Κυριακή 16 Αυγούστου 2020

Ὁ Πειρασμὸς τοῦ φαγητοῦ


 

Ὁ Πειρασμὸς τοῦ φαγητοῦ

 

Τοῦ μακαριστοῦ

Ἀρχιμ. Ἰωὴλ Γιαννακοπούλου*

 

    Ὁ πειρασμὸς τοῦ φαγητοῦ. Δύο εἶναι οἱ μαχόμενοι στὴν ἔρημο γιὰ τὸ φαγητὸ ὁ Διάβολος καὶ ὁ Θεάνθρωπος.

 

   1) Ὁ Διάβολος λέγει στὸν Χριστό: «Εἰ υἱὸς εἶ τοῦ θεοῦ, εἰπὲ ἵνα οἱ λίθοι οὗτοι ἄρτοι γένωνται»1. Ὁ ἀπαγορευμένος καρπὸς ὑπῆρξε τὸ μέσον, διὰ τοῦ ὁποίου ὁ διάβολος μὲ τὴ μορφὴ ὄφεως ἀπάτησε  τὸν πρῶτο Ἀδάμ. Διὰ τοῦ ἄρτου πειράζει ὁ Διάβολος μὲ μορφὴ ἀνθρώπου τὸν δεύτερο Ἀδάμ, τὸν Ἰησοῦ. Ὁ Διάβολος ἄκουσε στὸν Ἰορδάνη τὴν φωνὴ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τοῦ Ἰωάννου, ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ υἱὸς ὁ ἀγαπητὸς καὶ ὁ ἀμνὸς ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου. Βλέπει τὸν Χριστὸ νὰ πεινᾶ. Ἐπειδὴ λοιπὸν ὁ διάβολος ὅπως καὶ ὁ Ἑβραϊκὸς ὄχλος περίμεναν πολιτικὸν Μεσσία μὲ κοσμικὴ δύναμη, ἀμφιβάλλουν περὶ τοῦ Ἰησοῦ. Γι’ αὐτὸ ὁ Σατανᾶς «ἐν ἀμφιβολίᾳ γενόμενος ἀμφιβόλους ἀφίησι φωνὰς καὶ ὥσπερ τῷ Ἀδὰμ προσελθὼν πλάττει τὰ μὴ ὄντα ἵνα μάθῃ τὰ ὄντα»2 ἔτσι καὶ ἐδῶ, κατὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο, προσέρχεται ὁ Διάβολος καὶ πειράζει τὸν Χριστό, ὅταν μετὰ 40 ἡμερῶν νηστεία αἰσθάνθηκε τὸ βαθύτατο αἴσθημα τῆς πείνας. Καὶ τί λέγει πρὸς τὸν Ἰησοῦ; Δὲν λέγει ἀφοῦ πεινᾶς, πὲς ὁ λίθος τοῦτος νὰ γίνει ἄρτος, ἀλλὰ «ἐὰν εἶσαι υἱὸς τοῦ Θεοῦ εἰπὲ ἵνα οἱ λίθοι οὗτοι…». Τοῦτο ἔκαμε ὁ Διάβολος, κατὰ τὸν Χρυσόστομο, «νομίζων ὑποκλέπτειν αὐτὸν τοῖς ἐγκωμίοις καὶ πεῖναν ἐσίγησεν, ἵνα μὴ δόξῃ ὀνειδίζειν. Διὸ κολακεύων αὐτὸν τῆς ἀξίας μέμνηται μόνης»3. Πόση ἡ πλεκτάνη τοῦ Σατανᾶ! Ἐκλέγει τὸν χρόνο καὶ τὸν τρόπο τοῦ πειρασμοῦ!

 

