Κυριακή 7 Αυγούστου 2022

Εὐλογία - Ἀλογία




Εὐλογία - Ἀλογία

«Ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανόν, ηὐλόγησεν»

(Ματθ. 14,19).


Ἀρχιμ. Δανιὴλ Ἀεράκη*


Ἀστείρευτη πηγὴ

 

   νακαλύφθηκε πηγὴ ἀστείρευτη! Ἡ εἴδηση αὐτὴ θὰ ἦταν ἡ πιὸ εὐχάριστη σὲ περίοδο ἀνομβρίας. Θὰ κάλυπτε ὁποιαδήποτε ἄλλη εἴδηση. Τὸ πρόβλημα τοῦ νεροῦ, ἰδίως τὴ θερινὴ περίοδο, εἶναι τὸ ὑπ’ ἀριθμ. 1 ἐθνικὸ πρόβλημα. Ἡ λειψυδρία τὸ καλοκαῖρι κάνει ἐφιαλτικὴ ἐμφάνιση. Ἡ ξηραΐλα γίνεται κάποτε φρικιαστική. Ποτάμια ὁλόκληρα μεταβάλλονται σὲ κάμπους. Λίμνες ἀποκαλύπτουν τὸν πυθμένα τους. Δεξαμενὲς γίνονται «κύμβαλα ἀλαλάζοντα». Τὰ πάντα στερεύουν.

   Πολλοὶ ὄχι μόνο δὲν ἀνησυχοῦν, ἀλλὰ καὶ ξοδεύουν ἀλόγιστα τὸ λιγοστὸ νερό. Ὅταν θὰ φθάσουμε στὸ σημεῖο ν’ ἀνοίγουμε τὴ βρύση καὶ αὐτὴ νὰ στάζει... ἀέρα, τότε θὰ συνειδητοποιήσουμε τὸ μέγεθος τῆς τραγωδίας. Θὰ ποῦμε «ἐν γῇ ἀβάτω καὶ ἀνύδρω» (Ψάλμ. 62,2). Συσκέψεις ἐπὶ συσκέψεων γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῆς λειψυδρίας. Δὲν μποροῦμε βέβαια νὰ κατηγορήσουμε τοὺς ἁρμοδίους γιὰ τὴν ἀγωνία τους καὶ γιὰ τὰ μέτρα, ποὺ κατὰ καιροὺς προτείνουν καὶ ἐπιβάλλουν. Λησμονοῦν ὅμως στὶς συσκέψεις αὐτὲς τὸν Οὐρανό.

   Ὑπόθεση τοῦ Οὐρανοῦ εἶναι ἡ βροχή. Ἡ γῆ ποτίζεται ἀπὸ τὸν οὐρανό. Ἂν ἀπεργήσει ὁ οὐρανός, μάταια θὰ διαμαρτύρεται ἡ γῆ! Φυσικὰ ὁ Οὐρανός, Ἐκεῖνος, ποὺ βρίσκεται ὑπεράνω τῶν οὐρανῶν, δὲν ἀπεργεῖ ποτέ. Κάποτε ὅμως ἀναστέλλει κάποια λειτουργία του. Καὶ αὐτό, διότι στὶς συσκέψεις καὶ παρασυσκέψεις τῆς γῆς ξεχνοῦν νὰ καλέσουν ἐκπρόσωπό του. Ποιὸς ὁ ἐκπρόσωπος τοῦ Οὐρανοῦ; Ὁ Ἠλίας ὁ προφήτης, ἢ μᾶλλον, ἡ δύναμη τοῦ Ἠλία τοῦ προφήτου. Ἅγιος τῆς προσευχῆς ἦταν ὁ Ἠλίας. Ἕνας ἅγιος μπορεῖ νὰ κάνει ὄχι ἁπλῶς γεώτρηση, ἀλλὰ οὐρανότρηση. Μπορεῖ νὰ διαπεράσει τὸν Οὐρανό. Καὶ ν’ ἀνοίξει ἡ ἀστείρευτη πηγή.

