Κυριακή 17 Οκτωβρίου 2021

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΠΟΡΕΩΣ




ΕΡΜΗΝΕΙΑ

ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΣΠΟΡΕΩΣ


Ἁγίου Θεοφυλάκτου ἀρχιεπισκόπου Βουλγαρίας*


Κείμενο: Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι, τὸν σπόρον αὐτοῦ· καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτόν, ὃ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ κατεπατήθη, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ Οὐρανοῦ κατέφαγεν αὐτό. Καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐπὶ τὴν πέτραν, καὶ φυὲν ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα. Καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐν μέσῳ τῶν ἀκανθῶν, καὶ συμφυεῖσαι αἱ ἄκανθαι, ἀπέπνιξαν αὐτό. Καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐπὶ τὴν γῆν τὴν ἀγαθήν, καὶ φυὲν ἐποίησε καρπὸν ἑκατονταπλασίονα· ταῦτα λέγων ἐφώνει· ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν, ἀκουέτω. Ἐπηρώτων δὲ αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ, λέγοντες· τίς εἴη ἡ παραβολὴ αὕτη; ὁ δὲ εἶπεν· ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ· τοῖς δὲ λοιποῖς ἐν παραβολαῖς, ἵνα βλέποντες μὴ βλέπωσι, καὶ ἀκούοντες μὴ συνιῶσιν.

Ἐξήγηση: Ἐξῆλθεν σπείρων, τουτέστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, βγῆκε ἀπ’ τοὺς κόλπους τοὺς πατρικούς, καὶ ἀπ’ τὴν κρυφιότητά Του, κ’ ἔγινε φανερός. Καὶ ποιός ἐξῆλθε; Ὁ ἀεὶ σπείρων, δηλαδή, ἐκεῖνος ποὺ σπέρνει πάντοτε. Διότι δὲν παύει ποτὲ νὰ σπέρνει ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ στὶς ψυχές μας. Διότι ὄχι μόνον ὅταν διδάσκει, ἀλλὰ καὶ δι’ αὐτῆς τῆς κτίσεως, καὶ διὰ τῶν ὅσων γίνονται καθημερινὰ σὲ μᾶς, σπέρνει στὶς ψυχές μας τ’ ἀγαθὰ σπέρματά Του. Κ’ ἐξῆλθε, ὄχι γιὰ νὰ φονεύσει τοὺς γεωργούς, ἢ γιὰ νὰ κατακαύσει τὸ χωράφι, ἀλλὰ γιὰ νὰ σπείρει. Διότι πολλὲς φορὲς ξεβγαίνει ὁ γεωργός, καὶ γι’ ἄλλα, κι ὄχι μόνο γιὰ νὰ σπείρει. Κ’ ἐξῆλθε γιὰ νὰ σπείρει τὸν σπόρον αὐτοῦ· διότι δικός του ἦταν ὁ λόγος τῆς διδασκαλίας, καὶ ὄχι ξένος· διότι οἱ μὲν Προφῆτες ὅσα ἔλεγαν, δὲν ἦσαν δικά τους, ἀλλὰ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, διὰ τοῦτο κι ἔλεγαν: «τάδε λέγει Κύριος». Ὁ δὲ Χριστός, δικό του εἶχε τὸν σπόρο, γι’ αὐτὸ δὲν ἔλεγε, ὅταν δίδασκε, ὅτι «τάδε λέγει Κύριος», ἀλλὰ «ἐγὼ σᾶς λέγω». Καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτόν, τουτέστιν κατὰ τὴν διδασκαλία, ἄλλο μὲν ἔπεσε στὴν στράτα. Δὲν εἶπε ὅτι τὸ ἔρριξε ἐκεῖνος ποὺ σπέρνει, ἀλλὰ ἐκεῖνο ἔπεσε. Διότι ἐκεῖνος μὲν ποὺ σπέρνει, σπέρνει καὶ διδάσκει, ὁ δὲ λόγος πέφτει σ’ ὅσους ἀκοῦνε. Κ’ ἐκεῖνοι ποὺ ἀκοῦνε, ἢ στράτα βρίσκονται, ἢ πέτρα, ἢ ἀγαθὴ γῆ. Καὶ ρωτῶντας οἱ μαθητὲς τὴν παραβολή, λέγει ὁ Κύριος· Σὲ σᾶς δόθηκε νὰ γνωρίζετε τὰ μυστήρια τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, δηλαδή, ἐσᾶς ποὺ ζητᾶτε νὰ μάθετε. Διότι κάθε ἕνας ποὺ ζητεῖ, λαμβάνει. Στοὺς ὑπόλοιπους, ποὺ δὲν εἶναι ἄξιοι τῶν μυστηρίων, σκοτεινῶς (συνεσκιασμένα) λέγονται, καὶ θαρροῦν μὲν ὅτι βλέπουν, ἀλλὰ δὲν βλέπουν· καὶ ἀκοῦνε μέν, ἀλλὰ δὲν καταλαβαίνουν. Καὶ τοῦτο σ’ εὐεργεσία αὐτῶν (γιὰ τὸ καλό τους) γίνεται· γιὰ νὰ μὴ κατακριθοῦν περισσότερο, πῶς ἀφοῦ γνώρισαν τὰ μυστήρια τὰ καταφρόνησαν, γιὰ τοῦτο τ’ ἀπέκρυψε ὁ Χριστὸς ἀπ’ αὐτούς· διότι, ἐκεῖνος ποὺ θὰ καταλάβει κι ἔπειτα θὰ καταφρονήσει, εἶναι ἄξιος βαρύτερης κολάσεως.

