Πέμπτη 7 Απριλίου 2022

Ὁ Μέγας καὶ κατανυκτικὸς Κανών

 



Ὁ Μέγας καὶ κατανυκτικὸς Κανών

Τὴν Πέμπτη τῆς 5ης (Ε΄) Ἑβδομάδος τῶν Νηστειῶν.


ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ*


Τρόπους, Ἰησοῦ, κατανύξεως δίδου,

ᾍδουσι νυνὶ Κανόνα σοι τὸν Μέγαν.


   Τὴν ἡμέρα αὐτή, κατὰ τὴν ἀρχαία παράδοση, ψάλλουμε καὶ τὴν Ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Κανόνος· τὸν ὁποῖον ἐσύνθεσε ἄριστα καὶ τεχνικώτατα ὁ Ἅγιος Πατὴρ ἡμῶν Ἀνδρέας ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης, ὁ καλούμενος καὶ Ἱεροσολυμίτης¹. Ὁσίως καὶ θεοφιλῶς πολιτευόμενος, ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας, πολλὰ μὲν καὶ ἄλλα συγγράμματα ψυχωφελέστατα, λόγους δηλαδὴ καὶ κανόνες πανηγυρικούς, ἄφησε στὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, κοντὰ δὲ σ᾿ ὅλα τ᾿ ἄλλα, ἔκαμε καὶ τὸν παρόντα Μέγα Κανόνα. Στὸν ὁποῖο μέσα συνάθροισε κι’ ἔβαλε ὅλες τὶς ἱστορίες τῆς Παλαιᾶς καὶ Νέας Διαθήκης, ἀρχίζοντας ἀπ’ τὸν Ἀδὰμ ἕως σ’ αὐτὴν τὴν Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ, καὶ τοῦ ἀποστολικοῦ κηρύγματος, προσαρμόζοντας σ᾿ αὐτὲς τὴν μελωδία τούτη, μὲ τὴν ὁποία τὶς ψάλλουμε. Παρακινεῖ λοιπὸν μὲ τοῦτον τὸν Κανόνα ὁ θεῖος Πατὴρ κάθε ψυχή, τὶς μὲν καλὲς ἱστορίες νὰ μιμεῖται ὅσο μπορεῖ, τὶς δὲ φαῦλες, δηλαδὴ τὰ κακὰ διηγήματα, νὰ τ’ ἀποφεύγει καὶ ν’ ἀνατρέχει πρὸς τὸν Θεὸ πάντοτε διὰ τῆς μετανοίας καὶ τῶν δακρύων καὶ πάσης ἀγαθῆς πράξεως. Καὶ τόσο ἐπιτήδεια συνάρμοσε καὶ μελούργησε τὰ θεῖα τοῦτα νοήματα, ὥστε μποροῦν νὰ μαλακώσουν καὶ τὴν πλέον σκληρὴ καρδιὰ καὶ νὰ παρακινήσουν σὲ κατόρθωση ἀρετῆς, ἀρκεῖ μόνο οἱ ψάλλοντες ἢ οἱ ἀκούοντες νὰ βάλουν λίγη προσοχὴ καὶ μὲ ταπείνωση ψυχῆς νὰ κατανοοῦν τὰ ψαλλόμενα.

   Τοῦτον τὸν Μέγα Κανόνα ἔφερε πρῶτος στὴν Κωνσταντινούπολη ὁ ἴδιος ὁ ποιητής του, ὅταν στάλθηκε ὑπὸ τοῦ Πατριάρχου Ἱεροσολύμων Θεοδώρου, -καὶ ἐνῶ ἦταν ἀκόμα μοναχός-, γιὰ νὰ βρεθεῖ ὡς ἐκπρόσωπός του στὴν ἕκτη Σύνοδο, ποὺ τότε ἐκεῖ συναθροίζετο κατὰ τῆς αἱρέσεως τῶν Μονοθελητῶν. Καὶ μαζὶ μὲ τὸν Μέγα Κανόνα, ἔφερε καὶ τὸν βίο τῆς Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, τὸν ὁποῖο εἶχε ἤδη συγγράψει ὁ Ἅγιος μέγας Πατὴρ Σωφρόνιος ὁ Ἱεροσολύμων. Ἐπειδὴ λοιπὸν οἱ μεταγενέστεροι θεῖοι Πατέρες, γνώρισαν ὅτι καὶ τὰ δύο τοῦτα ἔργα εἶναι ψυχωφελέστατα, διέταξαν, ὥστε κατ᾿ αὐτὴ τὴν ἡμέρα καὶ ὁ Μέγας Κανὼν νὰ ψάλλεται καὶ ὁ θαυμάσιος βίος τῆς Ὁσίας Μαρίας ν’ ἀναγινώσκεται, διότι καὶ οἱ δυὸ ἔχουν τὴν δύναμη νὰ διαθερμάνουν καὶ νὰ διεγείρουν σὲ μετάνοια καὶ διόρθωση βίου τοὺς ραθυμότερους καὶ ἀμελέστερους. Ἐπειδή, ὁ μὲν θεῖος Ἀνδρέας, σὰν ἕνας ἄριστος στρατηγός, μὲ τὶς ἱστορίες τοῦ Μεγάλου Κανόνος διηγούμενος τὴν ἀρετὴ τῶν μεγάλων ἀνδρῶν, καὶ ἀντιθέτως, τῶν φαύλων τὴν ἐκτροπή, κατασταίνει γενναιότερους τοὺς πνευματικὰ ἀγωνιζομένους καὶ τοὺς κάμει νὰ ἐπεκτείνονται μὲ ἀνδρεία στὰ ἔμπροσθεν. Ὁ δὲ ἱερὸς Σωφρόνιος, μὲ τὴν διήγηση τῆς ὑπερφυσικῆς πολιτείας τῆς Ὁσίας Μαρίας, κατασταίνει μᾶλλον σώφρονες καὶ ὠθεῖ πρὸς τὸν Θεό, καὶ δὲν ἀφίνει τοὺς ἀνθρώπους νὰ καταπέφτουν καὶ ν᾿ ἀπελπίζονται, ὡς ἄνθρωποι ποὺ ἁμαρτάνουν. Διότι, ἡ διήγηση τῆς Ὁσίας Μαρίας, παρουσιάζει ὁλοφάνερα, πόση εἶναι ἡ φιλανθρωπία καὶ ἡ εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ.