   Τὴν ἀστείρευτη πηγὴ γιὰ ὅλα τὰ ἀγαθά, ὑλικὰ καὶ πνευματικά, βλέπουμε στὸ θαῦμα τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς. Μέσα στὴν ἐρημιὰ βρίσκονται χιλιάδες ἄνθρωποι, χωρὶς ἐφόδια, χωρὶς ψωμί. Καὶ ὅμως χόρτασαν ὅλοι. Μόνο οἱ ἄνδρες ἦσαν πέντε χιλιάδες. Ἂν οἱ χιλιάδες πεινασμένοι χόρτασαν μὲ πέντε ψωμιά, γιατί οἱ χιλιάδες διψασμένοι νὰ μὴ μποροῦν νὰ ξεδιψάσουν μὲ λίγες σταγόνες νεροῦ;

   Γιὰ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ δὲν ὑπάρχει τίποτε τὸ λίγο. Ὅλα τὰ ἔχει σὲ πλεόνασμα. Γιατί; Ἀφοῦ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὡς Θεός, εἶναι ἀστείρευτη πηγή. Καὶ ἡ ἀστείρευτη πηγὴ τοῦ Θεοῦ ὀνομάζεται εὐλογία. Λέγει σχετικὰ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Πηγὴ ἔστι φιλανθρωπίας ὁ Χριστός, καὶ οὐδέποτε παύεται τὰ ἐκεῖθεν νάματα τὴ τῶν ἀνθρώπων φύσει πρoχέουσα. Ἂν τοίνυν ταῦτα λογιζώμεθα καὶ σπουδάσωμεν καὶ ὑπὲρ τῶν φθασάντων τὰς εὐχαριστίας ἀναφέρειν τὸ Δεσπότη καὶ ὑπὲρ τῶν ἑξῆς τοιούτους ἑαυτοὺς κατασκευάζειν, ὥστε μὴ ἀναξίους φανῆναι τῶν παρ’ αὐτοῦ εὐεργεσιῶν, δυνησόμεθα καὶ πολιτείαν ἀρίστην ἐπιδείξασθαι, καὶ τῆς κακίας τὴν πεῖραν διαφυγεῖν» (Ε.Π.Ε. 3,130).


Δὲν εἴμεθα ἄξιοι

 

   Γιατί ὁ Χριστὸς στὸ θαῦμα τῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς πολλαπλασίασε τὰ λίγα ψωμιὰ καὶ τὰ ἔκανε πολλά, καὶ σήμερα δὲν φαίνεται νὰ κάνῃ παρόμοιο θαῦμα;

   • Οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι ἦσαν ἄξιοι τοῦ θαύματος, ἐνῶ ἐμεῖς εἴμεθα ἀνάξιοι. Γιατί ἦσαν ἄξιοι; Ἔτρεξαν νὰ βροῦν τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ποὺ εἶχε ἀποσυρθεῖ στὴν ἔρημο. Ὁ Χριστὸς ἦταν στὴν ἔρημο, ἀλλ’ ἡ καρδιά τους δὲν ἦταν ἔρημος ἀπὸ πόθους ἱερούς. Πόσοι σήμερα τρέχουν κοντὰ στὸ Χριστό; Πόσοι αἰσθάνονται τὴν ἀνάγκη τοῦ Χριστοῦ; Ἐκεῖ ἔτρεξαν χιλιάδες, μὲ τὰ πόδια, γιὰ νὰ βροῦν τὸν Ποθούμενο. Ἐδῶ, δίπλα μας εἶναι ὁ Ναός, ἀλλ’ οἱ περισσότεροι, τὸ 98%, δὲν αἰσθάνονται τὴν ἀνάγκη τοῦ Χριστοῦ, τὴν ἀνάγκη νὰ ἐκκλησιασθοῦν. Πῶς, λοιπόν, νὰ χαρίσει τὴν εὐλογία του σὲ μᾶς, ἀφοῦ δὲν τὴν ζητᾶμε, δὲν τρέχουμε, δὲν τὸν ἀναζητᾶμε;

   • Οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖνοι ἦσαν ἄξιοι, διότι ζητοῦσαν ἀπὸ τὸ Χριστὸ τὸ «μεῖζον». Γι’ αὐτὸ Ἐκεῖνος τοὺς ἔδωσε καὶ τὸ «ἔλασσον». Πεινοῦσε ἡ ψυχή τους, πεινοῦσε καὶ τὸ σῶμα τους. Ὁλημερὶς ἀπόλαυσαν τὴν πνευματικὴ τροφή, τὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ. Ὕστερα ὁ Χριστὸς τοὺς χάρισε καὶ τὸ ὑλικὸ ψωμί. Ζητᾶς τὰ πνευματικά; Θὰ ἔχεις καὶ τὰ ὑλικά. «Ζητεῖτε πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ πάντα ταῦτα προστεθήσεται ὑμῖν» (Ματθ. 6,33).

   • Τὸ πνεῦμα θὰ φέρει τὴν ὕλη.

   • Ἡ ἀλήθεια τὴν ἀγάπη.

   • Ἡ θεολογία τὴν κοινωνιολογία.

   • Ἡ ρίζα τοὺς καρπούς.

   • Ἡ ἄνοιξη τὸ καλοκαῖρι.

   • Τὰ σύννεφα τὴ βροχή.


Κάθε θαῦμα εἶναι πολλαπλασιασμὸς

 

   Δὲν κάνει ὁ Χριστὸς σὲ μᾶς παρόμοιο θαῦμα μὲ τὸ θαῦμα τοῦ πολλαπλασιασμοῦ, διότι δὲν πιστεύουμε. Πολλοὶ ἀμφιβάλλουν καὶ γιὰ τὸ θαῦμα τοῦ χορτασμοῦ τῶν πεντακισχιλίων. Τὸ θεωροῦν παράλογο. Καὶ λησμονοῦν, ὅτι πέρα ἀπὸ τὸ λόγο ὑπάρχουν δύο ἄλλες λέξεις: τὸ παράλογο καὶ τὸ ὑπερλόγο. Τὸ παράλογο ἁρμόζει στὸν ἄνθρωπο τὸ ὑπερλόγο στὸ Θεό. Τὸ παράλογο δημιουργεῖ τρέλλες· τὸ ὑπερλόγο δημιουργεῖ θαύματα.

Εἶναι, λοιπόν, παράλογο τὸ νὰ δέχονται τόσα ἄλλα θαύματα τοῦ Χριστοῦ καὶ ν’ ἀρνοῦνται τὸ θαῦμα τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν πέντε ψωμιῶν. Γιατί;

   • Κάθε θαῦμα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἕνας πολλαπλασιασμός. Ἂν μὲ τοὺς φυσικοὺς νόμους ἡ  ἀγάπη τοῦ Θεοῦ προσφέρεται μία φορά, μὲ τὸ θαῦμα ἡ ἴδια ἀγάπη πολλαπλασιάζεται ἐπὶ 100 καὶ ἐπὶ 1000. Θαῦμα εἶναι ὁ πολλαπλασιασμὸς τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ!

   Ἀφοῦ ἡ ἀγάπη τοῦ λόγου τοῦ Χριστοῦ πολλαπλασίασε τοὺς ἀκροατὰς καὶ τοὺς ἔκανε χιλιάδες, ἡ ἀγάπη τοῦ θαύματος δὲν μποροῦσε νὰ πολλαπλασιάσει τὰ ψωμιὰ καὶ ἀπὸ πέντε νὰ τὰ κάνει πέντε χιλιάδες; Ἀμφιβάλλεις ἀκόμη; Ρωτᾶς «πῶς;». Σὲ ἔρωτω:

   • Τί εἶναι δυσκολότερο, τὸ μηδὲν νὰ γίνει ἕνα ἑκατομμύριο, ἢ τὸ πέντε νὰ γίνει πέντε χιλιάδες; Ἀσφαλῶς τὸ πρῶτο. Ἐκεῖνος, λοιπόν, ποὺ ἀπὸ τὸ μηδὲν ἔκανε τὰ ἑκατομμύρια, τὰ δισεκατομμύρια ἄστρα, ὁ Ἴδιος δὲν μποροῦσε τὰ πέντε ψωμιὰ νὰ τὰ κάνει χίλια, νὰ τὰ κάνει πέντε χιλιάδες;

