Ὁ ἅγιος μάρτυς Εὐβίοτος
Ἑορτάζει τὴν ιη΄
(18η) Δεκεμβρίου.
ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ*
Ἤθλησεν Εὐβίοτος ἄχρις αἱμάτων,
Βίου δὲ τέρμα χωρὶς εὗρεν αἱμάτων.
Τοῦτος ὁ ἅγιος μάρτυς Εὐβίοτος ἦταν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Μαξιμιανοῦ, ἐν ἔτει σϞη΄ (298), καταγόμενος ἀπὸ ἕνα χωριὸ ὀνομαζόμενο Πτωκετό, τὸ ὁποῖο βρίσκεται στὴν ἐπαρχία τὴν καλουμένη τοῦ Ὀψικίου. Ἐκεῖ γεννήθηκε, ἐκεῖ ἀνατράφηκε κι ἐκεῖ ἔλαβε τὸ τέλος τῆς ζωῆς του.
Ἐπειδὴ
ὁ ἅγιος ζοῦσε θεάρεστη ζωὴ κ’ ἐργαζόταν (ἀσκοῦσε) κάθε εἶδος ἀρετῆς, γιὰ τοῦτο καὶ
δοκίμασε πολλὰ κακὰ ἀπ’ τοὺς εἰδωλολάτρες, τὸν περιέφεραν ἀπὸ ἕνα μέρος σὲ ἄλλο,
τὸν ἔδεναν καὶ τὸν ἔδερναν. Καὶ μάλιστα τὰ ἔπασχε αὐτὰ σὲ μεγάλο βαθμό, διότι τελοῦσε
πολλὰ θαύματα καὶ διὰ τῶν θαυμάτων ἐπέστρεφε πολλοὺς ἀπίστους στὴν πίστη τοῦ
Χριστοῦ.
Μιὰ
φορά, ἀφοῦ τὸν συνέτριψαν οἱ εἰδωλολάτρες μὲ ξύλα καὶ πέτρες, τὸν ἔβαλαν μέσα στὸ
πῦρ, κι ἐπειδὴ διὰ τῆς χάριτος τοῦ Χριστοῦ ἔμεινε ἀβλαβής, πολλοὶ βλέποντας τὸ παράδοξο
τοῦτο σημεῖο καὶ θαυμάζοντας πίστεψαν στὸν Χριστὸ καὶ βαπτίσθηκαν στὴν ἐκεῖ
Ἐκκλησία, ποὺ εἶχαν ἐγκαινιάσει οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι Παῦλος καὶ Σίλας.
Τοῦτα μαθαίνοντας
ὁ ἡγεμόνας τῆς Κυζίκου Λεόντιος ἔστειλε κ’ ἔφερε τὸν ἅγιο δεμένο μπροστά του κι
εὐθὺς προστάζει καὶ τὸν δέρνουν μὲ πέτρες στὸ στόμα καὶ στὰ σαγόνια καὶ στὶς
παρειές. Ἔπειτα τὸν κρεμᾶνε σὲ ξύλο καὶ καταξεσχίζουν τὸ σῶμά του μὲ τὰ μαστίγια
καὶ μετὰ τὸν δίνουνε στὰ θηρία γιὰ νὰ τὸν φᾶνε. Ἀλλ᾽ ἐπειδὴ ἔμεινε ἀπ’ αὐτὰ
ἀβλαβής, τὸν ρίχνουν στὴν φυλακή. Ἔτσι, πολλοὶ εἰδωλολάτρες βλέποντας τὰ τόσα θαυμαστὰ
γεγονότα προστρέξανε στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ βαπτίσθηκαν. Τότε ὁ ἡγεμόνας πρόσταξε
τοὺς μονομάχους νὰ σφάξουν τὸν ἅγιο· ἐκεῖνοι ὅμως, ἐπειδὴ ἔπεσε σ’ αὐτοὺς σκοτάδι,
κατέσφαζαν ὁ ἕνας τὸν ἄλλο· κι ὁ μάρτυς μένοντας ἀβλαβὴς ἀπ’ αὐτοὺς ρίχτηκε
πάλι στὴν φυλακή.
Ἀφοῦ πέρασαν
εἰκοσιδύο ἡμέρες, ἀκούστηκε θεόπεμπτο καὶ χαροποιὸ μήνυμα, ὅτι ὁ μέγας
Κωνσταντῖνος ἀνεβαίνει ἀπὸ τὰ δυτικὰ μέρη τῆς Εὐρώπης στ’ ἀνατολικά, γιὰ νὰ
πολεμήσει τὸν τύραννο Μαξιμιανό. Κι ἔτσι, ὁ Μαξιμιανὸς φοβήθηκε καὶ πρόσταξε νὰ
ἐλευθερωθοῦν ἀπὸ τὶς φυλακὲς καὶ τὰ δεσμὰ οἱ Χριστιανοί. Τότε λοιπὸν καὶ ὁ
πολύαθλος τοῦτος Εὐβίοτος ἐλευθερώθηκε ἀπ’ τὰ δεσμὰ κ’ ἐπέστρεψε στὸ κελλί του,
καὶ ἀφοῦ ἔζησε ἀκόμη πέντε χρόνια καὶ πολλὰ θαύματα ἐπιτέλεσε, ἐν εἰρήνῃ παρέδωκε
τὴν ψυχή του στὸν Κύριο.
Ταῖς Αὐτοῦ
ἁγίαις πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.
* «Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν» τοῦ Ἁγίου
Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, τόμ. 2ος, σελ. 351, 352. (Μικρὴ φραστικὴ διασκευή, ὑπὸ ἱερομ. Ν. ἁγιορείτου).