Σάββατο 27 Ιανουαρίου 2024

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ τῆς ΚΥΡΙΑΚΗΣ




ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΙΕ΄ ΛΟΥΚΑ

(κεφ. ιθ΄ 1-10)


   «Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, διήρχετο ὁ Ἰησοῦς τὴν Ἱεριχώ·

   καὶ ἰδοὺ ἀνὴρ ὀνόματι καλούμενος Ζακχαῖος, καὶ αὐτὸς ἦν ἀρχιτελώνης, καὶ οὗτος ἦν πλούσιος,

   καὶ ἐζήτει ἰδεῖν τὸν Ἰησοῦν τίς ἐστι, καὶ οὐκ ἠδύνατο ἀπὸ τοῦ ὄχλου, ὅτι τῇ ἡλικίᾳ μικρὸς ἦν.

   καὶ προδραμὼν ἔμπροσθεν ἀνέβη ἐπὶ συκομορέαν, ἵνα ἴδῃ αὐτόν, ὅτι ἐκείνης ἤμελλε διέρχεσθαι.

   καὶ ὡς ἦλθεν ἐπὶ τὸν τόπον, ἀναβλέψας ὁ Ἰησοῦς εἶδεν αὐτὸν καὶ εἶπε πρὸς αὐτόν· Ζακχαῖε, σπεύσας κατάβηθι· σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι.

   καὶ σπεύσας κατέβη, καὶ ὑπεδέξατο αὐτὸν χαίρων.

   καὶ ἰδόντες πάντες διεγόγγυζον λέγοντες ὅτι παρὰ ἁμαρτωλῷ ἀνδρὶ εἰσῆλθε καταλῦσαι.

   σταθεὶς δὲ Ζακχαῖος εἶπε πρὸς τὸν Κύριον· ἰδοὺ τὰ ἡμίση τῶν ὑπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοῖς πτωχοῖς, καὶ εἴ τινός τι ἐσυκοφάντησα, ἀποδίδωμι τετραπλοῦν.

   εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς ὅτι σήμερον σωτηρία τῷ οἴκῳ τούτῳ ἐγένετο, καθότι καὶ αὐτὸς υἱὸς Ἀβραάμ ἐστιν.

   ἦλθε γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ζητῆσαι καὶ σῶσαι τὸ ἀπολωλός.»


Ἀπόδοση στὴν νεοελληνική:

   Τὸν καιρὸ ἐκεῖνο, ἀφοῦ εἰσῆλθε ὁ Ἰησοῦς στὴν Ἰεριχώ, διάβαινε τὴν πόλη.

   Καὶ ἰδοὺ ὑπῆρχε ἐκεῖ ἕνας ἄνθρωπος, ὀνόματι Ζακχαῖος, καὶ αὐτὸς ἦταν ἀρχιτελώνης καὶ πολὺ πλούσιος.

   Καὶ ζητοῦσε νὰ δεῖ τὸν Ἰησοῦ, ποιός εἶναι, καὶ δὲν μποροῦσε ἕνεκα τοῦ πολλοῦ πλήθους, διότι αὐτὸς ἦταν μικρὸς κατὰ τὸ ἀνάστημα.

   Κι ἀφοῦ ἔτρεξε ἐμπρός, ἀνέβηκε σὲ μιὰ συκομορέα, χωρὶς νὰ λογαριάσει τὴν θέση καὶ τὴν ἡλικία του, γιὰ νὰ δεῖ τὸν Ἰησοῦ, διότι ἀπ’ τὸν δρόμο ἐκεῖνο θὰ περνοῦσε.

   Καὶ ὁ Κύριος ἀμέσως μόλις ἔφθασε στὸν τόπο τῆς συκομορέας, ὕψωσε τὰ μάτια του, τὸν εἶδε κ’ εἶπε πρὸς αὐτόν: Ζακχαῖε, κατέβα γρήγορα, διότι σήμερα πρέπει νὰ μείνω στὸ σπίτι σου.

   Καὶ ὁ Ζακχαῖος κατέβηκε γρήγορα καὶ τὸν ὑποδέχθηκε μὲ μεγάλη χαρά.

   Κι ὅταν εἶδαν τὸ γεγονὸς αὐτό, γόγγυζαν ὅλοι μεταξὺ τους καὶ μὲ ἀγανάκτηση ἔλεγαν, ὅτι μπῆκε νὰ καταλύσει στὸ σπίτι ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου.

   Στάθηκε δὲ ὁ Ζακχαῖος μπροστὰ στὸν Κύριο καὶ τοῦ εἶπε: Κύριε, ἰδού, τὰ μισὰ ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντά μου τὰ δίδω στοὺς φτωχούς. Καὶ ἂν τυχόν, σὰν τελώνης ποὺ εἶμαι, ἀδίκησα μὲ ψευδεῖς μαρτυρίες κάποιον καὶ εἰσέπραξα περισσότερα, τοῦ τὰ ἐπιστρέφω τετραπλάσια.

   Ὁ Ἰησοῦς βλέποντας τὴν εἰλικρινῆ μετάνοια τοῦ Ζακχαίου εἶπε πρὸς αὐτὸν ὅτι: Σήμερα στὸ σπίτι τοῦτο ἦλθε σωτηρία ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ, διότι καὶ αὐτὸς ὁ ἀρχιτελώνης εἶναι ἀπόγονος τοῦ Ἀβραάμ, ὁ ὁποῖος εἶχε λάβει ἀπὸ τὸν Θεὸ ὑποσχέσεις γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἀπογόνων του.

   Διότι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἦλθε νὰ ἀναζητήσει καὶ σώσει τὸν ἁμαρτωλὸ ἄνθρωπο, ποὺ μοιάζει μὲ τὸ χαμένο πρόβατο.