Δευτέρα 4 Μαΐου 2020

Ὁ θάνατος καὶ ὁ καιρός του




Ὁ θάνατος καὶ ὁ καιρός του


Λένε συχνὰ οἱ ἄνθρωποι «πρόωρα ἀφηρπάγη1»
γι᾿ αὐτοὺς ποὺ ᾿φύγαν τοῦ Κακοῦ ταχέως τὴν ἁρπάγη2.
Μὰ ἀφοῦ καθένας μας ἐδῶ ζῆ, ναί, γιὰ ν᾿ ἁμαρτάνῃ
εἶναι φρικτὸ ἤ δώρημα ἄν πιὸ ᾿νωρὶς πεθάνῃ;

Ἀξίζει μοναχὰ γι᾿ αὐτὸ ὁ βίος μας ᾿δῶ πέρα
νὰ καθαρίσῃ ἡ ψυχὴ γιὰ ᾿κείνη τὴν ἡμέρα.
Κι᾿ ἂν στὴ μακροζωΐα μας πληθαίνῃ ἡ ἁμαρτία
ἡ τελευτὴ δὲν εἶν᾿ λοιπὸν σωστὴ εὐεργεσία;
εἶναι μικρό, σ᾿ τὸ μέτωπον μιᾶς ψυχῆς ἀθανάτου
μία κηλὶς λιγώτερη μέσ᾿ στ᾿ ἄλλα στίγματά του;
ποὺ δὲν θὰ εἶναι μιὰ κηλίς, ἀλλὰ βροχὴ στιγμάτων
γιατὶ ὅσο ζοῦμε πταίομεν καὶ ἕως τῶν ἐσχάτων.
Αὐτὸς ποὺ σπέρνει σ᾿ τὸν ἀγρὸ τοῦ βίου τὸν καθένα
τὰ στάχυα του, δὲν ξέρει, λὲς πότ᾿ εἶναι μεστωμένα;
Κι᾿ ὅ,τι ἔδωκε τοῦτο κι᾿ αὐτό, ὅ,τι εἶχε πιὰ νὰ δώσῃ
κι᾿ εἶναι καιρὸς ἀπὸ τὴ γῆ τὸ στάχυ νὰ σηκώσῃ;
Ἤ μήπως ἴσως θἄπρεπε γιὰ νὰ μᾶς -φχαριστήσῃ
σ᾿ τὸ λίβα3 τοῦ καλοκαιριοῦ γιὰ κάψιμο ν᾿ ἀφήσῃ;
Εἴτε καλή, εἴτε κακὴ ὡρίμασ᾿ ἡ ὀπώρα,
βλάβη θὰ ἔχῃ ἄν δὲν κοπῇ σ᾿ τὴν πρέπουσα τὴν ὥρα.
Ναί, ὁ Θεὸς μὲ «τὸ σκληρὸ τοῦ θερισμοῦ δρεπάνι»
καὶ στὸν καλὸ καὶ στὸν κακό, καλὸ μεγάλο κάνει.
Σ᾿ τὸν πρῶτο τοῦ ᾿ξασφάλισε τὰ ἔργα τὰ καλά του
τὸν ἄλλον τὸν ἐγλύτωσε κι᾿ ἀπ᾿ τ᾿ ἄλλα κρίματά του.
Αὐτὰ ποὺ θὰ προσέθετε μέσ᾿ σ᾿τῆς ψυχῆς τὸν σάκκον
ἄν μὴ τὸ σῶμα ἐθάπτετο σ᾿ τοῦ τάφου ἐντὸς τὸν λάκκον.
Κι᾿ ἀντὶ λοιπὸν σ᾿ τὸν θάνατον νὰ κλαῖς καὶ νὰ στενάζῃς.
Τὸν Κύριον θὰ ἔπρεπε ἐκ βάθους νὰ δοξάζῃς.


Τὰ ποιήματα τοῦ καλόγερου», τόμος Α', 1971, σελ 144.)

1. πέθανε
2. ἄγκιστρο
3. ζεστός, ξηρὸς ἀέρας