Κείμενο:   Ἔστι δὲ αὕτη ἡ παραβολή· ὁ σπόρος ἐστὶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ· οἱ δὲ παρὰ τὴν ὁδόν εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, εἶτα ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ αἴρει τὸν λόγον ἀπὸ τῆς καρδίας αὐτῶν, ἵνα μὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν. οἱ δὲ ἐπὶ τῆς πέτρας οἳ ὅταν ἀκούσωσι, μετὰ χαρᾶς δέχονται τὸν λόγον, καὶ οὗτοι ῥίζαν οὐκ ἔχουσιν, οἳ πρὸς καιρὸν πιστεύουσι καὶ ἐν καιρῷ πειρασμοῦ ἀφίστανται. τὸ δὲ εἰς τὰς ἀκάνθας πεσόν, οὗτοί εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, καὶ ὑπὸ μεριμνῶν καὶ πλούτου καὶ ἡδονῶν τοῦ βίου πορευόμενοι συμπνίγονται καὶ οὐ τελεσφοροῦσι. τὸ δὲ ἐν τῇ καλῇ γῇ, οὗτοί εἰσιν οἵτινες ἐν καρδίᾳ καλῇ καὶ ἀγαθῇ ἀκούσαντες τὸν λόγον κατέχουσι καὶ καρποφοροῦσιν ἐν ὑπομονῇ.

