Κυριακή 12 Ιουλίου 2020

Ἡ Μετάνοια




Ἡ Μετάνοια

Τοῦ μακαριστοῦ
Ἀρχιμ. Ἰωὴλ Γιαννακοπούλου*


π. Ἰωὴλ Γιαννακόπουλος (1901 - 1966)
   Τί εἶναι μετάνοια;
   Μετάνοια εἶναι ἐκείνη, τὴν ὁποία κήρυξαν, ἔζησαν καὶ ἐν μετανοίᾳ πέθαναν οἱ πατέρες τῆς ἐκκλησίας καὶ οἱ ἀσκητὲς τῆς ἐρήμου. Ἑπομένως ἡ μετάνοια ἔχει μεγάλο βάθος, διότι ἔχει λόγο, ζωὴ καὶ θάνατο τῶν ἡρωϊκώτερων ἀνθρώπων. Ἡ μετάνοια δὲν ἔχει μόνο μεγάλο βάθος ἀλλὰ καὶ μεγάλη ἔκταση, διότι μετάνοια εἶναι ὁ πρῶτος λόγος τοῦ Θεοῦ πρὸς τοὺς πρωτοπλάστους «Ἀδὰμ ποῦ εἶ;»1 καὶ ὁ μέχρι τέλους τοῦ κόσμου ἀκουόμενος λόγος πρὸς τοὺς ἁμαρτωλούς. Εἶναι ὁ πρῶτος καὶ τελευταῖος λόγος τοῦ Κυρίου καὶ τοῦ Προδρόμου, διότι διὰ μετανοίας ἄρχισαν τὸ κήρυγμά τους καὶ στεφάνωσαν τὸ τέλος τοῦ βίου τους. Χάριν τοῦ κηρύγματος τούτου ἀποκεφαλίσθηκε ὁ Πρόδρομος καὶ τὴν μετάνοια τοῦ ληστοῦ εἶδε ὁ Χριστὸς ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ.
   Ὁποία ἔκταση! Ἂς δοῦμε λοιπὸν τὸ βάθος καὶ τὴν ἔκταση τῆς μετανοίας καὶ γιὰ τὸν ἑαυτό μας.


   1) Βάθος μετανοίας. Μετάνοια εἶναι ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Ἡ ἁμαρτία εἶναι τὸ βαθύτερο καὶ χειρότερο πρᾶγμα. Ἑπομένως ἡ μετάνοια, ἡ ὁποία εἶναι ἡ ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, εἶναι τὸ βαθύτερο καὶ ὡραιότερο πρᾶγμα. Καὶ πράγματι! Ἡ ἁμαρτία εἶναι τόσο βαθειὰ καὶ κακή, ὥστε αὐτὴ δηλητηριάζει τὴν καρδιά, σκοτίζει τὸν νοῦ καὶ τσακίζει τὴν θέληση. Πόσο δηλητηριάζει ἡ ἁμαρτία τὴν καρδιά, φαίνεται ἀπὸ τὰ ἀλλόκοτα συναισθήματα, τὰ ὁποῖα ἔχει ὁ ἁμαρτωλός. Εἶναι χαιρέκακος, ζηλότυπος, φιλήδονος, ἐγωϊστὴς κ.λ.π. Ὡς χαιρέκακος αἰσθάνεται τόση χαρὰ γιὰ τὴν δυστυχία τοῦ ἐχθροῦ του, ὥστε ἀνάβει ὅλος ἀπὸ ἐνθουσιασμὸ γιὰ τὴν δυστυχία τοῦ ἄλλου! Ὡς ζηλότυπος αἰσθάνεται τόση λύπη γιὰ τὴν πρόοδο τῶν φίλων καὶ τῶν ἐχθρῶν του, ὥστε ἐνῶ μὲ τὴν ζήλεια του τηγανίζεται ψυχικῶς καὶ σωματικῶς, μένει ἀναίσθητος στὸ τηγάνισμα αὐτό! Τὸ ἴδιο ἄναμμα καὶ τηγάνισμα δοκιμάζει ὁ ἁμαρτωλὸς χωρὶς νὰ τὸ αἰσθάνεται καὶ στὰ ἄλλα πάθη φιληδονίας, ἐγωϊσμοῦ κ.λ.π.
