Τρίτη 14 Σεπτεμβρίου 2021

Η ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ




Η ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ


   μέρα πένθους, ἀλλὰ καὶ ἡμέρα χαρᾶς, εἶναι γιὰ τὸν Χριστιανικὸ κόσμο ἡ ἡμέρα τοῦ Σταυροῦ. Πένθους, γιατὶ μᾶς θυμίζει τὴν Σταύρωση τοῦ Χριστοῦ. Μᾶς φέρνει μὲ τὴν σκέψη στὸν φρικτὸ Γολγοθᾶ. Μᾶς θυμίζει, πὼς γιὰ νὰ μᾶς λυτρώσει ὁ Χριστός, ἀπ’ τὸν θάνατο τῆς ἁμαρτίας, ἀνέβηκε ὁ ἴδιος στὸν Σταυρό. Ἡ Ἐκκλησία μας διαβάζει αὐτὴ τὴν μέρα τὸ συγκινητικὸ Εὐαγγέλιο τῆς Σταυρώσεως καὶ καθορίζει τὴν νηστεία, γιὰ νὰ πλαισιώσει μ’ αὐτὴ τὸ ψυχικὸ πένθος καὶ τὴν κατάνυξη.

   Μὰ εἶναι καὶ ἡμέρα χαρᾶς. Χαρᾶς γιὰ τὸν Χριστιανό, ποὺ ξέρει, ὅτι ἡ Σταυρικὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ χαρίζει τὴν λύτρωση καὶ σωτηρία. Χαρᾶς, γιατὶ αὐτὴ τὴν ἡμέρα γιορτάζει ὁ Χριστιανικὸς κόσμος τὴν εὕρεση τοῦ Σταυροῦ ἀπ’ τὴν Ἁγία Ἑλένη στὸ 325, ποὺ παρ’ ὅλα τὰ ὀγδόντα της χρόνια, δὲν ἔπαυσε νὰ ἐρευνᾶ γιὰ νὰ βρεῖ τὸν αἱματοβαμμένο Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ στὰ ὑψώματα τοῦ Γολγοθᾶ. Χαρᾶς ἀκόμα, γιατὶ σὰν αὐτὴ τὴν μέρα στὸ 628 ξανάφερε μὲ πομπὴ ὁ Ἡράκλειος παίρνοντας ἀπ’ τοὺς Πέρσες σὰν λάφυρο τὸν Σταυρό, τὸ ἀνεκτίμητο αὐτὸ κειμήλιο τῆς σωτηρίας. Καὶ τὸν ἔστησε –ὕψωσε– στὴν ἴδια θέση, ποὺ βρισκότανε πρωτύτερα.

 

   Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ γιὰ τὰ ἑκατομμύρια τῶν Χριστιανῶν εἶναι τὸ σύμβολο τῆς Σωτηρίας. Εἶναι τὸ σύμβολο τῆς ἀγάπης. Εἶναι τὸ σύμβολο τῆς θυσίας. Εἶναι τὸ σύμβολο τῆς δυνάμεως. Εἶναι τὸ σύμβολο τῆς νίκης.

   Ἡ ἑορτὴ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Σταυροῦ δίδει στὸν Χριστιανὸ τὴν εὐκαιρία νὰ δεῖ προσεκτικώτερα τὸ ἱερὸ τοῦτο σύμβολο τῆς Χριστιανικῆς πίστεως, νὰ μελετήσει μὲ κατάνυξη τὰ ὑψηλὰ διδάγματα ποὺ δίδει ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου, νὰ αἰσθανθεῖ τὶς ἱερὲς συγκινήσεις, τὶς ὁποῖες ὁπωσδήποτε πρέπει νὰ αἰσθανθεῖ ἐὰν πιστεύει ὅτι «Χριστὸς ὑπὲρ ἡμῶν ἀπέθανε» καὶ βλέποντας τὸν τίμιο Σταυρὸ σὰν πολικὸ ἀστέρα νὰ κατευθύνει τὴν ζωή του πρὸς τὸν φωτεινὸ δρόμο τῆς πίστεως.

   Ἀλήθεια ὁ Σταυρὸς τοῦ Γολγοθᾶ μὲ τὸ αἱματόβρεκτο σῶμα τοῦ Κυρίου εἶναι τὸ καλύτερο κήρυγμα. Ἡ θεωρία τοῦ Σταυροῦ μὲ τὸ τίμιο σῶμα τοῦ Κυρίου λέγει τόσο πολλά, τόσο μεγάλα, τόσο συγκινητικά, τόσο σωστικά, ὥστε ὅλοι οἱ ρήτορες ὅλων τῶν αἰώνων ὅλων τῶν χωρῶν καὶ ἂν ἑνώσουν τὴν σοφία καὶ ρητορική τους, δὲν θὰ κατορθώσουν νὰ ποῦν τίποτε ἀπὸ ὅσα κηρύττει ὁ Σταυρός.

 

   Θέλεις νὰ ἀκούσεις, Χριστιανέ, τὸ κήρυγμα αὐτὸ τοῦ Σταυροῦ; Διῶξε γιὰ λίγο τὶς κοσμικὲς μέριμνες καὶ σκέψεις. Φέρε τὰ βήματά σου μέσα στὴν ὁποιαδήποτε ταπεινὴ ἢ μεγαλόπρεπη Ἐκκλησία.

