Δευτέρα 1 Αυγούστου 2022

Οἱ ἅγιοι ἑπτὰ μάρτυρες Μακκαβαῖοι




Οἱ ἅγιοι ἑπτὰ μάρτυρες Μακκαβαῖοι, Ἀβείμ, Ἀντώνιος, Γουρίας, Ἐλεάζαρος, Εὐσεβωνᾶς, Ἀχεὶμ καὶ Μάρκελλος, καὶ ἡ μητέρα αὐτῶν Σολομονὴ καὶ ὁ διδάσκαλος αὐτῶν Ἐλεάζαρος

Ἑορτάζουν τὴν α΄ () Αὐγούστου.


ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ*


Εἰς τὸν Ἐλεάζαρον.

Πρῶτος πρὸ Χριστοῦ πῦρ στέγων Ἐλεάζαρ,

Ἀθλήσεως προὔθηκε τοῖς ἄλλοις ἴχνη.

 

Εἰς τὴν Σολομονήν.

Πρώταθλον ἄλλην καὶ πρὸ τῆς Θέκλης ἔχω,

Τὴν Σολομονήν, ἣν πρὸ Χριστοῦ πῦρ φλέγει.

 

Εἰς τοὺς ἑπτὰ Μακκαβαίους.

Ἐξ ἑβδόμης πέμπουσι παίδων ἑπτάδα,

Ἀρθρέμβολα, πῦρ, καὶ τροχοὶ πρὸς ὀγδόην.

Καῦσαν ἑνὶ πρώτῃ Σολομώνην ἑπτά τε υἷας.


   Τοῦτοι οἱ ἅγιοι ἦσαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Ἀντιόχου υἱοῦ Σελεύκου, ἐν ἔτει [ἀπὸ μὲν κτίσεως κόσμου ετκζ΄ (5.327)], τὸ ρογ΄ (173) πρὸ Χριστοῦ. Κι ἀφοῦ προσπάθησε νὰ τοὺς ἀναγκάσει ὁ Ἀντίοχος (ὁ ὁποῖος ἀφάνισε καὶ αἰχμαλώτισε ὅλο τὸ γένος τῶν Ἑβραίων) ν’ ἀρνηθοῦν τὶς συνήθειες καὶ διατάξεις ποὺ εἶχαν παραδοθεῖ ἀπὸ τὸν νόμο καὶ τοὺς προγόνους τους, ἤτοι νὰ φάγουν κρέατα χοιρινά, δὲν πείσθηκαν οὔτε αὐτοὶ οὔτε ὁ διδάσκαλός τους Ἐλεάζαρος, φυλάττοντας τὴν παραγγελία τοῦ θείου νόμου ποὺ λέγει: «καὶ τὸν ὗν, ὅτι διχηλεῖ ὁπλὴν τοῦτο, καὶ ὀνυχίζει ὄνυχας ὁπλῆς, καὶ τοῦτο οὐκ ἀνάγει μηρυκισμόν, ἀκάθαρτον τοῦτο ὑμῖν· ἀπὸ τῶν κρεῶν αὐτῶν οὐ φάγεσθε καὶ τῶν θνησιμαίων αὐτῶν οὐχ ἅψεσθε, ἀκάθαρτα ταῦτα ὑμῖν.» (Λευϊτ. ια 7, 8). Δηλαδή: Μὴ φάγετε τὸν χοῖρο, διότι αὐτὸς ἔχει μὲν τὰ νύχια του μοιρασμένα σὲ δύο, δὲν ἀναμηρυκάζει ὅμως, οὐδὲ ἀναχαράζει τὸ φαγητὸ ποὺ θὰ φάει (ἀκάθαρτο θἆναι καὶ τοῦτο γιὰ σᾶς). Γι’ αὐτό, ἀπὸ τὰ κρέατα τοῦ χοίρου μὴ φάγετε καὶ τὸ νεκρὸ σῶμα του μὴ πιάσετε, διότι αὐτὰ εἶναι ἀκάθαρτα γιὰ σᾶς.

   Γιὰ τὸν λόγο αὐτόν, ἔδεσαν πίσω τὰ χέρια τοῦ ἁγίου Ἐλεαζάρου καὶ τὸν ἔδειραν δυνατά· ἔπειτα ἔχυσαν μέσα στὴν μύτη του κάποια ὑγρὰ βρωμερὰ καὶ δριμέα (καυστικά, ὀξέα) καὶ μετὰ ταῦτα τὸν ἔριξαν στὸ πῦρ, ὅπου, ἀφοῦ προσευχήθηκε γιὰ νὰ γίνει τὸ αἷμα καὶ ὁ θάνατός του λύτρωση κ’ ἐλευθερία ὅλου τοῦ γένους του, παρέδωκε ὁ ἀοίδιμος τὴν ψυχή του εἰς χεῖρας Θεοῦ.

   Τοὺς δὲ ἁγίους ἑπτὰ παῖδες ἔφερε μπροστά του ὁ τύραννος καὶ τοὺς τιμώρησε, τὸν καθένα κατὰ τοὺς χρόνους τῆς ἡλικίας του, μὲ τροχούς, μὲ ἀκόντια, μὲ πῦρ καὶ μὲ ἄλλα ὄργανα τιμωρητικά, τὰ ὁποῖα μπήγονταν στὰ ἄρθρα καὶ τοὺς ἁρμοὺς τοῦ σώματος. Ἔτσι λοιπόν, οἱ μακάριοι παῖδες πεθαίνοντας μέσα σὲ τέτοια βασανιστήρια ἀπέδειξαν ὅτι ὁ λογισμὸς εἶναι κύριος καὶ αὐτοκράτορας τῶν παθῶν καί, ἐὰν θελήσει, δὲν δύναται νὰ νικηθεῖ ἀπὸ αὐτά. Καὶ γι’ αὐτὸ ἔλαβαν παρὰ Κυρίου τὰ στεφάνια τῆς ἀθλήσεως.

   Μετὰ ταῦτα ἡ μητέρα τους Σολομονή, βλέποντας τοὺς ἑπτὰ γυιούς της νἄχουν τελειωθεῖ τόσο πολὺ ἀνδρείως, χάρηκε καὶ χωρὶς νὰ βάλει κανεὶς τὸ χέρι του κατ’ αὐτῆς πῆγε μόνη κ’ ἔριξε τὸν ἑαυτό της στὴν ἀναμμένη φωτιά, κι ἔτσι παρέδωκε τὴν ψυχή της εἰς χεῖρας Θεοῦ. Τελεῖται δὲ ἡ σύναξη αὐτῶν στὸν μαρτυρικό τους ναό, ποὺ βρίσκεται στὸ ἔμβασμα τὸ λεγόμενο τοῦ Δομνίνου καὶ πέρα στὴν Ἐλαία.


Ταῖς Αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.


* «Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν» τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, τόμ. 6ος, σελ. 143-145. (Μικρὴ φραστικὴ διασκευή, ὑπὸ ἱερομ. Ν. ἁγιορείτου).