Κυριακή 26 Ιουλίου 2020

Αὐστηρότητα - Ἐπιείκεια




Αὐστηρότητα - Ἐπιείκεια

Τοῦ μακαριστοῦ
Ἀρχιμ. Ἰωὴλ Γιαννακοπούλου*


π. Ἰωὴλ Γιαννακόπουλος
   τίμιος Πρόδρομος ἦταν αὐστηρὸς στὸν ἑαυτό του καὶ ἐπιεικὴς στοὺς ἄλλους. Ἐμεῖς ὅμως εἴμαστε ἐπιεικεῖς στὸν ἑαυτό μας καὶ αὐστηροὶ στοὺς ἄλλους. Ἂς δοῦμε καὶ τὰ δύο:

   1) Ὁ Πρόδρομος αὐστηρὸς στὸν ἑαυτό του. Ἦταν ἀσκητής. Ἡ τροφή του ἦταν ἀκρίδες καὶ μέλι ἄγριο. Ἡ ἐνδυμασία του ἦταν ἀπὸ τρίχες καμήλας. Γύρω ἀπὸ τὴ μέση του φοροῦσε δερμάτινη ζώνη. Ὁ τόπος ποὺ ἔμενε, ἦταν ἔρημος. Ὁ χρόνος κατὰ τὸν ὁποῖο ἔμενε στὴν ἔρημο ἦταν μακρύς, διότι ἐκεῖ βρισκόταν ἀπὸ παιδικῆς ἡλικίας μέχρι τὴν ἡλικία τῶν τριάντα ἐτῶν. Ὁ τίμιος Πρόδρομος δὲν εἶχε μόνο τὴν ἐξωτερικὴ αὐτὴ αὐστηρότητα, ἀλλὰ καὶ ἐσωτερική, ἀνώτερη τῆς ἐξωτερικῆς. Ἦταν ταπεινόφρων. Ἡ αὐστηρὴ ταπεινοφροσύνη του φαίνεται πρὸς μικροὺς καὶ μεγάλους. Καὶ ἰδοὺ πῶς: Ἔρχονται οἱ ἐπίσημοι Φαρισαῖοι καὶ Σαδδουκαῖοι πρὸς αὐτόν, γιὰ νὰ βαπτισθοῦν χωρὶς καρποὺς μετανοίας. Ὁ Πρόδρομος τοὺς ἐλέγχει δριμύτατα. Ὁ αὐστηρὸς τοῦτος ἔλεγχος φαίνεται ὅτι εἶναι αὐστηρότητα πρὸς τοὺς ἄλλους. Καὶ ὅμως εἶναι αὐστηρὸς ὁ Πρόδρομος πρὸς τὸν ἑαυτό του, διότι οὔτε ἡ σπουδαία κοινωνικὴ θέση τούτων, οὔτε ἡ προσέλευσή τους πρὸς αὐτόν, οὔτε ὅτι θὰ βαπτιζόντουσαν αὐτοὶ ἀπ’ ἐκεῖνον, χάϊδεψαν τὸν ἐγωϊσμὸ τοῦ Προδρόμου, ὥστε νὰ μὴν ἐλέγξει τὴν τυπολατρεία τους. Ὅσο μάλιστα αὐστηρὸς εἶναι ὁ ἔλεγχός του πρὸς αὐτούς, τόσο περισσότερο ἀποδεικνύει, ὅτι λιγότερο κολακεύθηκε ὁ ἐγωϊσμός του ἀπ’ αὐτούς, ἑπομένως ἄλλο τόσο ταπεινόφρων ἀποδεικνύεται στὸν ἑαυτό του.

