Σάββατο 30 Απριλίου 2022

ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ τῆς ΚΥΡΙΑΚΗΣ




ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ

ΚΥΡΙΑΚΗΣ τοῦ ΑΝΤΙΠΑΣΧΑ (τοῦ ΘΩΜΑ)

(Ἰωάν. κ΄ 19 – 31)


   «Οὔσης ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων, καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον, καὶ λέγει αὐτοῖς· εἰρήνη ὑμῖν.

   καὶ τοῦτο εἰπὼν ἔδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τὴν πλευρὰν αὐτοῦ. ἐχάρησαν οὖν οἱ μαθηταὶ ἰδόντες τὸν Κύριον.

   εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς πάλιν· εἰρήνη ὑμῖν. καθὼς ἀπέσταλκέ με ὁ πατήρ, κἀγὼ πέμπω ὑμᾶς.

   καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐνεφύσησε καὶ λέγει αὐτοῖς· λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον·

   ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται.

   Θωμᾶς δὲ εἷς ἐκ τῶν δώδεκα, ὁ λεγόμενος Δίδυμος, οὐκ ἦν μετ’ αὐτῶν ὅτε ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς.

   ἔλεγον οὖν αὐτῷ οἱ ἄλλοι μαθηταί· ἑωράκαμεν τὸν Κύριον. ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὴν χεῖρά μου εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω.

   Καὶ μεθ’ ἡμέρας ὀκτὼ πάλιν ἦσαν ἔσω οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ καὶ Θωμᾶς μετ’ αὐτῶν. ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον καὶ εἶπεν· εἰρήνη ὑμῖν.

   εἶτα λέγει τῷ Θωμᾷ· φέρε τὸν δάκτυλόν σου ὧδε καὶ ἴδε τὰς χεῖράς μου, καὶ φέρε τὴν χεῖρά σου καὶ βάλε εἰς τὴν πλευράν μου, καὶ μὴ γίνου ἄπιστος, ἀλλὰ πιστός.

   καὶ ἀπεκρίθη Θωμᾶς καὶ εἶπεν αὐτῷ· ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου.

   λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ὅτι ἑώρακάς με, πεπίστευκας· μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες.

   Πολλὰ μὲν οὖν καὶ ἄλλα σημεῖα ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς ἐνώπιον τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, ἃ οὐκ ἔστι γεγραμμένα ἐν τῷ βιβλίῳ τούτῳ·

   ταῦτα δὲ γέγραπται ἵνα πιστεύσητε ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ ἵνα πιστεύοντες ζωὴν ἔχητε ἐν τῷ ὀνόματι αὐτοῦ.»



   Κατὰ τὴν ἡμέρα ἐκείνη, τὴν πρώτη τῆς ἑβδομάδας, ἐνῶ πλέον εἶχε βραδυάσει καὶ οἱ θύρες τοῦ σπιτιοῦ ποὺ βρίσκονταν συγκεντρωμένοι οἱ μαθητές, ἦσαν κλεισμένες γιὰ τὸν φόβο τῶν Ἰουδαίων, ἦλθε ξαφνικὰ ὁ Ἰησοῦς, στάθηκε στὸ μέσον καὶ τοὺς λέγει: Εἰρήνη ἂς εἶναι σὲ σᾶς.

   Καὶ ἀφοῦ εἶπε τοῦτο, τοὺς ἔδειξε τὰ χέρια καὶ τὴν πλευρά του (γιὰ νὰ δοῦνε τὰ σημάδια τῶν πληγῶν καὶ νὰ πιστέψουν ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ διδάσκαλός τους). Καὶ τότε οἱ μαθητές, ὅταν εἶδαν τὸν Κύριο ἀναστημένο, χάρηκαν.

   Τοὺς εἶπε, λοιπόν, πάλι ὁ Ἰησοῦς: Εἰρήνη σὲ σᾶς. Ὅπως ἔστειλε ἐμένα ὁ Πατήρ, γιὰ νὰ τελειώσω τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων, ἔτσι κι ἐγὼ στέλνω ἐσᾶς, νὰ μεταφέρετε στοὺς ἀνθρώπους τὴν σωτηρία.

