια; Κάνει ἀπεργίες; Ἔτσι καὶ ὁ ἥλιος τῆς ἀγάπης, ποὺ ὀνομάζεται Ἰησοῦς Χριστός, ὁ λυτρωτικὸς ἥλιος τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν μας, ποτὲ δὲν παύει νὰ λειτουργεῖ, καὶ μάλιστα στὸ στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας, στὸν χῶρο τῆς ὀρθοδόξου Λατρείας.

   Προσοχὴ ὅμως! Λειτουργεῖ μὲν πάντοτε ὁ ἥλιος, ἀλλ’ ἐμεῖς φωτιζόμαστε μόνο ὅταν στὸ δικό μας ἡμισφαίριο ρίχνει τὶς ἀκτῖνες του. Ἡ ζωὴ ἔχει δύο ἡμισφαίρια: τὸ ἕνα τῆς παρούσης, τὸ ἄλλο τῆς μετὰ θάνατον ζωῆς. Ὁ ἥλιος τῆς ἀφέσεως καὶ σωτηρίας φωτίζει μόνο τώρα, σὲ τούτη τὴν ζωή, ὅσο βρισκόμασθε στὸ ἡμισφαίριο τῆς παρούσης ζωῆς. Τώρα εἶναι ἡ εὐκαιρία γιὰ μετάνοια καὶ ἐξομολόγηση. Τώρα εἶναι ἡ εὐκαιρία γιὰ ἀνόρθωση καὶ ἀνύψωση.

   Ἡ ἁμαρτία μᾶς κύρτωσε, μᾶς κατέβασε χαμηλά, μᾶς μετέβαλε σὲ πτώματα. Ἡ μετάνοια μᾶς κάνει ἀνορθωμένους, ἀναστημένους καὶ χαρούμενους.


* Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ Κυριακοδρόμιο Εὐαγγελίων», ἔκδοσις δευτέρα, Ἀθήνα 1999, σελ. 202 - 207. (Τὰ ἔντονα στοιχεῖα, ὑπὸ ἱερομ. Ν.)