Κυριακή 5 Ιουλίου 2020

Μόνωση - Ἡσυχία




Μόνωση - Ἡσυχία*


   Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς μᾶς ὑπέδειξε μὲ τὸ παράδειγμά Του πόσο πολύτιμη καὶ ἀναγκαία εἶναι ἡ κατὰ μόνας συνομιλία μὲ τὸν Θεὸ καὶ ἡ ἐν τῷ κρυπτῷ προσευχή.
   «Καὶ ἀπολύσας τοὺς ὄχλους ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος κατ᾿ ἰδίαν προσεύξασθαι. Ὀψίας δὲ γενομένης μόνος ἦν ἐκεῖ.»1, δηλ.: Κι ἀφοῦ διέλυσε τὰ πλήθη, ἀνέβηκε στὸ ὄρος, γιὰ νὰ προσευχηθεῖ μόνος καὶ ἀπερίσπαστος. Κι ὅταν ἄρχισε νὰ νυκτώνει, ἦταν μόνος ἐκεῖ.
   «Ἐγένετο δὲ ἐν ταῖς ἡμέραις ταύταις ἐξῆλθεν εἰς τὸ ὄρος προσεύξασθαι καὶ ἦν διανυκτερεύων ἐν τῇ προσευχῇ τοῦ Θεοῦ.»2, δηλ.: Καὶ κατὰ τὶς ἡμέρες αὐτὲς βγῆκε ὁ Κύριος στὸ ὄρος νὰ προσευχηθεῖ καὶ διενυκτέρευσε προσευχόμενος στὸν Θεό.
   «Καὶ ἀποταξάμενος αὐτοῖς ἀπῆλθεν εἰς τὸ ὄρος προσεύξασθαι. Καὶ ὀψίας γενομένης ἦν τὸ πλοῖον ἐν μέσῳ τῆς θαλάσσης, καὶ αὐτὸς μόνος ἐπὶ τῆς γῆς.»3, δηλ.: Κι ἀφοῦ ἀποσπάσθηκε ἀπ’ αὐτοὺς ἀνέβηκε στὸ ὄρος νὰ προσευχηθεῖ. Ἀργὰ δὲ ὅταν προχώρησε ἡ ἑσπέρα, τὸ πλοῖο βρισκόταν στὸ μέσο τῆς θάλασσας κι αὐτὸς ἦταν μόνος στὴ ξηρά.
   «Διήρχετο δὲ μᾶλλον ὁ λόγος περὶ αὐτοῦ, καὶ συνήρχοντο ὄχλοι πολλοὶ ἀκούειν καὶ θεραπεύεσθαι ὑπ᾿ αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἀσθενειῶν αὐτῶν· αὐτὸς δὲ ἦν ὑποχωρῶν ἐν ταῖς ἐρήμοις καὶ προσευχόμενος.»4, δηλ.: Καὶ κυκλοφοροῦσε ἀκόμη περισότερο ἡ φήμη γι’ αὐτὸν καὶ πλήθη λαοῦ μαζεύονταν ἀπὸ διάφορα μέρη, γιὰ νὰ ἀκοῦνε τὴ διδασκαλία του καὶ νὰ θεραπεύονται ὑπ’ αὐτοῦ ἀπὸ τὶς ἀσθένειές τους. Κι Ἐκεῖνος ἔφευγε κι ἀποσυρόταν σ’ ἐρημικοὺς τόπους καὶ προσευχόταν.
   «Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εἶναι αὐτὸν προσευχόμενον καταμόνας»5, δηλ.: Καὶ ἐνῶ προσευχόταν ἀπομονωμένος ἀπὸ τὸ πλῆθος.

