Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2022

Μὴ σταθεῖς ποτὲ ἕως ὅτου νὰ ἐπιτύχεις τὸ τέλος σου…




Μὴ σταθεῖς ποτὲ ἕως ὅτου νὰ ἐπιτύχεις τὸ τέλος σου…


ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ*


   Συλλογίσου, πῶς πρέπει νὰ διορθώσεις τὴν κακὴ μεταχείριση ποὺ ἔκανες στὰ μέσα καὶ ὄργανα, ποὺ σοῦ ἔδωκε ὁ Θεὸς γιὰ τὴν σωτηρία σου, καὶ ἡ διόρθωση στέκει στὸ νὰ μεταχειρισθεῖς τὰ μέσα αὐτὰ διὰ τὸ τέλος (σκοπὸ) καὶ ὄχι νὰ μεταχειρίζεσαι τὰ μέσα διὰ τὰ μέσα· δηλαδή, δὲν πρέπει νὰ ἀγαπᾶς τὰ μέσα αὐτὰ καθ’ ἑαυτά, παρὰ μόνο καθ’ ὅσον σὲ φέρνουν στὸ ποθούμενο τέλος. Γι’ αὐτὸ μοίρασε, ὅλα τὰ ἀγαθὰ ποὺ σοῦ χάρισε ὁ Θεὸς σὲ τρεῖς τάξεις·

   κ’ ἐκεῖνα μὲν ποὺ ὠφελοῦν πάντοτε στὸ νὰ ἐπιτύχεις τὸ τέλος σου (καθὼς εἶναι τὰ χαρίσματα τοῦ ἁγίου Πνεύματος, τὰ θεῖα μυστήρια, οἱ ἀρετὲς καὶ μάλιστα τὰ ἔργα τῆς ἐλεημοσύνης) αὐτὰ λέγω πρέπει νὰ τὰ μεταχειρίζεσαι πάντοτε μὲ ἄκρα ἐπιμέλεια, διότι εἶναι τόσο ἄξια καὶ τόσο ἀναγκαῖα γιὰ νὰ ἀπολαύσεις τὸ τέλος τῆς σωτηρίας σου, ποὺ ἕνας κολασμένος ἂν ἦταν δυνατὸν θὰ εὐχαριστιόταν νὰ ὑποφέρει ὅλα τὰ βασανιστήρια τῆς κολάσεως γιὰ μυριάδες χρόνια, μόνο ν’ ἀπολαύσει ἕνα ἀπὸ αὐτὰ τὰ μέσα ποὺ ἐσὺ τώρα ἀμελεῖς·

  ἐκεῖνα δὲ τὰ μέσα ποὺ πάντοτε βλάπτουν στὸ τέλος τῆς σωτηρίας σου, διότι εἶναι ἐμποδισμένα ἀπὸ τὸν νόμο τοῦ Θεοῦ καὶ διότι εἶναι πάντοτε ἑνωμένα μὲ τὴν ἁμαρτία1, αὐτὰ ὅλα πρέπει νὰ τὰ βδελύττεσαι καὶ νὰ τὰ ἀποστρέφεσαι μὲ ὅλη σου τὴν καρδιά, καὶ νὰ τὰ ἀποκόπτεις μὲ τελειότητα ἀπὸ λόγου σου, ὡς ἀντίθετα τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς δικῆς σου εὐδαιμονίας·

   κι ἐκείνων πάλι τῶν μέσων, ποὺ μερικὲς φορὲς ὠφελοῦν στὸ νὰ ἐπιτύχεις τὸ τέλος σου καὶ μερικὲς φορὲς πάλι βλάπτουν καὶ τὸ ἐμποδίζουν, τούτων ἡ διόρθωση εἶναι τὸ νὰ μὴ κλίνει ἡ καρδιά σου σ’ αὐτὰ παρὰ τόσο μόνο ὅσο σοῦ χρησιμεύουν γιὰ νὰ σὲ φέρουν στὸν Θεὸ καὶ στὸ τέλος τῆς σωτηρίας σου.

