Τετάρτη 2 Φεβρουαρίου 2022

Ἡ Ὑπαπαντὴ τοῦ Κυρίου




Ἡ Ὑπαπαντὴ τοῦ Κυρίου


   Κάθε σταθμὸς στὴν ἐπίγεια ζωὴ τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ ἐκπέμπει τὸ σῆμα τῆς Θεότητός Του καὶ γίνεται πηγὴ διδαγμάτων γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Ὅσο κι ἂν ἦταν ταπεινὴ ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ στὴν γῆ, ὅμως καὶ μέσα στὴν ταπείνωση ἔλαμπε τὸ μεγαλεῖο τοῦ θείου φωτός.

   Γεννήθηκε μέσα στὴν σπηλιά, ξαπλώθηκε στὴν φάτνη, κι ὅμως οἱ Ἄγγελοι ἐξύμνησαν τὴν γέννησή Του. Κι ὁ οὐρανὸς ἔδωκε τὸ σῆμα τῆς ἐνανθρωπίσεως μὲ τὸ φωτεινὸ ἀστέρι. Ὅσο κι ἂν ἦρθε ἄγνωστος ἀνάμεσα σ’ ἀγνώστους σὰν βρέφος πάμφτωχο, ὅμως οἱ βασιλιάδες τῆς Περσίας, οἱ μάγοι, ἦρθαν καὶ τὸν προσκύνησαν. Καὶ τώρα στὶς σαράντα μέρες ἀπὸ τὴν γέννησή Του, σὰν βρέφος φτωχὸ τὸν φέρνει ἡ μητέρα του στὸν ναὸ σύμφωνα μὲ τὴν Μωσαϊκὴ διάταξη.

 

   Οἱ πλούσιοι ἔφερναν καὶ θυσίαζαν ἕνα ἀρνί. Οἱ φτωχοὶ ἔφερναν δύο τριγόνια ἢ δύο μικρὰ περιστέρια. Φτωχιὰ ἀνάμεσα στοὺς φτωχοὺς καὶ ἡ Παναγία Μητέρα τοῦ Χριστοῦ, δὲν ἔχει νὰ προσφέρει τὴν θυσία τῶν πλουσίων. Φέρνει δύο περιστέρια στὸν ναό. Ὅμως κι αὐτὴ τὴν ὥρα, ποὺ φτώχια περιβάλλει τὸν Χριστό, ἀκούγεται ὁ ὕμνος τῆς θεότητός Του. Τί συνέβηκε; Ἕνας ἀσπρομάλης γέροντας φτάνει συγχρόνως μὲ τὴν Παναγία στὸν ναό. Τὸ βῆμα του παρὰ τὰ χρόνια του, ζωντανὸ παλληκαρίσιο. Τοῦ δίνει φτερὰ ἡ πίστη του καὶ ἡ χαρά του. Στὸ πρόσωπό του εἶναι ζωγραφισμένη ἡ συγκίνηση. Τὰ δάκρυά του αὐλακώνουν τὸ ρυτιδωμένο πρόσωπο καὶ χάνονται στὰ ἄσπρα γένεια του. Τὰ χέρια του ἀνοίγουν διάπλατα γιὰ ν’ ἀγκαλιάσουν τὸ φτωχὸ αὐτὸ νήπιο τῆς Βηθλεέμ, καθὼς τὸ φέρνει ἡ Μητέρα του στὸν ὁλόλαμπρο ναὸ τοῦ Σολομῶντος. Δὲν εἶναι ὁ Ἱερεὺς ποὺ πρόκειται νὰ δώσει τὴν εὐχὴ τοῦ σαραντίσματος. Δὲν εἶναι κάποιος συγγενής. Δὲν εἶναι κάποιος ὑπηρέτης, ποὺ θὰ ἤθελε νὰ δείξει ἀγάπη στὸ παιδὶ τ’ ἀφεντικοῦ του. Οὔτε κάποιο συμφέρον κινεῖ τὰ γεροντικά του βήματα. Ὄχι. Εἶναι ὁ Συμεών. Εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ ἀφιέρωσε μιὰ ζωὴ ὁλόκληρη γιὰ τοῦ Θεοῦ τὸ θέλημα. Ἁγνὴ ψυχὴ γεμάτη ἀρετή, δικαιοσύνη, ἀγάπη καὶ πίστη στὸν Θεό. Σκυμμένος στὴν μελέτη τοῦ Νόμου τοῦ Θεοῦ, διαβάζοντας μὲ πίστη τὰ Μωσαϊκὰ βιβλία καὶ τὶς προφητεῖες τῶν Προφητῶν τοῦ Ἰσραήλ, ἔβλεπε ὁλοφάνερα Ἐκεῖνον ποὺ θὰ λύτρωνε τὸν ἄνθρωπο τῆς ἁμαρτίας. Μιλοῦσαν ὁλοφάνερα τὰ κείμενα. Κι’ ἔτσι, σὲ στιγμὲς ποὺ ἡ ζωή του γέμιζε ἀγαλλίαση, μὲ τὴν ἐλπίδα, ἐλπίδα βάσιμη καὶ σταθερὴ καὶ ἀκλόνητη σὰν πίστη, ἄφηνε τὸ διάβασμα τοῦ Νόμου καὶ τῶν Προφητειῶν, γονάτιζε μὲ κατάνυξη κι ἄρχιζε τὴν προσευχή: «Θεέ μου ἂς ἦταν νὰ ζήσω νὰ δῶ τὸν Λυτρωτὴ τοῦ κόσμου». Κι ἄκουσε ὁ Θεὸς τὴν προσευχή του. Μιὰ φωνὴ θείου Πνεύματος τοῦ ἐνέπνευσε τὴν πίστη, πὼς θὰ γίνει αὐτὸ ποὺ ζήτησε. «Καὶ ἦν αὐτῷ κεχρηματισμένον ὑπὸ τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου μὴ ἰδεῖν θάνατον πρὶν ἢ ἴδῃ τὸν Χριστὸν Κυρίου»1. Πλήθυνε ὁ Θεὸς τὰ χρόνια του.

