Εἶπε Γέρων…
Κάποιος
ἅγιος Γέροντας εἶδε κάποτε μὲ τὰ μάτια του τὸν διάβολο καὶ τὸν ρώτησε θαρρετά:
– Γιατί μὲ πολεμᾶς μὲ τόση ἐπιμονή;
–
Ἐπειδὴ μοῦ ἀντιστέκεσαι διαρκῶς μὲ τὴν ταπείνωσή σου, ἀποκρίθηκε ὁ διάβολος
κι ἔγινε ἄφαντος.
Οἱ
μαθητές του κάποτε ρώτησαν ἕναν μεγάλο Γέροντα, πῶς εἶχε κατορθώσει νὰ μὴ χάσει
ποτὲ τὴν ὑπομονή του, οὔτε στοὺς πιὸ δυνατοὺς πειρασμούς.
– Κάθε
ἡμέρα ποὺ περνᾶ, παιδιά μου, ἀποκρίθηκε ἐκεῖνος, περιμένω μὲ βεβαιότητα τὸν θάνατο.
Ἕνας
εὐσεβὴς νέος ρώτησε τὸν ἀββᾶ Εὐπρέπιο πῶς μπορεῖ ἡ ψυχὴ ν᾿ ἀποκτήσει τὸν θεῖο
φόβο.
– Δύο
δρόμοι ἀσφαλεῖς ὑπάρχουν ποὺ ὁδηγοῦν τὴν ψυχὴ στὸν φόβο τοῦ Θεοῦ,
ἀποκρίθηκε ὁ σοφὸς Γέροντας. Ἡ ἀκτημοσύνη καὶ ἡ ταπεινοφροσύνη.
Ἕνας
ἀρχάριος ἀδελφὸς ζήτησε μιὰ συμβουλὴ ἀπὸ κάποιον Γέροντα, γιὰ νὰ τὴν κρατήσει
σ᾿ ὅλη του τὴν ζωή.
– Μάθε
νὰ δέχεσαι εὐχαρίστως τὶς προσβολὲς καὶ τὶς περιφρονήσεις τῶν ἀνθρώπων. Αὐτὸ
εἶναι ταπείνωση καὶ ξεπερνᾶ ὅλες τὶς ἄλλες ἀρετές, τοῦ ἀποκρίθηκε ὁ
Γέροντας.
Οἱ
Ἀδελφοὶ τῆς σκήτης ρώτησαν ἕναν Γέροντα, ἂν πραγματικὰ ὠφελοῦνται ἐκεῖνοι ποὺ
ζητοῦν ἀπὸ τοὺς ἄλλους νὰ προσευχηθοῦν γιὰ χάρη τους.
– Πολὺ
ἰσχύει δέησις δικαίου, ἀποκρίθηκε ὁ Ἀββᾶς, πλὴν ὅμως «ἐνεργουμένη».
Βοηθουμένη, μὲ ἄλλα λόγια, ἀπὸ τὸν ἴδιο ποὺ ζητᾶ τὴν προσευχή.