Κυριακή 5 Σεπτεμβρίου 2021

Τὸ Μέγα Φῶς




Τὸ Μέγα Φῶς


Τοῦ μακαριστοῦ

Ἀρχιμ. Ἰωὴλ Γιαννακοπούλου*


«Καὶ καταλιπὼν τὴν Ναζαρὲτ ἐλθὼν κατῴκησεν εἰς Καπερναοὺμ τὴν παραθαλασσίαν ἐν ὁρίοις Ζαβουλὼν καὶ Νεφθαλείμ, ἵνα πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν διὰ Ἡσαΐου τοῦ προφήτου λέγοντος· γῆ Ζαβουλὼν καὶ γῆ Νεφθαλείμ, ὁδὸν θαλάσσης, πέραν τοῦ ᾽Ιορδάνου, Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν, ὁ λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει εἶδε φῶς μέγα, καὶ τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου φῶς ἀνέτειλεν αὐτοῖς.»

 (Ματθ. δ΄ 13-16)

 

«Καὶ κατῆλθεν εἰς Καπερναοὺμ πόλιν τῆς Γαλιλαίας, καὶ ἦν διδάσκων αὐτοὺς ἐν τοῖς σάββασι.»

 (Λουκ. δ΄ 31)

 

   « λαὸς ὁ καθήμενος ἐν σκότει καὶ σκιᾷ θανάτου εἶδε φῶς Μέγα». Οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου τούτου, οἱ ὁποῖοι ἔρχονται καὶ παρέρχονται εἶναι μικρὰ καὶ μεγάλα φῶτα. Οἱ μικροὶ ἄνθρωποι εἶναι μικρὰ φῶτα, οἱ μεγάλοι εἶναι μεγάλα φῶτα. Ὅπως οἱ ἀστέρες στὸν Οὐρανὸ ἔχουν διαφορετικὴ λαμπρότητα ἔτσι καὶ οἱ ἐπὶ τῆς γῆς ἄνθρωποι. «Ἀστὴρ ἀστέρος διαφέρει ἐν δόξῃ». Γιὰ νὰ ἀντιληφθοῦμε τὸ μέγα φῶς, τὸ μεγαλεῖο τοῦ φωτὸς τοῦ Χριστοῦ θὰ τὸ συγκρίνουμε αὐτὸ πρὸς τὰ ἄλλα φῶτα τοῦ κόσμου τούτου ἔμψυχα καὶ ἄψυχα. Γιὰ νὰ γίνει ἡ σύγκριση πρέπει νὰ γίνει ἡ ἀνάπτυξη τῆς δυναμικότητας τῶν κοσμικῶν ὑλικῶν καὶ πνευματικῶν φώτων καὶ κατόπιν ἡ τοῦ Μεγάλου Φωτὸς ἀξία.

   Μέρος Α΄. Κοσμικὰ φῶτα. Ὑπὸ τὴν φράση αὐτὴ ἐννοοῦμε τὸ ὑλικὸ φῶς καὶ τὸ φῶς τῆς διάνοιας.

   1) Τὸ ὑλικὸ φῶς: Φαντασθεῖτε, ὅτι τώρα εἶναι νύκτα καὶ κάποιος σκοτεινὸς χῶρος φωτίζεται ἀπὸ ἠλεκτρικὲς λάμπες 20, 30, 50, 100 κ.λ.π. κεριῶν. Ὄχι μόνο θὰ κινοῦμε πόδια καὶ βλέμματα βαδίζοντας ἐλεύθερα ἀλλὰ καὶ ἡ καρδιά μας θὰ γέμιζε ἀπὸ χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση. Ὥστε τὸ ὑλικὸ φῶς δίδει κίνηση στὰ πόδια καὶ στὰ βλέμματα, χαρὰ στὴν καρδιά. Ἂς ἐξέλθουμε τοῦ χώρου τούτου κάποια σεληνόφωτη νύκτα ἰδίως τὸν Αὔγουστο καὶ τὸν Ἰανουάριο. Ὁποία γοητεία στὰ μάτια καὶ στὴν ψυχὴ εἶναι τὸ ἀσημένιο τῆς σελήνης φῶς! Ἂς περιμένουμε νὰ ἀνατείλει ὁ Μάγος τῆς ἡμέρας, ὁ ἥλιος. Ὁποία λαμπρότητα, ὁποία μαγεία! Ζωή, χαρὰ καὶ κίνηση εἶναι τὰ μεγάλα του χαρίσματα! Ἰδοὺ τὸ φῶς τοῦ ἠλεκτρισμοῦ, τῆς σελήνης, τοῦ ἡλίου!

