Σάββατο 30 Μαρτίου 2024

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ τῆς ΚΥΡΙΑΚΗΣ

  



ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ 

ΚΥΡΙΑΚΗΣ B΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ

(Μάρκ. β΄ 1-12)


   «Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἰσῆλθεν ὁ Ἰησοῦς εἰς Καπερναοὺμ καὶ ἠκούσθη ὅτι εἰς οἶκόν ἐστι.

   καὶ εὐθέως συνήχθησαν πολλοί, ὥστε μηκέτι χωρεῖν μηδὲ τὰ πρὸς τὴν θύραν· καὶ ἐλάλει αὐτοῖς τὸν λόγον.

   καὶ ἔρχονται πρὸς αὐτὸν παραλυτικὸν φέροντες, αἰρόμενον ὑπὸ τεσσάρων·

   καὶ μὴ δυνάμενοι προσεγγίσαι αὐτῷ διὰ τὸν ὄχλον, ἀπεστέγασαν τὴν στέγην ὅπου ἦν, καὶ ἐξορύξαντες χαλῶσι τὸν κράβαττον ἐφ’ ᾧ ὁ παραλυτικὸς κατέκειτο.

   ἰδὼν δὲ ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν λέγει τῷ παραλυτικῷ· τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου.

   ἦσαν δέ τινες τῶν γραμματέων ἐκεῖ καθήμενοι καὶ διαλογιζόμενοι ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν·

   τί οὗτος οὕτω λαλεῖ βλασφημίας; τίς δύναται ἀφιέναι ἁμαρτίας εἰ μὴ εἷς ὁ Θεός;

   καὶ εὐθέως ἐπιγνοὺς ὁ Ἰησοῦς τῷ πνεύματι αὐτοῦ ὅτι οὕτως αὐτοὶ διαλογίζονται ἐν ἑαυτοῖς, εἶπεν αὐτοῖς· τί ταῦτα διαλογίζεσθε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν;

   τί ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν τῷ παραλυτικῷ, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι, ἢ εἰπεῖν, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ περιπάτει;

   ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀφιέναι ἐπὶ τῆς γῆς ἁμαρτίας – λέγει τῷ παραλυτικῷ·

   σοὶ λέγω, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου.

   καὶ ἠγέρθη εὐθέως, καὶ ἄρας τὸν κράβαττον ἐξῆλθεν ἐναντίον πάντων, ὥστε ἐξίστασθαι πάντας καὶ δοξάζειν τὸν Θεὸν λέγοντας ὅτι οὐδέποτε οὕτως εἴδομεν.»


Ἀπόδοση στὴν νεοελληνική:

   Τὸν καιρὸ ἐκεῖνο, εἰσῆλθε ὁ Κύριος στὴν Καπερναοὺμ καὶ ἀκούσθηκε ὅτι βρίσκεται σὲ κάποιο σπίτι.

   Καὶ ἀμέσως συγκεντρώθηκαν πολλοί, ὥστε γέμισε ἡ οἰκία καὶ δὲν ὑπῆρχε πλέον τόπος νὰ τοὺς χωρέσει οὔτε κοντὰ στὴν θύρα· καὶ τοὺς δίδασκε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ.

   Κ’ ἔρχονται πρὸς αὐτὸν κάποιοι φέρνοντας ἕναν παράλυτο, τὸν ὁποῖο σήκωναν τέσσερις.

   Κ’ ἐπειδὴ ἐξαιτίας τοῦ πλήθους δὲν μποροῦσαν νὰ πλησιάσουν τὸν Κύριο, ἀφαίρεσαν ἀπὸ τὴν στέγη τὸ μέρος ἐκεῖνο, κάτω ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἦταν ὁ Κύριος, ἄνοιξαν τρύπα καὶ κατέβασαν τὸ κρεββάτι, ὅπου ἦταν κατάκοιτος ὁ παράλυτος.

   Ὅταν ὁ Ἰησοῦς εἶδε τὴν πίστη ποὺ εἶχαν, τόσο ὁ παράλυτος ὅσο κι ἐκεῖνοι ποὺ τὸν ἔφεραν, λέγει στὸν παράλυτο: Παιδί μου, σοῦ συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες (οἱ ὁποῖες εἶναι καὶ αἰτία τῆς σωματικῆς ἀσθενείας) σου.

   Ἦσαν καὶ μερικοὶ ἀπὸ τοὺς γραμματεῖς, ποὺ κάθονταν ἐκεῖ καὶ συλλογίζονταν μέσα τους:

   Γιατί αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἐκστομίζει τέτοιες βλασφημίες; Ποιός μπορεῖ νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες, παρὰ μόνο ἕνας, δηλαδὴ ὁ Θεός;

   Καὶ ἀμέσως ὁ Ἰησοῦς ἀντιλήφθηκε καθαρώτατα, (μὲ τὴν θεία δύναμη τοῦ πνεύματός Του), ὅτι ἔτσι σκέφτονταν αὐτοὶ μέσα τους καὶ τοὺς εἶπε: Γιατί συλλογίζεσθε τέτοια στὶς καρδιές σας;

   Τί εἶναι εὐκολώτερο, νὰ πῶ στὸν παράλυτο, συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες σου ἢ νὰ πῶ, σήκω καὶ πάρε τὸ κρεββάτι στὸν ὦμο σου καὶ βάδιζε;

   Καὶ γιὰ νὰ μάθετε, ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔχει ἐξουσία νὰ συγχωρεῖ ἁμαρτίες ἐδῶ στὴν γῆ, λέγει στὸν παράλυτο·

   Σὲ σένα (ποὺ πιστεύεις) λέγω, σήκω καὶ πάρε τὸ κρεββάτι σου καὶ πήγαινε στὸ σπίτι σου.

   Καὶ ἀμέσως σηκώθηκε, πῆρε τὸ κρεββάτι στὸν ὦμο καὶ βγῆκε μπροστὰ σὲ ὅλους, ὥστε ὅλοι νὰ καταπλαγοῦν καὶ νὰ δοξάζουν τὸν Θεὸ λέγοντας: Ποτὲ δὲν εἴδαμε τέτοια γεγονότα.