Δευτέρα 6 Σεπτεμβρίου 2021

Μνήμη τοῦ ἐν Κολοσσαῖς τῆς Φρυγίας γενομένου θαύματος παρὰ τοῦ Ἀρχιστρατήγου Μ ι χ α ή λ.




Μνήμη τοῦ ἐν Κολοσσαῖς τῆς Φρυγίας γενομένου θαύματος παρὰ τοῦ Ἀρχιστρατήγου Μ ι χ α ή λ.

 Ἑορτάζεται τὴν ς΄ () Σεπτεμβρίου.


ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ*


Ὤφθης Μιχαήλ, Νῶε σῷ ναῷ νέος,

Χώνῃ ποταμῶν τὸν κατακλυσμὸν λύων.

Ῥοῦν Μιχαὴλ ποταμῶν χώνευσε, Νόων ἀγός, ἕκτῃ.

 

   μέγας Ἀρχιστράτηγος τοῦ Θεοῦ Μιχαήλ, εἶχε εὐσπλαγχνία καὶ κηδεμονία πρὸς τὸ ἀνθρώπινο γένος καὶ πολλὲς εὐεργεσίες ἔδειξε σ’ αὐτό, καὶ παλαιὰ μὲν πρὶν τὴν ἔνσαρκη οἰκονομία, ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν ἐπὶ γῆς ἔνσαρκη Παρουσία τοῦ Θεοῦ Λόγου, πολὺ μεγαλύτερη εὐσπλαγχνία καὶ ἀγάπη ἔδειξε σὲ μᾶς τοὺς Χριστιανούς, τοὺς καυχωμένους εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ· γι’ αὐτὸ λοιπόν, ἀπὸ τότε καὶ ὕστερα, τρέχοντας νοερῶς σ’ ὅλα τὰ μέρη τῆς οἰκουμένης, καὶ δίδοντας πλούσιες τὶς εὐεργεσίες του, κατοίκησε καὶ σ’ ἕνα τόπο τῆς Φρυγίας ὀνομαζόμενο Χερέτωπα.

   Καὶ ὁ μέγας εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, κηρύττοντας τὸ Εὐαγγέλιο σ’ ἐκεῖνα τὰ μέρη προφητικῶς εἶπε, ὅτι μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ θὰ γίνει θειοτέρα ἐπισκοπὴ καὶ ξεχωριστὴ πρόνοια τοῦ ἀρχηγοῦ τῶν Ἀγγέλων Μιχαὴλ σ’ ἐκεῖνο τὸν τόπο· κι ἀφοῦ ὄντως πέρασε λίγος καιρὸς μετὰ τὴν πρόρρηση αὐτή, ἡ γῆ ἐκείνη ἀνέβλυσε νερὸ ἁγιάσματος διὰ μέσου τῆς δυνάμεως τοῦ Ἀρχαγγέλου, τὸ ὁποῖο γιάτρευε κάθε πάθος τῶν ἀσθενούντων· καὶ γι’ αὐτὸ ἕνας Χριστιανὸς εὐεργετηθεὶς ὑπὸ τοῦ Ἀρχαγγέλου, ἐπειδὴ γιατρεύτηκε ἡ θυγατέρα του ἀπὸ τὸ ὕδωρ τοῦ ἁγιάσματος, ἔκτισε ἐκεῖ Ναὸ ὡραιότατο στὸ ὄνομα τοῦ Ἀρχιστράτηγου· ὁμοίως ἔκτισε καὶ ἐπάνω στὸ ἁγίασμα μία σκέπη περικαλλῆ καὶ πολυέξοδη.

