Τὰ δυὸ κεριά…
Λένε
ὅτι μιὰ μέρα ἕνας χριστιανὸς(;) τῆς Ἀφρικῆς (ὅπου σὲ πολλὰ μέρη «ἀνθεῖ» ἡ
μαγεία) μπῆκε μέσα σὲ μιὰ ἐκκλησία. Ρίχνει τὸ ἀντίτιμο καὶ παίρνει δυὸ κεριά.
Τὸ ἕνα ἀνάβει μπροστὰ στὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ ἄλλο θέλει νὰ τὸ πάρει
μαζί του. Ὁ νεωκόρος τὸν βλέπει καὶ μὲ κάποια περιέργεια τὸν ρωτάει:
- Γιατί δὲν ἀνάβεις καὶ τὸ ἄλλο κερί;
- Αὐτὸ τὸ προορίζω γιὰ ἄλλον ἀφέντη, τοῦ
ἀπαντᾶ.
Καὶ σὲ λίγο, φεύγοντας, μουρμουρίζει: «Θὰ τὸ ἀνάψω στὸν διάβολο… Τί ξέρεις; Τὸν
Παράδεισο δὲν τὸν ἔχω καὶ πολὺ βέβαιο. Ἂν πάω στὴν κόλαση, καλὰ εἶναι νὰ ἔχω
καλοπιάσει καὶ αὐτὸν τὸν πονηρό…»!!!