Τρίτη 22 Μαρτίου 2022

«Ὀρθόδοξος Μοναχισμὸς καὶ Ἱεραποστολή»




«Ὀρθόδοξος Μοναχισμὸς καὶ Ἱεραποστολή»


Τοῦ μακαριστοῦ

Γέροντος Θεοκλήτου Διονυσιάτου*


   «Φαίνεται πώς, πλὴν τῶν πολλῶν, καὶ ἀρκετοὶ ἐργάτες τοῦ Ἀμπελῶνος τοῦ Χριστοῦ, Κληρικοὶ καὶ Λαϊκοί, δὲν ἔχουν κατανοήσει, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι διαποτισμένη ἀπὸ τὸν μοναστικὸν βίον, ἔχει ἀδιάρρηκτες ἐσωτερικὲς σχέσεις μὲ τὸ πνεῦμα καὶ τὴν πρακτικὴ πεῖρα του, ὅτι αὐτὴ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τὸν ἔχει ἀναγάγει σὲ περιωπὴ ἀπαραίτητου θεσμοῦ, ὅτι ἀναγνωρίζει πὼς ἡ ὁδὸς τοῦ μοναχισμοῦ ἄγει στὴν τελειότητα, διὰ σταδιακῶν καθάρσεων καὶ ἀναβάσεων, τοὺς ἐφιεμένους, ὅτι χάρη στὸν μοναχικὸν βίον ἀνεδείχθησαν πλήθη ἁγίων ἐκ μοναχῶν καί, τέλος, χωρὶς αὐτὸν νοθεύεται ἡ Ὀρθοδοξία...


   Εἶναι ἀπαραίτητον νὰ σημειώσουμε, ὅτι σὰν αὐθεντικὸν κριτήριον ἀληθείας σὲ θέματα πνευματικὰ μέσα στὴν Ἐκκλησία, λειτουργεῖ ἡ πνευματικὴ παράδοση, ὅπως ἀντίστοιχα σὲ ἐπίπεδον δογμάτων εἶναι ἡ «συμφωνία τῶν Πατέρων».

   Λοιπὸν τὴν πνευματικὴ παράδοση τὴν ἐδημιούργησαν ἐκ μοναχῶν ἅγιοι Πατέρες καί, ἐπειδὴ εἶναι καρπὸς τοῦ ἁγίου Πνεύματος, παρουσιάζει κοινὴ πεῖρα καὶ κοινὴ διδασκαλίαν, παρεκτὸς κάποιων ἰδιοτυπιῶν, ποὺ δὲν ἅπτονται τῆς οὐσίας.

   Ἡ διδασκαλία - παράδοση τῶν Ὁσίων μας, ἔχει ἐνσωματωθεῖ στὰ γνωστὰ ἀσκητικὰ καὶ μοναστικὰ βιβλία. Ἀλλὰ καὶ εἰς αὐτὰ τὰ λειτουργικὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἀναφέρονται στὶς σχέσεις τῆς καθολικῆς ψυχῆς τῶν πιστῶν καὶ τοῦ Θεοῦ, ἔχουν ἀποθέσει τὴν σφραγῖδα τους.

   Δὲν εἶναι δὲ ὑπερβολὴ νὰ ὑποστηριχθῆ, ὅτι τὸ πνευματικὸν ἦθος τῆς Ὀρθοδοξίας, ἔχει διαμορφωθεῖ ἀπὸ τοὺς ἐκ μοναχῶν διδασκάλους της καὶ οἱ ἐμπειρίες τους εἶναι ψηλαφητὲς σ᾿ ὅλες τὶς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς της. Κι᾿ ἐνῶ εἶναι κυρίως διδάσκαλοι τῶν μοναχῶν, εἶναι κατ᾿ ἐπέκταση καὶ παιδαγωγοὶ τῶν λαϊκῶν.