   2) Καὶ ὁ Θεάνθρωπος; «Οὐκ ἐπ᾽ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος, ἀλλ᾽ ἐπὶ παντὶ ῥήματι ἐκπορευομένῳ διὰ στόματος Θεοῦ»4. «Τὸν τῦφον αὐτοῦ καθαιρῶν καὶ δεικνὺς οὐκ αἰσχύνης ἄξιον ὂν τὸ συμβὰν οὐδὲ ἀνάξιον τῆς αὐτοῦ σοφίας, ὅπερ κολακεύων αὐτὸν ἐκεῖνος ἀπεσίγησε, τοῦτο εἰς μέσον Αὐτὸς προσφέρει»5 κατὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο. Ὁ Κύριος δὲν ἦλθε ὡς κοσμικὸς Μεσσίας νὰ φέρει κυρίως τὴν τροφὴ τοῦ σώματος ἀλλὰ ἦλθε ὡς Μεσσίας τῶν καρδιῶν, γιὰ νὰ φέρει τὴν τροφὴ τῆς ψυχῆς, ἡ ὁποία εἶναι ἡ ἀλήθεια. Πολλαπλασίασε βεβαίως λίγους ἄρτους καὶ μὲ αὐτοὺς χόρτασε 5.000 ἀνθρώπους τὴν μιὰ φορά, 4.000 τὴν ἄλλη, ὥστε νὰ μείνουν καὶ περισσεύματα ἀρκετά. Ἀλλὰ ἐκτὸς τῆς ἀνάγκης οὐδέποτε διένειμε ἄρτο, ὁ ὁποῖος εἶναι γῆ, ὕλη καὶ στὴν γῆ ἐπιστρέφει. Ἐὰν ὁ Κύριος ἦταν θαυματουργὸς φούρναρης μεταβάλλοντας τὶς πέτρες τῶν δρόμων σὲ ἄρτους, ὁ καθένας ποὺ ἀγαπᾶ τὴν κοιλία του, τὸ σῶμα του, θὰ τὸν ἀκολουθοῦσε καὶ θὰ προσποιοῦταν, ὅτι πίστευε στὰ λόγια Του. Ὀπαδοί Του θὰ ἦσαν καὶ τὰ σκυλιά! Ἀντιθέτως! Ὅποιος ἀκολουθεῖ τὸν Ἰησοῦ πρέπει νὰ εἶναι ἕτοιμος νὰ περιφρονήσει τὴν πεῖνα, τὸν πόνο καὶ τὴν συμφορά του. Τὸ ὑλικὸ φαγητὸ εὐκολώτερα τὸ βρίσκεις. Ἕνα σῦκο λησμονημένο σὲ μιὰ συκιά, ἕνα ψάρι μὲ ἕνα καλαμένιο δίχτυ, τροφὴ ὑλικὴ εἶναι κι αὐτή. Μπορεῖς νὰ τὸ βρεῖς. Τὸν οὐράνιο ὅμως ἄρτο δὲν θὰ μπορέσεις νὰ τὸν ἀποκτήσεις ὄχι ἂν δὲν νηστεύσεις σωματικῶς, ἀλλὰ ἂν δὲν πεθάνεις ψυχικῶς στὰ πάθη. Ὁ Κύριος ἀρνεῖται νὰ μεταβάλει τοὺς λίθους σὲ ἄρτους, δηλαδὴ τὴ νεκρὴ ὕλη σὲ ζωντανὴ ὕλη, εἶναι ἕτοιμος ὅμως νὰ μεταμορφώσει τὴν γῆ σὲ οὐρανό, σὲ βασιλεία Θεοῦ!

 

   3) Καὶ αὐτὰ τί σημαίνουν γιὰ μᾶς; Μὲ νηστεία ἀρχίζει τὸ δημόσιο ἔργο του ὁ Κύριος στὴν ἔρημο τώρα καὶ μὲ δεῖπνο τὸ τελειώνει κατὰ τὴν μεγάλη Πέμπτη. Πειρασμοὺς εἶχε ὁ Κύριος στὸ πρῶτο διὰ τοῦ Διαβόλου, πειρασμοὺς στὸ δεύτερο διὰ τοῦ Ἰούδα. Πράγματι! Νηστεία καὶ φαγητὸ εἶναι μεγάλοι πειρασμοί. Τρίτη, Πέμπτη, σάββατο, ὅταν δὲν εἶναι ἡμέρες νηστήσιμες, εἶναι δυνατὸν νὰ νηστεύουμε χωρὶς νὰ τὸ καταλάβουμε. Τετάρτη καὶ Παρασκευή, ποὺ πρέπει νὰ νηστεύουμε, ὄχι μόνο δὲν νηστεύουμε ἀλλὰ πρὶν νὰ νηστεύσουμε κόβονται ταὰ πόδια μας ἀπὸ τὴ νηστεία. Τρώγουμε τὴν Τετάρτη καὶ νηστεύουμε τὴν Πέμπτη. Δὲν εἶναι αὐτὸς πειρασμὸς ὁλοφάνερος; Ἀλλὰ καὶ τὸ φαγητό! Πόσα παιδιὰ ἔχουν τόσο τὸν πειρασμὸ τοῦ φαγητοῦ, ὥστε διὰ τῶν πραγμάτων φωνάζουν «καλύτερα ἡ μάμμα μου παρὰ ἡ μάννα μου»; Πόσες μητέρες εἶναι τόσο ληχοῦδες, ὥστε ἐφαρμόζουν τὸ πρὸς εἰρωνεία λεγόμενο «νὰ τρώγει ἡ Μάννα καὶ τοῦ παιδιοῦ νὰ μὴ δίδει»; Πόσοι ἀδελφοί, φίλοι, σοφοὶ ἔχουν ὡς τιμόνι τῆς ἀδελφοσύνης, τῆς φιλίας, τοῦ μυαλοῦ τους τὴν κοιλιά τους, τὸ μάσημά τους, ὥστε ἐκεῖ ποὺ τρώγουν νὰ γαυγίζουν; Ἐὰν δὲν φάγουν, δαγκώνουν! Ὥστε ἢ γαύγισμα ἢ δάγκωμα ἔχουν. Κάθεται στὴν τράπεζα ἡ οἰκογένεια καὶ ἡ νοικοκυρὰ σερβίρει. Τὰ μάτια πρῶτα, οἱ λογισμοὶ ἔπειτα ἐξετάζουν σὲ ποιὸν ἔπεσε τὸ καλύτερο φροῦτο, τὸ καλύτερο τεμάχιο κρέατος καὶ ἀρχίζει ὁ διάβολος «εἰ υἱὸς εἶ…» ἂν σὲ ἀγαποῦσαν… θὰ σοῦ ἔδιδαν τὸ καλύτερο. Σὲ περιφρονοῦν, ὑποτιμοῦν! Στὴν κοιλιὰ εἰσέρχεται τὸ φαγητὸ στὴν ψυχὴ τὸ δηλητήριο. Γιατί;