   Ἡ ἁμαρτία σκοτίζει καὶ τὸν νοῦ. Εἶναι τόσο τὸ σκοτάδι, τὸ ὁποῖο ἔχει ὁ φιλήδονος, ὁ ζηλότυπος, ὁ πλεονέκτης, ὁ ἐγωϊστὴς στὸ νοῦ, ὥστε εἶναι δυνατὸν νὰ γνωρίζει ὅλη τὴν σοφία καὶ τὶς γλῶσσες τοῦ κόσμου, νὰ ἔχει φτάσει σὲ βαθὺ γῆρας ἔχοντας μεγάλη πεῖρα, καὶ ὅμως, νὰ μὴ βλέπει ἀπὸ τὴν φιληδονία του, τὴν φιλοχρηματία του καὶ τὰ λοιπά του πάθη οὔτε συγγένεια οὔτε φιλία, οὔτε ἄνθρωπο, οὔτε Θεό, οὔτε σῶμα, οὔτε ψυχή. Ἡ ἁμαρτία τσακίζει! Τσακίζει τόσο πολὺ τὴν θέληση, ὥστε ἐὰν καμμιὰ φορὰ ὁ ἁμαρτωλὸς ἔχει ἀναλαμπὲς νηφαλιότητας καὶ βλέπει τὴν καταστροφή του, τὸ κακό του, δὲν δύναται νὰ συγκρατηθεῖ ὁ φιλήδονος στὴν ἡδονή, ὁ χαιρέκακος στὴν χαρά του καὶ ὁ ζηλότυπος στὶς λύπες του γιὰ τὰ καλὰ καὶ κακὰ τοῦ ἄλλου. Δὲν ὑπάρχει λοιπόν, βαθύτερο καὶ χειρότερο πρᾶγμα ἀπὸ τὴν ἁμαρτία!
   Δὲν ὑπάρχει βαθύτερο καὶ ὡραιότερο ἀπὸ τὴν μετάνοια. Καὶ εἶναι ἡ μετάνοια βαθειά, διότι γιὰ νὰ ξεριζώσει τὴν ἁμαρτία πρέπει νὰ εἶναι βαθύτερή της. Πῶς θὰ ξεριζώσει κάποιος ἕνα δέντρο, ἂν ἡ ἀξίνα δὲν φτάνει μέχρι τὶς ρίζες τοῦ δέντρου καὶ κάτω ἀπ’ αὐτές; Δέντρο εἶναι ἡ ἁμαρτία μὲ ρίζες βαθειές, ὅπως εἴδαμε, καὶ ἀξίνα εἶναι ἡ μετάνοια. Ἀλλὰ ἡ μετάνοια εἶναι καὶ ὡραία! Καὶ πράγματι! Τί ὡραιότερο καὶ βαθύτερο, ὅταν διὰ τῆς μετανοίας διορθώσει ὁ ἄνθρωπος καρδιά, νοῦ καὶ θέληση! Πόσο ὡραῖο καὶ βαθὺ εἶναι, ὅταν ἡ καρδιὰ ἀπαλλαγμένη διὰ τῆς μετανοίας ἀπὸ τὴν χαιρεκακία, λυπᾶται γιὰ τὶς συμφορὲς τῶν ἄλλων, ὅταν ἀπαλλαγμένη ἀπ’ τὴν ζηλοτυπία, χαίρει, ὅταν οἱ ἄλλοι χαίρονται καὶ λυπεῖται, ὅταν οἱ ἄλλοι λυποῦνται! Πόσο βαθὺ καὶ ὡραῖο εἶναι, ὅταν ὁ φιλήδονος ἄνθρωπος διὰ τῆς μετανοίας ἀποβάλει τὶς αἰσχρότητες καὶ γεμίσει ἁγνότητα! Πόσο βαθεῖς καὶ ὡραῖες εἶναι οἱ σκέψεις ἐκείνου ποὺ βρίσκεται σὲ ἁγνότητα, ἀφιλαργυρία καὶ γενικῶς σὲ μετάνοια! Εἶναι δυνατὸν αὐτὸς νὰ εἶναι ἀγράμματος, ἢ μικρὸς στὴν ἡλικία, κι ὅμως οἱ σκέψεις του νὰ εἶναι ὡραιότατες καὶ βαθύτατες. Ἡ δὲ θέληση τοῦ μετανοοῦντος ἔχει τόση δύναμη, ὥστε ἐκεῖνο τὸ πάθος, τὸ ὁποῖο θεωροῦσε ἀκατόρθωτο, βουνὸ ἐνώπιόν του, μὲ τὴν ἐνίσχυση τῆς θέλησής του ἀπὸ τὴν μετάνοια, τὸ θεωρεῖ τώρα ὡς παιγνίδι. Ἀποστρέφεται μὲ φρίκη τώρα ἐκεῖνο τὸ πάθος, τὸ ὁποῖο πρὶν ἀγκάλιαζε μὲ λαχτάρα. Τὰ τσακισμένα πόδια τῆς θέλησης εἶναι ρίζες βουνῶν! Πόσο ὡραία καὶ βαθειὰ ἡ μετάνοια, ἀφοῦ φτάνει σὲ τόσο βάθος καὶ σὲ τόσο ὕψος! Ἡ μετάνοια ὅμως ἔχει καὶ ἔκταση.

   2) Ἔκταση τῆς μετανοίας. Ἡ μετάνοια, εἴδαμε, ὅτι περιλαμβάνει ὅλο τὸν βίο τῶν ἀνθρώπων τοῦ Προδρόμου καὶ τοῦ Χριστοῦ, διότι ἄρχισε ἀπ’ τοὺς πρωτοπλάστους καὶ θὰ συνεχιστεῖ ἡ φωνή της μέχρι τέλους τοῦ κόσμου. Ὅλος ὁ βίος τοῦ ἀνθρώπου πρέπει νὰ εἶναι μία διαρκὴς μετάνοια. Ἐν τούτοις, ἄλλοι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους ἀρχίζουν ἀλλὰ δὲν συνεχίζουν τὴν μετάνοια, κι ἄλλοι τὴν ἀναβάλλουν γιὰ τὸ τέλος τοῦ βίου τους. Πόσο ἀνόητοι εἶναι καὶ οἱ δύο! Καὶ εἶναι μὲν ἀνόητοι οἱ πρῶτοι ποὺ ἀρχίζουν ἀλλὰ δὲν συνεχίζουν τὴν μετάνοια γιὰ τοὺς ἑξῆς λόγους: Ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου μοιάζει μ’ ἕνα δωμάτιο, σπίτι, ντουλάπι. Τὸ δωμάτιο, τὸ σπίτι, τὸ ντουλάπι, δὲν πρέπει νὰ ξεκλειδωθοῦν μιὰ φορὰ μόνο. Πρέπει τακτικὰ νὰ ἀνοίγονται, νὰ λιάζονται, ν’ ἀερίζονται, νὰ καθαρίζονται. Ἔτσι καὶ ἡ ψυχὴ πρέπει νὰ ἀνοίγεται διὰ τῆς περισυλλογῆς καὶ αὐτοκριτικῆς, νὰ λιάζεται διὰ τῆς προσευχῆς, ἀφήνοντας νὰ εἰσέλθει μέσα της ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, ὁ Χριστός, νὰ ἀερίζεται καὶ καθαρίζεται διὰ τῆς τακτικῆς ἐξομολογήσεως. Ὅπως τὸ δωμάτιο εἶναι ὑγιεινό, ὅταν ὄχι μιὰ φορὰ ἀλλὰ πολλὲς φορὲς ἀνοιχτεῖ, λιαστεῖ, καθαριστεῖ, κατὰ παρόμοιο τρόπο καὶ ἡ ψυχὴ εἶναι ὑγιής, ὅταν τακτικὰ περισυλλέγεται, ἐξομολογεῖται καὶ ἀερίζεται, διότι καὶ τακτικὰ σκονίζεται.