   Παρ’ ὅλα τὰ χαρίσματα αὐτὰ τὸ φῶς τοῦτο εἶναι περιορισμένης ἐκτάσεως, διότι τοῦ μὲν ἡλίου ἐπεκτείνεται ἐπὶ τοῦ ἑνὸς ἡμισφαιρίου, τοῦ φεγγαριοῦ λιγότερο καὶ τῶν ἠλεκτρικῶν λαμπῶν ἀκόμη λιγότερο. Ὁ θερμικὸς θάνατος καθιστᾶ αὐτὰ καὶ πρόσκαιρα! Θὰ ἔλθει ἡμέρα, ὅταν ὅλα αὐτὰ θὰ σβήσουν! Ἀνώτερο τῶν ὑλικῶν φώτων φαίνεται καὶ εἶναι ἀπὸ κάποιας ἀπόψεως,

   2) Τὸ φῶς τῆς διάνοιας. Ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸ μυαλό του κατόρθωσε νὰ δεῖ ἀστέρες ἀπώτατους, τῶν ὁποίων τὸ φῶς φθάνει στὴν γῆ μετὰ πάροδο δεκάδων ἐτῶν, δεδομένου, ὅτι τὸ φῶς διατρέχει 300.000 μ. 1΄΄. Ἐπίσης κατόρθωσε νὰ δεῖ μικροοργανισμοὺς ἐγγύτατους καὶ μικροσκοπικοὺς τόσο, ὥστε χίλιοι ἀπ’ αὐτοὺς νὰ ἐπικάθονται στὴν αἰχμὴ (μυτερὴ ἄκρη) τῆς βελόνας. Τὸ ἀνθρώπινο μυαλὸ ἐκμηδένισε τὶς ἀποστάσεις, ἔγινε κύριο τοῦ ἀέρα διὰ τῶν ἀεροπλάνων, διὰ τῶν ὑποβρυχίων τοῦ βυθοῦ τῶν ὠκεανῶν, διὰ τῶν κολοσσῶν τῆς ἐπιφάνειας τῶν θαλασσῶν. Τροποποιεῖ, συνδυάζει τοὺς νόμους τῆς φύσεως, ἐφευρίσκει νόμους τοῦ πνεύματος, ὥστε νὰ προβλέπει ἐκλείψεις καὶ κινήσεις ἡλίου καὶ σελήνης, νὰ ἀνατέμνει ψυχολογικῶς τὸν ἄνθρωπο καὶ γενικῶς νὰ δημιουργεῖ τὸν νεώτερο τεχνικὸ πολιτισμό, τοῦ ὁποίου τὰ θαυμαστὰ ἀποτελέσματα βρίσκονται σὲ κάθε βῆμα πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν μας. Ὥστε ἰδοὺ τὸ φῶς τὸ ὁποῖο μεταλαμπαδεύει ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου! Εἰσέρχεται στὰ μυστήρια τῆς φύσεως, μικραίνει τὶς ἀποστάσεις, τὸ μέλλον διὰ τῆς προβλέψεως τὸ κάνει παρόν, ἐπωφελεῖται τοῦ παρελθόντος, ξεσκεπάζει στὰ μάτια τοὺς γύρω καὶ μέσα μας κόσμους μικροσκοπικοὺς καὶ ἀόρατους.

