Κυριακή 9 Αυγούστου 2020

Ἡ Μόνωση


Ἡ Μόνωση

 

Τοῦ μακαριστοῦ

Ἀρχιμ. Ἰωὴλ Γιαννακοπούλου*


   μόνωση εἶναι ἔπειτα ἀπὸ τὴν τριακονταετῆ ἀφάνεια τοῦ Κυρίου ἡ τελευταία προετοιμασία Του, πρὶν ἐξορμήσει στὸ δημόσιο ἔργο Του. Τὴν μόνωση τὴν καταστρέφει τὸ πολυθόρυβο καὶ πολυτάραχο. Ἂς δοῦμε καὶ τὰ δύο. Τὴ νόσο καὶ τὴν ὑγεία.

   1) Ἡ νόσος τοῦ πολυθορύβου: Ὁ ἄνθρωπος ἀσφαλῶς πρέπει νὰ εἶναι κοινωνικός. Τοῦτο ἀπαιτοῦν ἡ γλῶσσα, τὴν ὁποία τοῦ ἔδωκε ὁ Θεός, γιὰ νὰ συνομιλεῖ μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους καὶ οἱ ἐπαγγελματικὲς ἀνάγκες, χάριν τῶν ὁποίων ἔρχεται σὲ σχέση μὲ ἄλλους ἀνθρώπους. Πολλοὶ ὅμως ἔχουν νοσηρὴ κοινωνικότητα νομίζοντας, ὅτι μόνο κοινωνικὰ ὄντα εἶναι καὶ γιὰ τοῦτο ἐπιδιώκουν πολλὲς καὶ ἐπιπόλαιες σχέσεις ἢ λίγες ἀλλὰ στενὲς μέχρι προσκολλήσεως.

   Καὶ οἱ πρῶτοι ποὺ ἐπιδιώκουν πολλὲς καὶ ἐπιπόλαιες σχέσεις εἶναι ἀργόσχολοι, μποέμιδες, γυρίζουν ἀπὸ σπίτι σὲ σπίτι, ἀπὸ μαγαζὶ σὲ μαγαζί, ἀπὸ καφενεῖο σὲ καφενεῖο, ἀπὸ ταβέρνα σὲ ταβέρνα. Ζυμώνουν ὅλες τὶς λάσπες τῶν δρόμων μὲ τὰ πόδια τους. Προτιμοῦν νὰ σταλίζουν κάτω ἀπὸ τοὺς τσίγκους καὶ νὰ βρέχονται, νὰ ριγοῦν, παρὰ νὰ εἶναι στὸ ζεστὸ σπίτι τους μόνοι τους. Γιατί; Θέλουν νὰ βροῦν ἀνθρώπους καὶ νὰ ποῦν τόσα λόγια, ὥστε νὰ ζαλιστοῦν, νὰ σκεφτοῦν τόσο πολύ, ὥστε νὰ βυθιστεῖ ὁ ἕνας στὸν ἄλλον καὶ ὁ καθένας νὰ ξεχάσει τὸν ἑαυτό του. Τέλος καὶ οἱ δύο μὲ τὰ λόγια καὶ τὶς σκέψεις τους νὰ ἀνταλλάσσουν μερικὰ ψεύτικα μαγικὰ παλάτια εὐτυχίας καὶ ἀπέρχονται χωρὶς καμμιὰ θετικὴ ὠφέλεια. Καὶ τὸ χειρότερο! Οἱ ἀργόσχολοι τοῦτοι, ἂν δὲν κατορθώσουν τὰ ἀνωτέρω, εἶναι ἀνήσυχοι, ἀηδιασμένοι, τρομαγμένοι!