   Ὁ δρόμος τῆς κοινωνίας μὲ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀνθρώπους περνᾶ μέσα ἀπὸ τὴν ἔρημο τῆς μόνωσης, τῆς σιωπῆς καὶ τῆς ἡσυχίας. «Σὺ δὲ ὅταν προσεύχῃ, εἴσελθε εἰς τὸν ταμιεῖόν σου, καὶ κλείσας τὴν θύραν σου πρόσευξαι τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ, καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ.»6, δηλ.: Ἐσὺ ὅμως, ὅταν θέλεις νὰ προσευχηθεῖς, προτίμα τὸ ἰδιαίτερο δωμάτιό σου, κλεῖσε τὴ θύρα καὶ κάμε τὴ προσευχή σου στὸν Πατέρα σου, ποὺ εἶναι ἀόρατος καὶ σὰν κρυμμένος. Καὶ ὁ οὐράνιος Πατέρας σου, ποὺ βλέπει καὶ τὰ πλέον ἀπόκρυφα, θὰ σοῦ ἀποδώσει στὰ φανερὰ τὴν ἀμοιβή σου.

   «Εἰρήνευσον ἐν σεαυτῷ καὶ εἰρηνεύσει σοι ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ. Σπούδασον εἰσελθεῖν εἰς τὸ ταμεῖον τὸ ἔνδοθέν σου, καὶ ὄψει τὸ ταμεῖον τὸ οὐράνιον· ἕν γὰρ ἐστι τοῦτο κἀκεῖνο. Καὶ ἐν μιᾷ εἰσόδῳ θεωρεῖς τὰ ἀμφότερα. Ἡ κλίμαξ τῆς Βασιλείας ἐκείνης ἔνδοθέν σου ἐστί, κεκρυμμένη ἐν τῇ ψυχῇ σου»7, δηλ.: Εἰρήνευσε μέσα στὸν ἑαυτό σου καὶ θὰ σοῦ γίνει εἰρηνικὸς ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ. Φρόντισε νὰ εἰσέλθεις μέσα στὸ ταμεῖο τῆς καρδιᾶς σου, καὶ θὰ δεῖς τὸ ταμεῖο τὸ οὐράνιο. Διότι ἕνα καὶ τὸ αὐτὸ εἶναι καὶ τοῦτο καὶ κεῖνο. Καὶ διὰ μιᾶς εἰσόδου συγχρόνως βλέπονται καὶ τὰ δύο. Ἐπειδὴ ἡ σκάλα ἐκείνης τῆς Βασιλείας εἶναι μέσα στὴν ψυχή σου κρυμμένη.
   Σύμφωνα μὲ τὴν γνώμη τῶν ἁγίων Πατέρων ὁ περισπασμὸς εἶναι αἰτία τοῦ σκοτασμοῦ τοῦ νοός. Διότι ἐὰν δὲν συμμαζευτεῖ ἀπὸ παντοῦ ὁ νοῦς, ὅπως τὸ νερὸ περιορίζεται μέσα σὲ ἕνα σωλήνα, δὲν εἶναι δυνατὸν στὴν διάνοια νὰ συγκεντρωθεῖ πρὸς τὸν ἑαυτόν της ὥστε καὶ πρὸς τὸν Θεὸ νὰ ἀνεβεῖ. «Μὴ ἀνελθὼν δέ τις νοερῶς καὶ μὴ γευσάμενος τι τῶν ἄνω, πῶς εὐχερῶς τῶν κάτω καταφρονῆσαι δύναται;»8, δηλ.: Κι ἂν δὲν ἀνεβεῖ κανεὶς νοερῶς καὶ δὲν γευθεῖ τὰ ἄνω, πῶς μπορεῖ εὔκολα νὰ καταφρονήσει τὰ κάτω;


* Βλ.: «Ἐπίγνωση», ἀριθ. 48, 1993-94.


1. Ματθ. ιδ΄ 23.
2. Λουκ. στ. 12.
3. Μάρκ. στ΄ 46,47.
4. Λουκ. ε΄ 15,16.
5. Λουκ. θ΄ 18.
6. Ματθ. στ΄ 6.
7. Ἰσαὰκ Σύρου, ΑΣΚΗΤΙΚΑ, ἐκδόσεις Βασ. Ρηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 1997, Λόγος Λ΄ σελ. 127. (Φραστικὴ διασκευὴ ὑπὸ ἱερομ. Ν.)
8. Φιλοκαλία, Γ΄ τόμος, σελ. 90. (Φραστικὴ διασκευὴ ὑπὸ ἱερομ. Ν.)