   • Τί εἶναι δυσκολότερο, ἕνας ἥλιος νὰ μοιράζεται σὲ δισεκατομμύρια ἀνθρώπους καὶ νὰ τοὺς χορταίνει ἀπὸ φῶς, ἢ πέντε ψωμιὰ νὰ μοιράζονται σὲ πέντε χιλιάδες ἄνδρες καὶ νὰ χορταίνουν ὅλοι; Ἀσφαλῶς τὸ πρῶτο. Αὐτός, λοιπόν, ποὺ ἔκανε καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ κάνει τὸ πρῶτο, δὲν μπορεῖ νὰ κάνει καὶ τὸ δεύτερο, τὸ πιὸ εὔκολο;

   • Πῶς ὁ Θεὸς τὸν ἕνα, τὸν Ἀβραάμ, τὸν ἔκανε ἔθνος μυριάδων ἀνθρώπων; Ἕνας ἦταν καὶ αὐτὸς ἄτεκνος. Καὶ πολλαπλασιάστηκε. Πῶς; Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Τοῦ εἶπε ὁ Θεός: «Ποιήσω σε εἰς ἔθνος μέγα καὶ εὐλογήσω σε καὶ μεγαλυνῶ τὸ ὄνομά σου» (Γέν. 12, 2).

   • Πῶς ἔγινε ὁ πολλαπλασιασμὸς τῶν πεντακισχιλίων; Ἀλλ’ ὁ Θεὸς καὶ τὶς τέσσερις πράξεις τῆς Ἀριθμητικῆς γνωρίζει. Ὁ ἄνθρωπος συνήθως ξέρει μία πράξη, τὴν ἀφαίρεση. Ξέρει πῶς ν’ ἀφαιρεῖ, πῶς νὰ κλέβει ἀπὸ τοὺς ἄλλους καὶ νὰ προσθέτει στὸν ἑαυτό του. Ὁ Θεὸς ξέρει καὶ τὴν πρόσθεση στὸ ἕνα ἀγαθὸ προσθέτει καὶ ἄλλο. Ξέρει καὶ πολλαπλασιασμὸ ἕνα σπόρο ρίχνεις σὺ στὴ γῆ, κι Ἐκεῖνος τὸν πολλαπλασιάζει καὶ τὸν κάνει μυριοπλάσιο τὸν μετατρέπει σὲ μύριους καρπούς.

   Καὶ ὄχι μόνο στὴν ἄψυχη φύση, ἀλλὰ καὶ στὸν ἔμψυχο κόσμο, στὴν Ἐκκλησία, κάνει παρόμοιους πολλαπλασιασμούς. Μὲ δώδεκα ἀνθρώπους ξεκίνησε ἡ Ἐκκλησία καὶ πολλαπλασιάστηκε καὶ οἱ πιστοὶ ἔγιναν ἑκατομμύρια.


Ἡ εὐλογία τοῦ Χριστοῦ

 

   Σὲ ὅλα τὰ «πῶς;», ποὺ ἡ ψυχρὴ λογικὴ ἐγείρει γύρω ἀπὸ τοὺς θαυμαστοὺς πολλαπλασιασμούς, μία εἶναι ἡ ἀπάντηση: Ἡ εὐλογία τοῦ Χριστοῦ. Οἱ Μαθητὲς προέβαλαν στὸ Χριστὸ τόσα ἐμπόδια, ὅταν μπροστά τους ἐμφανίστηκε τὸ πρόβλημα τῆς τροφοδοσίας τόσων ἀνθρώπων: Καὶ ἐρημιὰ ἦταν, καὶ πεῖνα ὑπῆρχε καὶ τρόφιμα ἀπουσίασαν. Καὶ ὅμως, ὅλα τὰ ἐμπόδια μεριάστηκαν.

   • Ἐρημιά; Λάθος. Ἡ παρουσία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μεταβάλλει τὴν ἔρημο σὲ κοινωνικὴ συντροφιά. Εἶσαι μόνος; Λάθος. Μαζί σου εἶναι ὁ Χριστός.