   Εἶναι ἀνόητοι οἱ δεύτεροι, ἐκεῖνοι ποὺ ἀναβάλλουν τὴν μετάνοια, γιὰ τοὺς παρακάτω λόγους: Εἶναι γνωστό, ὅτι δύο εἶναι οἱ μεγάλες ἁλυσσίδες, οἱ ὁποῖες δένουν τὴν ψυχή: Ἡ ἡδονὴ καὶ ἡ συνήθεια. Ὅσο πολυχρόνια εἶναι ἡ συνήθεια τοῦ κακοῦ, τόσο μεγάλη εἶναι καὶ ἡ ἁλυσσίδα τῆς κακίας, μὲ τὴν ὁποία δένεται ἡ ψυχὴ στὸ κακό. Ἂν μαζὶ μὲ τὴν συνήθεια γίνει πολυχρόνια καὶ ἡ ἡδονή, οἱ δύο ἁλυσσίδες τοῦ κακοῦ γίνονται βαρύτερες. Ὅταν λοιπὸν ἡ μετάνοια ἀναβληθεῖ γιὰ τὸ τέλος τοῦ βίου μας, ἡ ἁμαρτία λόγῳ τῆς μακρᾶς συνήθειας καὶ μακρᾶς ἡδονῆς, δένει ὀπισθάγκωνα τὴν ψυχὴ καὶ δύσκολα τὴν ἀφήνει νὰ μετανοήσει. Νωρίτερα εἶναι εὐκολώτερο κάποιος νὰ μετανοήσει.
   Ἐκτὸς αὐτοῦ. Ἡ μετάνοια δὲν εἶναι ἔργο μόνον δικό μας ἀλλὰ καὶ δωρεὰ τοῦ Θεοῦ. Τώρα ποὺ σοῦ δίδει ὁ Θεὸς τὸ δῶρο Του, δὲν πρέπει νὰ τὸ περιφρονήσεις. Ἴσως ἀργότερα νὰ ζητήσεις τὸ δῶρο αὐτὸ καὶ νὰ μὴ σοῦ τὸ δώσει ὁ Θεός, διότι ὅπως σὲ καλεῖ τώρα ὁ Θεὸς καὶ δὲν ἀκοῦς, ἔχει δικαίωμα καὶ δίκιο θὰ ἔχει ὁ Θεὸς νὰ τὸν καλεῖς καὶ σὺ ἀργότερα καὶ νὰ μὴ σὲ ἀκούει. Ἀφοῦ δικαίωμα ἔχεις σὺ νὰ σὲ καλεῖ ὁ Θεὸς καὶ νὰ μὴν ἀκοῦς, περισσότερο δικαίωμα καὶ δίκιο ἔχει ὁ Θεὸς νὰ τὸν καλεῖς καὶ νὰ μὴ σὲ ἀκούει, διότι σὺ ἔκαμες τὴν ἀρχὴ καὶ εἶσαι μικρότερος ἀπὸ Αὐτόν. Ποτὲ μὴ λησμονοῦμε τὸ παράδειγμα τοῦ Ἰούδα, ὁ ὁποῖος «μεταμεληθεὶς ἀπήγξατο». Ἡ μετάνοιά του τὸν ὁδήγησε σὲ αὐτοκτονία, διότι πόνεσε μὲν γιὰ τὸ κακό, τὸ ὁποῖο ἔκαμε, ἀλλὰ ἔχασε τὴν ἐλπίδα του στὸν Θεό. Ἀλλ’ ἐκτὸς αὐτῶν. Γνωρίζεις ὅτι θὰ γεράσεις, ὥστε νὰ μετανοήσεις; Πόσοι πεθαίνουν καθημερινὰ αἰφνιδίως! Ὁ ἕνας πέθανε ἐνῶ ἔτρωγε, ὁ ἄλλος ἐνῶ ἔπινε, ὁ τρίτος ἐνῶ κοιμόταν, ἄλλος σὲ μικρὴ νεαρὴ ἡλικία, ὁ ἄλλος σὲ ἀνδρικὴ ἡλικία.
