Τί μένει
Τὰ χρόνια πάντα φεύγουν καὶ κυλᾶνε
κι’ αὐτοὶ ποὺ ζοῦσαν τώρα εἶν’ νεκροὶ
μὰ κι’ ὅσοι ζοῦν μ’ αὐτοὺς σὲ λίγο θἆναι
κι’ ὅλα
διαβαίνουν, πρόσωπα, καιροί.
Τάχα σὰν τί,
ἀλήθεια, ἔχει μείνει
σ’ ὅλους αὐτοὺς ποὺ φύγαν ἀπ’ τὴ γῆ;
μονάχ’ αὐτό, ἁγνότης–καλωσύνη
μέσ’ στὴν ψυχὴ οὐράνια αὐγή.
(«Τὰ ποιήματα τοῦ καλόγερου», τόμος Β΄,
Ἀθῆναι 1973, σελ. 130.)