Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2020

ΠΑΡΑΙΝΕΣΕΙΣ ΠΑΤΡΙΚΕΣ (Α΄)




ΠΑΡΑΙΝΕΣΕΙΣ ΠΑΤΡΙΚΕΣ (Α΄)


Ὁσίου Γέροντος ΕΦΡΑΙΜ Φιλοθεΐτου (Ἀριζόνας)*

 


Οἱ ἀπροσεξίες μας γεννοῦν τήν ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ γιά τήν σωτηρία μας

 

   παιδεία Κυρίου μοῦ δίνει ὀφέλη, ἡ παιδεία Κυρίου μέ συνετίζει, ἡ παιδεία Κυρίου μέ φέρνει στό λογαριασμό. Τό θέλει καί τό ἐπιτρέπει, γιατί λόγῳ τῆς ἀσθένειάς σου, τῆς ἀπροσεξίας σου, σοῦ χρειάζεται αὐτό τό πράγμα.

   - Ἄρα λοιπόν ὅ,τι κακό ἔρχεται, εἶναι ἀπό τήν ἁμαρτία μας.

   - Ναί, οἱ ἀπροσεξίες μας γεννοῦν τήν ἐπέμβαση καί ἡ ἐπέμβασις εἶναι σωτήριος. Σωτήριος ἡ ἐπέμβασις. Ἡ ἁμαρτία δέν εἶναι αὐτή πού κίνησε τό Θεό νά ὁδηγήσει τήν Ὁσία Μαρία; Ἡ ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ τήν ἐμπόδισε νά μήν μπορεῖ νά μπεῖ στό ναό τοῦ Θεοῦ νά προσκυνήσει τό Τίμιο Ξύλο. Γι᾿ αὐτό ἡ προσπάθεια νά μπεῖ καί ἡ ἀόρατος ἐκείνη δύναμις νά μήν τήν ἀφήνει νά μπεῖ στήν ἐκκλησία, τήν ἀνάγκασε νά δεηθεῖ τοῦ Θεοῦ, νά μετανιώσει καί μετά νά Τόν ἀκολουθήσει. Ἄν δέν τήν ἐμπόδιζε, θά πήγαινε, θά χαιρετοῦσε καί δέν θά ἦταν κάτι, πού ἴσως τή βοηθοῦσε νά μετανιώσει. Μέ τό νά τήν ἐμποδίζει τήν ἔλεγχε ὁ Θεός, εἶσαι ἁμαρτωλή, ποῦ πᾶς; Καί καταλαβαίνοντας τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅτι τήν ἐλέγχει γιά τήν ἁμαρτωλότητα, τότε φοβήθηκε τό Θεό, καί ζήτησε τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ μέ μετάνοια, καί τῆς ἄνοιξε ἡ ἀόρατος δύναμη τήν πόρτα καί μπῆκε καί χαιρέτησε τό Τίμιο Ξύλο.

   Οἱ ἐπεμβάσεις εἶναι ποικίλες. Στήν περίπτωση τοῦ τυφλοῦ τοῦ Εὐαγγελίου, ὁ Κύριος λέει, ὅτι οὔτε αὐτός ἥμαρτε, οὔτε οἱ γονεῖς αὐτοῦ, ἀλλά γιά νά δοξασθεῖ ὁ Θεός. Βλέπουμε ὅμως στήν περίπτωση τοῦ παράλυτου, πού γιά 38 χρόνια περίμενε νά γίνει καλά στήν κολυμβήθρα τοῦ Σιλωάμ, νά λέγει ὁ Κύριος: «μηκέτι ἁμάρτανε, ἵνα μὴ χεῖρόν σοί τι γένηται» (Ἰωάν. ε΄ 14). Κοίταξε ὅτι ἔγινες καλά, «μηκέτι ἁμάρτανε». Τοῦ εἶπε κοίταξε ἀπ᾿ τίς ἁμαρτίες σου εἶσαι ἐδῶ, τώρα σέ συγχώρησα κι ἔγινες καλά, ἀλλά ἄν δέν προσέξεις, θά πάθεις χειρότερα. Βλέπουμε ἐδῶ ὅτι ἔχουμε μία περίπτωση διαφορετική. Ἄρα λοιπόν εἶναι πολλές οἱ φάσεις.

   Βλέπουμε καμμιά φορά παιδάκι νά πεθαίνει ἀπό καρδιά. Αὐτό ποῦ τήν βρῆκε τήν ἁμαρτία; Τό παίρνει ὁ Θεός γιά νά τό καταστήσει ἄγγελο, τό παίρνει γιατί προγνωρίζει, ὅτι αὐτό θά καταλήξει ληστής, φονιάς καί τό παίρνει. Κλαῖμε καί λέμε ὅτι εἶναι ἄδικος ὁ Θεός πού τό πῆρε. Ἄδικος εἶναι ὁ Θεός; Ἄν ξέρεις γιατί τό πῆρε θά βάλεις χίλιες μετάνοιες στό Θεό. Τά κρίματα τοῦ Θεοῦ εἶναι πάντα πρός ὠφέλεια τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου.

