Δευτέρα 20 Σεπτεμβρίου 2021

Ὁ ἅγιος μεγαλομάρτυς Εὐστάθιος καὶ ἡ συνοδεία αὐτοῦ




Ὁ ἅγιος μεγαλομάρτυς Εὐστάθιος καὶ ἡ συνοδεία αὐτοῦ

Ἑορτάζουν τὴν κ΄ (20η) Σεπτεμβρίου.


ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ*


Εὐστάθιον βοῦς παγγενῆ χαλκοῦς φλέγει.

Καὶ παγγενῆ σὺ τοῦ Θεοῦ σώζεις, Λόγε.

 

Εἰκάδι Εὐστάθιος γενεῇ ἅμα ἐν βοῒ καύθη.


   ἅγιος μεγαλομάρτυς τοῦ Χριστοῦ Εὐστάθιος ἦταν περιφανέστατος στρατηλάτης στὴν Ρώμη κατὰ τοὺς χρόνους Τραϊανοῦ τοῦ βασιλέως, ἐν ἔτει ρ΄ (100), καὶ ἦταν γνωστὸς ὡς ὁ πλὲον περιβόητος ἀπὸ τοὺς ἄλλους στὴν ἀρετὴ καὶ στοὺς τρόπους καὶ στὴν γνώμη, καὶ στὴν πρὸς τοὺς πτωχοὺς ἐλεημοσύνη καὶ συμπάθεια· ἐκαλεῖτο δὲ πρότερον αὐτὸς μὲν Πλακίδας, ἡ δὲ γυναῖκα του Τατιανή.

   Τοῦτος λοιπὸν ὁ ἀοίδιμος ἐπειδὴ καὶ ἦταν κρατημένος ἀπὸ τὴν πλάνη τῶν εἰδώλων, γιὰ τὴν πολλή του εὐλάβεια καὶ καλοκαγαθία, ἀξιώθηκε νὰ λάβει τὸ κάλεσμα στὴν πίστη ἄνωθεν παρὰ Θεοῦ, καθὼς ἔλαβε αὐτὸ καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος· διότι μιὰ φορά, ἐνῶ αὐτὸς κυνηγοῦσε καὶ κατεδίωκε μεγάλη ἐλαφίνα· καὶ ἦταν κοντὰ γιὰ νὰ τὴν πλησιάσει, ὢ τοῦ θαύματος! βλέπει ἀνάμεσα στὰ δύο κέρατα τοῦ ἐλαφιοῦ νὰ στέκεται ὁ τίμιος σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἔλαμπε ὑπὲρ τὸν ἥλιο· καὶ μεταξὺ βλέπει καὶ τὸν δι’ ἡμᾶς σταυρωθέντα Χριστό· κι ἀπὸ ἐκεῖ ἀκούει καὶ μία φωνή, ποὺ ἔλεγε αὐτά: «Πλακίδα, τί με διώκεις; ἐγώ εἰμι ὁ Χριστός».

   Καὶ λοιπὸν διδάσκεται τὴν εὐσέβεια παρὰ τοῦ Χριστοῦ ὁ μακάριος καὶ βαπτίζεται μὲ ὅλο τὸν οἶκο του, καὶ αὐτὸς μὲν ἀντὶ Πλακίδας μετονομάσθηκε Εὐστάθιος, ἡ δὲ γυναῖκα του ἀντὶ Τατιανὴ μετονομάσθηκε Θεοπίστη· οἱ δὲ γυιοί του, ὁ μὲν ἕνας μετονομάσθηκε Ἀγάπιος· ὁ δὲ ἄλλος Θεόπιστος. Καὶ μετὰ ἀπ’ αὐτὰ διδάσκεται ἀπὸ τὸν φανέντα Χριστὸ τοὺς κατὰ δοκιμὴ πειρασμούς, ὅσους ἔμελλε νὰ πάθει, ὅπως ὁ Ἰώβ· καὶ ὅτι ἔμελλε νὰ παραδοθεῖ στὸν πειράζοντα δαίμονα. Καὶ λοιπὸν εὐθὺς στερηθεὶς ὅλα, ὅσα εἶχε, ἀνεχώρησε ἀπὸ τὴν πατρίδα του μαζὶ μὲ τὴν γυναῖκα καὶ τὰ τέκνα του· καὶ τὴν μὲν γυναῖκα του στερήθηκε στὸ ταξίδι ἀπ’ τὸν πλοίαρχο, ἕναν βάρβαρο κι ἄγριο ἄνθρωπο, τὰ δὲ δύο του παιδιὰ ἅρπαξαν δυὸ θηρία, ὅταν περνοῦσε τὸν ποταμό, ἂν καὶ ἡ γυναῖκα καὶ τὰ τέκνα του τελικῶς φυλάχθηκαν ἀπὸ τὴν θεία Πρόνοια ἀβλαβῆ. Ὁ δὲ ἅγιος Εὐστάθιος ἔμεινε στὸ ἑξῆς νὰ δουλεύει μὲ μισθό, κ’ ἐργατικὸ βίο ζῶντας ὁ πρώην πλούσιος καὶ ἀξιωματικός· καὶ τούτη τὴν συμφορὰ τὴν ὑπέφερε γενναίως ὁ ἀδαμάντινος ὄχι γιὰ μικρὸ χρονικὸ διάστημα.

