Κυριακή 5 Δεκεμβρίου 2021

Ὁ ὅσιος Σάββας ὁ ἡγιασμένος

 



Ὁ ὅσιος Σάββας ὁ ἡγιασμένος

Ἑορτάζει τὴν ε΄ () Δεκεμβρίου.


ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ*


Ψυχὴν ὄπισθεν τοῦ Θεοῦ κολλῶν πάλαι,

Ἔμπροσθεν αὐτοῦ νῦν παρίσταται Σάββας.

Θεσπεσίοιο πόλου πέμπτῃ Σάββας ἐντὸς ἐσήχθη.


   Τοῦτος ὁ ἅγιος ὑπῆρχε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ μεγάλου Ἰουστινιανοῦ, τὸ ἔτος φκζ΄ (527), καταγόμενος ἀπὸ τὴν χώρα τῶν Καππαδοκῶν ἀπ’ τὸ χωριὸ τὸ καλούμενο Μουταλάσκη, γυιὸς εὐσεβῶν γονέων Ἰωάννου καὶ Σοφίας. Εὐθὺς λοιπὸν κατὰ τὴν ἀρχὴ τῆς ζωῆς του ἔτρεξε στὴν πολιτεία τῶν μοναχῶν καὶ μπῆκε σ’ ἕνα μοναστῆρι ὀνομαζόμενο Φλαβιανῶν.

   Καὶ τόσο ἐγκρατὴς ἔγινε ὁ ἀοίδιμος ἀπὸ τὴ νεαρή του ἡλικία, ὥστε βλέποντας κάποτε ἕνα μῆλο στὸν κῆπο κ’ ἐπιθυμώντας νὰ τὸ φάει, τὸ πῆρε μόνο στὰ χέρια του καὶ εἶπε: «Ὡραῖος ἦταν εἰς ὅρασιν καὶ καλὸς εἰς βρῶσιν ὁ ἐμὲ θανατώσας καρπός». Ἔπειτα ἔρριψε τὸ μῆλο κατὰ γῆς καὶ τὸ καταπάτησε μὲ τὰ πόδια του. Κι ἀπὸ τότε ἔβαλε ὅρο καὶ ἀπόφαση στὸν ἑαυτό του νὰ μὴ φάει ποτὲ μῆλο σ’ ὅλη του τὴν ζωή.

   Καὶ σὲ φοῦρνο ἀναμμένο μπαίνοντας κάποτε ὁ Ἅγιος βγῆκε ἀβλαβής, χωρὶς ν’ ἀγγίσει τελείως τὸ πῦρ οὔτε σ’ αὐτὰ τὰ ἐνδύματά του.

   Κατὰ τὸν δέκατο ἕκτο χρόνο τῆς ἡλικίας του πῆγε ὁ Ὅσιος στὸν μέγα Εὐθύμιο καὶ ἀπ’ αὐτὸν παρεπέμφθη στὸ Κοινόβιο τοῦ ἁγίου Θεοκτίστου, διότι ἦταν ἀκόμη ἀγένειος. Ἐκεῖ λοιπόν, διατρίβοντας ὁ θεῖος Σάββας1 λάμβανε πολλὴ ὠφέλεια ἀπ’ ὅλους τοὺς ἀδελφούς, ἐπειδὴ ἐμιμεῖτο τοῦ καθενὸς τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν θεοφιλῆ πολιτεία· καὶ γι’ αὐτὴν τὴν αἰτία τὸν ὀνόμαζε ὁ μέγας Εὐθύμιος παιδαριογέροντα.

   Ἀφοῦ δὲ πέρασαν ἱκανοὶ χρόνοι λάμβανε αὐτὸν ὁ Εὐθύμιος μαζί του ὅταν ἀποχωροῦσε στὴν ἡσυχία κατὰ τὸν καιρὸ τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Κι ὅσο αὔξανε ἡ ἡλικία του, τόσο αὔξανε καὶ ἡ ἀρετή του. Γι’ αὐτὸ καὶ ἔλαβε παρὰ Κυρίου τῶν θαυμάτων τὴν χάρη καὶ πολλὰ θαυμάσια τέλεσε ὁ τρισόλβιος, διότι σὲ ἄνυδρους τόπους νερὸ φανέρωσε διὰ τῆς προσευχῆς του. Ἔγινε δὲ καὶ πολλῶν μοναχῶν καθηγητὴς καὶ ἡγούμενος καὶ δύο φορὲς στάλθηκε πρέσβυς στὴν Κωνσταντινούπολη πρὸς τοὺς τότε βασιλεῖς, δηλαδὴ τὸν Ἀναστάσιο2, ποὺ βασίλευσε τὸ ἔτος υϞα΄ (491), καὶ τὸν Ἰουστινιανό, παρακινούμενος σὲ τοῦτο ἀπὸ τοὺς κατὰ καιρὸν πατριάρχες τῶν Ἱεροσολύμων γιὰ ὑποθέσεις ἀναγκαῖες. Ἀφοῦ ἔφτασε λοιπόν, στὸ ἄκρο τῆς κατὰ Χριστὸν ἡλικίας (δηλ. τελειότητας) καὶ ἔγινε ἐνενῆντα τεσσάρων χρόνων, ἐξεδήμησε πρὸς τὸν Κύριο.


Ταῖς Αὐτοῦ ἁγίαις πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.


* «Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν» τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, τόμ. 2ος, σελ. 245,246. (Μικρὴ φραστικὴ διασκευή, ὑπὸ ἱερομ. Ν. ἁγιορείτου).

 

 

1. Λέγει ὁ Θεοδώρητος ἐν ἀριθμῷ δευτέρῳ τῆς Φιλοθέου ἱστορίας ὅτι Σάββας εἶναι ὄνομα Συριακὸ καὶ στὴν Ἑλληνικὴ γλῶσσα θὰ πεῖ πρεσβύτης, δηλαδὴ γέροντας.

2. Ἀναστάσιος ὁ Α΄ ὁ Δίκορος (431-518).