Κυριακή 7 Μαΐου 2023

ΟΜΙΛΙΑ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΟΤΙ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΡΟΣΚΟΛΛΩΜΑΣΘΕ ΣΤΑ ΒΙΟΤΙΚΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ... (4)




ΟΜΙΛΙΑ

ΠΕΡΙ  ΤΟΥ ΟΤΙ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΡΟΣΚΟΛΛΩΜΑΣΘΕ ΣΤΑ ΒΙΟΤΙΚΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ

ΚΑΙ

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΥΡΚΑΓΙΑΣ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ (4)


Μεγάλου Βασιλείου*


   10. Σεῖς δέ, ἀδελφοί, ποὺ ἔχετε διαφύγει τὸν κίνδυνο, ἂς μὴ λυπᾶσθε πολὺ γιὰ τὰ κακὰ ποὺ ἔχουν συμβεῖ. Μήτε νὰ ταραχθεῖτε κατὰ τὴν διάνοιά σας, ἀλλὰ ν’ ἀποτινάξετε τὸν ζόφο τῆς λύπης καὶ νὰ δυναμώσετε τὶς ψυχές, κάνοντας σκέψεις πιὸ γενναῖες, καὶ νὰ κάμετε τὸ συμβὰν πρόφαση γιὰ στεφάνια. Διότι, ἐὰν παραμείνετε ἀσάλευτοι, καὶ θὰ φανεῖτε δοκιμώτεροι κατὰ τὴν πίστη, μὲ τὸ νὰ λάμψετε ὅπως τὸ εὐγενικὸ χρυσάφι ἀπὸ τὴν φωτιά, καὶ τὴν ντροπὴ στὸν ἐχθρὸ θ’ αὐξήσετε περισσότερο, διότι δὲν μπόρεσε μὲ ὅσα ἐπιβουλεύθηκε οὔτε τὰ δάκρυά σας νὰ νικήσει. Ὑπενθυμεῖστε στοὺς ἑαυτούς σας τὴν καρτερία τοῦ Ἰώβ. Νὰ πεῖτε πρὸς τοὺς ἑαυτούς σας, αὐτὰ ποὺ εἶπε ἐκεῖνος· «Ὁ Κύριος ἔδωκε, ὁ Κύριος ἀφαίρεσε· ὅπως φάνηκε καλὸ στὸν Κύριο, ἔτσι κ’ ἔγινε»25. Καὶ κανεὶς ἂς μὴ μεταπεισθεῖ ἀπ’ αὐτὰ ποὺ ἔπαθε, ὥστε νὰ συλλογισθεῖ καὶ νὰ πεῖ, ὅτι καμμιὰ λοιπὸν πρόνοια δὲν κυβερνᾶ τὰ δικά μας πράγματα. Ἂς μὴ κατηγορεῖ τὴν οἰκονομία καὶ τὴν κρίση τοῦ Δεσπότου. Ἀλλ’ ἂς ἀποβλέπει πρὸς τὸν ἀθλητὴ ἐκεῖνον, καὶ αὐτὸν ἂς κάμει σύμβουλο πρὸς τὸ καλύτερο. Ἂς ἀναλογίζεται τοὺς συνεχεῖς ἀγῶνες στοὺς ὁποίους ἐκεῖνος ἀρίστευσε κ’ ἐνῶ βλήθηκε μὲ τόσα βέλη ἀπ’ τὸν διάβολο, δὲν δέχθηκε θανάσιμο κτύπημα. Τοῦ ἀφαίρεσε δηλαδὴ τὴν εὐτυχία ἀπ’ τοὺς δικούς του καὶ σκέφθηκε νὰ τὸν παραχώσει μὲ τὶς διαδοχικὲς πληροφορίες τῶν κακῶν. Διότι καθ’ ἥν στιγμὴ ὁ προηγούμενος ἀγγελιαφόρος τοῦ ἐξήγγελλε τὴν τόσο μεγάλη συμφορά, ἄλλος ἐρχόταν καὶ τοῦ ἔφερνε θλίψη γιὰ χειρότερα πράγματα. Καὶ τὰ κακὰ προσηρτῶντο τὸ ἕνα στὸ ἄλλο, καὶ οἱ συμφορὲς μιμοῦνταν τὴν ἐπιδρομὴ τῶν κυμάτων καὶ προτοῦ νὰ σταματήσουν τὰ πρῶτα δάκρυα, ἔφθανε ἡ αἰτία γι’ ἄλλα. Ὁ δίκαιος ὅμως ἔστεκε σὰν κάποια προβλήτα, μὲ τὸ νὰ ὑποδέχεται τὶς προσβολὲς τῆς τρικυμίας, καὶ μὲ τὸ νὰ μεταβάλλει σὲ ἀφρὸ τὴν ὁρμὴ τῶν κυμάτων, καὶ ἄφηνε τὸν λόγο τῆς εὐγνωμοσύνης πρὸς τὸν Δεσπότη· «ὁ Κύριος ἔδωκε, ὁ Κύριος πῆρε· ὅπως φάνηκε καλὸ στὸν Κύριο, ἔτσι κ’ ἔγινε». Καὶ δὲν ἔκλαψε γιὰ κανένα ἀπ’ τὰ συμβάντα. Κι ὅταν κάποιος ἦλθε γιὰ νὰ τοῦ ἀναγγείλει ὅτι, ἐνῶ τὰ παιδιὰ καὶ οἱ θυγατέρες του ἔτρωγαν, ὁρμητικὸς ἄνεμος γκρέμισε τὸ σπίτι τῆς χαρᾶς, τότε μόνο ξέσχισε τὸ ἔνδυμα γιὰ νὰ δείξει τὴν συμπάθεια τῆς συγγένειας καὶ γιὰ νὰ βεβαιώσει μ’ αὐτὰ ποὺ ἔπραττε ὅτι ἦταν φιλόστοργος πατέρας. Ἀλλὰ καὶ τότε, ἀφοῦ ἔβαλε ὅριο καὶ μέτρο στὶς λύπες καὶ κόσμησε τὸ συμβὰν μὲ τοὺς εὐσεβεῖς ἐκείνους λόγους, ἔλεγε· «ὁ Κύριος ἔδωκε, ὁ Κύριος πῆρε· ὅπως φάνηκε καλὸ στὸν Κύριο, ἔτσι κ’ ἔγινε». Τέτοια περίπου λέγοντας· ὀνομάσθηκε πατέρας, ἐφόσον χρόνο ἤθελε αὐτὸς ποὺ μοῦ ἔκαμε αὐτό. Σκέφθηκε πάλι νὰ μοῦ ἀφαιρέσει τὸ στεφάνι τοῦ γεννήτορος· δὲν τσακώνομαι γι’ αὐτὰ ποὺ ἀνήκουν σὲ Αὐτόν. Ἂς ὑπερισχύσει αὐτὸ ποὺ ὁ Κύριος ἀποφάσισε. Αὐτὸς εἶναι ὁ πλάστης τοῦ ἀνθρώπινου γένους, ἐγὼ εἶμαι ὄργανό του. Γιατί πρέπει νὰ δυσανασχετῶ ἀνώφελα, ἐνῶ εἶμαι δοῦλος, καὶ νὰ κατακρίνω ἀπόφαση, τὴν ὁποία δὲν μπορῶ νὰ διαλευκάνω; Μὲ τέτοια λόγια ὁ δίκαιος κατακόντιζε τὸν διάβολο.

