Τετάρτη 6 Ιανουαρίου 2021

Τὰ ἅγια Θεοφάνεια τοῦ Κυρίου μας




Τὰ ἅγια Θεοφάνεια τοῦ Κυρίου μας

Ἑορτάζονται τὴν ς΄ () Ἰανουαρίου


ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ*


Τοὺς οὐρανοὺς βάπτισμα τοῦ Χριστοῦ σχίσαν,

Τοὺς αὐτὸ μὴ χραίνοντας ἔνδον εἰσάγει.

Βάπτισεν ἐν ποταμῷ Χριστὸν Πρόδρομος κατὰ ἕκτην.

 

   Τὰ ἅγια Θεοφάνεια τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ ἑορτάζουμε σήμερα σ᾿ ὅλες τὶς ἅγιες ἐκκλησίες τοῦ Θεοῦ, ἐπειδὴ μετὰ τοὺς τριάντα χρόνους τῆς ἡλικίας Του θέλησε ὁ Κύριος νὰ φανερωθεῖ στοὺς ἀνθρώπους ὅτι εἶναι πράγματι ὁ Θεὸς μὲ ἀνθρώπινο σῶμα. Διότι, ὅταν ὁ Κύριος βαπτιζόταν ἀπὸ τὸν Ἰωάννη, μαρτυρήθηκε ἄνωθεν ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ Πατέρα μὲ τὴν φωνὴ καὶ μὲ τὴν ἐπέλευση τοῦ ἁγίου Πνεύματος ὅτι εἶναι Υἱὸς γνήσιος καὶ ὁμοούσιος, δηλαδή, μὲ τὴν ἴδια θεϊκὴ οὐσία. Ἔκτοτε λοιπόν, ἔγινε γνωστὸ σ᾿ ὅλους, διὰ μέσου τῶν συγκλονιστικῶν θαυμάτων καὶ τῆς ὑψηλῆς διδασκαλίας Του, ὅτι Αὐτὸς ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι βέβαια ὁ Θεός, ὁ διὰ τῶν προφητῶν φανερὰ κηρυττόμενος1.

   Ἂς δοῦμε, ὅμως, τὴν αἰτία τοῦ θείου Βαπτίσματος:

   Ὅταν ὁ Κύριος ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ μᾶς σώσει, ἐκπλήρωσε (τήρησε) ὅλο τὸν ἀνθρώπινο νόμο σὲ ὁλόκληρο τὸ διάστημα τῆς ἐπὶ γῆς ζωῆς Του. Ἐπειδὴ λοιπόν, ὁ Ἰωάννης ἦλθε ἀπ᾿ τὴν ἔρημο καὶ βάπτιζε στὸν Ἰορδάνη, σύμφωνα μὲ τὸ ρῆμα τοῦ Θεοῦ, δηλαδή, κατὰ τὸ πρόσταγμα καὶ τὸν Νόμο τοῦ Θεοῦ, ὅπως λέγει ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς «ἐπ᾿ ἀρχιερέως Ἄννα καὶ Καϊάφα, ἐγένετο ῥῆμα Θεοῦ ἐπὶ Ἰωάννην τὸν Ζαχαρίου υἱὸν ἐν τῇ ἐρήμῳ, καὶ ἦλθεν εἰς πᾶσαν τὴν περίχωρον τοῦ Ἰορδάνου κηρύσσων βάπτισμα μετανοίας εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν»2, γι᾿ αὐτὸ κι᾿ ὁ Κύριος θέλοντας νὰ ἐκπληρώσει (τηρήσει) καὶ τοῦτο τὸ ρῆμα ὡς νόμο Θεοῦ, μετὰ τὰ τριάντα ἔτη τῆς ἡλικίας Του πῆγε στὸν Βαπτιστὴ Ἰωάννη γιὰ νὰ βαπτιστεῖ, ὅπως οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι, ἂν καὶ ὁ Ἴδιος δὲν εἶχε καμμιὰ ἀνάγκη βαπτίσματος ἀφοῦ ἦταν τελείως ἀναμάρτητος. Μὰ ὁ Ἰωάννης εὐλαβούμενος τὸν Κύριο καὶ σκεπτόμενος τὴν δική του ἀναξιότητα ἔλεγε:

   ― «Ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ σοῦ βαπτισθῆναι, καὶ σὺ ἔρχῃ πρός με;»3, δηλαδή: Ἐγὼ ἔχω ἀνάγκη νὰ βαπτισθῶ ἀπὸ Σένα τὸν ἀναμάρτητο καὶ Σὺ ἔρχεσαι πρὸς ἐμένα γιὰ νὰ λάβεις βάπτισμα;

