Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2020

Ὁ καρβουνιάρης Ἀλέξανδρος




Ὁ καρβουνιάρης Ἀλέξανδρος


   ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης, στὸν Βίο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θαυματουργοῦ*, μᾶς διηγεῖται τὸ ἑξῆς διδακτικώτατο γεγονός:

   ταν ὁ μεγάλος ἐκεῖνος Πατὴρ τοῦ 3ου αἰῶνα ἦταν ἐπίσκοπος Νεοκαισαρείας, ἔλαβε κάποτε πρόσκληση ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῆς πόλεως τοῦ Πόντου Κόμανα, ποὺ ἡ ἐπισκοπική της ἕδρα ἦταν κενή, νὰ πάει ἐκεῖ, γιὰ νὰ βοηθήσει μὲ τὸ κῦρος του καὶ τὴ σοφία του στὴν ἐκλογὴ κατάλληλου ἱεράρχη. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἀνταποκρίθηκε στὴν πρόσκληση μὲ προθυμία.

   Φτάνοντας στὰ Κόμανα, διαπίστωσε ὅτι οἱ ἐκεῖ πιστοὶ εἶχαν δίκιο ποὺ τὸν κάλεσαν. Γιατί, μὲ τὴν προσεκτικὴ ἐξέταση ποὺ ἔκαμε, εἶδε ὅτι κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἐπιφανεῖς χριστιανοὺς τῶν Κομάνων, ποὺ τὰ ὀνόματά τους πήγαιναν κ’ ἔρχονταν ἀπὸ στόμα σὲ στόμα σὰν κατάλληλα γιὰ τὴν πλήρωση τῆς ἐπισκοπικῆς ἕδρας, δὲν ἦταν ἄξιος νὰ τὴν καταλάβει. Ὅλοι εἶχαν, ἄλλος λιγότερα κι ἄλλος περισσότερα, κάποια ἐλαττώματα, ποὺ σύμφωνα μὲ τοὺς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας δὲν τοὺς ἐπέτρεπαν τὴν ἄνοδο στὸ θρόνο, τὴν ἐγκατάστασή τους «εἰς τόπον Χριστοῦ», ὅπως μὲ τὴν καίρια λιτότητά του χαρακτηρίζει τὴν ἐπισκοπικὴ ἰδιότητα ἕνας ἀρχαϊκὸς διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος.
   Τί ἔπρεπε, λοιπόν, νὰ κάνει ὁ ἅγιος Γρηγόριος; Ποῦ θὰ ἔβρισκε τὸν ἄνθρωπο, ποὺ θὰ ταίριαζε στὴν ἐπισκοπικὴ ἕδρα; Ἦταν βέβαιος, ὅτι μιὰ ὁλόκληρη Ἐκκλησία, ἀνάμεσα στὰ μέλη της, διέθετε ἕναν τέτοιο ἄνθρωπο. Ἦταν ὅμως ἕνας ἄνθρωπος, ποὺ δὲν ἀνῆκε στὴ λαμπρὴ ἐπιφάνεια, ἀλλὰ στὸν ἄχροο σωρό. Ἦταν ἕνας θησαυρὸς κρυμμένος, ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ ἀναζητηθεῖ καὶ νὰ βρεθεῖ μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ἴσως δὲ καὶ μὲ τὴν ἀκούσια βοήθεια τοῦ Διαβόλου.
   Καὶ πράγματι, αὐτὸ ἔγινε. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος, ἀφοῦ παραμέρισε τὰ ἐντυπωσιακὰ ὀνόματα, εἶπε στοὺς πιστοὺς τῶν Κομάνων:
   - Ὁ ἐπίσκοπος, ποὺ θέλει ὁ Θεὸς γιὰ σᾶς, δὲν βρίσκεται ἀνάμεσα στοὺς ἀδελφούς σας. Βρίσκεται ἀνάμεσα στὸν ἀφανῆ λαό. Πρέπει, λοιπόν, νὰ ψάξουμε γιὰ νὰ τὸν ἀνακαλύψουμε.
