Πέμπτη 7 Μαΐου 2020

Ποιός εἶναι «ψυχοπαθής», κατὰ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας




Ποιός εἶναι «ψυχοπαθής», κατὰ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας

Τοῦ μακαριστοῦ πρωτοπρεσβυτέρου
 π. Ἰωάννου Σ. Ρωμανίδου
Καθηγητοῦ Πανεπιστημίου*

π. Ἰωάννης Ρωμανίδης
   κάθε ἄνθρωπος εἶναι ψυχοπαθὴς κατὰ τὴν Πατερικὴ ἔννοια. Δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ εἶναι κάποιος σχιζοφρενὴς γιὰ νὰ εἶναι ψυχοπαθής. Ὁ ὁρισμὸς τῆς ψυχοπάθειας ἀπό Πατερικῆς ἀπόψεως εἶναι ὅτι ψυχοπάθεια ὑπάρχει στὸν ἄνθρωπο ἐκεῖνον ποὺ δὲν λειτουργεῖ σωστὰ ἡ νοερὴ ἐνέργεια μέσα του. Ὅταν δηλαδὴ ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι γεμᾶτος ἀπὸ λογισμούς, ὄχι μόνο κακοὺς λογισμούς, ἀλλὰ καὶ καλοὺς λογισμούς.
   Ὅποιος ἔχει λογισμούς, καλοὺς ἢ κακοὺς μέσα στὴν καρδιά του, αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ Πατερικῆς ἀπόψεως εἶναι ψυχοπαθής. ς εἶναι οἱ λογισμοὶ αὐτοὶ ἠθικοὶ, ἀκόμη  καὶ ἠθικώτατοι, ἀνήθικοι ἢ ὁτιδήποτε ἄλλο. Δηλαδή, κατὰ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὅποιος δὲν ἔχει περάσει ἀπὸ κάθαρση τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὰ πάθη καὶ δὲν ἔχει φθάσει σὲ κατάσταση φωτισμοῦ μὲ τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ψυχοπαθής. Ὄχι ὅμως μὲ τὴν ἔννοια τῆς Ψυχιατρικῆς. Ὁ ψυχοπαθὴς γιὰ τὸν ψυχίατρο εἶναι κάτι ἄλλο. Εἶναι ἐκεῖνος ποὺ πάσχει ἀπὸ ψύχωση, εἶναι ὁ σχιζοφρενής. Γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία ὅμως, ἕνας ποὺ δὲν ἔχει περάσει ἀπὸ κάθαρση τῆς ψυχῆς ὰπὸ τὰ πάθη καὶ δὲν ἔχει φθάσει σὲ φωτισμό, εἶναι νορμὰλ ἢ δὲν εἶναι νορμάλ; Αὐτὸ εἶναι τὸ θέμα.