   Ἀλλ᾿ ὁ Κύριός μας, ἔδιδε θάρρος στὸν Ἰωάννη καὶ τὸν παρακινοῦσε στὸ νὰ τὸν βαπτίσει, ἀποδεικνύοντάς του ὅτι ἐκεῖνο τὸ ὁποῖο νόμιζε πὼς εἶναι ἀπρεπές, αὐτὸ εἶναι τὸ πρέπον, δηλαδὴ τὸ νὰ βαπτισθεῖ ὁ Δεσπότης ἀπὸ τὸν δοῦλο. Γι᾿ αὐτὸ καὶ τοῦ λέει:

   ― «Ἄφες ἄρτι· οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην.»4, δηλαδή: Ἄφησε τώρα τὶς ἀντιρρήσεις· διότι ἔτσι, μὲ τὸ νὰ ταπεινωθῶ καὶ νὰ βαπτισθῶ, εἶναι πρέπον καὶ γιὰ μένα καὶ γιὰ σένα, νὰ ἐκπληρώσω (τηρήσω) κάθε ἐντολὴ (δικαιοσύνη) τοῦ Θεοῦ.

   Δικαιοσύνη ἐδῶ ὀνομάζει ὁ Κύριος τὴν τελείωση ὅλων τῶν ἐντολῶν, κατὰ τὸν ἱερὸ Χρυσόστομο5, ὡσὰν νὰ ἔλεγε: «Ἐπειδὴ ἐγὼ τελείωσα (ἐκπλήρωσα) ὅλες τὶς ἄλλες ἐντολὲς τοῦ θείου νόμου, κι᾿ ἔμεινε μονάχα αὐτή, γιὰ τοῦτο πρέπει νὰ τηρήσω κι᾿ αὐτήν, δηλαδή, τὸ νὰ βαπτισθῶ».

   Τότε λοιπὸν ἔπαψε ν᾿ ἀντιστέκεται ὁ Ἰωάννης. Μόλις βαπτίσθηκε ὁ Κύριος, ἀμέσως ἀνέβηκε ἀπὸ τοῦ ὕδατος6, καὶ ἰδοὺ ἀνοίχθηκαν τὰ οὐράνια καὶ εἶδε ὁ Ἰωάννης τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ νὰ κατεβαίνει σὰν περιστέρι καὶ νὰ ἔρχεται στὸν Ἰησοῦ. Ἀλλὰ καὶ φωνὴ ἦλθε ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς ποὺ ἔλεγε:

   ― «Οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός, ἐν ᾧ εὐδόκησα.»7, δηλαδή: Τοῦτος εἶναι ὀ Υἱός μου ὁ ἀγαπημένος, στὸν ὁποῖο εὐαρεστήθηκα.

   Ἀπ᾿ ὅλα τοῦτα λοιπόν, ἔγινε φανερὸ στοὺς Ἰουδαίους ὅτι δὲν ἦταν ὁ Ἰωάννης μεγαλύτερος ἀπ᾿ τὸν Χριστό, κατὰ τὴν σφαλερὴ ἀντίληψη ποὺ εἶχαν οἱ περισσότεροι, ἀλλ᾿ ἦταν ἀσυγκρίτως κατώτερος τοῦ Χριστοῦ, δοῦλος καὶ ὑποχείριος8 αὐτοῦ. Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὸ πανάγιο Πνεῦμα κατεβαίνοντας ἀπηύθυνε τὴν φωνὴ τοῦ Θεοῦ Πατέρα στὸν Ἰησοῦ κι᾿ ἔδειξε φανερά, ὅπως δείχνει κανεὶς μὲ τὸ δάχτυλό του, ὅτι τὸ «Οὗτός ἐστιν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητὸς» δὲν εἰπώθηκε γιὰ τὸν βαπτιστὴ Ἰωάννη, ἂν καὶ ἐκεῖνος εἶχε σ᾿ ὅλους πολλὴ τὴν δόξα καὶ μεγάλο τὸ ἀξίωμα, ἀλλ᾿ ἐντούτοις εἰπώθηκε γιὰ τὸν βαπτιζόμενο Ἰησοῦ.

