Ὁ ἅγιος ἱερομάρτυς Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος
Ἑορτάζει τὴν κ΄
(20η) Δεκεμβρίου.
ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ*
Λέουσιν, Ἰγνάτιε, δεῖπνον προὐτέθης,
Κοινωνὲ δείπνου μυστικοῦ, θάρσους λέον.
Εἰκάδι Ἰγνάτιος θάνε γαμφηλῇσι λεόντων.
Τοῦτος ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος
ἦταν διάδοχος τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, κατεστάθη Πατριάρχης
τῆς Ἀντιοχέων Ἐκκλησίας, δεύτερος μετὰ τὸν Πατριάρχη Εὔοδο, καὶ ἐχρημάτισε μαθητὴς
Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου ὁμοῦ μὲ τὸν ἅγιο Πολύκαρπο τὸν Ἐπίσκοπο Σμύρνης, ἐν ἔτει
ρθ΄ (109).
Ὅταν ὁ βασιλιᾶς Τραϊανὸς περνοῦσε ἀπ’ τὴν Ἀντιόχεια γιὰ νὰ πάει στοὺς Πάρθους, τότε προσφέρθηκε σ’ αὐτὸν ὁ μέγας τοῦτος Ἰγνάτιος. Κι ἐπειδὴ συζήτησε πολὺ μαζί του περὶ τῆς πίστεως στὸν Χριστό, γνώρισε ἐκ τούτου ὁ βασιλιᾶς τὸ ἀμετακίνητο τῆς γνώμης του. Ἔτσι, παρευθὺς δέρνεται ὁ ἅγιος μὲ μολύβδινες σφαῖρες· ἔπειτα ἁπλώνοντας τὰ χέρια του δέχεται φωτιὰ σὲ αὐτά· μετὰ ταῦτα καίγεται στὰ πλευρὰ μὲ θυμιατὰ γεμᾶτα ἄνθρακες καὶ ἀλειμμένα μὲ ἔλαιο· ἔπειτα στέκεται πάνω σὲ ἀναμμένους ἄνθρακες καὶ γδέρνεται μὲ σιδερένια νύχια.
Κ’ ἐπειδὴ ἀπ’ ὅλα τοῦτα φυλάχθηκε ἀβλαβὴς διὰ θείας χάριτος, τὸν ἀπέστειλε ὁ βασιλιᾶς δεμένον στὴν Ρώμη, γιὰ νὰ δοθεῖ στὰ θηρία νὰ τὸν φᾶνε. Διερχόμενος δὲ ὁ ἅγιος ἀπὸ διαφόρους τόπους καὶ Ἐκκλησίες στήριζε τοὺς ἐκεῖ Χριστιανοὺς μὲ τὶς διδασκαλίες του. Κι ὅταν ἦλθε στὴν Ρώμη παρακάλεσε τὸν Θεὸ καὶ τοὺς Χριστιανοὺς τῆς Ρώμης νὰ μὴ ἐμποδίσουν τὰ θηρία, ἀλλὰ νὰ τ’ ἀφήσουν νὰ τὸν φᾶνε καὶ νὰ τὸν ἀλέσουν σὰν σιτάρι μὲ τὰ δόντια τους, γιὰ νὰ γίνει ἄρτος γλυκὺς καὶ καθαρὸς στὸν Θεό. Ρίχθηκε λοιπὸν ὁ μακάριος ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ στὸ μέσο τοῦ καλουμένου Ἀμφιθεάτρου καὶ καταξεσχίσθηκε ἀπ’ τὰ λιοντάρια ποὺ ὅρμησαν ἐναντίον του, ἔφαγαν ὅλες του τὶς σάρκες, κι ἄφησαν μόνο τὰ παχύτερα κόκκαλα, τὰ ὁποῖα ἀφοῦ συνάθροισαν οἱ Χριστιανοὶ τὰ ἔφεραν στὴν Ἀντιόχεια.
Τοῦτος
ὁ μακάριος Ἰγνάτιος ἦταν ἐκεῖνο τὸ νήπιο, ποὺ ζήτησε ὁ Δεσπότης Χριστὸς κι ἀφοῦ
τὸ ἔπιασε καὶ τὸ ἀγκάλιασε εἶπε τοῦτα τὰ λόγια: «Ὅστις οὖν ταπεινώσει ἑαυτὸν
ὡς τὸ παιδίον τοῦτο, οὗτός ἐστιν ὁ μείζων ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν· καὶ ὃς
ἐὰν δέξηται παιδίον τοιοῦτον ἓν ἐπὶ τῷ ὀνόματί μου, ἐμὲ δέχεται» (Ματθ.
ιη΄ 4, 5). Γι’ αὐτό, ἀπ’ τὴν αἰτία αὐτὴ ὀνομάσθηκε ὁ
ἅγιος τοῦτος κατ᾿ ἐξαίρετον τρόπο Θεοφόρος.
Ταῖς Αὐτοῦ
ἁγίαις πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.
* «Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν» τοῦ Ἁγίου
Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, τόμ. 2ος, σελ. 376-379. (Μικρὴ φραστικὴ
διασκευή, ὑπὸ ἱερομ. Ν. ἁγιορείτου).