   Παρ’ ὅλα αὐτὰ τὸ ἀνθρώπινο μυαλὸ δὲν κατορθώνει νὰ εἰσέλθει, φωτίσει καὶ χαροποιήσει καὶ γενικῶς ἱκανοποιήσει τοὺς βαθύτατους ἀνθρώπινους πόθους καὶ ἀναστεναγμούς. Ὁ τεχνικὸς πολιτισμὸς ἀπὸ μιᾶς ἀπόψεως ἀντὶ νὰ ἀνακουφίσει, δημιούργησε βάρη, κάτω ἀπὸ τὰ ὁποία στενάζει ὁ ἄνθρωπος. Στενάζει πράγματι ὁ ἄνθρωπος ὑπὸ τὸ βάρος τῶν ἀνακαλύψεών του, ὅπως πολὺ σοφὰ εἶπε ὁ Μπέργκσον. Ὥστε ἰδοὺ οἱ ἀτέλειες καὶ οἱ τελειότητες τοῦ ὑλικοῦ καὶ πνευματικοῦ ἀλλὰ ἀνθρώπινου φωτός.

   Ὑπάρχει κάποιο ἄλλο ὅμως φῶς μέγα, τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ. Καὶ εἶναι μέγα, διότι ἐνῶ δὲν ἔχει τὶς ἀτέλειες τῶν ἄλλων ὑλικῶν καὶ διανοητικῶν ἀνθρώπινων φώτων ἔχει ὅμως τὶς τελειότητες ἐκείνων στὸν τέλειο βαθμὸ ἀνεπτυγμένες. Ἂς δοῦμε.

   Μέρος Β΄. Τὸ μέγα φῶς. Εἴπαμε, ὅτι τὸ φῶς τῆς διάνοιας εἶναι τόσο, ὥστε δύναται νὰ βλέπει ἀόρατους καὶ ἀπώτατους ἀστέρες καὶ μικροοργανισμοὺς ἐγγύτατους καὶ ἀόρατους. Τὸ φῶς ὅμως τοῦ Χριστοῦ φωτίζει τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἑαυτό μας. Τὸν Θεὸ τὸν ἀπώτατο πάντων καὶ τὸν ἑαυτό μας τὸν ἐγγύτατο πάντων. Μάλιστα. Καὶ ἰδού!

   Οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες παρ’ ὅλη τὴν πρόοδο στὶς τέχνες καὶ στὰ γράμματα, εἶναι γνωστό, ποιοὺς εἶχαν ὡς θεούς. Τὰ πάθη τους! Ἡ Ἀφροδίτη, ὁ Βάκχος, ὁ Διόνυσος καὶ ἡ λοιπὴ χορεία τοῦ πανθέου τοῦ ἀρχαίου κόσμου δὲν ἦσαν θεοποιήσεις τῶν παθῶν τῆς μέθης, τῆς σάρκας, τῶν λοιπῶν ὀργίων; 1.000 ἑταῖρες στὴν Κόρινθο δὲν εἶχαν ἀφιερωθεῖ ἐπισήμως στὴν λατρεία τῆς σαρκικῆς ἁμαρτίας, ὥστε καὶ ναοὶ εἶχαν ἱδρυθεῖ χάριν αὐτῶν; Ὁ Θεὸς ἦταν μπερδεμένος μὲ τὸν κόσμο καὶ τὰ ἀνθρώπινα πάθη. Ὁ ἄνθρωπος, τὰ πάθη του καὶ ὑλικὴ φύση θεοποιοῦνταν καὶ ὁ Θεὸς γινόταν ἀδυναμία, ἀτιμία, κακία, ὕλη. Ὁ Χριστὸς μὲ τὸ φῶς του ξεμπέρδεψε τὸ πανθεϊστικὸ σύμφυρμα κόσμου, Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου καὶ τὸν Θεὸ ἐνθρόνισε στὰ ὕψη τῆς ἁγνότητας καὶ εὐσπλαγχνίας, ἁγιότητας καὶ ἐλέους, τὸν δὲ ἄνθρωπο μὲ τὰ πάθη του κατεβίβασε κάτω. Ἰδοὺ τὸ πρῶτο μεγαλεῖο τοῦ Χριστιανικοῦ φωτός. Ἀποκάλυψη τοῦ ἀπώτατου ὄχι ἀστέρος ὄχι ἡλίου ἀλλὰ τοῦ Θεοῦ!