   Ἀφοῦ τελείωσε ὁ Κύριος καὶ τοῦτο τὸ νομικὸ πρόσταγμα τοῦ βαπτίσματος, ἔλυσε τὴν κατάρα, ἡ ὁποία δόθηκε στὸν Ἀδὰμ γιὰ τὴν παράβαση τοῦ Θείου νόμου, καὶ λυτρώνοντας ὅλους μας ἀπ᾿ τὴν καταδίκη ἔπαυσε ἔτσι στὸ ἑξῆς κάθε τελετουργικὸ νόμο ἀναβιβάζοντας αὐτὸν στὸ πνευματικώτερο καὶ τελειώτερο. Συνακόλουθα ἔπαυσε καὶ τὸ Ἰουδαϊκὸ βάπτισμα, παρέδωκε δὲ σ᾿ ὅλους ὅσους πιστεύουμε νὰ βαπτιζώμασθε τὸ Βάπτισμα ποὺ γίνεται μὲ τὶς τρεῖς καταδύσεις καὶ ἀναδύσεις, καὶ ποὺ μόνον αὐτὸ ἔχει τὴν Χάρη τοῦ παναγίου Πνεύματος, ἀπ᾿ τὴν ὁποία ἦταν στερημένο τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου. Διότι βαπτιζόμενος ὁ Κύριός μας εἰς ἕνα καὶ τὸν αὐτὸν ποταμὸ στὸν ὁποῖο βάπτιζε κι᾿ ὁ Ἰωάννης, ἐκπλήρωσε (τήρησε) μὲν τὸ σκιῶδες κι᾿ ἀτελὲς αὐτὸ βάπτισμα, ταυτόχρονα ὅμως, ἄνοιξε τὶς θύρες τοῦ πνευματικοῦ καὶ θείου Βαπτίσματος τῆς Ἐκκλησίας· τὸ ὁποῖο ἐμεῖς, ἀφοῦ ἀξιωθήκαμε νὰ βαπτισθοῦμε, ἔχουμε χρέος τοῦ λοιποῦ νὰ φυλάττουμε τὴν καθαρότητά του ἄσπιλη κι᾿ ἀμόλυντη ἀπὸ ἁμαρτίες, μὲ τὴν πρόθυμη ἐργασία καὶ τὴν πιστὴ τήρηση τῶν ζωοποιῶν ἐντολῶν, γιὰ νὰ ἀξιωθοῦμε καὶ τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν.


Αὐτῷ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.


* «Συναξαριστὴς τῶν δώδεκα μηνῶν» τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, τόμ. 3ος, σελ. 36-39. (Μικρὴ φραστικὴ διασκευή, ὑπὸ ἱερομ. Ν. ἁγιορείτου).

 

1. Κατὰ τὸν Εὐσέβιο, ὅταν βαπτίσθηκε ὁ Κύριος ἦταν ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος Τρίτη, καὶ ὥρα, ὅπως ἀναφέρουν οἱ Διαταγὲς τῶν ἱερῶν Ἀποστόλων, ἦταν ἡ δεκάτη (10η) νυκτερινή.

2. Λουκ. γ΄ 2-3.

3. Ματθ. γ΄ 14.

4. Ματθ. γ΄ 15.

5. Λόγος εἰς τὸ Βάπτισμα.

6. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἀπορεῖ, γιατὶ λέγουν οἱ Εὐαγγελιστὲς Ματθαῖος καὶ Μᾶρκος ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἀνέβηκε εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος. Λύνοντας λοιπὸν τὴν ἀπορία λέγει ὅτι οἱ μὲν ἄλλοι ἄνθρωποι βαπτιζόμενοι, ἐπειδὴ ἦσαν ἁμαρτωλοί, παρέμεναν βυθισμένοι στὸ νερὸ ἕως ὅτου ὁμολογήσουν ὅλες τὶς ἁμαρτίες τους, καὶ τότε ἔβγαιναν. Γι᾿ αὐτό, ὅπως εἶναι φυσικό, περνοῦσε κάποιο χρονικὸ διάστημα μέχρι νὰ ἐξέλθουν. Ὁ Κύριος ὅμως, ἐπειδὴ ἦταν ἀναμάρτητος κι᾿ ἁμαρτίες δὲν εἶχε νὰ ἐξομολογηθεῖ, γιὰ τοῦτο μόλις μπῆκε στὸ νερὸ εὐθὺς καὶ βγῆκε ἔξω.

