Πέμπτη 7 Μαρτίου 2024

Ὁ ἅγιος Ἐφραὶμ πατριάρχης Ἀντιοχείας

 



Ὁ ἅγιος Ἐφραὶμ πατριάρχης Ἀντιοχείας

Ἑορτάζει τὴν ζ΄ () Μαρτίου.


ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ*


Ἐφραὶμ ὁ ποιμὴν νῦν σύνεστι ποιμένι,

Μικρὸς μεγάλῳ· ὦ μεγάλης ἀξίας!


   Τοῦτος ὁ ἅγιος Ἐφραὶμ ἦταν Ἀμιδηνός, ἔχοντας τὸ ἀξίωμα τοῦ κόμητος, ἐπὶ τοῦ βασιλέως Ἰουστίνου τοῦ Θρᾳκός, ἐν ἔτει φιη΄ (518). Κι ἐρχόμενος γιὰ ν’ ἀνακαινίσει τὴν Ἀντιόχεια, ἡ ὁποία εἶχε γκρεμισθεῖ γιὰ δεύτερη φορὰ ἀπ’ τοὺς σεισμούς, προχειρίσθηκε, μὲ νεύση (ὑπόδειξη, συγκατάθεση) βασιλική, ἀπὸ τὸν λαὸ τῆς Ἀντιόχειας ἐπίσκοπος, ἐν ἔτει φκζ΄ (527), ὅπως γράφει ὁ Μελέτιος (τόμ. δ΄, σελ. 115), καθὼς κάποτε ἔτσι προχειρίσθηκε καὶ ὁ ἅγιος Ἀμβρόσιος Μεδιολάνων. Ἦταν δὲ ὁ Ἐφραὶμ τοῦτος μέγας ἐχθρὸς τῶν Μονοφυσιτῶν, γι’ αὐτὸ κ’ ἔγραψε κατ’ αὐτῶν ἰσχυρῶς, ὅπως λέγει ὁ Φώτιος.

   Τοῦτος ἄκουσε ὅτι στὴν Ἱεράπολη ἦταν κάποιος μοναχὸς στυλίτης ἀκόλουθος τοῦ μονοφυσίτου Σεβήρου. Κινούμενος, λοιπόν, μὲ θεῖο ζῆλο, πῆγε σ’ ἐκεῖνον κι ἄρχισε νὰ τὸν διδάσκει τὴν ὀρθοδοξία τῆς πίστεως, ἀλλ’ ἐκεῖνος οὐδόλως ἐπείθετο στὰ λόγια του, μόνο εἶπε:

   – Ἂς μποῦμε στὴν φωτιὰ καὶ οἱ δύο καὶ ὅποιος δὲν βλαφτεῖ ἀπ’ τὴν φλόγα ἐκεῖνος εἶναι ὀρθόδοξος κ’ ἔχει τὰ νικητήρια.

   Καὶ τά ’λεγε αὐτὰ μὲ σκοπὸ νὰ φοβηθεῖ ὁ Πατριάρχης. Ἀλλ’ ὁ Ἐφραίμ, εἶπε:

   – Φέρετε ἐδῶ ξύλα καὶ πῦρ καί ’γὼ μπαίνω σ’ αὐτὸ ἔχοντας ὅλο τὸ θάρρος μου στὸν παντοδὑναμο Θεό, γι’ αὐτὸ ἔλα καὶ σὺ κάτω ἀπὸ τὸν στύλο.

   Ἀλλ’ ἐκεῖνος δὲν ἤθελε νὰ κατέβει. Τότε ὁ Πατριάρχης ἀφοῦ ἔβγαλε τὸ ἐπανωφόρι του καὶ προσευχήθηκε, ἔριξε καὶ τὸν ἑαυτό του καὶ τὸ ἐπανωφόρι του στὴν φωτιὰ καί, ὦ τοῦ θαύματος! παρευθὺς τὰ μὲν ξύλα σβήστηκαν, αὐτὸς δὲ καὶ τὸ ἐπανωφόρι του ἔμειναν ἀβλαβῆ καὶ ἄκαυστα. Τοῦτο τὸ θαῦμα βλέποντας ὁ στυλίτης κατέβηκε ἀπ’ τὸν στύλο καὶ ἀναθεμάτισε τὴν αἵρεση τοῦ Σεβήρου κι ἔτσι ἑνώθηκε μὲ τὴν ἁγία καθολικὴ Ἐκκλησία. Ταῦτα διηγεῖται ὁ Ἱεροσολύμων Σωφρόνιος.

   Κ’ ἐπειδὴ γκρεμίσθηκε γιὰ δεύτερη φορὰ ἡ Ἀντιόχεια ἀπὸ σεισμούς, ὅπως εἴπαμε ἀνωτέρω, διὰ τοῦτο ἡ ἀνάγκη τοῦ σεισμοῦ ἔκαμε κάθε Χριστιανὸ νὰ γράφει στὴν θύρα τοῦ σπιτιοῦ του τοῦτα τὰ λόγια· «Χριστὸς μεθ’ ἡμῶν στήτω». Κι ἔτσι, ἐξ αὐτῆς τῆς αἰτίας ὀνομάσθηκε Θεούπολις ἡ Ἀντιόχεια, ὅπως ἱστορεῖ ὁ Νικηφόρος ἐν βιβλ. ιζ΄ τῆς ἱστορίας του. Καὶ πολλοὺς θρήνους ἔκαμε γιὰ τὸν κρημνισμὸ αὐτῆς ὁ βασιλεὺς Ἰουστῖνος.

   Ὁ δὲ ἅγιος Ἐφραὶμ ἀφοῦ διαποίμανε καλὰ καὶ θεάρεστα τὸ ποίμνιό του γιὰ δεκαοκτὼ χρόνια, ἀπῆλθε πρὸς Κύριον.


Ταῖς Αὐτοῦ ἁγίαις πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.


* «Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν» τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, τόμ. 4ος, σελ. 49-51. (Μικρὴ φραστικὴ διασκευή, ὑπὸ ἱερομ. Ν. ἁγιορείτου).