   Διότι δὲν μάθαμε ὅτι «οὐκ ἐπ᾽ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος». Ὁ ἄνθρωπος δὲν τρέφεται μόνο μὲ ψωμὶ ἀλλὰ μὲ τὸν ἐνθουσιασμό, τὴν ἀγάπη καὶ τὴν Ἀλήθεια προερχόμενα ἀπὸ τὸν Θεό. Τί τὰ θέλεις τὰ μπιφτέκια, ὅταν εἶσαι μαραμένος ἄνθρωπος; Τί τὰ θέλεις τὰ πλούσια συμπόσια, ὅταν οὔτε ἀγαπᾶς κανένα, οὔτε ἀγαπιέσαι ἀπὸ κανένα. Τί τὸ θέλεις τὸ γερὸ μυαλό, ὅταν τιμόνι του εἶναι ἡ κοιλιά σου καὶ ὄχι ἡ Ἀλήθεια καὶ ἀπὸ τὸ στόμα σου βγαίνουν γαυγίσματα, λόγια ἀσυνάρτητα καὶ ὄχι λόγια καθαρὰ ἐνδύματα φωτεινὰ τῆς φωτεινῆς Ἀλήθειας; Ὁ ἐνθουσιασμὸς εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος θὰ σοῦ δώσει τὴν δύναμη νὰ νηστεύσεις μὲ χαρὰ καὶ ἀπόφαση. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἐκείνη, ἡ ὁποία θ’ ἀπαντήσει στοὺς ψιθύρους τοῦ διαβόλου κατὰ τὴν διανομὴ τοῦ φαγητοῦ στὴν τράπεζα, ὅτι παραθεωρεῖσαι, τὸ «οὐκ ἐπ᾽ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ὁ ἄνθρωπος…». Τί τὸ θέλεις τὸ ψωμί, ὅταν δὲν βρῆκες τὴν Ἀλήθεια; Γλυκάθηκε ὁ λάρυγγας. Γαλήνεψε ἡ ψυχή σου; Ὅλη ἡ ἔρημος γέμισε ψωμιά. Ἔφυγε ὅμως καὶ ἡ ἐρημιὰ ἀπὸ μέσα σου;

   Ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι δὲν τρώγουν γιὰ νὰ ζοῦν, ἀλλὰ ζοῦν γιὰ νὰ τρώγουν, ἂς ἔχουν ὑπ’ ὄψιν τους τὸ ἑξῆς:

   Ἕνας περίφημος ἄγγλος χημικὸς δίνοντας μιὰ διάλεξη ὅρισε τὰ συστατικὰ τοῦ σώματος τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ ὁποίου τὸ βάρος εἶναι 65 κιλὰ ὡς ἑξῆς: Νερὸ 45 κιλά, λίπη γιὰ 7 κομμάτια σαποῦνι, ἄνθρακας, ὥστε νὰ φτιαχτοῦν 9.000 μολύβια, φώσφορος, ὥστε νὰ κατασκευαστοῦν 2.200 σπίρτα, μαγνήσιο γιὰ μία δόση καθαρτικοῦ, σίδηρος βάρους ἑνὸς καρφιοῦ, ἄσβεστος τόσος, ὥστε νὰ ἀσπρισθεῖ ὁ τοῖχος ἑνὸς μικροῦ δωματίου! Ἂν εἶσαι λοιπὸν μόνο σῶμα, ἰδοὺ τὶ εἶσαι καὶ πόσο ἀξίζεις! Εἶναι τιμητικό σου; Κάθε ἄλλο!