   Ὁ λόγος αὐτὸς ἔκανε αἴσθηση. Ὁπότε πετάγεται στὴ μέση ἕνας ἀπὸ τοὺς ἀκροατὲς τοῦ Ἁγίου, ἀσφαλῶς ἄνθρωπος μὲ δίχως ποιότητα πίστεως μέσα του, καὶ λέγει:
   - Μήπως αὐτὸς ποὺ ζητᾶμε εἶναι ὁ καρβουνιάρης Ἀλέξανδρος;
   Ἦταν ἕνα μέλος τῆς Ἐκκλησίας τῶν Κομάνων ποὺ τελευταῖο ἀπ’ ὅλα θὰ ἐρχόταν στὸν νοῦ. Κ’ ἐκεῖνος ποὺ τ’ ὀνομάτισε, τὸ ἔκανε γιὰ νὰ εἰρωνευθεῖ τὸν ἅγιο Γρηγόριο, μὴ καταλαβαίνοντας ὅτι ὁ κατάλληλος γιὰ ἐπίσκοπος μποροῦσε νὰ εἶναι ἕνας ἄσημος χριστιανός.
   Ἀλλ’ αὐτὸς ὁ λόγος, ποὺ τὸν εἶχε κινήσει τὸ πονηρὸ πνεῦμα, ἀποδείχθηκε ὕστερα ἀπὸ λίγο στοιχεῖο τῆς θείας πρόνοιας.
   Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἔκαμε ὅτι δὲν πρόσεξε τὴν εἰρωνεία ἐκείνου τοῦ λόγου. Ἀπάντησε στὸ πείραγμα μὲ πνευματοφόρο διάκριση. Φώναξε τὸν καταμαυρισμένο ἀπ’ τὴν καρβουνόσκονη Ἀλέξανδρο καὶ τὸν ἐξομολόγησε. Καὶ εἶδε, μὲ τὴν ἐξομολόγηση, ὅτι ὁ ἄσημος καὶ λερωμένος ἐξωτερικὰ ἐκεῖνος χριστιανός, ἦταν τὸ φωτεινὸ καὶ κατακάθαρο πετράδι, ποὺ ἀποζητοῦσε γιὰ νὰ στολίσει μ’ αὐτό, τὸν θρόνο τῶν Κομάνων.
   Ὁ Ἀλέξανδρος, ἀνάμεσα στ’ ἄλλα, εἶπε στὸν ἅγιο Γρηγόριο, ὅτι δὲν εἶχε διαλέξει τὸ ἐπάγγελμα τοῦ ἀνθρακοπώλη (καρβουνιάρη) γι’ ἄλλο λόγο, παρὰ γιατὶ ἔτσι θὰ γλύτωνε ἀπ’ τὸν κίνδυνο μιᾶς μεγάλης ἁμαρτίας, ποὺ ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς τὴ στηλίτευσε στὸ πρόσωπο τῶν Φαρισαίων: τῆς ἀνθρωπαρέσκειας. Ὁ Ἀλέξανδρος ἦταν μιὰ ψυχὴ καταυγασμένη ἀπ’ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἕνα ἔμψυχο ταμεῖο της, ἕνας κρυφὸς ἅγιος, ἕνα φῶς κρυμμένο.
   Τὸν ἀποκάλυψε, λοιπόν, στοὺς πιστοὺς τῶν Κομάνων ὁ ἅγιος Γρηγόριος κ’ ἔστησε αὐτὸ τὸ φῶς «ἐπὶ τὴν λυχνίαν» τοῦ ἐπισκοπικοῦ θρόνου.
   Σὰν ἔγινε ἀρχιποιμένας ὁ Ἀλέξανδρος, ἔφτιαξε ἕνα λόγο, ἄξεστον ἀπὸ ἀπόψεως ρητορικῆς, ἀλλὰ γεμᾶτον ἀπὸ πνευματικότητα καὶ τὸν διάβασε στοὺς πιστούς, ποὺ ἐπρόκειτο νὰ εἶναι ἀπὸ κεῖ καὶ πέρα ὁ πατέρας τους καὶ ὁδηγητής τους στὶς νομὲς τῆς σωτηρίας. Καὶ πάνω στὶς γραμμὲς αὐτῆς τῆς ἐγκυκλίου πολιτεύθηκε, φανερώνοντας ἔξοχα ποιμαντικὰ χαρίσματα: ἀδαμάντινη ὀρθοδοξία, ἀγάπη ἀπεριόριστη καὶ ἀκοίμητη, σύνεση πολλή. Ἔστεψε δὲ τὸν βίο του μὲ τὸ μαρτύριο κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Δεκίου ἤ, κατὰ μία ἄλλη ἐκδοχή, τοῦ Αὐρηλιανοῦ.


* PG 46, 936- 940· καὶ Θ.Η.Ε., τόμος 12ος, στ. 623-624.