   Περὶ τοῦ ὅτι ὁ Χριστὸς μὲ τὸ Βάπτισμά Του, ὄχι μόνον ἁγίασε τὸν Ἰορδάνη ποταμό, ἀλλὰ κι᾿ ὅλη τὴν φύση τῶν ὑδάτων, ὁ θεῖος Χρυσόστομος τὸ μαρτυρεῖ σαφῶς καὶ καθαρῶς, στὸν Λόγο του εἰς τὸ ἅγιον Βάπτισμα τοῦ Σωτῆρος, λέγοντας αὐτολεξεὶ τὰ ἑξῆς: «Αὕτη ἐστὶν ἡ ἡμέρα, καθ᾿ ἣν ὁ Χριστὸς ἐβαπτίσατο καὶ τὴν τῶν ὑδάτων ἡγίασε φύσιν. Διά τοι τοῦτο καὶ ἐν μεσονυκτίῳ κατὰ τὴν ἑορτὴν ταύτην ἅπαντες ὑδρεύονται, καὶ οἴκαδε τὰ νάματα ἀποτίθενται καὶ εἰς ἐνιαυτὸν ὁλόκληρον φυλάττουσιν, ἅτε δὴ σήμερον ἁγιασθέντων τῶν ὑδάτων. Καὶ τὸ σημεῖον γίνεται ἐναργές, οὐ διαφθειρομένης τῆς τῶν ὑδάτων ἐκείνων φύσεως τῷ μήκει τοῦ χρόνου, ἀλλ᾿ εἰς ἐνιαυτὸν ὁλόκληρον καὶ δύο καὶ τρία πολλάκις ἔτη, τοῦ σήμερον ἀντληθέντος ὕδατος ἀκεραίου καὶ νεαροῦ μένοντος καὶ μετὰ τοσοῦτον χρόνον τοῖς ἄρτι τῶν πηγῶν ἐξαρπασθεῖσιν ὕδασιν ἁμιλλωμένου» (Τόμ. Ε΄ τῆς ἐν Ἐτόνῃ ἐκδόσεως).

   Τέλος πρέπει νὰ σημειώσουμε, ὅτι τὸ Βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου εἶχε μιὰ κατάδυση καὶ μιὰ ἀνάδυση, καὶ ἦταν ὑψηλότερο τοῦ Ἰουδαϊκοῦ βαπτίσματος, ταπεινότερο, ὅμως, τοῦ δικοῦ μας· καὶ ὑπῆρξε γιὰ καθένα ἀπ᾿ τὰ βαπτίσματα ὅπως ἀκριβῶς μιὰ ἐνδιάμεση γέφυρα, ὁδηγῶντας ἀπὸ κεῖνο πρὸς τοῦτο. Διότι δὲν ἔλεγε ὁ Ἰωάννης: «πλύνε τὰ ἱμάτιά σου, καὶ λοῦσε τὸ σῶμα, καὶ θὰ εἶσαι καθαρός»· ἀλλὰ τί; «Ποιήσατε καρποὺς ἀξίους τῆς μετανοίας» (Λουκ. γ΄ 8). Οὔτε χορηγία τοῦ ἁγίου Πνεύματος εἶχε, οὔτε ἁμαρτημάτων ἄφεση. Κι᾿ ὁ Κύριός μας, οὔτε τὸ Ἰουδαϊκό, οὔτε τὸ δικό μας Βάπτισμα (τῶν τριῶν καταδύσεων καὶ ἀναδύσεων) βαπτίσθηκε, ἀλλὰ τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου (τῆς μιᾶς καταδύσεως), καὶ τοῦτο γιὰ δύο αἰτίες: Πρῶτον, γιὰ νὰ φανεῖ ὅτι εἶναι Υἱὸς Θεοῦ, μαρτυρούμενος ἀπὸ τὴν φωνὴ τοῦ Θεοῦ Πατέρα, κι᾿ ἀπ᾿ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ ἁγίου Πνεύματος· καὶ δεύτερον, ὅπως ἐξηγήσαμε καὶ παραπάνω, γιὰ νὰ ἐκπληρώσει (δηλαδή, νὰ τελειώσει καὶ τηρήσει) πᾶσα δικαιοσύνη, ἤτοι κάθε ἐντολή.

7. Ματθ. γ΄ 17.

8. Ὑποτελὴς ἢ ὑπεξούσιος.

 


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α΄.

ν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου σου Κύριε, ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις· τοῦ γὰρ Γεννήτορος ἡ φωνὴ προσεμαρτύρει σοι, ἀγαπητόν σε Υἱὸν ὀνομάζουσα, καὶ τὸ Πνεῦμα ἐν εἴδει περιστερᾶς, ἐβεβαίου τοῦ λόγου τὸ ἀσφαλές. Ὁ ἐπιφανεὶς Χριστὲ ὁ Θεός, καὶ τὸν κόσμον φωτίσας δόξα σοι.

 

Κοντάκιον. Ἦχος δ΄. Αὐτόμελον.

πεφάνης σήμερον τῇ Οἰκουμένῃ, καὶ τὸ φῶς σου Κύριε, ἐσημειώθη ἐφ᾿ ἡμᾶς, ἐν ἐπιγνώσει ὑμνοῦντάς σε. Ἦλθες ἐφάνης, τὸ φῶς τὸ ἀπρόσιτον.

 

Μεγαλυνάριον.

φεσιν πηγάζων τοῖς ἐξ Ἁδάμ, ὁ τῆς ἀφθαρσίας, ἀνεξάντλητος ποταμός, ἐν τῷ Ἰορδάνῃ, βαπτίζεται θελήσει· ἀντλήσωμεν οὖν πάντες, ὕδωρ σωτήριον.