Εἶπε Γέρων…
Τί
πρέπει νὰ κάνω Ἀββᾶ, γιὰ νὰ κερδίσω τὸν Παράδεισο; ρώτησε κάποιος νέος τὸν ὅσιο Ποιμένα.
— Ὁ Πατριάρχης Ἀβραάμ, τοῦ ἀποκρίθηκε ἐκεῖνος, ὅταν ἐγκαταστάθηκε στὴν γῆ
τῆς ἐπαγγελίας ἀγόρασε γιὰ τὸν ἑαυτό του μνῆμα καὶ μ᾿ αὐτὸ κληρονόμησε τὴ γῆ.
— Τί σημασία ἔχει τὸ μνῆμα; ζήτησε νὰ μάθει ὁ Ἀδελφός.
— Τόπος πένθους καὶ δακρύων, ἐξήγησε ὁ Ὅσιος.
Ὅταν
νοιώσεις κατάνυξη στὴν καρδιά σου, συμβουλεύει κάποιος Γέροντας, ἄφησε κάθε
ἄλλη ἀπασχόληση καὶ πὲς στὸ λογισμό σου:
«Μήπως πλησιάζει ἡ μέρα τοῦ θανάτου μου καὶ μοῦ στέλνει πένθος καὶ
δάκρυα ὁ Θεός γιὰ νὰ μὲ σώσει;»
Ἡ
νηστεία, ἔλεγε ὁ ἀββᾶς Ὑπερέχιος, εἶναι χαλινάρι ποὺ συγκρατεῖ τὶς κατώτερες
ὁρμές. Ὅποιος τὴν περιφρονεῖ, μοιάζει μὲ ἀχαλίνωτο ἄλογο.
Κάποτε
ρώτησαν οἱ Ἀδελφοὶ ἕναν ἅγιο Γέροντα:
— Τί καλὸ ἔχεις κάνει στὴ ζωή σου, Ἀββᾶ, γιὰ
νὰ σοῦ χαρίσει τόση διάκριση καὶ σοφία ὁ Θεός;
— Δὲν ἄφησα ποτὲ στὸ νοῦ μου σκέψη ποὺ νὰ
δυσαρεστεῖ τὸν Θεό, ἀποκρίθηκε
ταπεινὰ ἐκεῖνος.
«Ἁμαρτία
πρὸς θάνατον», γράφει ὁ ἀββᾶς Μᾶρκος
ὁ Ἀσκητής, εἶναι κάθε ἀμετανόητη ἁμαρτία. Οὔτε αὐτὸς ὁ Ἀγαθὸς καὶ Φιλάνθρωπος
Θεὸς συγχωρεῖ τὸν ἀμετανόητο ἁμαρτωλό. Οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι αἰσθάνονται
συχνὰ λύπη καὶ ἀηδία γιὰ τὶς ἁμαρτίες τους, δέχονται ὅμως μὲ εὐχαρίστηση τὶς
ἀφορμές τους.