   Κι ἀφοῦ εἶπε τοῦτο, φύσησε στὰ πρόσωπά τους τὴν ζωογόνο πνοὴ τῆς νέας ζωῆς καὶ τοὺς εἶπε: Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιο.

   Σ’ ὅποιους συγχωρεῖτε τὶς ἁμαρτίες, θὰ εἶναι συγχωρημένες καὶ ἀπὸ τὸν Θεό. Σ’ ὅποιους ὅμως τὶς κρατεῖτε ἄλυτες καὶ ἀσυγχώρητες, θὰ μείνουν αἰωνίως ἀσυγχώρητες.

   Ὁ Θωμᾶς ὅμως, ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα, ὁ ὁποῖος λεγόταν στὴν ἑλληνικὴ Δίδυμος, δὲν ἦταν μαζί τους, ὅταν ἦλθε ὁ Ἰησοῦς.

   Ἔλεγαν, λοιπόν, σ’ αὐτὸν οἱ ἄλλοι μαθητές: Εἴδαμε τὸν Κύριο. Ἐκεῖνος ὅμως τοὺς εἶπε: Ἐὰν δὲν δῶ στὰ χέρια του τὸ σημάδι τῶν καρφιῶν καὶ δὲν βάλω τὸ δάκτυλό μου στὸ σημάδι τῶν καρφιῶν, καὶ ἂν δὲν βάλω τὸ χέρι μου στὴν πλευρά, ποὺ τὴν τρύπησε ἡ λόγχη, δὲν θὰ πιστέψω.

   Κ’ ἔπειτα ἀπὸ ὀκτὼ ἡμέρες ἦσαν πάλι οἱ μαθητὲς μέσα στὸ σπίτι καὶ ὁ Θωμᾶς μαζὶ μὲ αὐτούς. Ἔρχεται, λοιπόν, ὁ Ἰησοῦς ξαφνικά, ἐνῶ οἱ πόρτες ἦσαν κλεισμένες, στάθηκε στὸ μέσον καὶ εἶπε: Εἰρήνη ὑμῖν.

   Ἔπειτα λέγει στὸν Θωμᾶ: Φέρε τὸ δάκτυλό σου ἐδῶ, δὲς καὶ μὲ τὰ μάτια σου τὰ χέρια μου καὶ φέρε τὸ χέρι σου καὶ βάλε το στὴν πλευρά μου, ψηλάφησε καὶ δὲς τὰ σημάδια τῶν καρφιῶν καὶ τῆς λόγχης, καὶ μὴ γίνεσαι ἄπιστος, ἀλλὰ πιστός.

   Ἀπάντησε τότε ὁ Θωμᾶς καὶ τοῦ εἶπε: Πιστεύω, Κύριε, ὅτι σὺ εἶσαι ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου.

   Τοῦ λέγει ὁ Ἰησοῦς: Πίστεψες, διότι μὲ εἶδες· μακάριοι θὰ εἶναι ἀπ’ ἐδῶ καὶ πέρα στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων, ἐκεῖνοι ποὺ πίστεψαν χωρὶς νὰ ἔχουν δεῖ.

   Ἐκτὸς ἀπὸ τὸ θαῦμα αὐτὸ τῆς ἀναστάσεως καὶ ἀπὸ ὅσα ἄλλα θαύματα εἶχε κάμει προηγουμένως ὁ Ἰησοῦς, ἔκαμε καὶ πολλὰ ἄλλα, μπροστὰ στοὺς μαθητές του, τὰ ὁποῖα ἀποδείκνυαν τὴν θεότητά του καὶ τὸ ἔργο του, καὶ τὰ ὁποῖα δὲν εἶναι γραμμένα στὸ ἱερὸ τοῦτο βιβλίο.

   Αὐτὰ δέ, ποὺ ἐξιστορήσαμε, γράφτηκαν, γιὰ νὰ πιστέψετε ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ καὶ πιστεύοντάς Τον (μὲ φωτισμένη καὶ ἐνεργὴ πίστη), νὰ ἔχετε τὴν αἰώνια ζωὴ στὸ ὄνομά Του.