   11. Ἐπειδὴ ὅμως ὁ ἐχθρὸς τὸν εἶδε πάλι νὰ νικᾶ καὶ νὰ μὴ μπορεῖ νὰ σαλευθεῖ μὲ τίποτε ἀπὸ αὐτά, μηχανεύθηκε τὴν δοκιμασία τῆς σάρκας. Ἀφοῦ μαστίγωσε τὸ σῶμα μὲ ἀνείπωτες πληγὲς τὸ ἔκαμε ν’ ἀναβλύζει πηγὲς σκωλήκων. Κι ἀφοῦ κατέβασε τὸν ἄνδρα ἀπ’ τὰ βασιλικὰ καθίσματα, τὸν κάθισε στὴν κοπριά. Αὐτὸς δὲ μολονότι ἐπροσβάλλετο μὲ τέτοια βάσανα, παρέμεινε ἀτάραχος. Καὶ μολονότι τὸ σῶμα ἐσπαράσσετο, φύλαγε ἄθικτο τὸν θησαυρὸ τῆς εὐσέβειας στὰ κρυπτὰ τῆς ψυχῆς. Ὁ ἐχθρὸς λοιπὸν μὴ ἔχοντας τί νὰ πράξει στὸ ἑξῆς, ἐνθυμεῖται τὴν παλαιὰ ἐπιβουλή. Ἀφοῦ παρέσυρε τὴν διάνοια τῆς γυναῖκας σὲ ἀσεβῆ καὶ βλάσφημη ἀπόφαση, προσπαθοῦσε μ’ ἐκείνη νὰ λυγίσει τὸν ἀθλητή. Κι αὐτὴ κουρασμένη ἀπ’ τὸν πολὺ χρόνο παρουσιάσθηκε στὸν δίκαιο. Ἔσκυψε κάτω κ’ ἔκρουσε τὰ χέρια γι’ αὐτὰ ποὺ ἔβλεπε τὸν μάλωνε γιὰ τοὺς καρποὺς τῆς εὐσέβειας κι ἀπαριθμοῦσε ἀφ’ ἑνὸς μὲν τὴν παλαιὰ ἀφθονία τῶν δικῶν τους πραγμάτων καὶ ἀφ’ ἑτέρου ἔδειχνε τὰ τωρινὰ κακὰ καὶ ἀπὸ ποιὰ σὲ ποιὰ ζωὴ κατήντησε καὶ ποιὸ μισθὸ ἔλαβε ἀπ’ τὸν Δεσπότη γιὰ τὶς πολλὲς θυσίες. Καὶ συνεχῶς ἔλεγε λόγια ποὺ εἶναι ἄξια τῆς γυναικείας μικροψυχίας καὶ ποὺ μποροῦσαν νὰ συγκινήσουν κάθε ἄνδρα καὶ νὰ μεταβάλλουν ἀκόμη καὶ γενναῖο φρόνημα. Γυρίζω δηλαδὴ σὰν ἀλήτισσα καὶ ὑπηρέτρια ἐγὼ ἡ βασίλισσα εἶμαι δούλη. Καὶ εἶμαι ἀναγκασμένη νὰ προσβλέπω στὰ χέρια τῶν δούλων μου κ’ ἐνῶ κάποτε ἔτρεφα πολλούς, τώρα εὐχαρίστως ἀνατρέφομαι ἀπ’ τοὺς ξένους. Καὶ ὅτι θὰ ἦταν καλὸ καὶ χρήσιμο ἀφοῦ μεταχειρισθεῖς ἀσεβῆ λόγια νὰ βγάλεις τὸν ἑαυτό σου ἀπὸ τὴν γῆ μὲ τὸ ν’ ἀκονίσεις τὸ ξίφος τῆς ὀργῆς τοῦ πλάστου, παρὰ νὰ μακραίνεις γιὰ τὸν ἑαυτό σου καὶ τὴν σύζυγό σου τὸν κόπο στοὺς ἀγῶνες μὲ τὸ νὰ ὑπομένεις στὰ βάσανα. Αὐτὸς δὲ ἀφοῦ λυπήθηκε τόσο πολὺ μὲ τὰ λόγια αὐτά, ὅσο μὲ κανένα ἀπὸ τὰ προηγούμενα κακά, καὶ γέμισε τὸ βλέμμα του ἀπὸ θυμὸ καὶ στράφηκε πρὸς τὴν γυναῖκα του, ὡσὰν σ’ ἐχθρό, τί λέγει; «Γιατί μίλησες ὡς μία ἀπὸ τὶς ἀνόητες γυναῖκες;»26. Ἄφησε λέγει, ὦ γυναίκα, τὴν συμβουλή. Ὡς πότε μ’ αὐτὰ ποὺ λέγεις θὰ βρίζεις τὴν κοινὴ ζωή; Παρέστησες, ὅπως δὲν εὐχόμουν, καὶ τὴν δική μου διαγωγὴ ὡς ψευδῆ, καὶ συκοφάντησες μὲ ὅσα εἶπες καὶ τὴν ζωή μου. Τώρα νομίζω ὅτι ἐξ ἡμισείας ἔχουμε ἀσεβήσει, διότι ὁ γάμος μᾶς ἔκαμε καὶ τοὺς δύο ἕνα σῶμα· ἐσὺ ὅμως βλασφήμησες. «Ἐὰν τὰ καλὰ ἔχουμε λάβει ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Κυρίου, δὲν θὰ ὑποφέρουμε τὰ κακά;»27. Νὰ ἐνθυμηθεῖς τ’ ἀγαθὰ ποὺ εἶχες. Νὰ ζυγίσεις τὰ καλὰ μὲ τὰ κακά. Κανενὸς ἀπ’ τοὺς ἀνθρώπους ὁ βίος δὲν εἶναι διαπαντὸς εὐτυχής. Ἡ παντοτινὴ εὐτυχία εἶναι τοῦ Θεοῦ. Ἐσὺ ὅμως ἐὰν θλίβεσαι γιὰ τὰ τωρινά, νὰ παρηγορήσεις τὸν ἑαυτό σου μὲ τὰ περασμένα. Τώρα κλαῖς, ἀλλὰ προηγουμένως γέλασες. Τώρα εἶσαι φτωχή, ἀλλὰ πρῶτα ἤσουν πλούσια. Ἔχεις πιεῖ τ’ ὁλοκάθαρο νᾶμα τῆς ζωῆς· νὰ ὑπομείνεις, ἐνῶ πίνεις τὸ θολὸ τοῦτο. Οὔτε τὰ νερὰ τῶν ποταμῶν φαίνονται πάντοτε νἆναι καθαρά. Ὁ βίος μας, ὅπως γνωρίζεις, εἶναι ποτάμι, ποὺ τρέχει συνεχῶς καὶ γεμίζει μὲ διαδοχικὰ κύματα. Διότι τὸ μὲν ἕνα ἔχει κιόλας κυλήσει, τὸ δὲ ἄλλο ἀκόμη τρέχει. Καὶ ἄλλο μὲν μόλις τώρα ξεπήδησε ἀπ’ τὶς πηγές, ἄλλο δὲ πρόκειται. Καὶ ὅλοι τρέχουμε πρὸς τὴν κοινὴ θάλασσα τοῦ θανάτου. «Ἐὰν τὰ καλὰ ἔχουμε δεχθεῖ ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Κυρίου, δὲν θὰ ὑποφέρουμε τὰ κακά»; Ἐξαναγκάζουμε τὸν κριτὴ νὰ μᾶς χορηγεῖ αἰωνίως ὅμοια πράγματα; Διδάσκουμε τὸν Κύριο πῶς πρέπει νὰ κυβερνᾶ τὴν ζωή μας; Αὐτὸς ἐξουσιάζει τὶς ἀποφάσεις του. Ὅπως θέλει, διευθετεῖ τὰ δικά μας πράγματα. Εἶναι ὅμως σοφὸς καὶ ἀποδίδει τὸ ὠφέλιμο στοὺς δούλους.