   Σὰν μοναχοὶ ποὺ ὑπῆρξαν, τοποθετοῦν στὴν ἑξῆς κλίμακα πνευματικότητος τὰ ἔλλογα ὄντα: Ἄγγελοι - μοναχοί - λαϊκοί. Οἱ πρῶτοι παίρνουν τὸ φῶς τῆς γνώσεως ἀπὸ τὸν Θεόν· οἱ δεύτεροι ἀπὸ τοὺς Ἀγγέλους καὶ οἱ τρίτοι ἀπὸ τοὺς μοναχοὺς. «Φῶς μὲν μοναχοῖς, Ἄγγελοι· φῶς δὲ πάντων ἀνθρώπων, μοναδικὴ πολιτεία».

   Εἶναι λοιπὸν οἱ μοναχοὶ διδάσκαλοι «πάντων ἀνθρώπων»! Γιατί; Διότι γίνονται φορεῖς τῆς πιὸ βαθειᾶς πνευματικῆς πεῖρας σὲ ὅλες τὶς διαστάσεις τοῦ πνευματικοῦ κόσμου. Γίνονται μύσται στοὺς χώρους τῆς φύσεως, τῆς παραφύσεως καὶ τῆς ὑπερφύσεως. Καὶ γιατὶ αὐτοὶ καὶ ὄχι οἱ λαϊκοὶ ἀποβαίνουν «φῶς πάντων ἀνθρώπων», καὶ αὐτοὶ μόνοι ἀποκτοῦν αὐτὸ τὸ φῶς; Διότι ἀλλοτριοῦνται, κατὰ τὸ δυνατόν, ἀπὸ τὰ γήϊνα καί, ἀγωνιζόμενοι μὲ τὰ παραδοσιακὰ μέσα καὶ μεθόδους, ποὺ ὁδηγοῦν ἠγγυημένα στὴν ἀπελευθέρωση τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὰ πάθη, δέχονται θεῖον φωτισμὸν καὶ ἔτσι γίνονται «θείας φύσεως κοινωνοί», φυσικὰ καὶ ἑρμηνευταὶ τοῦ Θεοῦ.

   Μὲ ἄλλους λόγους, ἡ διαφορὰ μὲ τοὺς λαϊκούς, «ἐμπεπλεγμένους ταῖς τοῦ βίου πραγματεῖαις», συνίσταται στὸν χρόνον, στὸν χῶρον καὶ στὸν τρόπον. Ὁ χρόνος ὁλόκληρος, δοσμένος στὴν ἀπερίσπαστη πνευματικὴ προσπάθεια, ὁ χῶρος ἔρημος γιὰ τροφὴ τῶν παθῶν καὶ ἥσυχος, γιὰ τρυφὴ τῶν θείων καὶ ὁ τρόπος, παραδεδομένος ἀπὸ καθιερωμένους ἀθλητὰς τοῦ Χριστοῦ καὶ συνιστάμενος ἀπὸ τὶς ἱερὲς ἀσκήσεις τῶν νηστειῶν, ἀγρυπνιῶν, ἀδιαλείπτων προσευχῶν, ὑπακοῆς ἐν ταπεινώσει…

   Εἶναι λοιπὸν ἑπόμενον, ἕνας τέτοιος ἀγωνιστικὸς τρόπος ζωῆς, καθαρτικός, ἀναπλαστικὸς καὶ μεταμορφωτικὸς νὰ ἀποδίδη «καρπὸν πολύν», ἀφοῦ τὰ πάντα βοηθοῦν τὸν ἀγωνιζόμενον γιὰ τὴν ἐπιτυχία τοῦ σκοποῦ του, δηλαδὴ νὰ γίνη ἀνώτερος κόσμου, σαρκὸς καὶ κοσμοκράτορος καὶ «σκεῦος» τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πλήρης πείρας καὶ γνώσεως τῶν πνευματικῶν, ὅ,τι δηλαδὴ χρειάζεται κανεὶς γιὰ νὰ εἶναι διδάσκαλος καὶ φῶς «πάντων ἀνθρώπων»...


