Τρίτη 30 Μαρτίου 2021

Ἂς προσέχουμε ἀπὸ παντοῦ




Ἂς προσέχουμε ἀπὸ παντοῦ


Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου*


   Σκοτάδι εἶναι ἡ κακία, ἀγαπητέ, εἶναι θάνατος, νύχτα εἶναι, κανένα ἀπὸ τὰ ἀναγκαῖα δὲν βλέπουμε, κανένα δὲν κάνουμε ἀπὸ τὰ πρέποντα.

   Ὅπως ἀκριβῶς οἱ νεκροὶ εἶναι ἄσχημοι καὶ ἀποπνέουν μυρωδιά, ἔτσι καὶ οἱ ψυχὲς ἐκείνων ποὺ ζοῦν μέσα στὴν κακία εἶναι γεμᾶτες ἀπὸ πολλὴ ἀκαθαρσία. Τὰ μάτια τους εἶναι κλεισμένα, τὸ στόμα ἔχει κλείσει, ἀκίνητοι παραμένουν στὸ κρεββάτι τῆς κακίας καὶ μᾶλλον εἶναι πιὸ δυστυχεῖς ἀπὸ ἐκείνους ποὺ πέθαναν. Γιατὶ αὐτοὶ εἶναι νεκροὶ καὶ γιὰ τὸν καθένα, ἐκεῖνοι ὅμως εἶναι ἀναίσθητοι γιὰ τὴν ἀρετὴ καὶ ζοῦν γιὰ τὴν κακία. Τὸν νεκρὸ κι ἂν τὸν χτυπήσει κανείς, δὲν αἰσθάνεται, οὔτε ἀποκρούει, ἀλλὰ εἶναι ὅπως τὸ ξερὸ ξύλο. Ἔτσι καὶ ἡ ψυχή, εἶναι πραγματικὰ ξερὸ πρᾶγμα, ἐπειδὴ ἔχασε τὴν ζωή· δέχεται καθημερινὰ πολλὰ χτυπήματα καὶ κανένα δὲν αἰσθάνεται, ἀλλὰ διάκειται ἀναίσθητα πρὸς ὅλα.

   Δὲν θ’ ἁμαρτήσει κανείς, ἂν συγκρίνει αὐτοὺς μ’ ἐκείνους ποὺ εἶναι τρελλοί, ποὺ μεθοῦν, ποὺ παραπαίουν. Ὅλ’ αὐτὰ τὰ ἔχει ἡ κακία καὶ εἶναι πιὸ φοβερὴ ἀπ’ ὅλα. Ὁ τρελλὸς ἔχει πολλὴ συγγνώμη ἀπ’ αὐτοὺς ποὺ τὸν βλέπουν, γιατὶ ἡ ἀσθένεια δὲν εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς προαίρεσής του, ἀλλὰ μόνο τῆς φύσης. Ἐκεῖνος, ὅμως, ποὺ ζεῖ μέσα στὴν κακία, ἀπὸ ποῦ θὰ συγχωρηθεῖ;

   Ἀπὸ ποῦ, λοιπόν, προέρχεται ἡ κακία; ἀπὸ ποῦ οἱ περισσότεροι κακοί; Πές μου, ἀπὸ ποῦ προέρχονται οἱ ἀσθένειες; ἀπὸ ποῦ ἡ παραφροσύνη; ἀπὸ ποῦ ὁ βαρὺς ὕπνος; Δὲν προέρχονται ἀπὸ ἀπροσεξία; Ἐὰν οἱ φυσικὲς ἀσθένειες προέρχονται ἀπὸ τὴν προαίρεση τοῦ καθενός, πολὺ περισσότερο θὰ προέρχονται ἐκεῖνες ποὺ εἶναι προαιρετικές (ὅπως ἡ κακία).