   Ἐκεῖ, μέσα στὴν κατανυκτικὴ σιγή, ὕψωσε τὰ μάτια σου στὸν Ἐσταυρωμένο. Θὰ Τὸν δεῖς πίσω ἀπ’ τὴν Ἁγία Τράπεζα ἢ στὸ ὕψος τοῦ Ναοῦ πάνω ἀπ’ τὴν ὡραία πύλη. Ἂν εἶσαι ἄρρωστος, γέρος, κατάκοιτος, ἐκεῖ ποὺ βρίσκεσαι, φέρε καὶ σὺ μὲ τὴν σκέψη σου τὸν ἑαυτό σου πρὸ τοῦ Ἐσταυρωμένου Χριστοῦ. Κλεῖσε τὰ μάτια τοῦ σώματος. Κλεῖσε τὰ αὐτιὰ στὴν ταραχὴ τοῦ κόσμου. Ἄνοιξε τὰ μάτια τῆς ψυχῆς, νὰ δεῖς, νὰ παρατηρήσεις, νὰ ἐμβαθύνεις, νὰ φιλοσοφήσεις στὸ μεγαλεῖο τῆς θρησκείας μας. Τότε θὰ νοιώσεις νὰ ὁμιλεῖ στὴν ψυχή σου κάτι τὸ ζωντανό. Θὰ σοῦ μιλήσει «ὁ Λόγος τοῦ Σταυροῦ». Τὰ μισόκλειστα ἀπ’ τὸν πόνο μάτια τοῦ Ἐσταυρωμένου θὰ νοιώσεις νὰ σὲ κοιτοῦν μὲ μιὰ οὐράνια θωπεία. Τὰ ἀκίνητα ἀπ’ τὴν δίψα τοῦ μαρτυρίου, χείλη τοῦ Κυρίου, θὰ τὰ δεῖς νὰ κινοῦνται γιὰ νὰ σοῦ ἀπευθύνουν στὰ κατάβαθα τῆς ψυχῆς σου τὸ κήρυγμα τῆς ἀγάπης: «Γιὰ σένα σταυρώθηκα, παιδί μου». Γιὰ νὰ μὴ φορέσεις ἐσὺ τὸ ἀκάνθινο στεφάνι, τὸ φόρεσα ἐγώ. Παραδόθηκες στὴν ἁμαρτία. Παραδόθηκες στὸν Σατανᾶ. Μὰ ἐγὼ σὲ προόριζα γιὰ δόξα οὐράνια. Γιὰ νὰ σὲ λυτρώσω ἀπ’ τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας, γιὰ νὰ σὲ ἐλευθερώσω ἀπ’ τὰ χέρια τοῦ Σατανᾶ ἦλθα καὶ παραδόθηκα μὲ χαρὰ στὰ χέρια τῶν ἀνόμων. Γιὰ νὰ σὲ ξανακάμω παιδὶ τοῦ Θεοῦ, ταπεινώθηκα ἐγὼ καὶ ἔγινα παιδὶ ἀνθρώπου. Ἀνέβηκα στὸν Σταυρὸ τοῦ Γολγοθᾶ γιὰ νὰ ἀνεβεῖς ἐσύ, παιδί μου, στὰ ὕψη τῶν οὐρανῶν. Ἔνοιωσες τὴν ἀγάπη μου γιὰ σένα; «Μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδεὶς ἔχει, ἵνα τις θῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ὑπὲρ τῶν φίλων αὐτοῦ».

 

   Θὰ αἰσθανθεῖς νὰ σ’ ἀγκαλιάσουν τὰ ματωμένα χέρια τοῦ Χριστοῦ. Ὅσο κι ἂν νοιώθεις τὸν ἑαυτό σου ἁμαρτωλό, λάβε θάρρος. Θεῖες σταγόνες τιμίου αἵματος θὰ καθαρίσουν τὴν ψυχή σου. Ζήτησε μὲ μετάνοια καὶ ἐξομολόγηση τὴν εὐσπλαχνία Του. Θὰ σὲ συγχωρήσει, ὅπως ἐκείνους ποὺ Τὸν σταύρωσαν. Γονάτισε μπροστὰ στὰ θεῖα πόδια τοῦ Λυτρωτοῦ. Ρίξε θερμὰ ἄφθονα δάκρυα μετανοίας καὶ εὐγνωμοσύνης στὸν σταυρωμένο Σωτῆρα σου.

   «Ἐγὼ ἐὰν ὑψωθῶ πάντας ἑλκύσω πρὸς ἐμαυτὸν» εἶχε πεῖ ὁ Χριστὸς στοὺς Μαθητές Του. Καὶ ἀλήθεια, ὁ σταυρωμένος Χριστὸς ἔγινε ὁ ἰσχυρότερος μαγνήτης τῶν ψυχῶν. Ἀπ’ τὴν πρώτη μέρα, κι ἐνῶ ἀκόμα βρισκότανε στὸν Σταυρό, μαγνήτιζε ψυχές, ποὺ κανεὶς δὲν περίμενε νὰ νοιώσουν τοῦ Σταυροῦ τὸ κήρυγμα. Ὁ σκληρὸς Ρωμαῖος Ἑκατόνταρχος ὁμολογεῖ «ἀληθῶς Θεοῦ Υἱὸς ἧν οὖτος» καὶ ὁ κρεμασμένος ληστὴς παρακαλεῖ τὸ «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ Βασιλείᾳ σου». 


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α΄.

 

Σῶσον, Κύριε, τὸν λαόν σου, καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν σου, νίκας τοῖς βασιλεῦσι κατὰ βαρβάρων δωρούμενος, καὶ τὸ σὸν φυλάττων, διὰ τοῦ Σταυροῦ σου πολίτευμα. 


[Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ ἀειμνήστου θεολόγου Γεωργίου Π. Σωτηρίου «ΕΟΡΤΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ», Β΄ ἔκδοσις, Μυτιλήνη 1986, σελ. 209-211. (Ἐπιμέλεια κειμένου, μικρὲς φραστικὲς παρεμβάσεις, καὶ τὰ ἔντονα στοιχεῖα, ὑπὸ ἱερομ. Ν. ἁγιορείτου.)]