Τετάρτη 20 Οκτωβρίου 2021

Ὁ ὅσιος Γεράσιμος ὁ ἐν Κεφαλληνίᾳ




Ὁ ὅσιος Γεράσιμος ὁ ἐν Κεφαλληνίᾳ

Ἑορτάζει τὴν κ΄ (20η) Ὀκτωβρίου.


ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ*


Γεράσιμος κάλλιστον ἤρατο στέφος,

Ἐκ τῆς ἄνωθεν δεξιᾶς τοῦ Κυρίου.


   ὅσιος Γεράσιμος ἦταν ἀπὸ τὴν περίφημη Πελοπόννησο, καταγόμενος ἀπ’ τὸ χωριὸ τῶν Τρικάλων (τῆς Κορινθίας)· οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Δημήτριος καὶ Καλή, οἱ ὁποῖοι ἐπεκαλοῦνταν Νοταράδες. Ἀφοῦ λοιπὸν γεννήθηκε, δόθηκε στὴν μάθηση τῶν ἱερῶν γραμμάτων, τὰ ὁποῖα κ’ ἔμαθε, ὄντας δεξιᾶς φύσεως (δηλ. ἔξυπνος καὶ εὔπλαστος)· κι ὅταν ἔφθασε σὲ ἡλικία ἀναχώρησε ἀπ’ τὴν πατρίδα του καὶ πῆγε στὴν Ζάκυνθο, κι ἀπὸ ἐκεῖ τριγύρισε ὅλη τὴν Ἑλλάδα, καὶ μετὰ πῆγε στὴν Θετταλία· ἔπειτα ἀνέβηκε στὴν Μαύρη θάλασσα, καὶ ἀπ’ ἐκεῖ πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ Προποντίδα καὶ Χαλκηδόνα.

   Μετὰ ταῦτα πῆγε στὸ ἅγιον ὄρος τοῦ Ἄθω καὶ σύναξε σὰν μέλισσα ἀπ’ τοὺς ἐκεῖ ἐνασκουμένους πατέρες τὰ κάλλιστα ἄνθη τῆς ἀρετῆς· κι ἀπὸ ἐκεῖ πῆγε στὰ Ἱεροσόλυμα, ὅπου παροίκησε, καὶ χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν τότε πατριάρχη Ἱεροσολύμων Γερμανὸ ὑποδιάκονος, διάκονος καὶ πρεσβύτερος. Στὸν πανάγιο Τάφο, ἔγινε Κανδηλάπτης ἕνα χρόνο, ἐνῶ κοντὰ στὸν Πατριάρχη Γερμανό, ὑπηρέτησε χρόνους δώδεκα. Κι ἀφοῦ ἦλθε στὸν Ἰορδάνη ποταμό, πέρασε ἐκεῖ σαράντα ἡμέρες νηστικός, κατὰ μίμηση τοῦ Κυρίου, καὶ μετὰ γύρισε πάλι στὸ Πατριαρχεῖο.

   Ἔπειτα ἀναχώρησε ἀπ’ τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ πῆγε στὸ Σίναιο ὄρος καὶ στὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ Ἀντιόχεια καὶ Δαμασκὸ καὶ ὅλη τὴν Αἴγυπτο, καὶ μετὰ πῆγε στὴν Κρήτη, κι ἀπὸ κεῖ γύρισε πάλι στὴν Ζάκυνθο. Ἐκεῖ δὲ πέρασε πέντε χρόνους μέσα σὲ σπήλαιο, τὴν ἀσκητικὴ ζωὴ μεταχειριζόμενος τρώγοντας μόνο κολοκύθια βρασμένα χωρὶς ἁλάτι, καὶ ὄσπρια βρεγμένα στὸ νερό, χωρὶς νὰ φάει ὁλότελα ψωμί. Καὶ ἀφοῦ ἀναχώρησε ἀπὸ τὴν Ζάκυνθο πῆγε σὲ τόπο καλούμενο Ὀμαλά, κ’ ἐκεῖ βρίσκοντας ἕνα μικρὸ καὶ παλαιὸ ναό, τὸν ἀνακαίνισε ἐκ βάθρων. Κι ἀφοῦ ἔκτισε κελλιά, ἔκαμε μοναστῆρι γυναικεῖο, καὶ τὸ ἐπονόμασε νέα Ἱερουσαλήμ, στὸ ὁποῖο συνάχθηκαν εἰκοσιπέντε μοναχές.