   Ἀφοῦ δὲ παρῆλθαν χρόνοι ἐννενήντα, πῆγε στὸν ναὸ τοῦ Ἀρχαγγέλου κάποιος θεοφιλὴς καὶ εὐλαβὴς νέος, ὀνόματι Ἄρχιππος, καταγόμενος ἀπὸ τὴν Ἱεράπολη· καὶ γιὰ τὸν πόθο, τὸν ὁποῖο εἶχε πρὸς τὸν Ἀρχιστράτηγο Μιχαήλ, κατεστάθη προσμονάριος καὶ ὑπηρέτης τοῦ ναοῦ του, διαπερνῶντας ζωὴ πολὺ ἐγκρατῆ καὶ ἀσκητική· κ’ ἐπειδὴ μεγάλωσε κατὰ τοὺς χρόνους τῆς ἡλικίας, ἀλλὰ πρόκοψε μεγάλως καὶ κατὰ τὴν ἀρετή, καὶ νίκησε τελείως τὰ θελήματα τῆς σάρκας, γιὰ τοῦτο ἀξιώθηκε καὶ χαρισμάτων παρὰ Θεοῦ. Γι’ αὐτὴ λοιπὸν τὴν αἰτία καὶ τὰ πλήθη τῶν ἀπίστων εἰδωλολατρῶν τὸν κατέτρεχαν· καὶ μὲ θυμὸ κινοῦνταν ἐναντίον του τόσο, ὥστε, ὅταν κάποτε τὸν ἔπιασαν ἀπὸ τὶς τρίχες τῆς κεφαλῆς, ἔδειραν μὲ ραβδιὰ τὰ ἱερὰ μέλη τοῦ σώματός του· ἀλλὰ καὶ ἐναντίον τοῦ νεροῦ τοῦ ἁγιάσματος ὅρμησαν καὶ δοκίμαζαν ν’ ἀφανίσουν αὐτὸ ἀπὸ φθόνο· ἀλλ’ ὢ τῆς μεγίστης τοῦ Ἀρχαγγέλου δυνάμεως! ἄλλων μὲν τὰ χέρια πιανόντουσαν καὶ νὰ κινηθοῦν δὲν μποροῦσαν· ἄλλους δέ, φλόγα πύρινη τοὺς ἐμπόδιζε καὶ τοὺς γύριζε πίσω ἄπρακτους. Κι ἔτσι, μὴ δυνάμενοι νὰ κατορθώσουν τὸν κακὸ σκοπό τους, στοχάστηκαν ἄλλη μηχανή· δηλαδή, νὰ γυρίσουν μὲ αὐλάκια τὸν ποταμό, ὁ ὁποῖος ἔτρεχε ἐκεῖ πλησίον, γιὰ νὰ ὁρμήσει κατ’ εὐθεῖαν στὸν ναό, νὰ πνίξουν τὸν τίμιο ἄνδρα Ἄρχιππο καὶ τὸν λαὸ ποὺ πρόσμενε ἐκεῖ, ἀλλὰ καὶ τὴν ἰαματικὴ δύναμη τοῦ ὕδατος τοῦ ἁγιάσματος νὰ τὴν νικήσουν, ἀναμειγνύοντάς το μὲ τὸ νερὸ τοῦ ποταμοῦ, καὶ ἀποβάλλοντας ἔτσι τῶν ἰαμάτων τὴν δύναμη· ταῦτα μὲν μελετοῦσαν οἱ ἄφρονες· ἀλλ’ ὁ ποταμός, ὢ τῶν θαυμασίων σου Κύριε! σὰν νὰ ἦταν ἔμψυχος, γύρισε στὸ ἄλλο μέρος, καὶ ἄπρακτες τὶς βουλὲς τῶν ἀπίστων ἀπέδειξε.