   Ἡ ἐσωτερικὴ ὅμως αὐστηρότητα φαίνεται ἰδίως διὰ τῆς ταπεινώσεώς του πρὸς τὸν λαό. Ὁ λαὸς ἔχει ἐνθουσιασθεῖ ἀπὸ τὸ κήρυγμά του καὶ διερωτᾶται, μήπως αὐτὸς εἶναι ὁ Χριστός. Ὁ Πρόδρομος παρ’ ὅλη τὴν ἀσκητική του ζωὴ καὶ τὴν ἐκτίμηση τοῦ λαοῦ φαίνεται καὶ πάλι αὐστηρὸς στὸν ἑαυτό του, διότι κηρύττει κατὰ τὸν πλέον ἔντονο τρόπο σὲ ὅλους, ὅτι δὲν εἶναι αὐτὸς ὁ Χριστός. Καὶ τὸ βάθος τῆς αὐστηρότητας πρὸς τὸν ἑαυτό του, φαίνεται ὅταν αὐτὸς συγκρίνοντας τὸν ἑαυτό του πρὸς τὸν ἄγνωστον ἀκόμη στὸν λαὸ Ἰησοῦ, τονίζει, ὅτι δὲν εἶναι ἄξιος οὔτε δοῦλος νἆναι τοῦ Χριστοῦ κρατῶντας καὶ λύνοντας τὰ ὑποδήματά του. Ἰδοὺ ἡ ἐξωτερικὴ καὶ ἐσωτερικὴ αὐστηρότητα τοῦ Προδρόμου πρὸς τὸν ἑαυτό του.
   Ἦταν ὅμως ἐπιεικὴς πρὸς τοὺς ἄλλους. Θὰ περίμενε κάποιος ἀπὸ ἕνα τέτοιο ἀσκητὴ νὰ κηρύξει ἀσκητικὴ ζωὴ σ’ ὅλο τὸν κόσμο. Καὶ ὅμως! Ὅταν ὁ λαὸς τὸν ρώτησε τὶ νὰ κάμει ἀπαντᾶ: «Ὁ ἔχων δύο χιτῶνας μεταδότω τῷ μὴ ἔχοντι καὶ ὁ ἔχων βρώματα ὁμοίως ποιήτῳ»1. Συνιστᾶ στὸν λαὸ ὄχι ἀσκητικὴ ζωή, ἀλλὰ ἐλεημοσύνη. Ὅταν οἱ κλέφτες Τελῶνες τὸν ρώτησαν τὶ πρέπει καὶ αὐτοὶ νὰ κάμουν, δὲν συνιστᾶ σ’ αὐτοὺς ἐρημικὴ ζωὴ οὔτε ἐλεημοσύνη, ἀλλὰ «μηδὲν πλέον παρὰ τὸ διατεταγμένον ὑμῖν πράσσετε»2· δηλαδή, τὴν δικαιοσύνη, ποὺ εἶναι ἡ πρώτη μορφὴ τῆς ἀρετῆς. Ὅταν τὸν ρωτοῦν κατόπιν οἱ χωροφύλακες, δὲν συνιστᾶ καὶ σ’ αὐτοὺς ἀσκητικὴ ζωὴ ἢ ἐλεημοσύνη, ἀλλὰ τὴν δικαιοσύνη πρὸς τοὺς ἄλλους καὶ τὴν ἐγκράτεια στὸν ἑαυτό τους καὶ συγκεκριμένα ν’ ἀποφεύγουν τὴν βία καὶ τὴν συκοφαντία, τὰ πλιάτσικα. Πόσο φωτισμένη εἶναι ἡ ἐπιείκειά του πρὸς τοὺς ἀνθρώπους, διότι συνιστᾶ ἀνάλογα μὲ τὶς ἀνάγκες τῶν αἰτούντων, ἐλεημοσύνη καὶ δικαιοσύνη ὑπὸ τὶς ποικίλες μορφές τους!
   Ἑπομένως ὁ τίμιος Πρόδρομος κηρύσσει τὴν πρώτη βαθμῖδα τῶν ἀρετῶν δικαιοσύνη καὶ ἐλεημοσύνη, ἐνῶ ὁ ἴδιος ἐφαρμόζει τόση ἄσκηση καὶ τόση ταπεινοφροσύνη. Μεγάλη ἡ ἐπιείκειά του πρὸς τοὺς ἄλλους ἔναντι τῆς αὐστηρότητας πρὸς τὸν ἑαυτό του!