   • Δὲν ὑπῆρχαν τροφές; Λάθος. Ὑπῆρχε ὁ «τρέφων τὰ σύμπαντα», ὁ τροφοδότης Θεός. Ἦταν μαζί τους.

   • Δὲν ὑπῆρχε τρόπος γιὰ τὴν τροφοδοσία τοῦ λαοῦ; Λάθος. Ὑπῆρχε καὶ ἀποδοτικότερος τρόπος: ἡ εὐλογία.

   Ἡ εὐλογία εἶναι ἡ κίνηση τοῦ Οὐρανοῦ πρὸς τὴ γῆ. Προσέξτε ὅλη τὴν κίνηση, ποὺ ἔκανε ὁ Κύριος. «Λαβὼν τοὺς πέντε ἄρτους καὶ τοὺς δύο ἰχθύας, ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησε καὶ κλάσας ἔδωκε τοῖς μαθηταῖς τοὺς ἄρτους, οἱ δὲ μαθηταὶ τοῖς ὄχλοις» (στ. 19).

   Στὸν οὐρανὸ κοίταξε ὁ Χριστός. Ἀπὸ τὸν οὐρανὸ προέρχεται κάθε δωρεὰ καὶ εὐλογία. «Πᾶσα δόσις ἀγαθὴ καὶ πᾶν δώρημα τέλειον ἄνωθέν ἐστι καταβαῖνον ἀπὸ τοῦ πατρὸς τῶν φώτων» (Ἰακ. 1,17). Φαντασθεῖτε ἄνθρωπο νὰ βλέπει ἕνα βοῦρκο, ἕνα ὑπόνομο

ἀνοικτό, καὶ νὰ περιμένει ἀπὸ κεῖ νὰ ξεπροβάλει ὁ ἥλιος! Μὰ ἀπὸ τὸν ὑπόνομο μόνο δυσοσμία ξεπροβάλλει. Ἀπὸ ψηλὰ ἔρχεται ὁ ἥλιος... Ψηλά, λοιπόν, τὰ μάτια ψηλά, γιὰ νὰ δοῦμε προκοπή.

   Ἀπὸ τὸν οὐρανὸ κατέβηκε ὁ Λόγος. Ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ ὁ εὖ - λόγος, ἡ εὐλογία. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸς ὁ Λόγος μᾶς χάρισε καὶ τὸ λόγο του καὶ τὴν εὐλογία του. Ὁ πιὸ δυνατὸς λόγος τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ ἀγάπη του, ἡ εὐλογία του.

   Αὐτὴ ἡ εὐλογία ἦταν ἄλλοτε ἡ καλύτερη ἐγγύηση γιὰ τοὺς χριστιανούς. Πῶς ξεκινοῦσε ἡ ζωή τους; Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Πῶς ξεκινοῦσε ἡ σπορά; Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Πῶς ξεκινοῦσε τὸ τραπέζι, τὸ φαγητό; Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Πῶς ξεκινοῦσε ἡ οἰκογενειακὴ ζωὴ στὸ γάμο; Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Ἐπαναλαμβάνεται σὲ κάθε γάμο ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ στὸ πρῶτο ζευγάρι: «Καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς ὁ Θεὸς λέγων, αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε καὶ κατακυριεύσατε τῆς γῆς» (Γέν. 1,28). Ἂν στερεύει ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, στερεύει καὶ ἡ πίστη τοῦ ἀνθρώπου στὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ὁ πιστὸς ἄνθρωπος βλέπει τὸ Θεάνθρωπο, νὰ εὐλογεῖ μεταξὺ οὐρανοῦ καὶ γῆς. Θυμηθεῖτε πῶς κατὰ τὴν Ἀνάληψη ὁ Θεάνθρωπος εἶχε καὶ τὰ δύο χέρια ὑψωμένα καὶ εὐλογοῦσε. «Καὶ ἐν τῷ εὐλογεῖν αὐτὸν αὐτοὺς διέστη ἀπ’ αὐτῶν καὶ ἀνεφέρετο εἰς τὸν οὐρανὸν» (Λουκ. 24,51).

   Ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ καλύτερο, τὸ πιὸ φερέγγυο, ἀσφαλιστικὸ ταμεῖο.


Ἡ ἀλογία ἡ δική μας

 

   Καὶ ὅμως, ἕνα ἔγκλημα διαπράττει ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος. Φαντασθεῖτε πηγή, μὲ πλούσιο νερό, καὶ νὰ πηγαίνει κάποιος νὰ τὴν στομώνει. Ἡ πηγὴ σταματᾶ, φαίνεται νὰ στερεύει. Αὐτὸ κάνει σήμερα ὁ ἄνθρωπος. Ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ πηγή. Τὸ στόμωμά της εἶναι ἡ δική μας ἀλογία. Ζοῦμε μὲ τὸ ἀντίθετο τῆς εὐλογίας. Καὶ τὸ ἀντίθετο τῆς εὐλογίας δὲν εἶναι ἡ κατάρα· ὁ Θεὸς δὲν καταριέται εἶναι ὅλος ἀγάπη. Τὸ ἀντίθετο τῆς εὐλογίας εἶναι ἡ ἀλογία.

   • Ζοῦμε μὲ ἀλογία, δηλαδή, χωρὶς λόγο. Χωρὶς τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἔχουμε καταδικάσει τὴν ψυχή μας σὲ δίψα. Περιφρονοῦμε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Γίναμε ἄλογοι.

   • Ζοῦμε μὲ ἀλογία, δηλαδή, χωρὶς λόγο. Χωρὶς τὸ Λόγο (μὲ κεφαλαῖο Λ), χωρὶς τὸ Χριστό. Οὔτε μία λέξη θερμὴ δὲν προφέρουμε στὸ Χριστό, ποὺ εἶναι ἡ πηγὴ τῶν ἀγαθῶν. Μὰ ὅ,τι καὶ ἂν κάνουμε, τίποτε δὲν θὰ πετύχουμε χωρὶς τὸ Χριστό. «Χωρὶς ἐμοῦ, εἶπε ὁ ἴδιος, οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδὲν» (Ἰωάν. 15,5).

   • Ζοῦμε μὲ ἀλογία, δηλαδή, χωρὶς λόγο. Δὲν ξέρουμε γιατί ζοῦμε, ποιὸς ὁ λόγος τῆς ὑπάρξεώς μας. Ζοῦμε σὰν τὰ ζῶα, ποὺ τυφλὰ βαδίζουν τὸ μονόδρομο τῶν ἐνστίκτων, χωρὶς ἀλλαγὲς καὶ ἐπιλογὲς καὶ ἀνατάσεις.

   • Ζοῦμε μὲ ἀλογία, δηλαδή, χωρὶς λόγο. Χωρὶς λογική. Τρελλαθήκαμε. Φαντασθεῖτε ἄνθρωπο, ποὺ μέσα στὴ γενικὴ λειψυδρία πηγαίνει καὶ καταστρέφει τὸ δίκτυο ὑδρεύσεως. Δὲν θὰ εἶναι αὐτὸ τρέλλα; Μὲ τὴν τρέλλα τῆς ἀπιστίας μας καταστρέφουμε τὸ δίκτυο ὑδρεύσεώς μας ἀπὸ τὴν ἀκένωτη δεξαμενὴ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Κάνουμε ἀποσύνδεση ἀπὸ τὴν πηγή. Αὐτὸ εἶναι ἀλογία, παραλογία, παραφροσύνη, τρέλλα.