   Λέγεται ὁ Κανόνας τοῦτος Μέγας, ἴσως γιὰ τὰ νοήματα ποὺ περικλείει καὶ ποὺ εἶναι πάρα πολλὰ καὶ ὑψηλά· ὅμως τὸ ἀληθέστερο εἶναι, ἐπειδὴ ὁ ἀριθμὸς τῶν τροπαρίων του ἀνεβαίνει σὲ διακόσια πενήντα (250), ἀπὸ τὰ ὁποῖα τὸ κάθε ἕνα ἀποστάζει ἄρρητη πνευματικὴ ἡδονή. Ἁρμοδίως λοιπὸν καὶ πρεπόντως ὁ Μέγας τοῦτος Κανών, ἐπειδὴ ἔχει τὴν δύναμη νὰ προξενήσει στὶς ψυχὲς μεγάλη κατάνυξη, διορίσθηκε νὰ ψάλλεται στὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστή, καὶ μάλιστα πρὸς τὸ τέλος αὐτῆς, ποὺ ὅπως εἶναι φυσικὸ οἱ ἄνθρωποι συνήθως ἀποκάμουν. Καὶ λέγεται ἐπίσης, περὶ τοῦ θείου τούτου Πατρὸς ἁγίου Ἀνδρέου, ὅτι ὅταν διέτριβε στὴν Κωνσταντινούπολη τάχθηκε στὸν κλῆρο τῆς Ἐκκλησίας· καὶ πρῶτα μὲν χειροτονήθηκε διάκονος καὶ ὀρφανοτρόφος ψηφίσθηκε, καὶ μετὰ ἀπὸ μικρὸ χρονικὸ διάστημα ἔγινε καὶ ἀρχιεπίσκοπος τῆς Κρήτης, τὴν ὁποία ποίμανε γιὰ πολλὰ χρόνια. Ἔπειτα, περὶ τὸ ἔτος 720, πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ κάποια ἀναγκαία ὑπόθεση, κι᾿ ὅταν ἐπέστρεφε  γιὰ νὰ κατεβεῖ στὴν ἐπαρχία του, ἔφθασε στὴν Μυτιλήνη, στὴν πόλη ποὺ ὀνομάζεται Ἐρεσσός, κι᾿ ἐκεῖ ἐξεδήμησε πρὸς Κύριον.


Ταῖς Αὐτοῦ ἁγίαις πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.


* «Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν» τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, τόμ. 4ος, σελ. 417-419. (Μικρὴ φραστικὴ διασκευήὑπὸ ἱερομ. Ν. ἁγιορείτου).


1. Ὁ ὅσιος Ἀνδρέας εἶχε πατρίδα τὴν Δαμασκό, ὑπῆρξε ἄφωνος μέχρι τοῦ ἑβδόμου ἔτους τῆς ἡλικίας του καὶ θεραπεύθηκε διὰ θαύματος. Ὅταν ἔγινε δεκατεσσάρων ἐτῶν παραδόθηκε ἀπ’ τοὺς γονεῖς του στὸ σχολεῖο, κ᾿ ἐπειδὴ ἦταν ὀξύνους καταγινόταν στὰ μαθήματα μὲ πολλὴ προθυμία κι᾿ ἐπιμέλεια, καὶ γυμναζόμενος μὲ ὑπερβολικὸ πόθο σὲ κάθε μάθηση, προχώρησε μὲ μεγάλη σύνεση στὴν φιλοσοφία καὶ τὴν ἐπιστημονικὴ μελέτη τῶν Θείων Γραφῶν. Ἀφοῦ δὲ ὁ μακάριος τελείωσε τὶς σπουδές του, μετέβη στὰ Ἱεροσόλυμα ὅπου ἔγινε Μοναχός. Ἑορτάζει τὴν  (δ΄) Ἰουλίου.