   Ἀποκάλυψε ὅμως καὶ τὸν ἐγγύτατο σὲ μᾶς τὸν ἑαυτό μας δώσας σὲ μᾶς τὴν συναίσθηση τῆς εὐθύνης καὶ ἐνοχῆς, πρᾶγμα τὸ ὁποῖο χωρίζει τὸν ἀρχαῖο ἀπὸ τὸν χριστιανικὸ κόσμο. Γιὰ νὰ δοῦμε πόσο φῶς ἔχει τοῦτο, θὰ ἀναφέρω ἕνα μόνο ῥητό, μία φράση τοῦ Εὐαγγελίου, ἡ ὁποία ὡς πηγολαμπίδα λαμβανομένη ἔναντι τοῦ ὅλου τῆς Ἁγίας Γραφῆς σώματος, τοῦ ἡλίου τοῦ ἡλιακοῦ συστήματος τούτου, δύναται νὰ δώσει σ’ ἐμᾶς τὴν ὅλη εἰκόνα τοῦ μεγάλου φωτός! Ὁ Κύριος λέγει: «Τί βλέπεις τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου, τὴν δὲ ἐν τῷ σῷ ὀφθαλμῷ δοκὸν οὐ κατανοεῖς; ἢ πῶς ἐρεῖς τῷ ἀδελφῷ σου, ἄφες ἐκβάλω τὸ κάρφος ἀπὸ τοῦ ὀφθαλμοῦ σου, καὶ ἰδοὺ ἡ δοκὸς ἐν τῷ ὀφθαλμῷ σου; ὑποκριτά, ἔκβαλε πρῶτον τὴν δοκὸν ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ σου, καὶ τότε διαβλέψεις ἐκβαλεῖν τὸ κάρφος ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ τοῦ ἀδελφοῦ σου»1.

   Δηλαδή: Ὅλοι ἀγανακτοῦμε γιὰ τὸ ὑπάρχον κακό. Ὅλοι ὅμως θέλουμε νὰ ἀρχίσει ἡ διόρθωσή μας ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Ὄχι, λέγει ὁ Κύριος, ἡ διόρθωση τοῦ κακοῦ πρέπει νὰ ἀρχίσει ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας. Πολὺ σοφό, πολὺ φωτεινὸ τοῦτο. Ἰδοὺ γιατί. Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος θὰ ἀρχίσει τὴν διόρθωση τοῦ κακοῦ ἀπὸ τὸν ἑαυτό του, θὰ ἀντιληφθεῖ τὶς δυσχέρειες τῆς διορθώσεως καὶ θὰ εἶναι ἐπιεικὴς στὶς κρίσεις του γιὰ τὶς ἐλλείψεις τῶν ἄλλων, θὰ γίνει διδάσκαλος τῆς διορθώσεως τῷν ἄλλων στηριζόμενος στὴν πεῖρα τοῦ ἑαυτοῦ του. Καὶ τρίτον θὰ ταπεινοφρονεῖ.