   • Ζοῦμε μὲ ἀλογία, δηλαδή, χωρὶς λόγο. Κάνουμε ἄλογη χρήση τῶν ἀγαθῶν τοῦ Θεοῦ. Σπαταλᾶμε τὴν ὑγεία. Σπαταλᾶμε τὰ χρήματα. Σπαταλᾶμε τὸ φυσικὸ πλοῦτο τῆς πατρίδος μας, καταστρέφοντας τὸ φυσικὸ περιβάλλον, καίγοντας τὰ δάση, μολύνοντας τὶς ἀκτές μας. Σπαταλᾶμε τὸ λίγο νερό, ποὺ ὑπάρχει. Ὑπάρχει ἀλoγία, διότι δὲν κάνουμε οἰκονομία. Γιατί ἄραγε ὁ Κύριος, μετὰ τὸ χορτασμὸ τῶν πεντακισχιλίων, ἔδωσε ἐντολὴ νὰ μαζέψουν τὰ περισσεύματα τῶν κλασμάτων (στ. 20); Δὲν μποροῦσε νὰ ἐπαναλάβει τὸ θαῦμα; Ἀσφαλῶς μποροῦσε. Ἤθελε ὅμως νὰ μᾶς διδάξει τὴ λογική τῆς οἰκονομίας. Ἐμεῖς ὅμως ζοῦμε στὴν ἀλογία τῆς σπατάλης.


Εὐλογεῖ τοὺς εὐλογοῦντας

 

   Τὸ πρόβλημα ἀπὸ τὴ λειψυδρία, ὅπως εἴπαμε, εἶναι ἐφιαλτικό. Σκουλήκια ἐμφανίζονται. Παρόμοιο εἶναι τὸ πρόβλημα τῆς πείνας, ἀλλὰ καὶ τόσα ἄλλα προβλήματα, ποὺ ἔχουν σχέση μὲ ἀνάγκες τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου. Τί πρέπει νὰ κάνουμε;

   Νὰ ἀνοίξουμε τὴν πηγὴ τοῦ Θεοῦ, ποὺ τὴν κλείσαμε μὲ τὴν ἀλογία τῆς ἀπιστίας μας. Νὰ τὴν ἀνοίξουμε μὲ τὴν εὐλογία τῆς πίστεως καὶ τῆς εὐχαριστίας. Ὁ Χριστὸς εἶναι «ὁ εὐλογῶν τοὺς εὐλογοῦντας».

   Εὐλογοῦμε τὸν Κύριο; Δηλαδή, Τὸν εὐχαριστοῦμε; Τὸν εὐχαριστοῦμε γιὰ ὅσα μᾶς χαρίζει; Ἂν ναί, τότε ἀνοίγουμε τὴν πηγὴ γιὰ νέες εὐλογίες. Λέγει χαρακτηριστικὰ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος: «Ὅταν ὁ Θεὸς εὐχαριστῆται καὶ εὐλογῆται διὰ τῶν ἀνθρώπων, τότε δαψιλεστέραν τὴν παρ’ ἐαυτοῦ εὐλογίαν εἴωθεν χορηγεῖν ἐκείνοις, δι’ ὧν αὐτὸς εὐλογεῖται» (Ε.Π.Ε. 3,256).

   Σὲ ἐποχὴ στερήσεων ἔζησε ὁ προφήτης Ἠλίας. Οὔτε σταγόνα νερὸ δὲν ἔπεφτε. Παντοῦ ξηραΐλα. Καὶ ὅμως, ὁ Προφήτης ἔζησε. Ποῦ; Στὸ φιλόξενο σπίτι τῆς σεβασμίας ἐκείνης χήρας τῆς Σαρεπτᾶ. Ἐκεῖ ἡ φοῦχτα τὸ ἀλεῦρι δὲν τελείωνε. Ἐκεῖ τὸ λίγο λάδι δὲν στέρευε. Πῶς; Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ.

   Στὸ σπίτι τοῦ Θεοῦ φιλοξενούμεθα. Γιατί ἀπογοητευόμεθα;

   Κύριε, ἀλογήσαμε καὶ παραλογήσαμε. Καὶ κλείσαμε τὶς πηγὲς τῆς εὐτυχίας μας. Λυπήσου μας! Καὶ εὐλόγησέ μας. Πάνω ἀπὸ ὅλα τὴν εὐλογία Σου ζητᾶμε. Εὐλόγησέ μας Σύ, Κύριε, ποὺ εἶσαι «ὁ μηδέποτε δαπανώμενος».


* Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ Κυριακοδρόμιο Εὐαγγελίων», ἔκδοσις δευτέρα, Ἀθήνα 1999, σελ. 98 - 102. (Τὰ ἔντονα στοιχεῖα, ὑπὸ ἱερομ. Ν.)