   2) Ἐμεῖς ὅμως; Δυστυχῶς! εἴμαστε ἐπιεικεῖς στὸν ἑαυτό μας καὶ αὐστηροὶ στοὺς ἄλλους. Μάλιστα! Καὶ ἰδοὺ πῶς:
   Βρίσκεται ἡ ἀδελφή σου σὲ παράνομες σχέσεις μὲ κάποιον. Εἶσαι τόσο αὐστηρός, ὥστε φτάνεις μέχρι φόνου. Βρίσκεσαι σὺ σὲ παράνομες σχέσεις μὲ τὴν ἀδελφὴ κάποιου ἄλλου ἀδελφοῦ. Εἶσαι τόσο ἐπιεικὴς στὸν ἑαυτό σου, ὥστε πολλὲς δικαιολογίες προβάλλεις! Ἀποκαλύπτεται ἡ παράνομη σχέση ἑνὸς μὲ κάποια. Δημιουργεῖται ὁλόκληρο κοινωνικὸ σκάνδαλο, διότι ὅλοι φαινόμαστε αὐστηροὶ στὸν δράστη. Βρίσκεσαι σὺ σὲ παράνομες κρυφὲς σχέσεις μὲ κάποια γυναῖκα. Δικαιολογεῖσαι στὴ συνείδησή σου μὲ διάφορες δικαιολογίες. Πόσο ἐπιεικὴς φαίνεσαι στὸν ἑαυτό σου!
   Βλέπεις κάποιον νὰ ἐκδηλώνει τὸν ἐγωϊσμό του καὶ κρίνοντας σὺ αὐτὸν αὐστηρὰ πειράζεσαι, νευριάζεις. Ἐκδηλώνεις καὶ σὺ τὸν ἐγωϊσμό σου καὶ φαίνεσαι πολὺ ἐπιεικής, διότι τὸν ὀνομάζεις ἀξιοπρέπεια.
   Σοῦ λέγουν οἱ ἄλλοι ψέμματα. Εἶσαι τόσο αὐστηρὸς στοὺς ἄλλους, ὥστε οὐδόλως ἀνέχεσαι ὅσους ψεύδονται σὲ σένα. Ὅταν ὅμως λέγεις ἐσὺ ψέμματα, φαίνεσαι τόσο ἐπιεικὴς στὸν ἑαυτό σου, ὥστε φτάνεις μέχρι τοῦ σημείου νὰ θεωρεῖς τὸ ψέμμα, ὅτι δὲν εἶναι καθόλου ἁμάρτημα.
   Σὲ βρῆκε ὁ ἄλλος σὲ ἀνάγκη καὶ σοῦ πούλησε ἕνα πρᾶγμα σὲ ἀκριβῆ τιμή. Κρίνοντάς τον αὐστηρὰ τὸν ὀνομάζεις αἰσχροκερδῆ καὶ ληστή. Βρῆκες σὺ τὸν ἄλλον σὲ ἀνάγκη καὶ πούλησες τὸ πρᾶγμα σου σὲ τιμὴ ἀκριβῆ. Κρίνοντας ἐπιεικῶς τὸν ἑαυτό σου θεωρεῖς τὴν πράξη σου ὄχι ὡς αἰσχροκέρδεια ἀλλ’ ὡς ἐπιτυχία.
   Εἶσαι πολίτης καὶ φορολογεῖσαι ἀπὸ τὸ κράτος. Κρίνοντας αὐστηρὰ τὴν φορολογία δὲν δηλώνεις τὶς πραγματικές σου εἰσπράξεις, ἐνῶ ταυτόχρονα ζητᾶς ἀπὸ τὸ Κράτος νὰ λαμβάνει τὴν φροντίδα γιὰ τὴν ἐκπαίδευση καὶ τὴν ἀσφάλεια τῆς χώρας. Εἶσαι ἐπιεικὴς στὸν ἑαυτό σου καὶ αὐστηρὸς στὸ Κράτος.