   Γι᾿ αὐτό, παρακαλῶ ἂς κάνουμε τὰ πάντα, γιὰ νὰ μὴ νυστάξουμε ποτέ. Δὲν βλέπετε τοὺς φύλακες, ὅτι πολλὲς φορές, ὅταν γιὰ λίγο παραδοθοῦν στὸν ὕπνο, δὲν χάρηκαν καθόλου τὴν πολύωρη φύλαξή τους; Γιατὶ στὸ μικρὸ ἐκεῖνο διάστημα κατέστρεψαν τὸ πᾶν, ἀφοῦ ἔδωσαν μεγάλη εὐκαιρία σ’ αὐτὸν ποὺ ἤθελε νὰ κλέψει. Γιατί, ὅπως ἀκριβῶς ἐμεῖς δὲν βλέπουμε ἔτσι τοὺς κλέπτες, ὅπως μᾶς βλέπουν ἐκεῖνοι, ἔτσι καὶ ὁ διάβολος περισσότερο ἀπ’ ὅλους μᾶς προσέχει κι’ ἐνεδρεύει καὶ τρίζει τὰ δόντια του. Ἂς μὴ νυστάξουμε, λοιπόν· ἂς μὴ ποῦμε, ἀπὸ τοῦτο τίποτε δὲν γίνεται, ἀπὸ ἐκεῖνο τίποτε. Ἀπὸ κεῖ ποὺ δὲν τὸ περιμέναμε, πολλὲς φορὲς μᾶς ἔκλεψαν. Ἔτσι συμβαίνει καὶ μὲ τὴν κακία· ἀπὸ κεῖ ποὺ δὲν περιμέναμε, μᾶς κατέστρεψε. Ἂς φροντίζουμε μὲ προσοχὴ γιὰ ὅλα, ἂς μὴ μεθᾶμε, καὶ δὲν θ’ ἀποκοιμηθοῦμε· ἂς μὴ ζοῦμε μέσα σὲ ἀπολαύσεις, καὶ δὲν θ’ ἀποκοιμηθοῦμε· ἂς μὴν ἐπιθυμοῦμε ὑπερβολικὰ τὰ ἔξω, καὶ θὰ εἴμασθε προσεκτικοί. Ἂς προσέχουμε ἀπὸ παντοῦ. Κι ὅπως ἀκριβῶς, ὅταν βαδίζουμε ἐπάνω σὲ τεντωμένο σχοινί, δὲν εἶναι δυνατὸ ν’ ἀδιαφορήσουμε οὔτε γιὰ λίγο, ἐπειδὴ τὸ λίγο προκαλεῖ μεγάλο κακό· διότι ἀνατρεπόμενος πέφτει κανεὶς ἀμέσως κάτω καὶ σκοτώνεται, ἔτσι, οὔτ’ ἐμεῖς εἶναι δυνατὸ ν’ ἀδιαφοροῦμε. Βαδίζουμε στενὸ δρόμο, ποὺ ἔχει ἀποκλησθεῖ καὶ ἀπὸ τὶς δύο πλευρές του ἀπὸ γκρεμούς, ποὺ δὲν δέχεται μαζὶ τὰ δύο πόδια. Βλέπεις πόση προσοχὴ πρέπει νὰ ἔχουμε; Δὲν βλέπεις αὐτοὺς ποὺ βαδίζουν τέτοιους δρόμους, πὼς δὲν ἐξασφαλίζουν μόνο τὰ πόδια, ἀλλὰ καὶ τὰ μάτια; Γιατὶ ἂν ἀποφασίσει αὐτὸς νὰ δεῖ στὸ ἄλλο μέρος, καὶ ἂν ἀκόμη τὸ πόδι του στέκεται σταθερά, ἐπειδὴ ἀπὸ τὸ βάθος ἔπαθε ἴλιγγο τὸ μάτι, τὸ πᾶν ἔρριψε στὸν γκρεμό. Ἀλλὰ στὸν ἑαυτό του πρέπει νὰ προσέχει καὶ στὸ βάδισμα. Γι᾿ αὐτὸ λέγει ἡ Γραφή: «Μὴ παρεκκλίνεις οὔτε στὰ δεξιά, οὔτε στὰ ἀριστερά».


* Πρὸς Θεσσαλονικεῖς ὁμιλία θ΄, ΕΠΕ τ. 22.