   Ποιός εἶναι ὁ νορμὰλ Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς στὴν Πατερικὴ παράδοση; Ἂν θέλετε νὰ τὸ δεῖτε αὐτὸ ξεκάθαρα, διαβάστε τὴν ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος, διαβάστε τὴν ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Μύρου, ἡ ὁποία τελείται στὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως τὴν Μεγάλη Πέμπτη· διαβάστε τὴν ἀκολουθία τῶν Ἐγκαινίων τῶν ἱερῶν ναῶν. Ἐκεῖ θὰ δεῖτε τί σημαῖνει ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐκεῖ θὰ δεῖτε ποιός εἶναι ὁ φωτισμένος. Ὅλες οἱ ἀκολουθίες καθὼς καὶ ἡ ἀσκητικὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἀναφέρονται κυρίως σὲ τρεῖς πνευματικὲς καταστάσεις: Στὴν κάθαρση ἀπὸ τὰ πάθη τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος, στὸν φωτισμὸ τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ στὴν θέωση τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος τοῦ ἀνθρώπου. Κυρίως ὅμως, μιλοῦν γιὰ τὴν κάθαρση καὶ τὸν φωτισμό, ἐπειδὴ οἱ ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἐκφράσεις τῆς λογικῆς λατρείας. Ὁπότε ὁ νορμὰλ Ὀρθόδοξος ποιός εἶναι; Ὁ βαπτισμένος, ἀλλὰ μὴ κεκαθαρμένος; Ὁ μὴ φωτισμένος; Ἢ ὁ κεκαθαρμένος καὶ φωτισμένος; Ὁ τελευταῖος φυσικά. Αὐτὸς εἶναι ὁ νορμὰλ Ὀρθόδοξος. Ἄρα σὲ τί διαφέρουν οἱ νορμὰλ Ὀρθόδοξοι ἀπὸ τοὺς ἄλλους Ὀρθοδόξους; Στὸ δόγμα; Ὄχι, βέβαια. Πάρτε τοὺς Ὀρθοδόξους, γενικά. Μεταξύ τους ὅλοι ἔχουν τὸ ἴδιο δόγμα, τὴν ἴδια παράδοση καὶ τὴν ἴδια κοινὴ λατρεία. Μέσα σὲ ἕναν ἱερὸ ναὸ μπορεῖ νὰ ὑπάρχουν π.χ. τριακόσιοι Ὀρθόδοξοι. Ἀπὸ αὐτοὺς ὅμως μόνο οἱ πέντε νὰ εἶναι σὲ κατάσταση φωτισμοῦ, ἐνῶ οἱ ἄλλοι νὰ μὴν εἶναι. Καὶ μάλιστα οἱ ἄλλοι νὰ μὴν ἔχουν ἰδέα τοῦ τί εἶναι κάθαρση. Ὁπότε τίθεται τὸ ἐρώτημα: Οἱ νορμὰλ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ μεταξὺ αὐτῶν πόσοι εἶναι; Δυστυχὼς μόνο οἱ πέντε. Ἡ κάθαρση ὅμως καὶ ὁ φωτισμὸς εἶναι συγκεκριμένες καταστάσεις θεραπείας, ποὺ μποροῦν νὰ ἐξακριβωθοῦν ἀπὸ ἐμπείρους καὶ φωτισμένους πνευματικοὺς πατέρες. Ὁπότε ἔχουμε ἐδῶ καθαρὰ ἰατρικὰ κριτήρια. Ἢ μήπως δὲν εἶναι καθαρὰ ἰατρικὰ τὰ κριτήρια; Ἐφ’ ὅσον ὁ νοῦς εἶναι ἕνα φυσιολογικὸ ὄργανο τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ κάθε ἀνθρώπου – διότι ὄχι μόνο οἱ Ἕλληνες ἢ οἱ Ὀρθόδοξοι ἔχουν νοῦν, ἀλλά... καὶ ὅλος ὁ κόσμος -, ἄρα ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν τὴν ἴδια ἀνάγκη γιὰ κάθαρση καὶ φωτισμό. Ἡ δὲ θεραπευτικὴ ἀγωγὴ εἶναι μία. Ἢ ὑπάρχουν πολλὲς θεραπευτικὲς ἀγωγὲς γι’ αὐτὸ τὸ νόσημα; Καὶ εἶναι πράγματι νόσημα ἢ ὄχι;
   Σ’ αὐτὰ ὅμως τὰ θέματα οἱ σημερινοὶ Ὀρθόδοξοι δυσκολεύονται νὰ ἀπαντήσουν, διότι ἔχουν σήμερα ἀπομακρυνθεῖ τόσο πολὺ ἀπὸ αὐτὴ τὴν παράδοση, ποὺ δὲν σκέπτονται πλέον τὴν Ὀρθόδοξη Χριστιανικὴ ἀγωγὴ μέσα στὰ πλαίσια τῆς νόσου καὶ τῆς θεραπείας. Δὲν τὴν θεωροῦν τὴν Ὀρθοδοξία σὰν θεραπευτικὴ ἀγωγή, ἂν καὶ ὅλες οἱ εὐχὲς τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ξεκάθαρες πάνω στὸ θέμα αὐτό. Διότι ὁ Χριστὸς ποιός εἶναι γιὰ τοὺς Ὀρθοδόξους Χριστιανούς; Δὲν ἀποκαλεῖται ἐπανειλημμένως μέσα στὶς εὐχὲς καὶ στὰ τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας ὡς ὁ «ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων ἡμῶν»; 


* Ἀποσπάσματα ἀπ’ τὸ βιβλίο Πατερικὴ Θεολογία (πανεπιστημιακαὶ παραδόσεις τοῦ ἀκαδ. ἔτους 1983), ἔκδ. «Παρακαταθήκη», Θεσσαλονίκη 2004. (Οἱ μικρὲς φραστικὲς παρεμβάσεις καὶ τὰ ἔντονα στοιχεῖα, ἡμέτερα.)