   Οἱ Δεύτεροι εἶναι προσκολλημένοι διὰ τῆς συγγένειας ἢ διὰ τῆς φιλίας σὲ ὁρισμένα ἄτομα ὥστε ἡ ψυχή τους νὰ μὴ ἔχει ἄλλα πρόσωπα ἐκτὸς τοῦ πατέρα, γυιοῦ, γυναῖκας, ἄνδρα, φίλου, φίλης. Καὶ βλέπετε γονεῖς τόσο πολὺ νὰ προσκολλῶνται στὰ παιδιά τους, ἄνδρες στὶς γυναῖκες τους, γυναῖκες στοὺς ἄνδρες, φίλες στὶς φίλες τους, φίλοι στοὺς φίλους, ὥστε οὐδεὶς ἄλλος ὑπάρχει στὸν κόσμο ἐκτὸς αὐτῶν. Καὶ οἱ μὲν κοντινότεροι συγγενεῖς ἐκδηλώνουν τὴν προσκόλλησή τους μὲ συχνὰ φιλήματα καὶ θωπείες, οἱ δὲ φίλοι μὲ ἀστεῖα καὶ χειρονομίες. Καὶ ἀκοῦτε καὶ βλέπετε ἀστεϊσμοὺς χονδρικοὺς καὶ χειρονομίες τολμηρές, ὥστε νὰ συχαίνεται κανεὶς τὸν ἑαυτό του, ὄχι μόνο ὅταν τὰ βλέπει, ἀλλὰ καὶ ὅταν τὰ θυμᾶται ἀκόμη. Γιατί ἆραγε ἡ τόση προσκόλληση; Ἰδού. Ἐκεῖνο ποὺ ταράζει τὸν ἄνθρωπο εἶναι ἡ ἐσωτερικὴ ψυχικὴ καὶ ἐξωτερικὴ ἐρημιὰ καὶ τὸ χάος. Ἡ μόνωση εἶναι ἐρημιὰ καὶ χάος. Γι’ αὐτὸ ἡ χειρότερη συντροφιὰ εἶναι ἡ παρέα τοῦ ἑαυτοῦ μας. Ἐπιδίδονται λοιπὸν στὴν ἀργοσχολία οἱ μέν, στὴ προσκόλληση οἱ ἄλλοι, γιὰ νὰ γεμίσουν τὴν ἐσωτερικὴ ἐρημιὰ καὶ γεφυρώσουν τὸ ἐσωτερικό τους χάος. Δυστυχῶς ὅμως ἀπὸ τὶς ἀστειότητες γεννιοῦνται οἱ παρεξηγήσεις, ἀπὸ δὲ τὸ θάνατο ἑνὸς προσώπου, πρὸς τὸ ὁποῖο εἴμασθε προσκολλημένοι, τὸ ψυχικὸ χάος! Ὥστε ἀργοσχολία καὶ προσκόλληση ἰδοὺ ποὺ καταντοῦν, σὲ παρεξηγήσεις καὶ σὲ ψυχικὸ χάος! Ἰδοὺ ἡ νόσος τῶν πολλῶν σχέσεων καὶ τῶν προσκολλήσεων. Ἂς δοῦμε καὶ τὴν θεραπεία.

 

   2) Ἡ Θεραπεία: Μπροστά μας ὀρθώνεται τὸ παράδειγμα τοῦ Κυρίου. Ἦταν πλήρης περιεχομένου καὶ τοῦ καλύτερου περιεχομένου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τότε μεταβαίνει στὴν ἐξωτερικὴ ἐρημιά. Τὴ στιγμὴ ποὺ ἀναδεικνύεται στοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὸν Πρόδρομο, τότε αἰσθάνεται τὴν ἀνάγκη τῆς ἀπομάκρυνσης ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Ἐμεῖς δὲν ἔχουμε τὴν ὑψηλὴ κλήση νὰ μεταβοῦμε στὴν ἐρημιά, ἔστω ἐπὶ ἡμέρες, ὅπως ὁ Κύριος, ἢ ἐπὶ ἔτη ὅπως οἱ Ἅγιοι, οἱ Ἀσκητές. Πρέπει ὅμως νὰ σεβόμαστε ἐκείνους, νὰ ταπεινοφρονοῦμε ἐμεῖς καὶ ν’ ἀποφεύγουμε τὶς ἀργοσχολίες, προσκολλήσεις, ἀπομονούμενοι ὁρισμένες ὧρες τουλάχιστον. Ἡ ἀπόσταση γιὰ ὁρισμένο χρονικὸ διάστημα καὶ ἡ εὐγένεια, ὅταν βρισκόμαστε μὲ ἄλλους, εἶναι πολὺ ἐνδεδειγμένες.

   Ἡ Ἀπόσταση. Γιὰ νὰ ἀγαπήσεις τοὺς ἀνθρώπους, πρέπει ἀπὸ καιροῦ εἰς καιρὸν νὰ τοὺς ἀφήνεις. Ἐὰν τοὺς πολυβλέπεις θὰ τοὺς βαρεθεῖς ἢ θὰ σὲ βαρεθοῦν. Πάρτε δύο φίλους, οἱ ὁποῖοι βλέπονται κάθε ὥρα. Οὔτε καλημέρα οὔτε βλέμματα ἀνταλλάσσουν. Ἐὰν ὅμως ἔχουν νὰ συναντηθοῦν πολὺ καιρὸ καὶ συναντηθοῦν, χύνονται σὲ φιλήματα, ἐναγκαλισμοὺς κ.λ.π. Τὸ φρεσκάρισμα λοιπὸν τῆς ἀγάπης εἶναι ἡ ἐπὶ κάποιο χρονικὸ διάστημα ἀπόσταση αὐτῶν ποὺ ἀγαπιοῦνται. Καὶ ὁ Κύριος ἐγκατέλειπε τοὺς μαθητές Του ἀπὸ καιροῦ εἰς καιρόν, διότι τοὺς ἀγαποῦσε. Ἐὰν στοὺς πολυθόρυβους καὶ πολυτάραχους συνιστᾶται ἡ ἀπόσταση ὡς φάρμακο, διότι εἶναι κάποιο εἶδος ἐρημιᾶς, μόνωσης, γιὰ ὅσους δείχνουν προσκόλληση καὶ ἀστεϊσμούς, συνιστᾶται ἡ εὐγένεια. Σὺ ποὺ ἔχεις πολλὲς οἰκειότητες μὲ τὶς φίλες ἢ φίλους, ἔχε ὑπ’ ὄψιν σου τὰ ἑξῆς:

   Ἡ Εὐγένεια. Ὁσοδήποτε φίλος σου καὶ ἂν εἶναι ὁ φίλος σου καὶ δὲν παρεξηγεῖσαι ἀπ’ αὐτὸν μὲ τὰ ἀστεῖα σου, τήρησε τὴν ἀπόστασή σου μὲ ἕνα «Κύριε» «σὲ παρακαλῶ» μὲ εὐγένεια, ποὺ δίδει μόνο ἡ εὐγενικὴ ψυχή σου. Σὺ ποὺ ἔχεις προσκολληθεῖ πολὺ στὴ γυναῖκα σου, στὸν ἄνδρα σου, στὸ παιδί σου, θυμήσου τὴν ὥρα τοῦ ἐνδεχομένου θανάτου τοῦ γυιοῦ σου, τῆς γυναῖκας σου, (τὰ πρόσωπα) στὰ ὁποῖα ἔχεις προσκολληθεῖ καὶ φρῖξε μπροστὰ στὸ ψυχικό σου χάος, τὸ ὁποῖο μέσα σου θ’ ἀνοίξει ὁ θάνατος αὐτῶν ποὺ λατρεύεις, διότι ἐνῶ τὸ παιδί σου θὰ κατέρχεται στὸν τάφο, ἐσὺ θὰ πέφτεις ψυχικὰ στὸ βάραθρο. Ἔχοντας ἀγάπη λοιπὸν φρόντισε μόνο νὰ θέσεις στὸ κέντρο τῆς καρδιᾶς σου καὶ νὰ λατρεύεις τὸν Θεό σου, διότι δὲν ἀποκλείεται ὁ θάνατος τοῦ λατρεμένου ἀπὸ σένα γυιοῦ, κόρης, συζύγου νὰ παρασύρει καὶ σένα λόγῳ τῆς πολλῆς λύπης στὸν τάφο, σὲ βλάβη τῶν ἄλλων  σου παιδιῶν.

   Ἀλλ’ ἐκτὸς τῆς σχετικῆς αὐτῆς ἀπόστασης χρειάζεται ἔστω ἐπὶ (μερικὰ) λεπτὰ τῆς ὥρας ἀπόλυτη ἐρημιὰ βράδυ ἢ πρωΐ, ἡ ὁποία λέγεται μόνωση.

 

   Μόνωση. Ἁγία στιγμή! Κατὰ τὴ στιγμὴ αὐτὴ συνομιλεῖς μὲ τὸν Θεὸ διὰ τῆς προσευχῆς καὶ γίνεσαι τὴν ὥρα ἐκείνη ἴσος μὲ τοὺς ἀγγέλους, τὰ Σεραφείμ, Χερουβείμ. Συμφιλιώνεσαι μὲ τοὺς ἀπόντες διὰ τῆς αὐτοεξέτασής σου φέρνοντας ἐνώπιόν σου τὰ πρόσωπα, μὲ τὰ ὁποῖα συγκρούσθηκες, τὰ ἄπρεπα λόγια, τὰ ὁποῖα ξεστόμισες. Καὶ εἶσαι ἕτοιμος τὴν ἑπομένη νὰ τοὺς δεῖς καινούργιος μὲ καινούργια καρδιὰ καὶ μάτια. Μόνο τῶν μετρίων ἀνθρώπων στεγνώνει τὸ στόμα ἀπὸ τὸν θυμὸ κατὰ τὴν ὥρα τῆς μοναξιᾶς τους καὶ ταράζεται ὁ ὕπνος τους ἀπὸ ἐκδίκηση. Ἡ μεγάλη ψυχὴ ὅ,τι δὲν μπορεῖ ἀπὸ ἀνθρώπινη ἀδυναμία νὰ συγχωρήσει ἀμέσως, τὸ σβήνει ἀπὸ τὴν καρδιά της κατὰ τὴ μόνωση. Ἄλλωστε πῶς θὰ ὑπομείνεις τὸν θάνατο, ποὺ εἶναι ἡ χειρότερη μόνωση, ἂν δὲν μπορεῖς νὰ ὑπομείνεις τὴ μόνωση αὐτή, ἡ ὁποία προλειαίνει τὴ μόνωση ἐκείνη;