   Εἶναι πρός τό συμφέρον μας νά δεχόμεθα ὡς ἀπό τόν Πατέρα, ὡς ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Πατέρα καί ἄς μήν ἐξετάζουμε ἀπό πού ξεκινάει καί γιατί τό κάνει, ἀλλά νά ξέρουμε ὅτι εἶναι ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Πατέρα τοῦ Οὐράνιου. Οὔτε φύλλο πέφτει, οὔτε τρίχα πέφτει χωρίς τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Πολύ περισσότερο παθήματα, δυστυχίες, θάνατοι.

   Πῶς θά γίνει θάνατος; Ποιός θά ᾿ρθει νά τόν πάρει; Δέν θά ᾿ρθει ὁ ἄγγελος νά τόν πάρει; Ὁ ἄγγελος νομίζετε ὅτι κάνει παρακοή στό Θεό κι ἔρχεται καί παίρνει τόν ἄνθρωπο; Ὁ ἄγγελος θά πάρει διαταγή γιά νά πάρει τόν ἄνθρωπο. Ἑπομένως τί ἔχουμε ἐδῶ; Θέλημα Θεοῦ.

   Καί ἀπό ποῦ τόν παίρνει; Τόν παίρνει ἀπό τήν κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος καί τόν πάει στήν ἄλλη ζωή, κι ὅποιος πεθαίνει ἐν Κυρίῳ δέν θέλει νά γυρίσει πίσω. Ἐμεῖς τόν κλαῖμε ἐδῶ καί θέλουμε νά γυρίσει πίσω. Οὔτε στή φαντασία του κανείς νά μήν σκεφτεῖ ὅτι ὁ πεθαμένος θέλει νά γυρίσει πίσω. Μηδαμῶς δέν θέλει νά γυρίσει. Σέ καμμιά περίπτωση δέν θέλει νά γυρίσει πίσω, εἶναι τόσο ὄμορφα ἐκεῖ! Νά γυρίσει πίσω στό βρώμικο τό σῶμα του νά τυραννιέται;

   - Ἅπαξ καί ἔφυγε, ξανά πάλι ἀντιμετώπιση θανάτου θά ᾿χουμε; Πάλι ἐγχείρηση; Κι ἀφοῦ εἶναι τώρα σέ ὡραῖο τόπο, γιατί νά γυρίσει πίσω;

   Ἰδίως ὅταν εἶναι παιδάκια τά ὁποῖα ὑποφέρουν κ.λπ. ἐφ᾿ ὅρου ζωῆς, αὐτά εἶναι ἄγγελοι στήν ἄλλη ζωή. Μεγάλη δόξα, μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἐμεῖς τό βλέπουμε καί λέμε: ὤχ τό κακόμοιρο, καί δέν λέμε κακόμοιρο τόν ἑαυτό μας πού εἴμαστε ὑγιεῖς καί κάνουμε χίλιες ἁμαρτίες καί λέμε γι᾿ αὐτά πού ὑποφέρουν, πού εἶναι ἁγιασμένα. Ἀλλά ἐπειδή δέν ἔχουμε θεογνωσία ἔχουμε μωρογνωσία καί σάν μωροί λέμε πράγματα ἔξω τῆς ἀλήθειας καί τῆς πραγματικότητας.

   Σέ ἀσθένεια ἦταν ἕνας ἅγιος, καί θεράπευε ἄλλους, τούς σταύρωνε, καί γινόντουσαν καλά κι αὐτός ἦταν ἄρρωστος. Γιατί πάνω ἀπ᾿ ὅλα ὁ Θεός φρόντιζε γιά τήν ψυχή του. Ὅπως καί ὁ Ἀπ. Παῦλος εἶπε: Μοῦ ἐδόθη ἄγγελος σατάν νά μέ κολαφίζει, νά μήν ὑπερηφανεύομαι. Μοῦ δόθηκε κάποιος πειρασμός λέει ἀπό τόν Θεό, νά μήν ὑπερηφανεύομαι, γιά τίς πολλές ὁπτασίες, γιά τίς πολλές χάριτες πού ἔνιωθα ἀπό τό Θεό καί γιά τίς ἐπιτυχίες τοῦ ἀποστολικοῦ του ἔργου πού εἶχε ὁ Ἀπ. Παῦλος.

   Ξέρετε ὁ Ἀπ. Παῦλος κόπιασε περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλον Ἀπόστολο. Γιά νά τοῦ ἐξασφαλίσει τήν ψυχή, τοῦ ἔδωσε κάποιον πειρασμό καί δέν τόν ἀναφέρει, ἁπλῶς ἀναφέρεται στόν ἄγγελο σατάν πού εἶχε γιά νά τόν κολαφίζει γιά νά μήν ὑπεραίρεται. Νά μήν φαντάζεται ψηλά, ὅτι αὐτά πού βλέπει τά οὐράνια πράγματα, ἤ ὅτι αὐτό τό ἔργο πού γίνεται εἶναι δικό του, ἤ κάτι φτιάχνει καί αὐτός. Γι᾿ αὐτό καί πολλοί ψευδάδελφοι γινόντουσαν ἐμπόδιο στό δρόμο του τόν ἀποστολικό. Τόν κατηγοροῦσαν καί τοῦ βάζανε σκάνδαλα πολλά, μέσα ἀπ᾿ τόν χριστιανικό κόσμο. Ὅλα τά ὑπέμεινε αὐτά ὁ Ἀπόστολος μέ ὑπομονή.