   Ἀναγνώστη μου! Ἰδοὺ ὁ πειρασμὸς τοῦ Κυρίου στὸ φαγητὸ καὶ ἡ ἀπάντησή Του. Ἰδοὺ οἱ δικοί μας πειρασμοὶ καὶ ἡ ἀπάντηση. Ἂς μάθουμε νὰ νηστεύουμε, ἀφοῦ καὶ ὁ Κύριος νήστευσε.

 

 

* Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ», δεύτερος τόμος, Καλάμαι 1952, σελ. 37-39. (Οἱ μικρὲς φραστικὲς παρεμβάσεις, τὰ ἔντονα στοιχεῖα, οἱ ὑποσημειώσεις καὶ τὰ σχόλια, ὑπὸ ἱερομ. Ν.)

 

 

1. Ματθ. δ΄ 3.

2. Εἰς τὸ κατὰ Ματθαῖον, ὀμιλία ΙΓ΄: «…ἐν ἀμηχανίᾳ γενόμενος, ἀμφιβόλους ἀφίησι φωνάς. Καὶ ὥσπερ τῷ Ἀδὰμ προσελθὼν παρὰ τὴν ἀρχήν, πλάττει τὰ μὴ ὄντα, ἵνα μάθῃ τὰ ὄντα…», δηλαδή: Ἐπειδὴ βρέθηκε σὲ ἀμηχανία, μιλάει μὲ ἀμφιβολία. Καὶ ὅπως ἀκριβῶς πλησιάζει τὸν Ἀδὰμ κατ᾿ ἀρχάς, καὶ πλάθει ψεύτικες πραγματικότητες (χρησιμοποιεῖ τὸ ψεῦδος) γιὰ νὰ μάθει τὴν πραγματικότητα (ἀλήθεια).

3. Ὅπ. παραπ.: «…νομίζων ὑποκλέπτειν αὐτὸν τοῖς ἐγκωμίοις. Διὸ καὶ τὴν πεῖναν ἐσίγησεν, ἵνα μὴ δόξῃ προφέρειν αὐτῷ τοῦτο καὶ ὀνειδίζειν… Διὸ κολακεύων αὐτὸν ὑπούλως, τῆς ἀξίας μέμνηται μόνης», δηλαδή: Ἐπειδὴ νόμιζε ὅτι θὰ τὸν ξεγελάσει μὲ τὰ ἐγκώμια. Γι’ αὐτὸ ἀποσιώπησε καὶ τὴν πεῖνα, γιὰ νὰ μὴ φανεῖ ὅτι τὴν ἀναφέρει γιὰ νὰ τὸν ὀνειδίσει (ντροπιάσει, ταπεινώσει). Γι’ αὐτὸ κολακεύοντας τὸν Χριστὸ ὕπουλα, κάνει λόγο μόνο γιὰ τὴν ἀξία του.

4. Ματθ. δ΄ 4.

5. Ὅπ. παραπ.: «Τὸν τῦφον αὐτοῦ καθαιρῶν,καὶ δεικνὺς οὐκ αἰσχύνης ἄξιον ὂν τὸ συμβάν, οὐδὲ ἀνάξιον τῆς αὐτοῦ σοφίας, ὅπερ κολακεύων αὐτὸν ἐκεῖνος ἀπεσίγησε, τοῦτο εἰς μέσον αὐτὸς προφέρει καὶ τίθησι», δηλαδή: Γιὰ νὰ ταπεινώσει τὴν ἔπαρσή του καὶ ν’ ἀποδείξει ὅτι τὸ γεγονὸς πὼς πείνασε δὲν ἦταν ἄξιο ντροπῆς, οὔτε ἀνάξιο τῆς σοφίας Του, τὸ ὁποῖο ὁ διάβολος ἀποσιώπησε χάριν κολακείας, αὐτὸ ἀκριβῶς ἀναφέρει καὶ θέτει στὸ κέντρο τῆς συζήτησης.