   Γιὰ νὰ μὴ μείνη καμμία ἀμφιβολία, ὡς πρὸς τὸ τί ἐννοοῦμε μὲ τὰ ἀνωτέρω, πρέπει νὰ διευκρινίσουμε, ὅτι ταῦτα λέγοντες δὲν προβάλλουμε τοὺς οἱουσδήποτε μοναχοὺς ὡς ὑπόδειγμα, ἀλλὰ τὴν μοναχικὴν διδασκαλίαν τῶν Ὁσίων Πατέρων, τὴν ἀπλανῶς ὁδηγοῦσαν εἰς τὴν θέωση τοὺς ἐπιθυμοῦντας καὶ βιαζομένους. Ἡ ὁποία δὲν πρέπει νὰ συγχέεται μὲ τὴν προσωπικὴν πολιτείαν τῶν μοναχῶν ὅλων τῶν ἐποχῶν. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ θεῖος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης δὲν λέγει «φῶς πάντων ἀνθρώπων» οἱ μοναχοί, ἀλλὰ ἡ «μοναδικὴ πολιτεία», ὡς θεσμός, ὡς κανόνες ἰδιοτύπου βίου, ποὺ θεραπεύουν τὶς ἄρρωστες ψυχές, τὶς χριστιανοποιοῦν, τὶς φωτίζουν καὶ τὶς ἁγιάζουν, ὡς διδασκαλία μοναδικὴ γιὰ τὴν συγκρότηση τῶν διδασκάλων τῆς διδασκαλίας τοῦ πραοτάτου Ἰησοῦ, ποὺ ἀποβλέπει στὴν ἕνωσή Του μὲ τὰ πλάσματά Του καὶ πραγματοποιεῖ αὐτὴν τὴν ἀνενόητη καὶ ὑπὲρ φύση ἕνωση.

   Τὸ βασικὸν λάθος, ὄχι μόνον τῶν κρινομένων σωματείων, ἀλλὰ καὶ τῆς διοικούσης καὶ ποιμαινούσης Ἐκκλησίας μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ ᾿21, ἦταν ἀκριβῶς ἡ περιφρόνηση τῆς μοναχικῆς διδασκαλίας, ἐξ ἀφορμῆς προκαταλήψεων ἢ ἀπουσίας φόβου καὶ ἀγάπης Θεοῦ. Καὶ ἡ «ἔνδικος μισθαποδοσία» τῆς παραθεωρήσεως τῶν φυσικῶν διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἡ ἀνυποληψία τοῦ λαοῦ πρὸς τοὺς ποιμένας του.

   Ἴσως, ἀμυνόμενοι… μᾶς εἴπουν, σύμφωνοι. Ἐμεῖς παραμένουμε ἀτελεῖς καὶ μὴ καλοὶ διδάσκαλοι, ὅπως ἰσχυρίζεσθε, ἐξ ἀφορμῆς τῆς μὴ ἀγωγῆς μας βάσει τῆς μοναστικῆς καὶ ἀσκητικῆς διδασκαλίας. Σεῖς γιατί δὲν εἶσθε τετελειωμένοι καὶ στὸ ἦθος καὶ τὶς διδαχές σας, ἀφοῦ ἀντλεῖτε τὴ γνώση ἀπὸ τὴν μοναστικὴ παράδοση;

   Πάλι στὸ λάθος, ποὺ ἐπεσήμανα προηγουμένως, πέφτει ἐκεῖνος ποὺ συγχέει μοναχισμὸν μὲ μοναχούς. Δὲν ἐξετάζω, ποιὸς μοναχὸς ἔχει ἢ δὲν ἔχει τελειωθῆ ἢ δὲν ἀπέκτησε σωστὴ γνώση ἢ λεπτὴ διάκριση. Δὲν ἔχει σημασία σὲ ποιὸ βαθμὸ καὶ μὲ ποιὰ συνέπεια ἀγωνίζονται οἱ διάφοροι μοναχοί.