   12. Νὰ μὴ περιεργάζεσαι τὴν κρίση τοῦ Δεσπότου. Ν’ ἀγαπᾶς μόνον αὐτὰ ποὺ οἰκονομεῖ ἡ σοφία του. Αὐτὸ ποὺ θὰ σοῦ δώσει, αὐτὸ νὰ δέχεσαι μὲ χαρά. Νὰ φανεῖς ὅτι δέχεσαι τὰ δυσάρεστα, ὅπως δεχόσουν καὶ τὰ εὐχάριστα προηγουμένως. Ὁ Ἰὼβ μὲ τὸ νὰ λέγει αὐτὰ ἀπέκρουσε καὶ αὐτὴ τὴν προσβολὴ τοῦ διαβόλου καὶ τοῦ ἐπέφερε τέλεια τὴν ντροπὴ ἀπὸ τὴν ἧττα. Τί λοιπὸν συνέβη ὕστερ’ ἀπ’ αὐτά; Ἡ ἀρρώστια ἔφυγε πάλι ἀπὸ αὐτόν, σὰν νἆχε συμβεῖ τυχαίως καὶ χωρὶς νὰ κατορθώσει τίποτε πλέον. Ἡ σάρκα ξανανθίζει στὴν δεύτερη νεότητα. Ὁ βίος ἄνθησε πάλι μὲ ὅλα τ’ ἀγαθά, καὶ διπλάσιος συνέρρευσε ἀπὸ παντοῦ ὁ πλοῦτος στὸ σπίτι, γιὰ νἄχει τὸ μὲν ἕνα, ὡς νὰ μὴ τὸ ἔχασε, τὸ δὲ ἄλλο νὰ ὑπάρξει στὸν δίκαιο, ὡς μισθὸς τῆς καρτερίας του. Γιατί ὅμως ἔλαβε στὸ διπλάσιο τὰ ἄλογα καὶ τὰ μουλάρια καὶ τὶς καμῆλες καὶ τὰ πρόβατα καὶ τὰ χωράφια καὶ ὅλη τὴν τρυφὴ τῆς περιουσίας, ἐνῶ ὁ ἀριθμὸς τῶν παιδιῶν ἐβλάστησε ἴσος μὲ τὰ πεθαμένα; Διότι τὰ μὲν ἄλογα ζῶα καὶ ὅλος ὁ πλοῦτος ποὺ φθείρεται, εἶχαν ὁλότελα ἀπολεσθεῖ. Τὰ παιδιὰ ὅμως, μολονότι εἶχαν πεθάνει, ζοῦσαν κατὰ τὸ πιὸ καλύτερο μέρος τῆς φύσεως28. Ἐπειδὴ λοιπὸν ὁ Κύριος τὸν κόσμησε πάλι μὲ ἄλλους γυιοὺς καὶ θυγατέρες, καὶ κατὰ τοῦτο εἶχε διπλὸ ἀπόκτημα. Διότι ἄλλοι παρίσταντο, προσφέροντας στοὺς γονεῖς τὴν εὐφροσύνη στὸν βίο, κι ἄλλοι προπορευθέντες ἀνέμεναν τὸν γεννήτορα. Τότε ὅλοι θὰ περικυκλώσουν τὸν Ἰώβ, ὅταν ὁ κριτὴς τῆς ἀνθρωπίνης ζωῆς θὰ συνάξει πάνδημο τὴν Ἐκκλησία. Ὅταν ἡ σάλπιγγα, ἡ ὁποία ἐξαγγέλλει τὸν ἐρχομὸ τοῦ βασιλέως, θ’ ἀπαιτήσει τὴν παρακαταθήκη τῶν σωμάτων, ἀφοῦ ἠχήσει δυνατότερα ἐπάνω στοὺς τάφους. Τότε κι αὐτοὶ ποὺ τώρα φαίνονται νἆναι νεκροί, πιὸ γρήγορα ἀπ’ τοὺς ζωντανοὺς θὰ παρουσιασθοῦν στὸν δημιουργὸ τῶν ὅλων. Διὰ τοῦτο, νομίζω, μὲ τὸ νὰ τοῦ ἀποδώσει στὸ διπλάσιο τὸν ὅλο πλοῦτο, τὸν δικαίωσε ν’ ἀρκεσθεῖ στὰ ἰσάριθμα παιδιά. Βλέπεις πόσα ἀγαθὰ συγκέντρωσε ὁ δίκαιος Ἰὼβ γιὰ τὸν ἑαυτό του λόγῳ τῆς ὑπομονῆς του; Καὶ σὺ λοιπόν, ἐὰν κάποια δυσκολία σὲ πλησίασε ἀπὸ τὴν χθεσινὴ πυρκαγιὰ λόγῳ τῆς ἐπιβουλῆς τῶν δαιμόνων, νὰ τὴν ὑπομείνεις καὶ νὰ καταπραΰνεις τὴν στενοχώρια ἀπὸ τὸ βάσανο μὲ τὶς καλύτερες σκέψεις, καὶ σύμφωνα μ’ αὐτὸ ποὔχει γραφεῖ· «Ρίξε τὴν φροντίδα σου στὸν Κύριο καὶ αὐτὸς θὰ σὲ θρέψει»29. Σ’ αὐτὸν πρέπει ἡ δόξα στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


* PG 31, σελ. 304-328.


25. Ἰὼβ α΄ 21: «ὁ Κύριος ἔδωκεν, ὁ Κύριος ἀφείλατο· ὡς τῷ Κυρίῳ ἔδοξεν, οὕτω καὶ ἐγένετο.»

26. Ἰὼβ β΄ 10: «ἵνα τί ὥσπερ μία τῶν ἀφρόνων γυναικῶν ἐλάλησας οὕτως;»

27. Ἰὼβ β΄ 10: «εἰ τὰ ἀγαθὰ ἐδεξάμεθα ἐκ χειρὸς Κυρίου, τὰ κακὰ οὐχ ὑποίσομεν;»

28. Ἐννοεῖ τὴν ἀθάνατη ψυχή.

29. Ψαλμ. νδ΄ 23: «ἐπίῤῥιψον ἐπὶ Κύριον τὴν μέριμνάν σου, καὶ αὐτός σε διαθρέψει.»