Κυριακή 9 Μαΐου 2021

Ἡ Κυριακὴ τοῦ Θωμᾶ




Ἡ Κυριακὴ τοῦ Θωμᾶ


ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ*


Εἰ νηδύος κλείς, ἢ τάφου μὴ κωλύει,

Σὴν Σῶτερ ὁρμήν, κλεὶς θυρῶν πῶς κωλύσει;


   Τὴν παροῦσα Κυριακή, ποὺ πρώτη ἀπαντᾶ ὕστερα ἀπὸ τὸ Πάσχα, ἑορτάζουμε τὰ Ἐγκαίνια τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἀναστάσεως καὶ τὴν ὑπὸ τοῦ Ἀποστόλου Θωμᾶ ψηλάφηση τοῦ Κυριακοῦ Σώματος. Ἐγκαίνια τῶν ἐπισήμων πραγμάτων ἦταν ἀρχαία συνήθεια στοὺς Ἑβραίους κατ’ ἔτος νὰ γίνονται, γιὰ νὰ μὴ λησμονοῦνται τὰ μεγάλα ἔργα, τῶν ὁποίων ἡ ἐνθύμηση γινόταν ὑπόθεση διδασκαλίας καὶ σωτηρίας. Γιὰ τοῦτο οἱ Ἑβραῖοι πρῶτα ἐν Γαλγάλοις ἔκαμαν ἐγκαινίζοντας τὸ Πάσχα, δηλαδὴ ἀνακαλῶντας στὴν μνήμη τους τὴν παράδοξη διάβαση τῆς Ἐρυθρᾶς Θαλάσσης, στὴν ὁποία εἶδαν τοὺς Αἰγυπτίους ὑποβρυχίους ἀπὸ τὴν παντοδύναμη δεξιὰ τοῦ Ὑψίστου. Ἀπὸ τούτη τὴν αἰτία ἐγκαινίζεται καὶ ἡ σκηνὴ τοῦ Μαρτυρίου καὶ πολυτελῶς ἀπὸ ἐδῶ καὶ πέρα καὶ ἡ βασιλεία τοῦ Δαβὶδ καὶ τὰ ἄλλα, γιὰ νὰ μὴ λέγω αὐτὰ ἕνα πρὸς ἕνα. Ἐπειδὴ λοιπὸν ἀπ’ ὅλα τὰ Μυστήρια τῆς Ἁγίας μας Πίστεως ὑπερμέγιστο ἔργο καὶ ὑπὲρ πᾶσαν ἔννοια καὶ λόγο, εἶναι ἡ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ Ἀνάσταση, διὰ τοῦτο, ὄχι μόνο κάθε χρόνο αὐτὴ ἐγκαινίζουμε καὶ ἑορτάζουμε, ἀλλὰ πάντοτε καὶ σὲ κάθε ὀκτὼ ἡμέρες.

   Πρῶτος λοιπὸν ἐγκαινισμὸς τῆς Ἀναστάσεως εἶναι ἡ παροῦσα Κυριακή, ἡ ὁποία κυρίως μπορεῖ νὰ λέγεται καὶ ὀγδόη καὶ πρώτη· ὀγδόη μὲν ὡς ἀπὸ τοῦ Πάσχα, πρώτη δὲ ὡς ἀρχὴ τῶν ἄλλων· καὶ πάλι ὀγδόη, διότι λαμβάνεται ὡς τύπος καὶ εἰκόνα τῆς ἀτελεύτητης ἐκείνης ἡμέρας τῆς ἐν τῷ μέλλοντι αἰῶνι, ἡ ὁποία καὶ πρώτη καὶ μία εἶναι βεβαιότατα, ἀφοῦ νύκτα δὲν τὴν διαδέχεται. Ταῦτα περὶ τῶν ἐγκαινίων.

   Ἡ δὲ περὶ τοῦ Θωμᾶ ἱστορία ἔχει ὡς ἑξῆς: Ἐπειδὴ αὐτὸς μόνος ἀπὸ τὸν φόβο τῶν Ἑβραίων ἔλαχε νὰ λείπει ἀπ’ τὴν συνοδία τῶν ἄλλων Μαθητῶν, ὅταν ὁ Κύριος κατ’ αὐτὴν τὴν Κυριακὴ ποὺ ἀνέστη, ἦλθε κεκλεισμένων τῶν θυρῶν καὶ στάθηκε στὸ μέσο αὐτῶν, καὶ τοὺς ἔδωκε τὸν γλυκύτατο χαιρετισμὸ τὴν εἰρήνη, ὕστερα ἐκεῖνοι μὲν ἔλεγαν ὅτι ἑωράκαμεν τὸν Κύριον· κι αὐτὸς ἔλεγε, ὅτι ἂν αὐτὸς δὲν βάλει τὸ χέρι του στὴν πλευρά Του καὶ τὸ δάκτυλό του στὸν τύπο τῶν ἥλων, δὲν θὰ πιστεύσει. Γιὰ τοῦτο ὁ φιλάνθρωπος Κύριος φροντίζοντας καὶ αὐτοῦ τοῦ ἑνὸς τὴν σωτηρία καί ταυτόχρονα οἰκονομία μεταχειριζόμενος, γιὰ νὰ πιστώσει (βεβαιώσει) περισσότερο τὴν Ἀνάστασή του, γιὰ τοῦτο λέγω πάλι ὕστερα ἀπὸ ὀκτὼ ἡμέρες παρόντος καὶ τοῦ Θωμᾶ, πάλι ἦλθε κεκλεισμένων τῶν θυρῶν καὶ δείχνοντας πὼς ἄκουσε ἐκεῖνα ποὺ ἔλεγε ὁ Θωμᾶς στοὺς συμμαθητές του, τὸν κάλεσε καὶ τὸν πρόσταξε νὰ ἱκανοποιήσει τὴν περιέργεια του μὲ τὴν ψηλάψηση τῶν δακτύλων καὶ τῆς Ἁγίας του Πλευρᾶς, καὶ κάνοντας τοῦτο ἐβόησε μὲ μεγάλη φωνὴ ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς καὶ τῆς καρδίας ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου. Φανερώνει δὲ πὼς ἡ πληγὴ τῆς πλευρᾶς ἦταν τόσο μεγάλη, ὥστε χωροῦσε καὶ τὸ χέρι.