Ἐξήγηση: Τρεῖς τάξεις εἶναι ἐκείνων ποὺ δὲν σώζονται. Διότι ἐκεῖνοι μὲν ποὺ εἶναι παρὰ τὴν ὁδόν, δηλαδὴ στὴν στράτα, εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ δὲν δέχθηκαν καθόλου τὸν λόγο. Διότι καθὼς ἡ στράτα ἡ πατημένη καὶ ἀστρακωμένη, ἐπειδὴ εἶναι σκληρὴ δὲν δέχεται τὸν σπόρο, ἔτσι καὶ οἱ σκληρόκαρδοι, δὲν δέχονται καθόλου τὸν λόγο, ἐπειδὴ καὶ ἀκούγοντας δὲν προσέχουν. Οἱ δὲ ἐπὶ τὴν πέτραν, εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ δέχθηκαν μὲν τὸν λόγο, κ’ ἔπειτα μὴ ὑποφέροντας τοὺς πειρασμοὺς ἀπὸ ἀνθρώπινη ἀσθένεια, ἀρνήθηκαν τὴν πίστη. Καὶ τρίτοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἄκουσαν καὶ δέχθηκαν τὸν λόγο, ὅμως συμπνίγονται ἀπὸ τὶς μέριμνες τοῦ βίου. Τρία μὲν μερίδια εἶναι οἱ κολαζόμενοι, κι ἕνα τῶν σωζωμένων· ἔτσι λίγοι εἶναι οἱ σωζόμενοι καὶ πολλοὶ οἱ κολαζόμενοι. Καὶ βλέπε ἐπὶ τῶν συμπνιγομένων, πῶς δὲν εἶπε ὅτι ἀπὸ τὸν πλοῦτο συμπνίγονται, ἀλλ’ ἀπὸ τὶς μέριμνες τοῦ πλούτου, διότι δὲν βλάπτει ὁ πλοῦτος, ἀλλὰ οἱ μέριμνές του· ἐπειδὴ πολλοὶ ἀπ’ τὸν πλοῦτο ὠφελήθηκαν, ἐπειδὴ τὸν ἔρριξαν στὰ χέρια τῶν φτωχῶν. Στοχάσου δὲ καὶ τὴν ἀκρίβεια τοῦ Εὐαγγελιστοῦ, πῶς εἶπε περὶ τῶν σωζωμένων, οἱ ὁποῖοι ἀκούγοντας τὸν λόγο, κατέχουν δηλαδὴ τὸν βαστοῦν. Καὶ τοῦτο τὸ εἶπε, γιὰ τοὺς παρὰ τὴν ὁδόν, διότι ἐτοῦτοι δὲν τὸν βαστοῦν, ἀλλὰ παίρνει τὸν λόγο ὁ διάβολος ἀπ’ αὐτούς. Τὸ δὲ καρποφορεῖ, τὸ εἶπε γιὰ τοὺς συμπνιγομένους καὶ μὴ τελεσφοροῦντες· διότι ἐκεῖνοι δὲν καρποφοροῦν, ἀφοῦ δὲν τελεσφοροῦν. Τὸ δὲ ἐν ὑπομονῇ, τὸ εἶπε γιὰ τοὺς ἐπὶ τῆς πέτρας· οἱ ὁποῖοι δέχονται μὲν τὸν λόγο, ἀλλὰ μὴ ὑπομένοντας τοὺς πειρασμούς, φαίνονται (ἀποδεικνύονται) ἀδόκιμοι. Βλέπεις πῶς εἶπε περὶ τῶν σωζωμένων, τό, «κατέχουσι», καὶ τό, «καρποφοροῦσι», καὶ τό, «ἐν ὑπομονῇ», καὶ μὲ τοῦτα τὰ τρία, τοὺς ξεχώρισε ἀπ’ ἐκείνους ποὺ δὲν βαστοῦν τὸν λόγο, οἱ ὁποῖοι εἶναι οἱ παρὰ τὴν ὁδόν· καὶ ἀπ’ ἐκείνους ποὺ δὲν τελεσφοροῦν, δηλαδὴ δὲν καρποφοροῦν, οἱ ὁποῖοι εἶναι, οἱ ἐν ταῖς ἀκάνθαις· καὶ ἀπ’ ἐκείνους ποὺ δὲν ἔχουν ὑπομονὴ στοὺς πειρασμούς, οἱ ὁποῖοι εἶναι οἱ ἐπὶ τῆς πέτρας.


* Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΕΙΣ ΤΑ ΤΕΣΣΑΡΑ ΙΕΡΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ», Λειψία τῆς Σαξονίας (αψξα΄) 1761, σελ. 236, 237. (Ἐπιμέλεια κειμένου, φραστικὴ διασκευὴ καὶ τὰ ἔντονα στοιχεῖα, ὑπὸ ἱερομ. Ν. ἁγιορείτου.)