   Κατὰ τὸν χαρακτῆρα τοῦ σώματος ἦταν ὁ ἅγιος τοῦτος ὅμοιος μὲ τὸν ἅγιο Θεοδόσιο τὸν Κοινοβιάρχη, ἐκτὸς μόνο τοῦ γενιοῦ, τὸ ὁποῖο εἶχε λίγο ξανθό.

   Ὅταν ἔφθασε λοιπὸν ὁ ὅσιος σὲ βαθύτατο γῆρας προγνώρισε τὸν θάνατό του, κι ἀφοῦ σύναξε τὶς μοναχές, τὶς κατήχησε καὶ τὶς δίδαξε· ἔπειτα τὶς εὐλόγησε καὶ παρέδωκε τὴν ψυχή του στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ ἐν ἔτει αφοθ΄ (1579), στὶς ιε΄ (15) Αὐγούστου. Ἐπειδὴ ὅμως τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἑορτάζεται ἡ Κοίμηση τῆς Θεοτόκου, διὰ τοῦτο ἡ μνήμη τοῦ ὁσίου μετετέθη στὴν παροῦσα εἰκοστὴ τοῦ Ὀκτωβρίου, τότε ποὺ ἔγινε καὶ ἡ ἀνακομιδὴ τοῦ ἁγίου του λειψάνου, τὸ ὁποῖο βρέθηκε σῶο καὶ ὁλόκληρο, διασώζοντας ὅλα τὰ σημεῖα τῆς ἁγιότητας· δηλαδὴ τὸν κροκοβαφῆ χρωματισμὸ καὶ τὴν ἄρρητη εὐωδία καὶ τὰ παράδοξα θαύματα, ὅσα ἐνεργεῖ σ’ ἐκείνους ποὺ μὲ πίστη τὸ πλησιάζουν, ἀπ’ τὰ ὁποία ἕνα μόνο ἀναφέρουμε ἐδῶ.

   Μία γυναῖκα ποὺ βρισκόταν στὸ μοναστῆρι τοῦ ἁγίου, ἀπὸ διαβολικὴ ἐνέργεια ἔπεσε τὴν νύκτα μέσα στὸ πηγάδι, ὁ δὲ ἅγιος ἀφοῦ φάνηκε καὶ φώναξε μὲ τὴν συνηθισμένη φωνή του, βάσταξε τὴν γυναῖκα καὶ δὲν τὴν ἄφησε νὰ βλαφτεῖ ἢ νὰ βυθιστεῖ στὸ νερό· ἀκούγοντας οἱ καλόγριες τὴν συνήθη φωνὴ τοῦ ἁγίου, σηκώθηκαν ἀπ’ τὴν κλίνη τους καὶ γύριζαν ἀπ’ τὸ ἕνα στὸ ἄλλο μέρος, μὲ τὴν ἐπιθυμία ν’ ἀκούσουν καὶ πάλι τὴν γλυκιὰ φωνὴ τοῦ διδασκάλου τους. Ἀναζητῶντας δὲ καὶ τὴν γυναῖκα καὶ μὴ βρίσκοντάς την, ἔσκυψαν στὸ τέλος καὶ μέσα στὸ πηγάδι, καὶ –ὢ τοῦ θαύματος!– τὴν βλέπουν, ὅτι ἦταν ἐπάνω στὸ νερό, σὰν νὰ τὴν βάσταζε κάποιος ἀπὸ κάτω ἀοράτως. Καὶ βγάζοντάς την ἔξω, ἔμαθαν ἀπ’ αὐτήν, ὅτι ὁ ἅγιος ἀφοῦ φάνηκε στὸ πηγάδι, τὴν βάσταζε καὶ δὲν τὴν ἄφηνε νὰ βυθιστεῖ στὸ νερό. Τὸ παράδοξο τοῦτο θαῦμα βλέποντας κι ἀκούγοντας, δόξασαν τὸν Θεὸ καὶ εὐχαρίστησαν τὸν ἅγιο.


Ταῖς Αὐτοῦ ἁγίαις πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.


* «Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν» τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, τόμ. 1ος, σελ. 396-398. (Μικρὴ φραστικὴ διασκευή, ὑπὸ ἱερομ. Ν. ἁγιορείτου).