Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2021

Εἶμαι δυστυχής, καὶ κλαίγω καὶ τὴν δυστυχισμένη μου πατρίδα…




Εἶμαι δυστυχής, καὶ κλαίγω καὶ τὴν δυστυχισμένη μου πατρίδα…


τοῦ Στρατηγοῦ Ἰωάννη Μακρυγιάννη*


   Πατρίς, νὰ μακαρίζης γενικῶς ὅλους τους Ἕλληνες, ὅτι θυσιάστηκαν διὰ σένα νὰ σ᾿ ἀναστήσουνε, νὰ ξαναειπωθῆς ἄλλη μίαν φορὰ ἐλεύτερη πατρίδα, ὁποὺ ἤσουνε χαμένη καὶ σβυσμένη ἀπὸ τὸν κατάλογον τῶν ἐθνῶν. Ὅλους αὐτοὺς νὰ τοὺς μακαρίζης…

   Οἱ ἀγωνισταὶ δυστυχοῦν. Τῶν σκοτωμένων τὶς φαμελιὲς ὅποια εἶναι νέα τὴν θέλει ὁ τάδε, σὰ νὰ λέμε ὁ Βελήπασσας, ὁ Μουχτάρπασσας, ὅτι δὲν ἔχει ἡ φτωχὴ νὰ φάγη. Λευτερώθηκαν κάμποσες σκλάβες Μισολογγίτισσες κι᾿ ἀπὸ ἄλλα μέρη (τὶς λευτέρωσαν οἱ φιλάνθρωποι) καὶ διακονεύουν ἐδῶ εἰς τ᾿ Ἄργος καὶ εἰς τ᾿ Ἀναπλιοῦ τοὺς δρόμους. Τῶν ἀγωνιστῶν οἱ ἄνθρωποι διακονεύουν καὶ γυρεύουν νὰ πᾶνε πίσου εἰς τοὺς Τούρκους. Τοὺς εἴχανε αὐτῆνοι σκλάβους, τοὺς ντύνανε, τοὺς συγυρίζανε καὶ τρώγαν. Εἰς τὴν πατρίδα τους ξυπόλυτοι καὶ γυμνοὶ διακονεύουν. Ἀπὸ ὅλα αὐτά, καημένη πατρίδα, δὲν θὰ σωθοῦνε τὰ δεινά σου, ὅτι σιδερώνουν τὴν ἀρετὴ1 ἐκεῖνοι ὁποὺ σὲ κυβερνοῦσαν καὶ σὲ κυβερνοῦν, καὶ τώρα κατατρέχουν τὸ δίκαιον καὶ τὴν ἀλήθειαν καὶ μὲ ψέματα θέλουν καὶ μὲ σπιγούνους νὰ σὲ λευτερώσουνε· μήτε τώρα εἶσαι καλά, μήτε διὰ τὰ μέλλοντά σου, μὲ τοὺς ἀνθρώπους ὁποὺ σὲ τριγυρίζουν, πολιτικούς, σπιγούνους καὶ τοιούτους ἀξιωματικούς.

   Συχωρᾶτε με, ἀναγνῶστες, ὁποὔφυγα ἀπὸ τὸ προκείμενον. Μὴ στοχάζεστε ὅτ᾿ εἶμαι ἢ γόητας, εἴτε φαντασμένος, εἴτε ἐγὼ ἀδικημένος. Λυποῦμαι καὶ γράφω αὐτὰ ὅτι ἤτανε πέντε ἀδέλφια κι᾿ ἔμεινε ἕνας μόνον ἀπὸ τὸ ντουφέκι· καὶ οἱ ἄνθρωποί τους ἤτανε τόσον καιρὸν σκλαβωμένοι καὶ σώθη μία γυναίκα μόνον κι᾿ αὐτήνη πείναγε, κι᾿ ἐκεῖνοι ὁποῦ τοὺς ζήταγε ψωμὶ θέλαν νὰ κάμουν τὸ κέφι τους νὰ τῆς δώσουνε νὰ φάγη. Κι᾿ αὐτὸ κι᾿ ἄλλα πολλὰ τοιοῦτα μ᾿ ἔκαμαν νὰ βγῶ ἀπὸ τὸ προκείμενον. Ὅτι τὰ τοιοῦτα δὲν λευτερώνουν πατρίδα, τὴν χάνουν· κι᾿ ἔχω σκοπὸν νὰ ζήσω κι᾿ ἐγὼ σ’ αὐτήνη τὴν πατρίδα. Ὅτι ἔχω τόση ἀδύνατη φαμελιὰ καὶ δὲν ’πιτηδεύομαι νὰ κολακεύω τοὺς δυνατούς. Καὶ εἶμαι δυστυχής, καὶ κλαίγω καὶ τὴν δυστυχισμένη μου πατρίδα, ὁποὺ δι᾿ αὐτήνη χύσαμε τὸ αἷμα μας ἀδίκως…


* Στρατηγοῦ Μακρυγιάννη, Ἀπομνημονεύματα, ἔκδοσις Β΄, Ἀθῆναι 1947, τόμ. Α΄, κεφ. τέταρτον, σελ. 161-163.

 

1. «Βάνουν τὴν ἀρετὴ στὰ σίδερα», καταδυναστεύουν τοὺς ἀγαθούς.