   Ἀφοῦ θύμωσαν λοιπὸν οἱ ἀσεβεῖς περισσότερο, στοχάστηκαν νὰ ἑνώσουν καὶ ἄλλους δύο ποταμούς, οἱ ὁποῖοι ἔτρεχαν σ’ ἐκεῖνο τὸν τόπο, κ’ ἔτσι νὰ τοὺς ἀφήσουν νὰ ὁρμήσουν, γιὰ νὰ κατασύρουν ὄχι μόνο τὸ νερὸ τοῦ ἁγιάσματος, ἀλλὰ καὶ τὸν Ναό, καὶ τὸν τόπο τοῦ Ναοῦ· μάλιστα δέ, διότι καὶ ὁ τόπος τοῦ Ναοῦ ἦταν κατηφορικὸς κι ἑπομένως συνεργοῦσε στὸν στοχασμὸ καὶ ἐπίνοιά τους. Κι ὅταν συνάχθηκαν οἱ κατάρατοι κ’ ἔσκαψαν βαθὺ χαντάκι, καὶ περιφράξαντες τριγύρω, γύρισαν τοὺς δύο ποταμοὺς σ’ αὐτό, κι ἀφῆκαν νὰ ὁρμήσουν κατὰ τοῦ Ναοῦ τοῦ Ἀρχαγγέλου· τότε ὁ ἀοίδιμος Ἄρχιππος ὁ προσμονάριος ἐνόησε τὸ μηχάνευμα τῶν ἀσεβῶν, καὶ γι’ αὐτὸ θερμῶς τὸν Ἀρχάγγελο παρακαλοῦσε· καὶ ὁ Ἀρχάγγελος ἐπακούσας τῆς δεήσεώς του, φάνηκε σ’ αὐτὸν καὶ τὸν κάλεσε κατ’ ὄνομα· ὁ δὲ Ἄρχιππος ἐκπλαγείς, τόσο ἀπὸ τὴν παράδοξη θεωρία τοῦ Ἀρχαγγέλου, ὅσο καὶ διότι τὸν κάλεσε μὲ τ’ ὄνομά του, βγῆκε ἔξω ἀπ’ τὸν Ναὸ καὶ εὐθὺς πέφτει κάτω πρηνὴς στὴν γῆ· ὁ δὲ Μιχαὴλ τοῦ εἶπε: Ἔγειραι, καὶ ἔλα εἰς ἐμὲ καὶ θὰ δεῖς Θεοῦ δύναμη ἄμαχη.

   Καὶ λοιπὸν εὐθὺς μόλις σημείωσε τὸν τύπο τοῦ Σταυροῦ ὁ Ἀρχάγγελος, εὐθὺς καὶ οἱ ποταμοὶ στάθηκαν σὰν τεῖχος ἀκίνητοι· ἔπειτα χάραξε τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ ἐπὶ μιᾶς ὑψηλότατης πέτρας ποὺ βρισκόταν πλησίον στὸν Ναό· καὶ ὢ τοῦ θαύματος! εὐθὺς ἔγινε βροντὴ φοβερή· καὶ ἡ μὲν γῆ σείσθηκε μεγάλως, ἡ δὲ πέτρα σχίστηκε· ὁ δὲ Ἀρχάγγελος πάλι σημείωσε τὸν τύπο τοῦ Σταυροῦ, καὶ εἶπε· ἂς συντριφθεῖ ἡ δύναμη τοῦ διαδόλου· καὶ ἂς πλημμυρήσει ἀπὸ ἐδῶ κάθε κακῶν ἐλευθερία σ’ ἐκείνους, ὅσοι πλησιάζουν μετὰ πίστεως· ἔπειτα μὲ μεγάλη καὶ λαμπρὰ φωνὴ πρόσταξε τοῦτα στοὺς ποταμοὺς λέγοντας· στὴν χώρα αὐτὴ χωνεύθητε ὦ ποταμοί· κι ἔτσι ἀπὸ τότε καὶ ἕως σήμερα χωνεύεται ἐκεῖ τὸ νερὸ μὲ παράδοξο τρόπο· γι’ αὐτὸ καὶ ἀπὸ τὴν αἰτία τούτη Χῶναι ὀνομάσθηκε ὁ τόπος, εἰς δόξα τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ μας, καὶ εἰς ἔπαινο καὶ τιμὴ τοῦ πανενδόξου καὶ θερμοῦ προστάτου μας Μιχαήλ.


Ταῖς Αὐτοῦ ἁγίαις πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.


* «Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν» τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, τόμ. 1ος, σελ. 90-92. (Μικρὴ φραστικὴ διασκευή, ὑπὸ ἱερομ. Ν. ἁγιορείτου).