   Ἐκτὸς αὐτοῦ ὁ Κύριος ἀναφέρει, ὅτι τὸ κάρφος ἢ ἡ δοκὸς βρίσκονται στὸν ὀφθαλμὸ καὶ ὄχι σ’ ἄλλο μέρος τοῦ σώματός μας, διότι ἡ ἁμαρτία εἶναι πληγὴ καὶ στραβωμάρα. Εἶναι πληγή, διότι ὑποφέρουμε, εἶναι στραβωμάρα, διότι δὲν βλέπουμε τὴν πληγὴ τῆς ἁμαρτίας. Οὔτε δηλαδὴ ὁ πλεονέκτης βλέπει τὴν πλεονεξία του, οὔτε ὁ ἐγωϊστὴς τὸν ἐγωϊσμό του, οὔτε ὁ σαρκολάτρης τὴν ἁμαρτία του, ἂν καὶ ὅλοι αὐτοὶ ὑποφέρουν φρικτὰ ἀπὸ τὰ πάθη τους. Μικρὸ εἶναι τὸ φῶς αὐτὸ τοῦ Χριστοῦ; Κάθε ἄλλο! Ἡ σοφία τοῦ μεγάλου αὐτοῦ φωτὸς συναγωνίζεται τὴν ἁπλότητα, μὲ τὴν ὁποία ἐκφράζεται ὡς κάρφος ἢ δοκὸς στὸν ὀφθαλμό, ὥστε νὰ μικραίνουμε τὶς δικές μας ἐλλείψεις βλέποντας αὐτὲς σὰν κάρφος καὶ τὶς ἐλλείψεις τῶν ἄλλων σὰν δοκούς, ἐνῶ πολλὲς φορὲς συμβαίνει τὸ ἀντίθετο. Δοκάρια ἔχουμε μεῖς στὰ μάτια μας καὶ σαριδάκια εἶναι στὰ μάτια τῶν ἄλλων.

   Πόση σοφία, πόση ἁπλότητα στὸ μέγα αὐτὸ φῶς! Σὲ αὐτὸ κυριολεκτεῖται τὸ σοφὸ γνωμικό, τὸ ὁποῖο λέγει «τὸ σοφὸν σαφές». Σκεφθεῖτε ὁποῖον φῶς θὰ ἔχει ὅλη ἡ Γραφή! Τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ ξεκουράζει, ἀνακουφίζει, πληροῖ τοὺς βαθύτατους ἀνθρώπινους πόθους, διότι φωτίζει τὰ ἀπύθμενα βάθη τῆς ἐνοχῆς μας.

   Ἀλλὰ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ ἐνῶ πληροῖ τὶς τελειότητες τῶν ἄλλων φώτων, δὲν ἔχει τὶς ἀτέλειες τούτων. Δὲν εἶναι πρόσκαιρο οὔτε περιορισμένης ἐκτάσεως καὶ ἐντάσεως. Εἶναι γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ὅλων τῶν γεννεῶν καὶ τῶν δύο ἡμισφαιρίων. Ἰδοὺ τὸ φῶς τοῦ κόσμου, Χριστός. Τὸ Μέγα Φῶς!

   Ἂς ἀκολουθήσουμε τὸ μέγα τοῦτο φῶς!

 


* Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ», δεύτερος τόμος, Καλάμαι 1952, σελ. 128-132. (Οἱ μικρὲς φραστικὲς παρεμβάσεις καὶ τὰ ἔντονα στοιχεῖα, ὑπὸ ἱερομ. Ν.)


1. Ματθ. ζ΄ 3-5. Δηλαδή: «Γιατί βλέπεις τὸ μικρὸ ἀχυράκι, ποὺ ὑπάρχει στὸ μάτι τοῦ ἀδελφοῦ σου, καὶ δὲν αἰσθάνεσαι τὸ δοκάρι ποὺ εἶναι στὸ δικό σου μάτι; Καὶ μὲ τί δικαίωμα θὰ πεῖς στὸν ἀδελφό σου, ἄφησέ με νὰ βγάλω τὸ ἀχυράκι ἀπ’ τὸ μάτι σου, ὅταν ὑπάρχει στὸ μάτι σου δοκάρι ὁλόκληρο; Ὑποκριτά, βγάλε πρῶτα τὸ δοκάρι ἀπ’ τὸ μάτι σου καὶ τότε θὰ δεῖς καθαρά, ὥστε νὰ βγάλεις (μὲ προσοχὴ καὶ ἀγάπη) τὸ ἀχυράκι ἀπὸ τὸ μάτι τοῦ ἀδελφοῦ σου.»