   Καὶ ἦρθε καιρὸς νὰ γνωρίσει τὸν Σωτῆρα. Φωτισμένος ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, προικισμένος κι αὐτὸς μὲ τὸ προφητικὸ χάρισμα, ἔρχεται στὸν ναὸ τὴν ὥρα ποὺ θὰ ἐρχότανε τὸ θεῖο βρέφος. Ἀληθινὰ θεόσταλτος. Αὐτὸς ποὺ ἐπεθύμησε νὰ δεῖ μόνον τὸν Χριστὸ γίνεται τώρα ἄξιος νὰ τὸν πάρει καὶ στὰ χέρια του καὶ νὰ τὸν ἀγκαλιάσει. Τὶ ἀνείπωτη εὐτυχία! Τὶ ψυχικὴ ἀγαλλίαση! Δοξάζει τώρα ὁλόψυχα τὸν Θεὸ ὁ Συμεών, «Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, Δέσποτα…»2. Ἂς πεθάνω τώρα εὐτυχισμένος, Θεέ μου, τώρα ποὺ εἶδαν τὰ μάτια μου τὸν Σωτῆρα ὅλων τῶν Ἐθνῶν. Τὸ φῶς τοῦ κόσμου. Τὴν δόξα τοῦ λαοῦ σου…

   Στρέφει τώρα τὸ πρόσωπό του στὸ κατάπληκτο πρόσωπο τῆς Θεοτόκου. «ἰδοὺ οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον»3. Λόγια προφητικὰ γιὰ τὸν Χριστό. «Οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν». Ἀπὸ τὴν θέση ποὺ θὰ πάρει καθένας μας μπροστὰ στὸν Σωτῆρα καὶ τὸ ἔργο του, ἐξαρτᾶται ἂν θὰ σωθεῖ ἢ θὰ καταστραφεῖ. Ἐκεῖνος «θέλει πάντας σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν»4. Ὅμως πολλὲς φορὲς ὁ ἄνθρωπος περιφρονεῖ τὴν σωτηρία, φεύγει, ἀπομακρύνεται, ναυαγεῖ καταστρέφεται. Ὅποιος δεῖ καὶ πιστέψει σὰν Σωτῆρα δικό του τὸν Χριστὸ κι ἀκολουθήσει τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας σώζεται. Γιὰ ἄλλους γίνεται «πτῶσις», γιὰ ἄλλους γίνεται «Ἀνάστασις». Γι’ αὐτὸ εἶναι τὸ ἀντιλεγόμενο σημεῖο μεταξὺ τῶν παρατάξεων τῶν πιστῶν καὶ τῶν ἀπίστων.

   Μὰ κι ἄλλη μιὰ προφητεία εἶπε τὴν στιγμὴ αὐτὴ ὁ Συμεὼν στὴν Παναγία. «Καὶ σοῦ δὲ αὐτῆς τὴν ψυχὴν διελεύσεται ῥομφαία…»5. Ἐμεῖς ποὺ εἴδαμε τὴν σταύρωση τοῦ Κυρίου, καταλαβαίνουμε τώρα τὴν φοβερὴ ρομφαία τοῦ σπαραγμοῦ, ποὺ ξέσχισε τὴν καρδιὰ τῆς Παναγίας μητέρας τοῦ Χριστοῦ, καθὼς εἶδε τὸ παιδί της στὸν Σταυρὸ τοῦ Γολγοθᾶ.

   Εἶδαν τὴν συγκινητικὴ σκηνὴ τῆς ὑπαπαντῆς κι ἄκουσαν τὰ θεῖα λόγια τοῦ Συμεὼν καὶ ἄλλοι ἄνθρωποι, ποὺ βρέθηκαν ἐκεῖ. Ἐκεῖ ἦταν καὶ ἡ γερόντισσα προφήτις Ἄννα. Προφήτευσε κι αὐτὴ γιὰ τὸν Χριστό. Κι’ ὅλοι μαζὶ μὲ ἐλπίδα στὴν ψυχὴ καὶ πίστη καὶ χαρὰ ἐδόξασαν τὸν Θεό. 

 

   Ἂς δεχτοῦμε κι ἐμεῖς μὲ τὴν ἴδια λαχτάρα τὸν Χριστὸ νὰ ἔλθει νὰ κατοικήσει στὶς ψυχές μας. Νὰ νοιώσουμε τὴν χαρὰ τοῦ Συμεών. Νὰ γίνει καὶ γιὰ μᾶς ὁ Χριστὸς ὄχι πτώση, ἀλλὰ Ἀνάσταση καὶ Ζωή.


 [Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ ἀειμνήστου θεολόγου Γεωργίου Π. Σωτηρίου «ΕΟΡΤΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ», Β΄ ἔκδοσις, Μυτιλήνη 1986, σελ. 106-108. (Ἐπιμέλεια κειμένου, μικρὲς φραστικὲς παρεμβάσεις, καὶ ὑποσημειώσεις, ὑπὸ ἱερομ. Ν. ἁγιορείτου.)]

 

1. Λουκ. β΄ 26.

2. Λουκ. β΄ 29 κ.ἑξ.

3. Λουκ. β΄ 34.

4. Α΄ Τιμόθ. β΄ 4.

5. Λουκ. β΄ 35.