Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2021

Ὑπέρβαση τῆς θεολογίας




Ὑπέρβαση τῆς θεολογίας


† Παναγιώτου Κ. Χρήστου*

 Καθηγητοῦ Πανεπιστημίου


   Εἶναι σαφὲς ὅτι στὴν σκέψη τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ἡ θεολογία, ὡς καρπὸς καὶ συνοδὸς τῆς θεογνωσίας, δὲν εἶναι δυνατὸ παρὰ νὰ καλλιεργεῖται μέσα στὰ πλαίσια τῆς θρησκευτικῆς ἐμπειρίας. Δὲν ὑπάρχει θεολογία ἐκτὸς Θεοῦ· «οὐδὲν πτωχότερον διανοίας ἐκτὸς Θεοῦ φιλοσοφούσης τὰ θεῖα».1 Καὶ ὑπὸ τὶς δύο μορφές της βέβαια, εἴτε ὡς μέθοδος θεολογικῆς ἑρμηνείας εἴτε ὡς μέθοδος θρησκευτικῆς ἐμπειρίας, εἶναι συνδεδεμένη μὲ τὸν λόγο περὶ Θεοῦ. Ἡ ἐμπειρία ὅμως εἶναι πολυδιάστατη καὶ ἐκφράζεται κατὰ ποικίλους τρόπους καὶ ἔξω ἀπὸ τὸν λόγο. Ἡ θεολογία εἶναι συγχρόνως καὶ εὐρεῖα καὶ στενή, καὶ τὸ εὐαγγέλιο εἶναι συγχρόνως ἐκτενὲς καὶ σύντομο, κατὰ τὸ βαθυστόχαστο λόγιο ποὺ ἀπὸ τὸν Διονύσιο Ἀρεοπαγίτη ἀποδίδεται στὸν Βαρθολομαῖο:


     «Καὶ πολλὴν τὴν θεολογίαν εἶναι καὶ ἐλαχίστην·

     καὶ τὸ εὐαγγέλιον πλατὺ καὶ μέγα, καὶ αὖθις συντετμημένον».2


   Πραγματικὰ ὁ Ρωμανὸς Μελωδός, ὅταν συνέθετε τοὺς ἐμπνευσμένους ὕμνους στὸ κελλί του ἢ στὸν ἄμβωνα, θεολογοῦσε ἐξ ἴσου ὑπέροχα μὲ ὁποιονδήποτε λαμπρὸ διδάσκαλο τῆς ὀρθοδοξίας. Καὶ ὁ Μανουὴλ Πανσέληνος, ὅταν ἔπλαττε ἐκεῖνες τὶς ἱερὲς φυσιογνωμίες τοῦ πρωτάτου κατὰ τὸν ἀριστοτεχνικὸ τρόπο ποὺ αὐτὸς γνώριζε, θεολογοῦσε ὅσο καὶ ὁ βαθυνούστερος πατὴρ τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ μελωδία καὶ ὁ χρωστήρ, κηρύσσουν τὸν Θεὸ τόσο ἀποτελεσματικὰ ὅσο καὶ ὁ θεολογικώτερος λόγος. Καὶ τὸ πεδίο εἶναι ἀκόμη εὐρύτερο. Ὅποιος ὁμιλεῖ χάριν τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, καλῶς πράττει· καὶ ὅποιος σιγᾶ χάριν τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, ὁμοίως πράττει καλῶς. Αὐτὸ τὸ ἐντυπωσιακὸ λόγιο τοῦ Ποιμένος3 μποροῦμε νὰ μεταφέρωμε ἀνέτως στὸ πεδίο τῆς θεολογίας. Περὶ τοῦ Θεοῦ μπορεῖς νὰ ὁμιλεῖς διαπαντός, ὅπως μπορεῖς καὶ νὰ σιωπᾶς διαπαντός, καὶ μερικὲς φορὲς νὰ λέγεις περισσότερα μὲ τὴν σιωπή σου παρὰ μὲ τὸν λόγο σου. Αὐτὴ εἶναι ἡ σιωπηλὴ θεολογία ποὺ ἐκφράζεται κατὰ ποικίλους τρόπους· στὸν βίο, στὴν λατρεία, στὴν προσευχή, στὴν μελέτη, στὴν θεοπτία.

