Πέμπτη 14 Οκτωβρίου 2021

Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ἐπίσκοπος Μηθύμνης

 




Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ἐπίσκοπος Μηθύμνης

 


    ἅγιος Ἰγνάτιος γεννήθηκε στὰ 1492 στὸ χωριὸ Φάραγγα, ποὺ βρισκότανε κοντὰ στὴν Καλλονὴ τῆς Λέσβου. Ὁ πατέρας του Μανουὴλ καὶ ὁ πάππος του Γεώργιος ἦσαν ἱερεῖς. Ἡ καταγωγή τους φαίνεται νὰ ἦταν ἀπ’ τὸ Βυζάντιο καὶ ἔφεραν τὸ Βυζαντινό, κατὰ πᾶσαν πιθανότητα, ἐπώνυμο «Ἀγαλλιανός». Ἰωάννης, εἶχε ὀνομασθεῖ ὁ μετέπειτα ἅγιος Ἰγνάτιος. Τὸ ὄνομα αὐτὸ ἔφερε καὶ ὅταν ἀργότερα ἔγινε Ἱερέας. Ἰγνάτιος ὀνομάσθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη ὅταν χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος Μηθύμνης.

   Ἀπὸ μικρὸ παιδὶ διδάχθηκε τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν ἀρετὴ ἀπ’ τοὺς καλοὺς γονεῖς του. Ἀγάπησε τὴν Ἐκκλησία καὶ γρήγορα θέλησε νὰ δώσει τὸν ἑαυτό του στὴν ὑπηρεσία της. Χειροτονήθηκε ἔγγαμος καὶ ἀπέκτησε παιδιά. Ἀφοσιώθηκε στὴν μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ στὰ ποιμαντικὰ καθήκοντα, μὲ ζῆλο καὶ αὐταπάρνηση. Σύντομα τιμήθηκε ἀπ’ τὴν Ἐκκλησία μὲ τὸ ὀφφίκιο τοῦ Σακελλίωνος. Ἡ ἀγάπη του στὴν μελέτη τὸν παρακινοῦσε ν’ ἀντιγράφει μέρα νύχτα συγγράμματα καὶ νὰ πλουτίζει τὴν βιβλιοθήκη του. Σώζονται σήμερα στὴν βιβλιοθήκη τοῦ Μοναστηριοῦ τοῦ Λειμῶνος τέτοια πολύτιμα χειρόγραφα μὲ τὴν ὑπογραφὴ τοῦ Ἁγίου: «Ἱερεὺς Ἰωάννης». Τὴν ἐποχὴ αὐτὴ ἔγραφε καὶ ποιήματα ποὺ σώζονται μέχρι σήμερα καὶ φανερώνουν τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Ἁγίου. Γρήγορα ἔχασε τὴν σύζυγο καὶ τὰ παιδιά τους ἀπὸ φοβερὴ ἐπιδημία. Τοῦ ἔμεινε ἕνας γυιὸς ὁ Μεθόδιος, ποὺ θὰ τὸν δοῦμε ἀργότερα μοναχὸ καὶ συνεχιστὴ τοῦ ἔργου τοῦ πατέρα του.

   Στὸν τόπο ποὺ βρίσκεται σήμερα τὸ Μοναστήρι τοῦ Λειμῶνος ὑπῆρχε ἕνα ξωκκλήσι πρὸς τιμὴν τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, ποὺ μαζὶ μὲ ὁλόκληρη τὴν περιοχὴ ἀνῆκε στὸν πατέρα τοῦ Ἁγίου. Πατρικὴ κληρονομιὰ ἐπίσης τοῦ Ἁγίου ἦταν καὶ ὁλόκληρο τὸ Μοναστήρι τῆς Μυρσινιώτισσας τὸ σημερινὸ γυναικεῖο Μοναστήρι τῆς Καλλονῆς.

   Ὁ Ἅγιος, ὡς ἱερέας ἀκόμα, μὲ ἀφάνταστο ζῆλο κατέγινε νὰ ἀξιοποιήσει τὴν πολύτιμη αὐτὴ κληρονομιά. Ἐπισκεύασε «ἐξ ἰδίων ἀναλωμάτων» τὸ Μοναστήρι τῆς Μυρσινιώτισσας. Τὸ μεγάλωσε χτίζοντας νέα κτήρια γιὰ κελλιὰ καλογραιῶν, καὶ μὲ τὸν ἴδιο ζῆλο ἄρχιζε νὰ χτίζει τὸ Μοναστήρι τοῦ Λειμῶνος γιὰ τοὺς ἄνδρες. Ἐκεῖ ποὺ ὑπῆρχε τὸ ξωκκλήσι τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, ἔχτισε τὴν μεγάλη Ἐκκλησία καὶ γύρω γύρω κελλιὰ καὶ ἀποθῆκες καὶ ὅ,τι ἄλλο χρειαζότανε γιὰ ἕνα μοναστήρι ἀξιόλογο. Ἄρχισαν τότε νὰ καταφθάνουν ἀπὸ παντοῦ ἄνδρες καὶ γυναῖκες ἀποφασισμένοι νὰ ζήσουν τὴν σκληρὴ ζωὴ τοῦ μοναχοῦ, ζωὴ ἐργασίας, προσευχῆς, νηστείας, πνευματικῶν ἀγώνων. Οἱ κανονισμοί, ποὺ ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος ἔγραψε στὴν Διαθήκη του καὶ ἐπέβαλε στὸ Μοναστήρι ἐξασφάλιζαν πραγματικὴ μοναχικὴ ζωή. Ἡ ἐμπιστοσύνη καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ λαοῦ στὰ Μοναστήρια ἦταν ὁλοφάνερη καὶ εἶχε συνέπεια νὰ ἀφιερώνουν σ’ αὐτὰ οἱ Χριστιανοὶ περιουσίες ὁλόκληρες, ἀφοῦ μάλιστα αὐτὰ ἐξυπηρετοῦσαν καὶ τὴν παιδεία τοῦ λαοῦ καὶ τὴν φιλανθρωπία.


ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΛΕΙΜΩΝΟΣ


   Μετὰ τὴν ἀποπεράτωση καὶ τὴν διοργάνωση τῶν Μοναστηριῶν, μόνο τέσσερα χρόνια τὰ διοίκησε ὡς ἡγούμενος ὁ Ἅγιος. Ἀπὸ τὸ 1526 μέχρι τὸ 1530. Γιατὶ τὸ 1531 ἐνῶ βρισκότανε στὴν Κωνσταντινούπολη ἐξελέγη Μητροπολίτης Μηθύμνης. Τότε πῆρε τὸ ὄνομα Ἰγνάτιος.

   Ὡς Ἐπίσκοπος ὁ Ἅγιος διοίκησε μὲ σύνεση καὶ ἀγάπη τὴν ἐπαρχία του, χωρὶς νὰ παύσει νὰ ἐνδιαφέρεται γιὰ τὰ Μοναστήρια, στὰ ὁποῖα ἄφησε ἡγούμενο τὸν γυιό του Μεθόδιο. Ὡς Μητροπολίτης ἀνεδείχθη καὶ ἐγκωμιάζεται ὡς ἀντάξιος τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ βιογράφος του Ἀθανάσιος Ραιδεστινὸς γράφει, ὅτι «ἐθαύμαζον οἱ Χριστιανοὶ τὰς θεοπνεύστους καὶ πατρικωτάτας διδασκαλίας τῶν λόγων του… Ἐθαύμαζον τὴν φιλόστοργον πατρικὴν ἀγάπην, ἣν εἶχεν εἰς ὅλον τὸ ποίμνιόν του… Τὸ μέγα ἐνδιαφέρον του περὶ τῆς πρὸς ἀλλήλους εἰρήνης, ὁμονοίας καὶ δικαιοσύνης. Πᾶσα ἡλικία καὶ τάξις ἀνθρώπων εἶχεν ἕνα πατέρα, ἕνα διδάσκαλον, ἕνα στοχαστικὸν σύμβουλον…». Ἀνεκτίμητη εἶναι ἐπίσης ἡ ὑπηρεσία, ποὺ προσέφερε ὁ Ἅγιος γιὰ τὴν διάδοση τῶν γραμμάτων. Τὰ Μοναστήρια του σ’ ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια τῆς σκλαβιᾶς ἦσαν φάροι, ποὺ φώτιζαν τὶς ψυχὲς μὲ τὶς ἀκτίνες τῆς πίστης στὸν Θεὸ καὶ τῆς ἀγάπης στὴν Πατρίδα. Ἐκεῖ ἀπὸ μεγάλες ψυχὲς σφυρηλατήθηκε μὲ ὑπομονὴ καὶ πίστη ἡ ἐλευθερία τοῦ Ἔθνους.

   Στὶς 14 Ὀκτωβρίου τοῦ 1566, ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος παρέδωκε τὴν ἁγία του ψυχὴ στὸν Θεὸ.


Ἡ τιμία κάρα τοῦ Ἁγίου Ἰγνατίου


   Ἐννιὰ χρόνια μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Ἁγίου ἦλθε στὴν Μυτιλήνη νὰ τὸν δεῖ ὁ φίλος του Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Σίλβεστρος, μὴ ξέροντας πὼς πέθανε ὁ Ἰγνάτιος. Ἀπαρηγόρητος τότε ἄνοιξε τὸν τάφο του, ἔπειτα ἀπὸ ἀγρυπνία, καὶ μὲ τὸ ἄνοιγμα εὐωδίασε ὁ Ναὸς μέσα στὸν ὁποῖο βρίσκεται ὁ τάφος τοῦ Ἁγίου. Ἀπὸ τότε ὁ τάφος αὐτὸς χαρακτηρίζεται ὡς «πηγὴ ἰαμάτων».

 

Ταῖς Αὐτοῦ ἁγίαις πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.

 

[Ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ ἀειμνήστου θεολόγου Γεωργίου Π. Σωτηρίου «ΕΟΡΤΙΑ ΚΗΡΥΓΜΑΤΑ», Β΄ ἔκδοσις, Μυτιλήνη 1986, σελ. 220-222. (Ἐπιμέλεια κειμένου, μικρὲς φραστικὲς παρεμβάσεις, καὶ τὰ ἔντονα στοιχεῖα, ὑπὸ ἱερομ. Ν. ἁγιορείτου.)]

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ 14-10-2020