   Θυμώνεις ἐναντίον ἐκείνου, ὁ ὁποῖος σοῦ θύμωσε, βρίζεις ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος σὲ ἔβρισε, βλασφημεῖς ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος σὲ βλασφήμησε, κατακρίνεις ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος σὲ κατέκρινε. Κάνοντας αὐτά, φαίνεσαι αὐστηρὸς στοὺς ἄλλους καὶ ἐπιεικὴς στὸν ἑαυτό σου. Φαίνεσαι αὐστηρὸς στοὺς ἄλλους, διότι θυμώνοντας, βρίζοντας, κατακρίνοντας τοὺς ἄλλους καταφέρεσαι ἐναντίον αὐτῶν καὶ συγχρόνως ὑποπίπτεις στὸ ἴδιο σφάλμα. Καὶ φαίνεσαι ἐπιεικὴς στὸν ἑαυτό σου, διότι ἐφαρμόζεις χωρὶς νὰ ντρέπεσαι, ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο κατακρίνεις. Εἶσαι φαῦλος κύκλος!
   Ὄχι. Πρέπει νὰ εἶσαι ἐπιεικὴς στοὺς ἄλλους καὶ αὐστηρὸς στὸν ἑαυτό σου. Καὶ συγκεκριμένα:
   Ὅταν ὁ ἄλλος πέφτει σὲ ἁμαρτία, μπορεῖς νὰ πεῖς, ὅτι ἐὰν καὶ ἐγὼ βρισκόμουν ὑπὸ τὶς συνθῆκες ποὺ βρέθηκε κι αὐτός, συνθῆκες μορφώσεως, θέσεως, πειρασμοῦ, δὲν ξέρω τὶ θὰ ἔκαμα.
   Ὅταν βλέπεις τὸν ἐγωϊσμὸ τοῦ ἄλλου, κρίνοντας ἐπιεικῶς αὐτὸν πρέπει νὰ τὸν λυπᾶσαι, μπορεῖς νὰ πεῖς: πόσο μεγάλο θηρίο εἶναι ὁ ἐγωϊσμός! Καὶ κρίνοντας αὐστηρὰ τὸν ἑαυτό σου μπορεῖς νὰ πεῖς: ὥστε ἔτσι εἶμαι κ’ ἐγὼ ὅταν θυμώνω;
   Ὅταν θυμώσεις, διότι ὁ ἄλλος θύμωσε, μπορεῖς αὐστηρὰ κρίνοντας τὸν ἑαυτό σου νὰ πεῖς: Μὲ ποιά λογικὴ θυμώνω, ἀφοῦ δὲν μοῦ ἀρέσει ὁ θυμὸς τοῦ ἄλλου; Καὶ ἐπιεικῶς κρίνοντας τὸν ἄλλο μπορεῖς νὰ πεῖς, ὅτι ἐγὼ μὲν βλέπω τὸ ἀποτέλεσμα τοῦ θυμοῦ στὸ πρόσωπο αὐτοῦ ποὺ θυμώνει· πῶς πέφτω στὸ ἴδιο σφάλμα;
   Ὁ τίμιος Πρόδρομος φάνηκε αὐστηρὸς στὸν ἑαυτό του, διότι ἐνῶ τιμήθηκε ἀπὸ τὸν λαό, δὲν σφετερίσθηκε τὴν ἀξία τοῦ Χριστοῦ. Εἶπε ὅ,τι ἦταν. Φάνηκε αὐστηρὸς στὸν ἑαυτό του. Ἔχεις καὶ σὺ τὸν ἡρωϊσμὸ νὰ λέγεις ποιός εἶσαι; Καὶ συγκεκριμένα:
   Εἶσαι μαθητὴς ἢ μαθήτρια καὶ ἔλαβες τὸ ἀπολυτήριό σου μὲ μικρὸ βαθμό. Ἔχεις τὴ δύναμη νὰ πεῖς τὸν μικρὸ τοῦτο βαθμό, ὅταν ρωτηθεῖς;
   Εἶσαι νεαρὴ γυναῖκα καὶ σὲ ρωτοῦν γιὰ τὴν ἡλικία σου. Ἔχεις τὴν δύναμη νὰ πεῖς τὴν πραγματική σου ἡλικία;
   Σὲ τιμοῦν περισσότερο ἀπὸ ὅ,τι πρέπει σὲ μερικὰ ζητήματα. Ἔχεις τὴν δύναμη νὰ διαμαρτυριθεῖς, ὅπως ὁ Πρόδρομος καὶ νὰ πεῖς τὴν πραγματική σου ἀξία;
   Εἶναι μεγάλος ἡρωϊσμὸς νὰ εἶναι κανεὶς αὐστηρὸς στὸν ἑαυτό του λέγοντας τὴν πραγματική του ἡλικία ἂν εἶναι γυναῖκα, τὸν πραγματικό του βαθμὸ ἂν τοῦτος εἶναι μικρός, τὴν πραγματική του ἀξία ἂν εἶναι μεγάλος, νὰ μὴ φαίνεται ὡραιότερος, ἐξυπνότερος, καλλίτερος. Καὶ βλέποντας τὴν δυσκολία ὅλων αὐτῶν στὸν ἑαυτό μας πρέπει νὰ εἴμαστε ἐπιεικεῖς στοὺς ἄλλους. Τότε θὰ εἴμαστε ἐπιεικεῖς στοὺς ἄλλους, ὅταν εἴμαστε αὐστηροὶ στὸν ἑαυτό μας, διότι τότε δοκιμάζουμε τὴν δυσκολία τῶν ἀρετῶν.

Ἅγιος Παυλῖνος
   Χαρακτηριστικώτατο παράδειγμα αὐστηρότητας στὸν ἑαυτό μας καὶ ἐπιείκειας πρὸς τοὺς ἄλλους εἶναι ἡ αὐτοθυσία τοῦ Ἐπισκόπου Νόλης Παυλίνου3. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Μέγας διηγεῖται περὶ αὐτοῦ τὰ ἑξῆς:
   Κάποια χήρα εἶχε ἕνα γυιό, ὁ ὁποῖος εἶχε γίνει δοῦλος γιὰ χρέη. Ἡ χήρα ζητάει τὴν βοήθεια τοῦ Ἐπισκόπου. Ἐτοῦτος, ἐπειδὴ δὲν εἶχε χρήματα, ἔγινε δοῦλος κ’ ἐργαζόταν στὸν κῆπο κάποιου ἀνθρώπου, μέχρις ὅτου ὁ κύριός του ἀφοῦ ἀνακάλυψε ποιὸς ἦταν, τὸν ἄφηκε ἐλεύθερο4. Πόση αὐστηρότητα τοῦ Παυλίνου πρὸς τὸν ἑαυτό του, καὶ συμπάθεια, ἐπιείκεια στὸν γυιὸ τῆς χήρας! Ἂς εἴμαστε αὐστηροὶ λοιπὸν στὸν ἑαυτό μας καὶ ἐπιεικεῖς στοὺς ἄλλους.


* Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ», δεύτερος τόμος, Καλάμαι 1952, σελ. 21-24. (Οἱ μικρὲς φραστικὲς παρεμβάσεις, τὰ ἔντονα στοιχεῖα, οἱ ὑποσημειώσεις καὶ τὰ σχόλια, ὑπὸ ἱερομ. Ν.)


1. Λουκ. γ΄ 11.
2. Λουκ. γ΄ 13.