   Ὅπως διαβάζουμε στήν Β΄ ἐπιστολή του πρός Κορινθίους ὅπου λέει· «Γνώρισα ἕναν ἄνθρωπο, τόν γνώρισε αὐτός μόνος του γιατί ἦταν ὁ ἴδιος, πρίν δεκατέσσερα χρόνια. Τώρα μέ τό σῶμα πῆγα ἐπάνω, μέ τήν ψυχή πῆγα, δέν γνωρίζω. Ὁ Θεός γνωρίζει. Ὅτι ἁρπάχθηκε μέχρι τόν τρίτο οὐρανό στόν παράδεισο καί ὅτι ἄκουσε λόγο. Ἕνα γνωρίζω, ὅτι εἶδα πράγματα πού δέν τά ἔχει δεῖ μάτι ἀνθρώπου, καί ἄκουσαν τ᾿ αὐτιά μου τέτοιες ψαλμωδίες, τέτοιες οὐράνιες κι ἀγγελικές ὑμνολογίες στό Θεό, πού δέν τίς ἔχει ἀκούσει ἄνθρωπος. Ἀλλά καί στήν καρδιά ἀνθρώπου δέν ἀνέβη, δηλαδή δέν αἰσθάνθηκε καρδιά ἀνθρώπου τέτοια εὐφροσύνη Χάριτος Θεοῦ, τήν ὁποία ἐδῶ στή γῆ κανείς δέν τήν ἔχει γευτεῖ». Δηλαδή αἰσθανόταν τόν Παράδεισο μέσα του (Β΄ Κορ. ιβ΄ 2-5).

   Λοιπόν ἀνέβηκε πάνω, γεύτηκε πράγματα οὐράνια, αἰσθάνθηκε, εἶδε, ἄκουσε, μέ ὅλες τίς αἰσθήσεις τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος, τά ὁποῖα τά ἔχει ὁ Θεός ἕτοιμα γιά τά παιδιά του. Ποιά εἶναι τά παιδιά Του; Εἶναι αὐτοί οἱ Χριστιανοί πού θά τηρήσουν τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ πάνω στή γῆ. Ὅποιοι θά τηρήσουν τό Εὐαγγέλιο. Τό Εὐαγγέλιο τί λέει στήν οὐσία; Νά ἀγαπᾶμε τούς ἐχθρούς μας, νά κάνουμε καλό σέ ἐκείνους πού μᾶς πειράζουν, πού μᾶς σκανδαλίζουν μέ τό λόγο τους, μέ τόν τρόπο τους, μέ τό φέρσιμό τους κ.λπ. Γιά ἐκεῖνα τά παιδιά πού θά ἐφαρμόσουν καί τίς ὑπόλοιπες ἐντολές.

   Ἀλλά βλέπουμε τώρα τόν Ἀπ. Παῦλον, τόν εὐλογημένον αὐτόν ἄνθρωπο, πού γνώρισε ὁ πλανήτης μας καί ἡ πίστη μας καί πού ἐκοπίασε πολύ γιά νά σπείρει τό λόγο τοῦ Θεοῦ σέ ὅλα τά μέρη, νά τόν κυνηγοῦν γιά νά τόν σκοτώσουν, νά τόν χτυποῦν, πάρα πολλά ὑπέφερε ὁ ἄνθρωπος αὐτός, ἀλλά δέν ὑποχώρησε ὡσότου μαρτύρησε. Σέ Αὐτόν τοῦ ἐδόθηκε ἀπό τό Θεό ἕνας κόλαφος, μιά ἀσθένεια ἡ ὁποία τόν τυραννοῦσε.

   Λέει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σῦρος ὅτι προτιμοῦσε ὁ Θεός τήν ψυχή τοῦ Παύλου νά διασφαλίσει μέ τόν πειρασμό τῆς ἀσθένειας καί νά μειώσει τό κήρυγμα λόγῳ τῆς ἀσθένειας. Προτιμοῦσε τήν ἐλάττωση τοῦ ἀποστολικοῦ ἔργου, προκειμένου νά διασφαλίσει μέ τήν ταπείνωση τῆς ἀσθένειας τήν ψυχή του…

 

(συνεχίζεται…)

 

* Ἐκ τοῦ ψυχωφελοῦς τεύχους «ΠΑΡΑΙΝΕΣΕΙΣ ΠΑΤΡΙΚΕΣ», ἐκδόσεις “Ὁρθόδοξος Κυψέλη’’, Θεσσαλονίκη χ.χρ., σελ. 11-15.