   Ἀλλὰ ἤδη φθάσαμε στὸ σημεῖο ὅπου συντελεῖται ἡ μετάβαση ἀπὸ τὴν θεολογία σ’ ἕναν ἄλλο χῶρο στὸν χῶρο τῆς βαθυτέρας προσωπικῆς ἐμπειρίας τοῦ θείου. Ἡ θεολογία κατὰ τὴν πρώτη μορφή της εἶναι λόγος περὶ τοῦ Θεοῦ, κατὰ τὴν δευτέρα μορφή της εἶναι διάλογος μὲ τὸν Θεό, καὶ οἱ δύο μορφὲς ὁδηγοῦν σὲ μία ἄλλη κατάσταση ποὺ εἶναι ἡ πεῖρα Θεοῦ, τὴν ὁποία ὁ Γρηγόριος Παλαμᾶς ἀποκαλεῖ θεοπτία. Μπορεῖ κανεὶς νὰ σκέπτεται διαρκῶς γιὰ τὴν κατάσταση μιᾶς πόλεως, ἀλλ’ ἂν δὲν τὴν ἐπισκεφθεῖ, δὲν πρόκειται ν’ ἀποκτήσει ἀκριβῆ εἰκόνα τῆς κατασκευῆς της. Μπορεῖ κανεὶς νὰ σκέπτεται διαπαντὸς τὸν χρυσό, ἀλλ’ ἂν δὲν πάρει στὰ χέρια του ἀπὸ αὐτόν, δὲν θὰ γίνει κάτοχος χρυσοῦ. Μπορεῖ κανεὶς νὰ ὁμιλεῖ ὅλες τὶς γλῶσσες τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν ἀγγέλων, καὶ νὰ γνωρίζει ὅλα τὰ μυστήρια καὶ νὰ κατανοεῖ καλῶς τὰ ἄρθρα τῆς πίστεως, ἀλλὰ δὲν ὠφελεῖται ἀπὸ αὐτό, διότι δὲν ἀποκτᾶ μὲ αὐτὸ τοὺς θείους θησαυρούς, ἐκτὸς ἐὰν βιώσει τὶς θεῖες πραγματικότητες, ἐκτὸς «ἐὰν πάθῃ τὰ θεῖα».4 Θὰ θεολογεῖ εὐδοκίμως, παρὰ ὁποιαδήποτε σιωπὴ καὶ ἄγνοια, ὅταν ἐπιτύχει νὰ ζεῖ μὲ τὴν θεία παρουσία. Σ’ αὐτὴν τὴν περίπτωση ἐπίσης μετέχει τοῦ Θεοῦ, διότι ἑνώνεται μὲ τὴν ἄκτιστη λαμπρότητα καὶ δόξα του. Ἔτσι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καταλήγει στὴν ζωὴ τοῦ Θεοῦ.



1. ΔΙΑΔΟΧΟΥ ΦΩΤΙΚΗΣ, Κεφάλαια Γνωστικὰ 74, 7.

2. Περὶ μυστικῆς θεολογίας 1, 3.

3. Ἀποφθέγματα Πατέρων, Ποιμὴν 147. ΧΡΗΣΤΟΥ, Φιλοκαλία 1, 592. «Ὁ λαλῶν διὰ τὸν Θεὸν καλῶς ποιεῖ καὶ ὁ σιωπῶν διὰ τὸν Θεὸν ὁμοίως».

4. Ὑπὲρ ἡσυχαζόντων 1, 3, 34. Χρήστου Α΄ 445. 2, 3, 26. Χρήστου Α΄ 561.


* Παναγιώτου Κ. Χρήστου, Καθηγητοῦ Πανεπιστημίου, «Τὸ Μυστήριο τοῦ Θεοῦ», ἐκδόσεις ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΝ ΙΔΡΥΜΑ ΠΑΤΕΡΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ, Θεσσαλονίκη 1983, σελ. 164-166. (Οἱ μικρὲς φραστικὲς παρεμβάσεις καὶ τὰ ἔντονα στοιχεῖα, ὑπὸ ἱερομ. Ν. ἁγιορείτου.)