Κυριακή 20 Αυγούστου 2023

Ποιός μπορεῖ λοιπὸν νὰ μὲ κάμει καλά;




Ποιός μπορεῖ λοιπὸν νὰ μὲ κάμει καλά;


Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κρονστάνδης*


 

   Πόσο δυσκίνητοι εἴμαστε στὸ καλὸ καὶ πόσο ἐπιρρεπεῖς στὸ κακό! Τώρα θέλω νὰ κάμω καλὸ στὸν ἐχθρό μου, ἀλλὰ πρὶν ἑτοιμάσω γι’ αὐτὸ τὴν καρδιά μου, γίνομαι κακός. Θέλω νὰ εἶμαι ὑπομονετικός, ἀλλὰ πρὶν στερεώσω τὴν καρδιά μου στὴν ὑπομονή, μὲ κυριεύουν ἡ ἀνυπομονησία καὶ ἡ ἔξαψη. Θέλω νὰ εἶμαι ταπεινός, ἀλλὰ ὁ ἑωσφορικὸς ἐγωϊσμὸς κατέχει μέγα μέρος τῆς καρδιᾶς μου. Θέλω νὰ εἶμαι ἐλεήμων καὶ σπλαχνικός, ἀλλὰ ἡ ἀπληστία καὶ ἡ φιλαργυρία, σὰν πεινασμένα θηρία, μὲ ἐμποδίζουν. Θέλω νὰ εἶμαι ἁπλός, ἀληθινὰ πιστός, ἀλλὰ ἡ ἀμφιβολία μὲ κλυδωνίζει δεινά. Θέλω νὰ εἶμαι συγκεντρωμένος στὴν προσευχή, ἀπορροφημένος ἀπὸ τὴν λατρεία, ἀλλὰ ἡ ἀπροσεξία καὶ ἡ περιπλάνηση τῆς σκέψεως δὲν μὲ ἀφήνουν νὰ τὸ ἐπιτύχω. Θέλω νὰ ἀποσπασθῶ ἀπὸ τὰ γήϊνα ἀγαθά, νὰ εἶμαι ἐγκρατὴς στὴν τροφὴ καὶ στὸ ποτό, ἀλλὰ μόλις βρεθῶ μπροστὰ σ’ ἕνα τραπέζι μὲ ἑλκυστικὰ ἐδέσματα καὶ ποτά, ἁπλώνω τὸ χέρι μου σ’ αὐτά, ὑποδουλωμένος στὶς ἀπαιτήσεις τοῦ σαρκίου. Εὔκολα τρώγω καὶ πίνω πιὸ πολὺ ἀπὸ ὅ,τι εἶναι ἀνάγκη καὶ ξεχνῶ τὴν ὠφέλεια τῆς νηστείας.

   Ἔτσι, μοιάζω μὲ τὸν ἀδύναμο σωματικὰ ἄνθρωπο, ποὺ κειτόταν στὸ κρεββάτι του παράλυτος ἐπὶ τριάντα ὀκτὼ ἔτη καὶ βρέθηκε πολλὲς φορὲς μπροστὰ στὴν στέρνα τῆς Βηθεσδά, ποὺ γιάτρευε ὅποιον προλάβαινε νὰ μπεῖ σ’ αὐτὴν μετὰ τὸ ἀνατάραγμα τῶν νερῶν της ἀπὸ τὸν Ἄγγελο, ἀλλά, «ἐνῷ ἤρχετο ἐκεῖνος, ἄλλος πρὸ αὐτοῦ κατέβαινε» ( Ἰωάν. ε΄ 7). Καὶ ὅταν, ὄντας σὰν παράλυτος ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν μου, προσπαθῶ νὰ συνέλθω, νὰ μετανοήσω, νὰ βυθισθῶ στὰ νάματα τῆς μετανοίας καὶ τῆς ἀνανήψεως, κάποιος ἄλλος, ὁ Διάβολος καὶ τὸ κακό, μὲ προλαβαίνει στὴν προσωπική μου κολυμβήθρα τῆς Βηθεσδά, μὴν ἀφήνοντάς με νὰ ἀπολαύσω τὴν Πηγὴ τῆς Ζωῆς, τὸν Κύριο. Δὲν μὲ ἁφήνει νὰ βυθισθῶ στὴν ἐξαγνιστικὴ πηγὴ τῆς πίστεως, τῆς ταπεινοφροσύνης, τῆς συντριβῆς.

   Ποιός μπορεῖ λοιπὸν νὰ μὲ κάμει καλά; Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς μόνος. Ὅταν ἀκούσει τὴν θερμή μου προσευχή, ὅταν δεῖ τὸν πόθο μου νὰ γίνω καλὰ ἀπὸ τὴν πνευματική μου ἀρρώστια, θὰ μοῦ πεῖ: «Ἆρον τὸν κράββατόν σου καὶ περιπάτει» (Ἰωάν. ε΄ 8). Καὶ τότε θὰ σηκωθῶ ἀπὸ τὸ κρεββάτι τῆς πνευματικῆς μου ἀσθενείας καὶ θὰ περπατήσω. Ἡ χάρις τοῦ Χριστοῦ θὰ μὲ ἐλευθερώσει ἀπὸ τὰ πάθη μου καὶ θὰ μὲ ἀξιώσει νὰ βαδίσω στὸν δρόμο τῆς ἀρετῆς.



* Ἀπὸ τὸ θαυμάσιο βιβλίο «Ἡ ἐν Χριστῷ ζωή μου», (113) σελ. 65-67.