   Καὶ κατ’ ἄκραν συγκατάβαση ἔγιναν αὐτά, γιὰ νὰ πιστωθεῖ ἡ Ἀνάσταση, καθὼς καὶ γι’ αὐτὴν τὴν αἰτία ὁ Κύριος καὶ ἔφαγε καὶ ἤπιε. Διότι τό Θεῖο ἐκεῖνο Σῶμα δὲν ὑπέκειτο πλέον μήτε σὲ αἴσθηση μήτε σὲ κανένα ἀπὸ τὰ φυσικὰ πάθη, ἀφοῦ εἶχε ἤδη γίνει ἄφθαρτο. Ὁ μὲν Θωμᾶς μετὰ φόβου ὁμολόγησε, ὁ δὲ Κύριος μακάρισε τοὺς μὴ ἰδόντας καὶ πιστεύσαντας λέγοντας· μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες. Δίδυμος λέγεται ὁ Θωμᾶς, ἢ ἐπειδὴ εἶχε γεννηθεῖ μὲ ἄλλον μαζί, ἢ ἐπειδὴ εἶχε κολλημένα τὰ δύο δάκτυλα, ἢ γιατὶ δίστασε στὴν Ἀνάσταση. Ἄλλοι εἶπαν ὅτι τὸ ὄνομα Θωμᾶς ἑρμηνεύεται Δίδυμος. Δεύτερη στάθηκε αὐτὴ ἡ φανέρωση τοῦ Χριστοῦ· τρίτη ἡ ἐπὶ τῆς θαλάσσης τῆς Τιβεριάδος ἔπειτα φαίνεται στοὺς Ἐμμαούς· πέμπτη στὴν Γαλιλαία καὶ καθὼς λέγουν ἔνδεκα φορὲς φάνηκε, ἕως ὅτου ἀνελήφθη, πολλὰ καὶ ὑπερφυσικὰ σημεῖα κάνοντας ἐνώπιον τῶν Μαθητῶν μετὰ τὴν Ἀνάσταση, διότι στοὺς πολλοὺς αὐτὰ δὲν τὰ ἔδειχνε· τὰ ὁποῖα οἱ Εὐαγγελιστὲς ἄφησαν καὶ δὲν τὰ ἔγραψαν, ἐπειδὴ δὲν ἦταν δυνατὸν τοῦτα νὰ τὰ ἀκούουν οἱ κοινολαΐτες καὶ μέσα στὸν κόσμο ἀναστρεφόμενοι, ἀφοῦ ἦσαν κατὰ πολὺ ὑψηλὰ καὶ ὑπερφυσικά.


Ταῖς τοῦ σοῦ Ἀποστόλου Θωμᾶ πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν.


* «Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν» τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, τόμ. 5ος, σελ. 389-391. (Μικρὴ φραστικὴ διασκευή, ὑπὸ ἱερομ. Ν. ἁγιορείτου).

 


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος βαρύς.

 

σφραγισμένου τοῦ μνήματος, ἡ ζωὴ ἐκ τάφου ἀνέτειλας Χριστὲ ὁ Θεός· καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, τοῖς Μαθηταῖς ἐπέστης ἡ πάντων Ἀνάστασις. Πνεῦμα εὐθὲς δι’ αὐτῶν ἐγκαινίζων ἡμῖν, κατὰ τὸ μέγα σου ἔλεος.

 

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ΄.

 

Τῇ φιλοπράγμονι δεξιᾷ, τὴν ζωοπάροχόν σου πλευράν, ὁ Θωμᾶς ἐξηρεύνησε Χριστὲ ὁ Θεός· συγκεκλεισμένων γὰρ τῶν θυρῶν ὡς εἰσῆλθες, σὺν τοῖς λοιποῖς Ἀποστόλοις ἐβόα σοι· Κύριος ὑπάρχεις καὶ Θεός μου.

 

Μεγαλυνάριον.

 

Θυρῶν κεκλεισμένων τοῖς Μαθηταῖς, ἐπέστης Σωτήρ μου, τὴν εἰρήνην σου δοὺς αὐτοῖς· ὅθεν ὁ Θωμᾶς σε, δακτύλῳ ψηλαψήσας, ἐβόα· Σὺ Θεός μου πέλεις καὶ Κύριος.