Κυριακή 7 Απριλίου 2024

Ὁ ἅγιος μάρτυς Καλλιόπιος

 




Ὁ ἅγιος μάρτυς Καλλιόπιος

Ἑορτάζει τὴν ζ΄ () Ἀπριλίου.


ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ*


Καλλιόπιος ἔμπαλιν παγεὶς ξύλῳ,

Τὸν ὀρθίως παγέντα δοξάζει Λόγον.

Ζωὴν Καλλιόπιος ἀγήρω ἑβδόμῃ εὗρεν.


   Τοῦτος ὁ ἅγιος μάρτυς Καλλιόπιος ἦταν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Μαξιμιανοῦ, ἐν ἔτει σϞδ΄ (294), γυιὸς τῆς Θεοκλείας, ἡ ὁποία ἦταν διδαγμένη τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, καταγόμενος δὲ ἀπ’ τὴν Πέργη τῆς Παμφυλίας. Ἀναθρεμμένος λοιπὸν μ’ εὐσέβεια ἀπὸ τὴν μητέρα του μελέτησε τὶς θεῖες Γραφές. Κι ὅταν ξεκίνησε ὁ κατὰ τῶν Χριστιανῶν διωγμὸς ἀπὸ τὸν Μαξιμιανό, τότε καὶ τοῦτος ὁ γενναῖος ἀγωνιστὴς –ἀφοῦ δυνάμωσε τὸν ἑαυτό του κ’ ἐπιπλέον ἔλαβε συμβουλὲς ἀπ’ τὴν μητέρα του νὰ πεθάνει γιὰ τὸν Χριστὸ μὲ μαρτύριο–, πῆγε αὐτόκλητος πρὸς τὸν ἡγεμόνα Μάξιμο, ὁ ὁποῖος διέτριβε στὴν ἐν τῇ Γαλατίᾳ εὑρισκομένη Πομπηϊούπολη (ἡ ὁποία ὀνομάσθηκε ἔτσι ἀπ’ τὸν μέγα Πομπήϊο, ποὺ νίκησε τὸν Μιθριδάτη τριγύρω στὴν πόλη αὐτὴ καὶ ὀνομαζόταν παλαιὰ Εὐπατορία).

   Ἐκεῖ δέ, ἀφοῦ ἀνακήρυξε τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, δένεται πίσω τὰ χέρια καὶ δέρνεται μὲ μόλυβδο· ἔπειτα τεντώνεται πάνω σὲ τροχὸ καὶ ἀπὸ κάτω καίγεται μὲ φωτιά. Ἦλθε ὅμως Ἄγγελος Κυρίου καὶ σταμάτησε τὸν τροχὸ καὶ ψύχρανε τὴν πυρά· κ’ ἐπειδὴ σπαράχθηκαν (ξεσχίστηκαν) ὅλα τὰ μέλη τοῦ μάρτυρος καὶ ἐκ τούτου φαινόταν ἄσχημος σ’ ὅσους τὸν ἔβλεπαν, γιὰ τοῦτο ρίχτηκε στὴν φυλακή, στὴν ὁποία ἦλθε ἡ μητέρα του καὶ σφόγγιζε τὰ αἵματα, ὅσα ἔτρεχαν ἀπ’ τὶς πληγὲς τοῦ παμφίλτατου γυιοῦ της. Ἔπειτα, ἀφοῦ διαμοίρασε στοὺς φτωχοὺς τὴν περιουσία της κ’ ἐλευθέρωσε τοὺς δούλους καὶ τὶς ὑπηρέτριές της, ποὺ ὅλοι μαζὶ ἦσαν πεντακόσιοι πενῆντα, ἔμεινε νὰ συντροφεύει τὸν γυιό της στὴν φυλακὴ καὶ νὰ συμψάλλει στὸν Θεὸ μαζί του. Κ’ ἐπειδὴ φῶς οὐράνιο ἔλαμψε στὴν φυλακὴ κατὰ τὸ μεσονύκτιο καὶ φωνὴ ἦλθε ἄνωθεν, ἡ ὁποία μακάριζε κ’ ἐπαινοῦσε τὴν παρρησία καὶ ὁμολογία τοῦ μάρτυρος, ἀπὸ τοῦτο περισσότερο δυναμώθηκε ὁ ἀθλητὴς τοῦ Χριστοῦ στοὺς ἀγῶνες τοῦ μαρτυρίου.

   Τέλος πάντων, ἐπειδὴ ὁ μάρτυς ἔμενε ἀμετάθετος στὴν ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ, καταδικάσθηκε νὰ σταυρωθεῖ. Συγκοινωνοῦσε δὲ ὁ μακάριος μὲ τὰ δεσποτικὰ πάθη καὶ τὸν σταυρὸ τοῦ Κυρίου ὄχι μόνο κατὰ τὸν τρόπο τοῦ θανάτου (διότι, ὅπως ὁ Κύριος ὑπέμεινε πάθη καὶ σταυρό, ἔτσι ὑπέμεινε αὐτὰ καὶ ὁ ἀοίδιμος Καλλιόπιος), ἀλλ’ ἀκόμη καὶ κατὰ τὸν καιρὸ ποὺ ἔμελλε νὰ σταυρωθεῖ. Διότι ὅταν ἔγινε ἡ περὶ τοῦ θανάτου του ἀπόφαση ἦταν μεγάλη Πέμπτη, τότε δηλαδὴ ποὺ ἐορτάζουμε τὰ φρικτὰ τοῦ Κυρίου παθήματα. Ἡ δὲ μητέρα του παρεκάλεσε τοὺς διῶκτες νὰ μὴ θανατώσουν μὲ ἄλλον θάνατο τὸν γυιό της, παρὰ μὲ σταυρό, καὶ γιὰ τοῦτο καὶ μόνο ἔδωκε σ’ αὐτοὺς πέντε χρυσᾶ νομίσματα. Σταυρώθηκε λοιπὸν ὁ Ἅγιος κατακέφαλα καί, ὅταν ἦλθε ἡ τρίτη ὥρα τῆς μεγάλης Παρασκευῆς, τότε ὁ ποθεινότατος μάρτυς τοῦ Χριστοῦ παρέδωκε τὸ πνεῦμα. Κι ἀφοῦ κατέβασαν τὸ σῶμα τοῦ μάρτυρος ἀπ’ τὸν σταυρό, ξεχύθηκε (ὅρμησε) ἡ φιλόπαις μητέρα κι ἐναγκαλίστηκε τὸν ἀγαπητό της γυιό, κ’ ἔχοντάς τον στὶς ἀγκάλες της λιποθύμησε καὶ παρέδωκε κι αὐτὴ τὴν ψυχή της στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ· κ’ ἔτσι, ἡ φιλτάτη μητέρα μαζὶ μὲ τὸν φίλτατο γυιὸ ἐνταφιάσθηκαν ἀπὸ ἄνδρες εὐσεβεῖς καὶ πιστούς.


Ταῖς Αὐτοῦ ἁγίαις πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.


* «Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν» τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, τόμ. 4ος, σελ. 197-199. (Μικρὴ φραστικὴ διασκευή, ὑπὸ ἱερομ. Ν. ἁγιορείτου).