   Μὲ ἄλλα λόγια δὲν κρίνω ἐλευθέρους ἀνθρώπους, ποὺ ρυθμίζουν τὸν βίον τους κατὰ βούληση, ἔστω κι᾿ ἂν κινοῦνται στὸν «ἀνελεύθερον» καὶ τελοῦντα ὑπὸ συγκεκριμένους κανόνες μοναστικὸν χῶρον, ἀλλὰ κρίνω τοὺς κανόνας, τὸν θεωρητικὸν τρόπον, τὰς μεθόδους καὶ τὴν γενικὴν διδασκαλίαν. Κρίνω συστήματα. Καὶ ἕνα θεωρητικὸν σύστημα δὲν κρίνεται ἀπὸ τὶς ἐκτροπές, κατὰ τὴν ἐφαρμογή του, ἀλλὰ ἀπὸ τὰ στοιχεῖα ποὺ τὸ συγκροτοῦν...

   Αὐτά ἐξετάζω, αὐτὰ κρίνω καὶ παραβλέπω, γιατὶ δὲν ἔχω δικαίωμα, τὸν χῶρον τῶν προσωπικῶν ἀτελειῶν. Τὸ κακὸν τῶν κακῶν συστημάτων δὲν εἶναι οἱ πρακτικὲς καταχρήσεις, ποὺ κάποτε διορθώνονται, ἀλλὰ τὸ νόθον, τὸ μὴ ἀληθές, τὸ κατὰ θεωρητικὴ βάση λαθεμένον, ποὺ σὰν στραβὸς «κανόνας» ὁδηγεῖ ἄφευκτα στὴν πλάνη.

   Λοιπὸν ὁ θησαυρὸς τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ ἐν ἁγίῳ Πνεύματι διδασκαλία τῶν Ὁσίων Πατέρων, ποὺ ἑρμήνευσαν τὸ Εὐαγγέλιον σ᾿ ὅλες τὶς διαστάσεις του, ἀκόμα καὶ στὶς πλέον ἀπύθμενες. Καὶ θὰ ἦταν συμφορὰ γιὰ ὁλόκληρον τὸν κόσμον σὲ ὅλους τοὺς αἰῶνες ἡ νόθευση τῆς θεοποιοῦ διδασκαλίας τους.


   Ἐφ᾿ ὅσον ἔχομεν λοιπὸν κοινὴν διδασκαλίαν οἱ Ὀρθόδοξοι, εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νὰ ὑποτασσώμεθα σ᾿ αὐτήν, ὥστε νὰ ἐξασφαλίζεται ἡ εἰρήνη ἀπὸ «τὸ αὐτὸ φρονεῖν». Καὶ διδασκαλία δὲν εἶναι μονάχα οἱ θεῖες Γραφὲς καὶ οἱ γενικοὶ κανόνες ἠθικῆς ζωῆς, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀσκητικὴ καὶ ἡσυχαστικὴ ἐμπειρία ἐν ἁγίῳ Πνεύματι τῶν Ὁσίων μας.

   Ἀφοῦ εἴμαστε ἕνα σῶμα ἀδιαίρετον μέσα στὴν Ἐκκλησία, μὲ κεφαλὴν τὸν Χριστόν, πῶς εἶναι νοητὸν νὰ μὴ ἔχωμεν ἑνότητα τὴν δεδομένη Διδαχή της; Ἔχοντες διάφορα χαρίσματα ἢ δικαίωμα ἐπιλογῆς μορφῆς ζωῆς, ἐντὸς τῶν δύο ἀκραίων ὁρίων γάμου - ἡσυχασμοῦ καὶ ἐπιλέγοντες τὴν προσαρμοζομένην στὴν μορφὴ τῆς ζωῆς μας εἰδικὴν διδασκαλίαν, παραλλήλως ὀφείλουμε νὰ ἀναγνωρίζουμε τὴν ἀξία τῆς ὅλης διδασκαλίας τῶν Ὁσίων, ἀντλοῦντες ὀφέλη, ὅσον δυνάμεθα…»

θ.μ.δ.


* Ἀποσπάσματα ὁμότιτλου ἄρθρου στὸ ἁγιορείτικο περιοδικὸ «Ἀθωνικοὶ διάλογοι», (ἀριθμ. τεύχ. 71-72, Ἀπρίλιος-Ἰούνιος 1980). (Οἱ ὑπογραμμίσεις καὶ τὰ ἔντονα στοιχεῖα στὸ κείμενο ὑπὸ ἱερομ. Ν. ἁγιορείτου.)