3. Ὁ ἅγιος Παυλῖνος ἐπίσκοπος ΝόληςἘλεήμων, γεννήθηκε τὸ 354 μ.Χ. στὴν πόλη Μπορντὼ τῆς Γαλλίας ἀπὸ ἀριστοκράτες κι ἔνδοξους γονεῖς. Ἀνήκει στοὺς ἐπιφανεῖς Ἁγίους τῆς Δύσεως, πρὸ τοῦ Σχίσματος. Ἐκτὸς ἀπὸ πλοῦτο καὶ δόξα, διέθετε σπάνια μόρφωση καὶ ποιητικὸ τάλαντο ὥστε νὰ συμπεριλαμβάνεται στοὺς μεγαλύτερους ποιητὲς τῆς Δύσεως. Ἀπέκτησε ἐπίζηλες θέσεις, ὅπως, μέλος τῆς ρωμαϊκῆς Συγκλήτου, ὕπατος καὶ διοικητὴς τῆς Καμπανίας. Νυμφεύθηκε τὴν ἀρχόντισσα Θηρεσία. Ἡ ἐπικοινωνία τοῦ Παυλίνου μὲ ἅγιες ἀρχιερατικὲς μορφὲς τῆς ἐποχῆς του τὸν ὁδήγησε στὴν πίστη· βαπτίσθηκε τὸ 389. Χειροτονεῖται Ἱερέας καὶ τὸ 393 εἶναι πρεσβύτερος στὴ Βαρκελώνη. Εὐλογημένος σταθμὸς γιὰ τὴν ζωή του ὑπῆρξε ἡ συναναστροφὴ μὲ τὸν ἅγιο Ἀμβρόσιο ἐπίσκοπο Μεδιολάνων. Ἐτιμᾶτο πολὺ ἀπὸ τὸν ἁπλὸ λαό, ἡ ὑψηλὴ ὅμως κοινωνία καὶ ὁρισμένοι ἐκκλησιαστικοὶ τὸν φθόνησαν. Ἀποσύρθηκε στὴ Νόλα τῆς Ἰταλίας ὅπου ἵδρυσε ἀδελφότητα μοναχῶν καὶ ζοῦσε πολὺ λιτὸ καὶ ἀσκητικὸ βίο. Ἀλληλογραφοῦσε μὲ τὸν ἱερὸ Αὐγουστῖνο καὶ τὸν ἅγιο Ἀμβρόσιο. Τὸ 409 ἔγινε ἐπίσκοπος Νόλης. Ἀνέπτυξε ὅλα τὰ διοικητικὰ καὶ πνευματικὰ χαρίσματά του. Τὴ νύχτα τῆς 22ας Ἰουνίου τοῦ 431, ὁ ἅγιος Παυλῖνος μετὰ ἀπὸ σοβαρὴ ἀσθένεια καὶ ἀφοῦ εἶχε κοινωνήσει, παρέδωσε τὸ πνεῦμα του εἰρηνικὰ στὸν Κύριο. Ὁ βιογράφος του σημειώνει: «Δὲν διαχώριζε τὴν εὐσπλαγχνία ἀπὸ τὴν δικαιοσύνη, κι ἂν ἦταν ὑποχρεωμένος νὰ τιμωρήσει, τὸ ἔκανε σὰν πατέρας ποὺ παιδαγωγεῖ. Δὲν φρόντιζε νὰ τὸν φοβοῦνται, ἀλλὰ ἐνδιαφερόταν πῶς νὰ τὸν ἀγαποῦν ὅλοι. Τίποτε δὲν ἦταν ἱκανὸ νὰ τὸν ὀργίσει. Κανεὶς δὲν εἶχε τὴν εὐτυχία νὰ τοῦ μιλήσει, δίχως τὴν ἐπιθυμία νὰ μὴ τὸν ἀποχωριστεῖ.»!!!
4. Τὸ θαυμαστὸ τοῦτο γεγονός, μπορεῖ, ἐκτενῶς, νὰ διαβάσει κανεὶς στὸν «ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟ», τόμος Γ΄, ὑπόθεση ΛΖ΄(37).