   Ἀναγνώστη μου! 40 χρόνια ἔκαμε ὁ Μωϋσῆς στὴν ἔρημο χωρὴβ πρὶν γίνει ἀρχηγὸς τοῦ λαοῦ του, 40 ἡμέρες ἔμεινε μόνος στὸ Σινᾶ πλησίον τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ λάβει τὸν παλαιὸ Νόμο, 40 χρόνια περιπλανιόταν στὴν ἔρημο ὁ Ἑβραϊκὸς λαὸς πρὶν εἰσέλθει στὴ γῆ τῆς ἐπαγγελίας, 40 ἡμέρες ὁ Προφήτης Ἠλίας περιπλανιόταν στὴν ἔρημο ἀποφεύγοντας τὴν ὀργὴ τῆς Ἰεζάβελ, 40 ἡμέρες ὁ Κύριος στὴν ἔρημο, 40 τουλάχιστον λεπτὰ κάθε μέρα ἂς ἀφιερώνουμε κ’ ἐμεῖς γιὰ τὴ μόνωσή μας.

 

   Κάποιος σοφὸς ὁ Σοπενχάουερ1 τονίζοντας τὴν ἀνάγκη τῆς κατὰ καιροὺς μόνωσής μας γράφει τὰ ἑξῆς:

   Κάποτε ἦταν χειμώνας καὶ μερικοὶ σκαντζόχοιροι γιὰ νὰ ζεσταθοῦν κόλλησε ὁ ἕνας στὸν ἄλλον. Μ’ αὐτὸν ὅμως τὸν τρόπο μπῆκαν τὰ ἀγκάθια τοῦ ἑνὸς στὸ σῶμα τοῦ ἄλλου. Ἀναγκάσθηκαν νὰ ἀπομακρυνθοῦν. Οἱ πληγὲς ὅμως ἔκαμαν περισσότερο αἰσθητὸ τὸ ψῦχος. Κόλλησαν καὶ πάλι, γιὰ νὰ ἀπομακρυνθοῦν καὶ πάλι, διότι τὰ ἀγκάθια τοῦ ἑνὸς εἰσῆλθαν καὶ σ’ ἄλλα μέρη τοῦ σώματος καὶ οἱ πληγὲς ἔγιναν περισσότερες. Κοινωνία σκαντζοχοίρων εἶναι ἡ κοινωνία μας. Ὅπως οἱ σκαντζόχοιροι ἔχουν ἀγκάθια, οἱ ἄνθρωποι ἔχουν τὰ πάθη τους. Μὲ τὶς πολλὲς ἀστειότητες καὶ τὶς πολὺ στενὲς σχέσεις εἰσέρχονται τὰ ἀγκάθια -πάθη- τοῦ ἑνὸς στὴν ψυχὴ τοῦ ἄλλου. Γιὰ τοῦτο ὁ σοφὸς αὐτὸς συνιστᾶ keep your distance = διατήρησε τὴν ἀπόστασή σου διὰ τῆς εὐγένειας, μόνωσης, ἀπόστασής σου.

   Ἰδοὺ ἡ μόνωση τοῦ Κυρίου καὶ ἡ μόνωσή μας ὑπὸ τρεῖς μορφὲς ὡς ἀπόσταση, εὐγένεια καὶ μόνωση.

 

 

* Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ», δεύτερος τόμος, Καλάμαι 1952, σελ. 33-37. (Οἱ μικρὲς φραστικὲς παρεμβάσεις, τὰ ἔντονα στοιχεῖα & ὑποσημείωση, ὑπὸ ἱερομ. Ν.)

 

1. ἌρθουρἈρθοῦρος Σοπενχάουερ (Arthur Schopenhauer Ντάντσιχ Πρωσίας [σημερινὸ Γκντὰνσκ Πολωνίας] 22 Φεβρουαρίου 1788 – Φρανκφούρτη Γερμανία 21 Σεπτεμβρίου 1860). Γερμανὸς φιλόσοφος, ἰδεαλιστής, συνεχιστὴς τοῦ Κὰντ καὶ λάτρης τοῦ Πλάτωνος. Σπούδασε στὰ πανεπιστήμια τοῦ Γκέτινγκεν καὶ τοῦ Βερολίνου, μὲ καθηγητὲς τὸν καντιανὸ Σοῦλτσε καὶ τὸν Φῖχτε. Ἔργα του (τὸ κυριώτερο) «Ὁ κόσμος ὡς Βούληση καὶ ὡς παράσταση» (Λειψία 1819), «Περὶ τῆς Βούλησης στὴ φύση» (1836), «Οἱ βάσεις τῆς ἠθικῆς» (1841), «Πάρεργα καὶ παραλειπόμενα» (1851).