   Ἐπειδὴ ὅμως ἔτυχε νὰ ἔλθουν βάρβαροι ἐναντίον στὴν γῆ τῶν Ρωμαίων, κι ἐζητεῖτο ἐκεῖνος ποὺ ἔμεινε νὰ βοηθήσει σὲ τέτοιο βαρβαρικὸ πόλεμο, γιὰ τοῦτο ἦλθε στὴν ἐνθύμηση τοῦ βασιλέως ὁ γενναῖος Εὐστάθιος γιὰ τὶς παλαιὲς ἀνδραγαθίες καὶ νίκες του. Κι’ εὐθὺς λοιπὸν ἔγινε ἔρευνα σὲ κάθε μέρος τοῦ κόσμου, καὶ μόλις ἀναγνωρίσθηκε ὁ καλὸς Εὐστάθιος στοὺς βασιλικοὺς ἀνθρώπους ποὺ τὸν ἀναζητοῦσαν τοὺς ὁποίους ἐξέπληξε γιὰ τὴν ἐλεεινὴ θεωρία καὶ φτωχικὴ κατάσταση στὴν ὁποία βρισκόταν. Ἔτσι, πορευθεὶς στὸν βασιλέα καὶ ἀφοῦ τιμήθηκε μεγαλοπρεπῶς ἀπ’ αὐτόν, ἀναβιβάσθηκε πάλι στὸ πρότερό του ἀξίωμα· καὶ σταλεὶς ἐναντίον τῶν βαρβάρων, τούτους νίκησε κατὰ κράτος· κι ἐπανερχόμενος στὴν Ρώμη ἐκ τοῦ πολέμου, κατ’ οἰκονομία τοῦ εὐμηχάνου Θεοῦ, βρῆκε τὴν γυναῖκα καὶ τὰ τέκνα του, καὶ ἀναγνωρίσθηκε ἀπ’ αὐτούς. Κι ἔτσι μεγαλύνθηκε ὁ Θεὸς παρὰ πάντων διὰ τὸ παράδοξο τοῦτο, ποὺ οἰκονόμησε σ’ αὐτόν.

   Ἀφοῦ ἐπέστρεψε στὴν Ρώμη μαζὶ μὲ τὴν γυναῖκα καὶ τὰ τέκνα του, βρῆκε βασιλέα τὸν Ἀνδριανὸ ἐν ἔτει ριζ΄ (117), καὶ ἀφοῦ ἔλαβε δωρεὲς μεγάλες γιὰ τὴν νίκη του, παρακινεῖται ἀπὸ αὐτὸν νὰ θυσιάσει στοὺς θεούς, γιὰ εὐχαριστία τῆς νίκης. Ὁ δὲ ἅγιος ἕλεγε, ὅτι τὴν νίκη αὐτὴ τὴν ἔκαμε μὲ τὴν δύναμη τοῦ Χριστοῦ, κι ὄχι μὲ τὴν δύναμη τῶν θεῶν, καὶ γι’ αὐτὸ κίνησε τὸν τύραννο σὲ θυμό· καὶ πρῶτον, στερεῖται τὸ ἀξίωμα τοῦ στρατηλάτου, ἔπειτα, δίδεται τροφὴ σὲ ἄγρια λιοντάρια, μαζὶ μὲ τὴν γυναῖκα καὶ τὰ τέκνα του· κ’ ἐπειδὴ φυλάχθηκαν καὶ οἱ τέσσερις ἀβλαβεῖς ἀπ’ τὰ θηρία, γιὰ τοῦτο βάζονται ὅλοι μαζὶ μέσα σ’ ἕνα βόδι χάλκινο πυρακτωμένο· κ’ ἔτσι οἱ μὲν ἱερὲς ψυχές τους παραδόθηκαν στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, τὰ δὲ ἅγια αὐτῶν σώματα, διαφυλαχθέντα καθ’ ὁλοκληρίαν ἀβλαβῆ ἀπ’ τὸ πῦρ, τὸν μὲν λαὸ τῶν ἀπίστων παρακίνησαν σ’ ἔκπληξη καὶ στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, τοὺς δὲ Χριστιανοὺς παρακίνησαν στὸ νὰ δοξάζουν τὸν ἅγιο Θεό, καὶ λαμβάνοντας αὐτά, εὐλαβῶς καὶ πολυτελῶς τὰ ἐνταφίασαν.


Ταῖς Αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.


* «Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν» τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, τόμ. 1ος, σελ. 172-174. (Μικρὴ φραστικὴ διασκευή, ὑπὸ ἱερομ. Ν. ἁγιορείτου).