   Χάριν παραδείγματος δὲν πρέπει νὰ προτιμᾶς καλλίτερα τὴν ὑγεία ἀπὸ τὴν ἀσθένεια ἢ τὰ πλούτη ἀπὸ τὴν πτωχεία, ἢ τὴν τιμὴ ἀπὸ τὴν ἀτιμία, ἢ τὴν ζωὴ ἀπὸ τὸν θάνατο, διότι ὅλα αὐτὰ καθ’ ἑαυτὰ εἶναι ἀδιάφορα· τόσο δὲ μόνο νὰ προτιμᾶς τὴν ἀσθένεια καὶ πτωχεία καὶ ἀτιμία, καὶ ὅλα ὅσα ταπεινώνουν τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα, καθ’ ὅσον σιγουρότερα ἀπὸ τὰ ἄλλα σὲ κάνουν νὰ ἐπιτύχεις τὴν εὐδαιμονία καὶ σωτηρία σου, διότι καὶ ἕνας ξενιτεμένος δὲν ζητεῖ τὴν εὐκολώτερη στράτα, ἀλλὰ τὴν ἀσφαλέστερη γιὰ νὰ πάει στὴν πατρίδα του· καὶ ἕνας ναύτης δὲν ἐπιθυμεῖ τὸν γλυκύτερο ἄνεμο, ἀλλ’ ἐκεῖνον ποὺ τὸν φέρνει σιγουρότερα στὸ λιμάνι· καὶ ἕνας ἄρρωστος δὲν γυρεύει τὰ γλυκύτερα ἰατρικά, ἀλλὰ τὰ σωτηριωδέστερα στὸ πάθος του· ἀλλὰ ἐσὺ ἀδελφέ, μεταχειρίζεσαι αὐτὰ ὅλα ἀντιστρόφως καὶ ἀγαπᾶς ἐκείνη μόνη τὴν ὑγεία, ἐκείνη μόνη τὴν ἀνάπαυση, ἐκείνη μόνη τὴν ἐξουσία, ἐκεῖνες μόνες τὶς ἡδονὲς ποὺ βλάπτουν τὴν ψυχή σου. ∆ιὰ τοῦτο ἀπὸ τώρα καὶ στὸ ἑξῆς μὴ θέλεις νὰ εἶσαι ἀγαπητὲ τόσο τυφλὸς ὥστε ποὺ νὰ λογιάζεις2 γιὰ καλά, ἐκεῖνα ποὺ σὲ ἀπομακρύνουν, ἢ καὶ σὲ ἐμποδίζουν ἀπὸ τὸ ἄκρο ἀγαθὸ καὶ μὴ θέλεις ν’ ἀλλάξεις τὰ ὀνόματα τῶν πραγμάτων γιὰ ἀπώλειά σου, ὀνομάζοντας καλὸ τὸ κακό, καὶ κακὸ τὸ καλό, γιὰ νὰ μὴν ἀκούσεις τὸ οὐαὶ καὶ ἀλλοίμονο, ὅπως λέγει ὁ Κύριος διὰ τοῦ προφήτου Ἡσαΐου «οὐαὶ οἱ λέγοντες τὸ πονηρὸν καλὸν καὶ τὸ καλὸν πονηρόν»3. Ξύπνησε μία φορὰ ἀπὸ αὐτὸν τὸν θανατηφόρο ὕπνο, καὶ ἂν ὁ Θεὸς σοῦ χάρισε ὑγεία, ὡραιότητα, γνώση, πλοῦτο, ἀξιώματα, καὶ ἄλλα ὅμοια φυσικὰ καὶ τυχηρὰ καλά, μὴ τὰ μεταχειρίζεσαι κακῶς σὲ ἀπώλειά σου, ἀλλὰ κάνετα ὅλα ὄργανα γιὰ τὴν σωτηρία σου. Ἀποφάσισε νὰ τρέχεις πάντοτε στὸ ἄκρο τέλος σου μὲ ὅλη σου τὴν καρδιά, καὶ ἂν βρεῖς τίποτε ἐμπόδια ρίξε τα, καὶ μὴ σταθεῖς ποτὲ ἕως ὅτου νὰ ἐπιτύχεις τὸ τέλος σου, καθὼς κάνει καὶ ἕνας ποταμός, ὁ ὁποῖος δὲν ἐμποδίζεται ἀπὸ τὰ ἐνάντια ποὺ βρίσκει ἐμπρός, ἀλλὰ τρέχει ταχέως καὶ δὲν στέκεται παντελῶς, ἕως ὅτου νὰ φθάσει στὴν θάλασσα· «πάντες οἱ χείμαρροι πορεύονται εἰς τὴν θάλασσαν»4.


* Ἀπὸ τὸ ψυχωφελέστατο βιβλίο «Πνευματικὰ Γυμνάσματα», (Μελέτη Γ΄). (Μικρὴ φραστικὴ διασκευὴ καὶ ἔντονα στοιχεῖα, ὑπὸ ἱερομ. Ν. ἁγιορείτου).

 


1. Καθὼς εἶναι τὰ τρυφηλὰ φαγητὰ καὶ πιοτά, τὰ ὄμορφα φορέματα, τὰ ξεφαντώματα, τὰ παιγνίδια, οἱ ἄκαιρες συναναστροφὲς καὶ συνομιλίες, οἱ περιδιαβάσεις καὶ τὰ ἄλλα ἡδονικὰ καὶ ἀναπαυτικὰ ἀντικείμενα τῶν πέντε αἰσθήσεών μας.

2. λογιάζω: θεωρῶ, ὑπολογίζω, λογαριάζω.

3. Ἡσαΐας ε΄ 20: «Οὐαὶ οἱ λέγοντες τὸ πονηρὸν καλὸν καὶ τὸ καλὸν πονηρόν, οἱ τιθέντες τὸ σκότος φῶς καὶ τὸ φῶς σκότος, οἱ τιθέντες τὸ πικρὸν γλυκὺ καὶ τὸ γλυκὺ πικρόν.»

4. Ἐκκλ. α΄. 7.