Παρασκευή 19 Αυγούστου 2022

Ὁ ἅγιος μεγαλομάρτυς Ἀνδρέας ὁ στρατηλάτης καὶ οἱ σὺν αὐτῷ




Ὁ ἅγιος μεγαλομάρτυς Ἀνδρέας ὁ στρατηλάτης καὶ οἱ σὺν αὐτῷ

Ἑορτάζουν τὴν ιθ΄ (19η) Αὐγούστου.


ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ*


Εἰς τὸν Ἀνδρέαν.

 

Στρατηλάτης ὤν, ὡς ἀληθῶς, Ἀνδρέας,

Τομὴν κεφαλῆς ἀνδρικώτατα στέγει.

 

Εἰς τοὺς σὺν αὐτῷ τελειωθέντας.

 

Ἔστησε τμηθεὶς αἱμάτων λίμνας ὄχλος,

Σοὶ τῷ παραστήσαντι λίμνας ὑδάτων.

Ἐννεακαιδεκάτῃ τάμον Ἀνδρέου αὐχένα λαμπρόν.


   ἅγιος μάρτυς Ἀνδρέας ἦταν κατὰ τοὺς καιροὺς τοῦ ἀσεβέστατου Μαξιμιανοῦ, ἐν ἔτει σπθ΄ (289), στρατιώτης εὑρισκόμενος στὴν Ἀνατολὴ κ’ ἔχοντας ὡς ἀρχιστράτηγο ὅλων τῶν βασιλικῶν ταγμάτων, κάποιον ὀνομαζόμενον Ἀντίοχο. Τοῦτος λοιπόν, ὅταν στάλθηκε ἀπὸ τὸν ἀνωτέρω ἀρχιστράτηγό του μαζὶ μ’ ἄλλους συστρατιῶτες γιὰ νὰ πολεμήσει τοὺς Πέρσες, –οἱ ὁποῖοι, ἀφοῦ διάβηκαν τὰ ὅριά τους καὶ ἦλθαν στὰ ὅρια τῶν Ρωμαίων τὰ λεηλατοῦσαν κι ἀφάνιζαν–, ἐπικαλέσθηκε τὸν Χριστό, κι ἀφοῦ ἔπεισε καὶ τοὺς συντρόφους νὰ ἐπικαλεσθοῦν κ’ ἐκεῖνοι τὸν Χριστὸ νίκησε τοὺς Πέρσες, τοὺς ἔδιωξε καὶ τοὺς ἔφθειρε· καὶ διὰ τῆς ἀνέλπιστης αὐτῆς νίκης εἵλκυσε στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ τοὺς συντρόφους του στρατιῶτες.

   Διεβλήθη λοιπὸν ὁ ἅγιος καὶ οἱ σύντροφοί του πρὸς τὸν ἀρχιστράτηγο Ἀντίοχο· κι ἀφοῦ παρουσιάσθηκαν ὅλοι σ’ αὐτὸν ὁμολόγησαν τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Διὰ τοῦτο τὸν μὲν ἅγιο Ἀνδρέα ἅπλωσε ἐπὶ κλίνης σιδερένιας πυρακτωμένης, τῶν δὲ συντρόφων του κάρφωσαν τὰ χέρια πάνω σὲ τετράγωνα ξύλα· ἔπειτα πρόσταξε ὁ Ἀντίοχος κ’ ἔδιωξαν τοὺς ἁγίους ἀπ’ τὰ ὅρια ἐκείνης τῆς χώρας χίλιοι ἄλλοι στρατιῶτες, τοὺς ὁποίους κατήχησε ὁ ἅγιος Ἀνδρέας κ’ ἔφερε καὶ κείνους στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ.

   Τοῦτο μαθαίνοντας ὁ Ἀντίοχος τοὺς κατεδίωξε ὅλους καὶ πρόσταξε νὰ τοὺς θανατώσουν ὅλους μαζί, καὶ τοὺς ἐξ ἀρχῆς συντρόφους τοῦ ἁγίου καὶ αὐτὸν τὸν ἴδιο πανένδοξο Ἀνδρέα· κ’ ἔτσι ἔλαβαν ὅλοι τὰ στεφάνια τῆς ἀθλήσεως.


Ταῖς Αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.


* «Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν» τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, τόμ. 6ος, σελ. 245, 246. (Μικρὴ φραστικὴ διασκευή, ὑπὸ ἱερομ. Ν. ἁγιορείτου).