   Χαρακτηριστικὸ παράδειγμα τοῦ ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἀναβάλλουμε τὴν μετάνοιά μας εἶναι τὸ ἑξῆς γεγονός: Ὁ Ἕλληνας στρατηγὸς Φοιβίδας2 διασκέδαζε κάποιο βράδυ στὴν Θήβα μαζὶ μὲ φίλους του. Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς διασκέδασης ἦλθε κάποιος ἄνθρωπος καὶ τοῦ παρέδωσε ἐπιστολὴ μὲ τὴν παράκληση, νὰ τὴν διαβάσει ἀμέσως, διότι εἶναι σοβαρὸ τὸ περιεχόμενό της. Ἐκεῖνος ὅμως μεθυσμένος ἀνέβαλε τὴν ἀνάγνωσή της γιὰ τὸ πρωΐ, λέγοντας «ἐς αὔριον τὰ σπουδαῖα»3. Τὴν νύκτα ὅμως ἐκείνη δολοφονήθηκε! Ἡ ἐπιστολὴ προειδοποιοῦσε γιὰ τὴν δολοφονία αὐτή. Ἀνέβαλε τὴν ἀνάγνωση τῆς ἐπιστολῆς καὶ καταστράφηκε. Ἂς μὴν ἀναβάλουμε καὶ μεῖς τὴν μετάνοιά μας, τὸ σπουδαῖο τοῦτο ζήτημα γι’ αὔριο, διότι δὲν γνωρίζουμε, ἂν θὰ ζήσουμε.
   Ἀφοῦ ἔχει τόσο βάθος καὶ ὡραιότητα ἡ μετάνοια καὶ τόση ἔκταση, ἂς μετανοήσουμε καὶ ἂς ζήσουμε ἐν μετανοίᾳ. Ἀμήν!


* Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ», δεύτερος τόμος, Καλάμαι 1952, σελ. 10-13. (Οἱ μικρὲς φραστικὲς παρεμβάσεις, τὰ ἔντονα στοιχεῖα, οἱ ὑποσημειώσεις καὶ τὰ σχόλια, ὑπὸ ἱερομ. Ν.)

1. Γεν. γ΄ 9.
2. Σπαρτιάτης στρατηγός, ὁ ὁποῖος τὸ 382 π.Χ. κατέλαβε τὴν Καδμεία, τὴν ἀκρόπολη τῆς Θήβας, παραδίδοντας τὴν ἐξουσία στοὺς τρεῖς Θηβαίους ὀλιγαρχικοὺς Ἀρχία, Λεοντιάδα καὶ Φίλιππο, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ζητήσει τὴν βοήθεια τῆς Σπάρτης γιὰ νὰ καταλάβουν τὴν ἐξουσία τῆς Θήβας. Δολοφονήθηκε τὸ 378 π.Χ.
3. Ἡ ἱστορικὴ ἀναφορὰ προέρχεται ἀπὸ τὸν Πλούταρχο (Βίος Πελοπίδα 10). Σύμφωνα μὲ τὸν ἱστορικὸ-βιογράφο Πλούταρχο, ὁ φίλος τῶν Σπαρτιατῶν Ἀρχίας (καὶ ὄχι ὁ Φοιβίδας) διασκέδαζε στὸ σπίτι τοῦ συνεργάτη του Φυλλίδα καὶ κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ συμποσίου δέχτηκε μία ἐπιστολή. Ἡ ἐπιστολὴ τὸν προειδοποιοῦσε γιὰ τὴν συνωμοσία καὶ πὼς κινδύνευε νὰ τὸν σκοτώσουν ἐκείνη τὴν ἡμέρα. Ὁ Ἀρχίας ὅμως προτίμησε νὰ συνεχίσει τὴν διασκέδασή του καὶ ἄφησε τὴν ἐπιστολὴ γιὰ νὰ τὴν διαβάσει τὴν ἑπομένη ἡμέρα, λέγοντας τὴν παροιμιώδη φράση: «Ἐς αὔριον τὰ σπουδαῖα». Τὴν ἴδια νύχτα εἰσέβαλαν στὸ σπίτι τοῦ Φυλλίδα οἱ δημοκρατικοὶ σύντροφοι τοῦ Πελοπίδα σκοτώνοντάς τον μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους ὀλιγαρχικοὺς φίλους του.